Με υψηλή εξειδίκευση, αλλά άνεργοι οι νέοι στην Κίνα

Με υψηλή εξειδίκευση, αλλά άνεργοι οι νέοι στην Κίνα

Οι μεγάλες επενδύσεις στην τεχνολογία δεν αυξάνουν τις θέσεις εργασίας

3' 40" χρόνος ανάγνωσης

Με υψηλή κατάρτιση και τεχνολογική εξειδίκευση, αλλά άνεργοι. Αυτή είναι η κατάσταση των νέων στην Κίνα, καθώς ο ασιατικός οικονομικός γίγαντας επενδύει μεν δισ. στον τεχνολογικό τομέα, αλλά δεν δίνει τις αντίστοιχες ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης. Ενας από τους λόγους είναι ότι ο τεχνολογικός τομέας δεν είναι εντάσεως εργασίας, όπως οι βιομηχανίες που τις περασμένες δεκαετίες έδωσαν ώθηση στην κινεζική οικονομία και στο βιοτικό επίπεδο των Κινέζων. Εν ολίγοις η Κίνα έχει επενδύσει ιλιγγιώδη κεφάλαια σε έναν τομέα που δεν προσφέρει αρκετές θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα να αυξάνονται διαρκώς τα ήδη υψηλά ποσοστά ανεργίας μεταξύ των νέων της.

Η εκστρατεία του προέδρου Σι κατά των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων «πάγωσε» έναν κλάδο που απασχολούσε 10 εκατομμύρια υπαλλήλους.

Το περασμένο έτος η ανεργία των νέων έφθασε στο επίπεδο-ρεκόρ του 21,3%, μολονότι η κινεζική οικονομία δεν σημειώνει μεν τα διψήφια ποσοστά ανάπτυξης του 2000, αλλά εξακολουθεί να αναπτύσσεται κατά 5%, με έναν ρυθμό δηλαδή που οι δυτικές οικονομίες μπορούν μόνο να ονειρευτούν. Το γεγονός ότι η Κίνα δεν έχει τη δυνατότητα να προσφέρει επαρκείς θέσεις εργασίας στους περίπου 12 εκατομμύρια αποφοίτους πανεπιστημίου και στα εκατομμύρια όσων εγκαταλείπουν το σχολείο για να μπουν στην αγορά εργασίας μπορεί να αποδοθεί έως έναν βαθμό στην πανδημία, στην αναιμική ανάκαμψη και στον εμπορικό πόλεμο με τη Δύση. Προπαντός, όμως, ο πλέον καθοριστικός παράγοντας ήταν η επίθεση που εξαπέλυσε ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ κατά των εταιρειών τεχνολογίας, κατά των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και κατά της αγοράς ακινήτων τη διετία 2020 και 2021. Τότε ο ζωτικός κλάδος της τεχνολογίας υπέστη πανωλεθρία, καθώς τα μεταρρυθμιστικά μέτρα του προέδρου Σι στόχευαν ευθέως σε αυτόν, οι τεχνολογικοί κολοσσοί της χώρας έχασαν δεκάδες εκατ. σε χρηματιστηριακή αξία, ενώ κατέρρευσε ο τομέας των ακινήτων και μαζί του χάθηκαν οι αποταμιεύσεις εκατομμυρίων Κινέζων.

Ακολούθησαν μαζικές απολύσεις, κυρίως νέων υπαλλήλων, ενώ παρόμοιο πλήγμα δέχθηκε ο κλάδος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, στον οποίο σπούδαζαν κάπου 75 εκατομμύρια φοιτητές. Κυρίως, όμως, ο κλάδος της ιδιωτικής εκπαίδευσης απασχολούσε περίπου 10 εκατομμύρια υπαλλήλους, σε μεγάλο ποσοστό νέους που είχαν αποφοιτήσει προσφάτως. Οπως χαρακτηριστικά τονίζει η Ντιάνα Χοΐλεβα, οικονομολόγος στην Enodo Economics στο Λονδίνο, «η εκστρατεία του προέδρου Σι “πάγωσε” όλο τον κλάδο της ιδιωτικής εκπαίδευσης», και ενώ δεν έχουν εξαφανιστεί τα σχετικά επαγγέλματα, σήμερα είναι πολύ λιγότερα, πολύ λιγότερο αξιόπιστα και πολύ πιο ασταθή. Αυτό σημαίνει ότι έχει συρρικνωθεί σημαντικά ένας εναλλακτικός δρόμος που μπορούσαν να πάρουν απόφοιτοι πανεπιστημιακών σχολών και να αποφύγουν την ανεργία. Εξάλλου, η επίθεση που εξαπέλυσε ο πρόεδρος Σι κατά του ιδιωτικού τομέα είχε ως αποτέλεσμα μια ραγδαία μείωση των επενδύσεων στις νεοφυείς εταιρείες και αντίστοιχη μείωση των νέων επιχειρηματιών που μέχρι προσφάτως ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν το επιχειρηματικό ρίσκο. Αναπόφευκτα μειώθηκε ο αριθμός των καινούργιων νεοφυών εταιρειών κατά 97% μέσα στα τελευταία έξι χρόνια.

Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι πάντως και η αναντιστοιχία ανάμεσα στις προσδοκίες των νέων και την πεζή πραγματικότητα. Οι νέοι της Κίνας εξακολουθούν να αποφεύγουν τη δουλειά του εργοστασίου και κάθε είδους χειρωνακτικό επάγγελμα και κυνηγούν τις καλοπληρωμένες θέσεις γραφείου. Λογικά οι νέοι θα έπρεπε να αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα όσων απασχολούνται σε χειρωνακτικά επαγγέλματα, δεδομένου ότι έχουν φυσική ικανότητα και αντοχή. Και όμως, πρόσφατη έρευνα της Σχολής Οικονομικών και Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου φέρνει στο φως στοιχεία που δείχνουν πως πάνω από το 50% των 400 εκατομμυρίων χειρωνάκτων της Κίνας είναι άνω των 40 ετών. Οπως, άλλωστε, επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ της Deutsche Welle, η Κίνα εξακολουθεί να ανεβαίνει στην κλίμακα της αξίας και το Πεκίνο έχει θέσει στόχο του την τεχνολογική κυριαρχία σε παγκόσμιο επίπεδο. Προωθεί, έτσι, τεράστιες επενδύσεις στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, της παραγωγής μικροεπεξεργαστών και της πράσινης ενέργειας, που έχουν πράγματι τη δυναμική να απεξαρτήσουν την κινεζική οικονομία από τη Δύση. Οι τομείς αυτοί, όμως, δεν χρειάζονται πολλούς νέους υπαλλήλους.

Παράλληλα, η Κίνα αντιμετωπίζει την εντεινόμενη όξυνση των σχέσεών της με τη Δύση και αναγκάζεται αντί για τις υψηλής αξίας παραγγελίες της από τη Δύση, να παραγγέλνει χαμηλότερης αξίας είδη από τον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο, και αυτό έχει συνέπειες στο επίπεδο της απασχόλησης. Στο μεταξύ είναι κορεσμένη ακόμη και η αγορά των επισφαλών επαγγελμάτων, όπως η κατ’ οίκον παράδοση γευμάτων, στην οποία απασχολούνται κάπου 200 εκατομμύρια Κινέζοι που έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές και την προσπάθεια για κάτι καλύτερο. Μιλώντας στην Deutsche Welle η Νικόλ Γκολντέν, συνεργάτιδα της δεξαμενής σκέψης Atlantic Council στην Ουάσιγκτον, τονίζει πως η κινεζική κυβέρνηση έχει προσφέρει κίνητρα και έχει μεταρρυθμίσει το εκπαιδευτικό σύστημα για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα, αλλά «θα χρειαστεί χρόνος για να υπάρξει αποτέλεσμα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT