Η εκτίναξη του χρέους των ΗΠΑ δεν πρέπει να μας ανησυχεί

Η εκτίναξη του χρέους των ΗΠΑ δεν πρέπει να μας ανησυχεί

Η Ιταλία και η Ιαπωνία έχουν υψηλότερο χρέος, ωστόσο εξακολουθούν να βρίσκουν πολλούς αγοραστές για τα ομόλογά τους

2' 33" χρόνος ανάγνωσης

Το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς μετά τις φορολογικές περικοπές της προεδρίας Τραμπ. Η ανάπτυξη επιταχύνθηκε απότομα με τα πακέτα αρωγής κατά την πανδημία και συνεχίζεται ακόμη και τώρα με την οικονομία σταθεροποιημένη. Το δημόσιο χρέος υπερβαίνει ήδη το ΑΕΠ και, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, θα ξεπεράσει το μεταπολεμικό ρεκόρ σε ορίζοντα δεκαετίας. Αν και θα ήταν επιθυμητό να υπάρχουν μικρότερα δημοσιονομικά ελλείμματα, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει έδαφος να αναπτυχθεί η κλασική θεωρία τού γιατί τα ογκώδη δημοσιονομικά ελλείμματα είναι κακά. Αυτή υποστηρίζει ότι τα εν λόγω ελλείμματα αυξάνουν τα επιτόκια και παραγκωνίζουν τις ιδιωτικές επενδύσεις, επιβραδύνοντας την ανάπτυξη και καθιστώντας μας λιγότερο πλούσιους. Εχουν γίνει απειράριθμες μελέτες για το ζήτημα και οι περισσότερες δεν διαπιστώνουν αξιόλογο αντίκτυπο. Το τρέχον επιτόκιο των 10ετών ομολόγων του Δημοσίου είναι λίγο κάτω από το 4%. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν ο προϋπολογισμός ήταν πλεονασματικός, υπήρξαν σύντομες περίοδοι όπου το επιτόκιο υποχώρησε κάτω από το 5%, αλλά ήταν κοντά στο 6% ως επί το πλείστον.

Υπάρχει επίσης η ιστορία της κρίσης, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να φοβόμαστε μια ξαφνική φυγή κεφαλαίων από τα αμερικανικά ομόλογα και το δολάριο, εάν υπερβούμε κάποιο όριο χρέους. Η Ιταλία και η Ιαπωνία έχουν σαφώς υψηλότερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ από τις Ηνωμένες Πολιτείες και εξακολουθούν να βρίσκουν πολλούς αγοραστές για τα ομόλογά τους. Επιπλέον, η θέση του δολαρίου ως το κορυφαίο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο καθιστά ακόμη λιγότερο πιθανή κάποια ξαφνική φυγή επενδυτικών κεφαλαίων από το δολάριο. Οσο η οικονομία των ΗΠΑ διατηρεί τη ρώμη της, ελάχιστοι είναι οι λόγοι να ανησυχούμε για τέτοιο ενδεχόμενο. Ακόμη κι αν μας απασχολούσε το χρέος, οι προοπτικές για ουσιαστική μείωση των ελλειμμάτων είναι περιορισμένες. Υπάρχει πολιτική στήριξη για την επαναφορά ορισμένων ή όλων των πρόσφατων φορολογικών περικοπών σε πλούσιους ιδιώτες και εταιρείες.

Οι φοροαπαλλαγές Τραμπ το 2017 μείωσαν από 39,6% σε 37% τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή. Αυτό το τμήμα των φοροελαφρύνσεων θα λήξει το 2025 και ενδέχεται να μην ανανεωθεί, ανάλογα με το αποτέλεσμα των εκλογών. Με πολλούς από τους πλουσιότερους πολίτες της χώρας να φορολογούνται ήδη άνω του 50%, το ποσό των εσόδων χάρη στους υψηλότερους συντελεστές θα είναι περιορισμένο. Μπορεί να υπάρχει περισσότερος χώρος για αύξηση εσόδων από την εταιρική πλευρά. Οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου δείχνουν ότι τα έσοδα από τον εταιρικό φόρο εισοδήματος μειώνονται σε μόλις 1,3% του ΑΕΠ. Αντίθετα, ήταν πολύ πάνω από το 2% του ΑΕΠ μόλις τη δεκαετία του 1990 και το 3% του ΑΕΠ τη δεκαετία του 1960. Πάντως, οποιαδήποτε προσπάθεια ενίσχυσης των εταιρικών φόρων θα πρέπει να επικεντρωθεί στη φορολόγηση μερισμάτων και κεφαλαιακών κερδών, που εύκολα εντοπίζονται σε οποιονδήποτε οικονομικό ιστότοπο. Τέλος, το μοναδικό πεδίο όπου υπάρχει περιθώριο για σημαντική εξοικονόμηση πόρων είναι η περίθαλψη. Οι ΗΠΑ έχουν το πιο αναποτελεσματικό σύστημα υγείας στον κόσμο, πληρώνοντας πάνω από δύο φορές περισσότερα ανά άτομο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.

* Ο κ. Ντιν Μπέικερ είναι οικονομολόγος στο Κέντρο Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών της Ουάσιγκτον. Το άρθρο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Φρίντριχ Εμπερτ https://www.ips-journal.eu/topics/economy-and-ecology/

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT