Ο Ντράγκι ταράζει τα νερά στον κλάδο ενέργειας

Ο Ντράγκι ταράζει τα νερά στον κλάδο ενέργειας

Προτείνει ριζικές αλλαγές στην έκθεση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας

4' 32" χρόνος ανάγνωσης

Με ικανοποίηση υποδέχτηκε η πλευρά της ευρωπαϊκής βιομηχανίας τα συμπεράσματα και τις προτάσεις της έκθεσης Ντράγκι για την ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, αφού δικαιώνουν τις αγωνίες της και ενισχύουν τις προσδοκίες της ότι η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα τα ενσωματώσει στο νομοσχέδιο «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία» που προωθεί και αποτελεί μέρος των υποσχέσεων που έδωσε η ίδια για τις πρώτες 100 ημέρες της δεύτερης θητείας της στην Επιτροπή.

Αντιθέτως αμηχανία και έναν μικρό πανικό έχει προκαλέσει στον κλάδο της ενέργειας, αφού η έκθεση συνδέει άμεσα την υστέρηση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης με το υψηλό ενεργειακό κόστος και προτείνει μια ολική αναθεώρηση στα θεμελιώδη της ευρωπαϊκής ενεργειακής αγοράς για το κλείσιμο του διατλαντικού χάσματος στην παραγωγικότητα, που διακυβεύουν κεκτημένα του κλάδου.

«Η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει ορισμένες θεμελιώδεις επιλογές σχετικά με το πώς θα συνεχίσει την πορεία της προς την απαλλαγή από τον άνθρακα, διατηρώντας παράλληλα την ανταγωνιστική θέση της βιομηχανίας της», αναφέρεται στην έκθεση, θέση που έχει διατυπωθεί πολλάκις από τον βιομηχανικό κόσμο της Ευρώπης.

Την επομένη της δημοσίευσης της έκθεσης, ο ΣΕΒ με ανάρτησή του στο Διαδίκτυο εξέφρασε την ελπίδα ότι θα αποτελέσει τη βάση για μια βιομηχανική στρατηγική με όραμα και θαρραλέες πολιτικές, που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να παραμείνει ανταγωνιστική απέναντι στους μεγάλους και διαρκώς εξελισσόμενους παγκόσμιους ανταγωνιστές της.

Μια «επείγουσα έκκληση για πολύ συγκεκριμένη δράση» χαρακτήρισε την έκθεση Ντράγκι ο Ευάγγελος Μυτιληναίος με χθεσινή ανάρτησή του στο Διαδίκτυο.

«Η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζει αυτή την έκθεση ως μια παροδική έκρηξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», σημειώνει και επισημαίνει ότι «οι προτάσεις της έκθεσης απαιτούν μια επανεκτίμηση μιας μακροχρόνιας αντιαναπτυξιακής (και κατά της βιομηχανίας) νοοτροπίας, η οποία μας οδήγησε εδώ που βρισκόμαστε σήμερα».

Τις προτάσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των βιομηχανιών δεν είδαν με καλό μάτι οι Ευρωπαίοι ηλεκτροπαραγωγοί.

Στην έκθεσή του ο Ντράγκι φιλοξενεί ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τις βασικές αιτίες που οδηγούν σε υψηλά επίπεδα τις τιμές της ενέργειας στην Ευρώπη. Οπως τονίζει, παρόλο που οι τιμές της ενέργειας έχουν μειωθεί σημαντικά από την κορύφωση, οι επιχειρήσεις της Ε.Ε. εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που είναι 2-3 φορές υψηλότερες από αυτές στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου που πληρώνονται είναι 4-5 φορές πιο πάνω.

Το χάσμα τιμών οφείλεται κυρίως στην έλλειψη φυσικών πόρων στην Ευρώπη, αλλά και σε θεμελιώδη ζητήματα σε σχέση με την κοινή αγορά ενέργειας, σύμφωνα με την έκθεση. Επισημαίνει ότι οι διαρθρωτικές αιτίες βρίσκονται στο επίκεντρο του χάσματος στις τιμές της ενέργειας και μπορεί να επιδεινωθούν τόσο από παλιές όσο και από νέες προκλήσεις και εντοπίζει πέντε παράγοντες που ενισχύουν το ενεργειακό κόστος για τους Ευρωπαίους καταναλωτές.

Οι παράγοντες αυτοί έχουν να κάνουν με δομικά προβλήματα της αγοράς, έλλειψη συντονισμού εκ μέρους των κρατών-μελών στη διεθνή αγορά αερίου, τον ρόλο της κερδοσκοπίας, την αδυναμία μετακύλισης του οφέλους από τις ΑΠΕ, το αδειοδοτικό καθεστώς στα δίκτυα ηλεκτρισμού και την υψηλή φορολογία.

Μεσοπρόθεσμα, η απαλλαγή από τις εκπομπές θα συμβάλει στη στροφή της παραγωγής ενέργειας προς ασφαλείς, χαμηλού κόστους καθαρές πηγές ενέργειας. Ομως τα ορυκτά καύσιμα θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην τιμολόγηση της ενέργειας τουλάχιστον για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας.

Προτείνει την αποσύνδεση της τιμής των ΑΠΕ και της πυρηνικής ενέργειας από την τιμή των ορυκτών καυσίμων (φυσικό αέριο και άνθρακα) μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων (PPAs και CFDs) ώστε να φτάνει το όφελος των χαμηλών τιμών στους καταναλωτές.

Η έκθεση Ντράγκι υποστηρίζει επίσης ότι θα πρέπει να διοχετεύονται περισσότερα κεφάλαια από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων (ΣΕΔΕ) της Ε.Ε. στη βαριά βιομηχανία. Χωρίς να αμφισβητεί το ΣΕΔΕ, σημειώνει τον «υψηλό και ασταθή» αντίκτυπό του στις ευρωπαϊκές τιμές ενέργειας.

Τις προτάσεις Ντράγκι για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των βιομηχανιών δεν είδαν με καλό μάτι οι Ευρωπαίοι ηλεκτροπαραγωγοί. Μάλιστα εκτιμούν ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας είναι περίπλοκο θέμα που δεν σχετίζεται αποκλειστικά με το κόστος της ενέργειας και ο καλύτερος τρόπος για να πέσουν οι τιμές ρεύματος είναι η μείωση της φορολογίας.

Η Eurelectric, ο Σύνδεσμος των Ευρωπαίων ηλεκτροπαραγωγών στον οποίο από ελληνικής πλευράς συμμετέχει η ΔΕΗ, με τον διευθύνοντα σύμβουλο της επιχείρησης, Γιώργο Στάσση, να έχει εκλεγεί αντιπρόεδρος του ευρωπαϊκού οργανισμού, αναγνωρίζει την ύπαρξη θετικών στοιχείων στην έκθεση Ντράγκι σε ό,τι αφορά τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά διαπιστώνει και την ύπαρξη μιας σειράς αρνητικών, όπως τις χαρακτηρίζει, προτάσεων.

Σύμφωνα με την Eurelectric, ορισμένες πτυχές της έκθεσης δεν είναι «φιλικές προς την αγορά» και θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Η Eurelectric επικεντρώνει την κριτική της στις προτάσεις Ντράγκι για επιδότηση των PPAs και τροποποίηση της λειτουργίας του συστήματος εμπορίας ρύπων (ETS) και ενδεχόμενη διατήρηση της δωρεάν διανομής δικαιωμάτων ρύπων.

Το άλμα των ΑΠΕ στην Ε.Ε. 

H μείωση των τιμών της ενέργειας αποτελεί κεντρικό ζήτημα για την Κομισιόν, όπως φάνηκε τόσο στην έκθεση για την κατάσταση της ενεργειακής ένωσης, όσο και στις αντίστοιχες εκθέσεις που παρουσίασαν φέτος οι Ενρίκο Λέτα και Μάριο Ντράγκι.

Οι τιμές της ενέργειας, πάντως, το 2024 παραμένουν σταθερές και σημαντικά μειωμένες
από την περίοδο της κρίσης το 2022, ενώ επετεύχθη πληρότητα 90% στην αποθήκευση φυσικού αερίου στα μέσα Αυγούστου, πριν δηλαδή από τον στόχο του Νοεμβρίου.

Στην έκθεση –που παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες– σημειώνεται ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 το ήμισυ της παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ε.Ε. προερχόταν κυρίως από ανανεώσιμες πηγές, το μερίδιο ρωσικού φυσικού αερίου στις εισαγωγές στην Ε.Ε. μειώθηκε από 45% το 2021 σε 18% τον Ιούνιο του 2024, ενώ η ζήτηση φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 138 δισ. κυβικά μέτρα μεταξύ Αυγούστου 2022 και Μαΐου 2024. 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT