Σε τρόφιμα και στέγαση το 34,1% του εισοδήματος – Περικοπές ακόμη και στα φρούτα και στο ψωμί

Σε τρόφιμα και στέγαση το 34,1% του εισοδήματος – Περικοπές ακόμη και στα φρούτα και στο ψωμί

Τα ελληνικά νοικοκυριά περιόρισαν τις αγορές σε βασικά είδη διατροφής υπό την ασφυκτική πίεση των ανατιμήσεων

«Μαχαίρι» στην κατανάλωση βασικών ειδών διατροφής έβαλαν τα νοικοκυριά στην Ελλάδα το 2023, προκειμένου να μπορέσουν να καλύψουν και άλλες βασικές ανάγκες υπό την ασφυκτική πίεση των ανατιμήσεων στο διαθέσιμο εισόδημα. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι πλήρωσαν και λιγότερο, καθώς η μέση μηνιαία δαπάνη για τα ίδια σχεδόν είδη αυξήθηκε.

Οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα, οι οποίες συνεχίστηκαν το 2023 για τρίτη συνεχή χρονιά, είχαν ως συνέπεια ένα μέσο νοικοκυριό να δαπανά κάτι περισσότερο από το 1/5 των μηνιαίων εξόδων του για τρόφιμα. Ακόμη πιο επώδυνες ήταν οι αυξήσεις στα είδη διατροφής για τα πλέον φτωχά νοικοκυριά, καθώς οι δαπάνες για αυτή την κατηγορία αγαθών αντιστοιχεί στο 1/3 των συνολικών δαπανών τους, όπως προκύπτει από την Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών για το έτος 2023 που δημοσιοποίησε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Εάν προστεθούν και οι δαπάνες για στέγαση, τότε ένα μέσο νοικοκυριό αφιερώνει για τρόφιμα και στέγαση το 34,1% των δαπανών του, ποσοστό που για τα φτωχότερα νοικοκυριά φτάνει το 55,8%.

Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2023, ανήλθε σε 20.223,36 ευρώ (1.685,28 τον μήνα), καταγράφοντας ετήσια αύξηση 5,3% (1.600,34 ευρώ) σε σχέση με το 2022. Σε σταθερές τιμές, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό μόλις 1,7% ή 347,16 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, που το 2023 ήταν 3,5%. Η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2023, ανήλθε στα 8.358,24 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 11,2% (841,92 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2022 (7.516,32 ευρώ).

Εάν προστεθούν και οι δαπάνες για στέγαση, τότε ένα μέσο νοικοκυριό αφιερώνει για τρόφιμα και στέγαση το 34,1% των δαπανών του.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των δαπανών των ελληνικών νοικοκυριών, 20,7% από 20,9% το 2022, αφορά την αγορά ειδών διατροφής. Σε απόλυτα μεγέθη αυτό σημαίνει 348,92 ευρώ τον μήνα από 334,03 ευρώ τον μήνα το 2022, μια αύξηση δηλαδή κατά 4,5%. Αν και δαπανήσαμε για τα περισσότερα από τις βασικές κατηγορίες ειδών διατροφής περισσότερα χρήματα σε σύγκριση με πέρυσι, κατά 1,2% στην περίπτωση των αλεύρων-ψωμιού-δημητριακών έως 11,9% για ελαιόλαδο, καταναλώσαμε αρκετά μικρότερες ποσότητες. Το παραπάνω δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το ότι πληρώσαμε περισσότερα για να αγοράσουμε λιγότερα. Ετσι, η μέση μηνιαία κατανάλωση (σε ποσότητες) υποχώρησε το 2023 κατά 13,6% σε ό,τι αφορά το ελαιόλαδο, κατά 12,7% στα οινοπνευματώδη ποτά, κατά 11,8% στα ψάρια. Επίσης, καταναλώσαμε λιγότερο κατά 10,7% ρύζι, κατά 6,1% κρέας, κατά 5,3% λιγότερο αυγά και κατά 5,2% λιγότερο γάλα και ζυμαρικά. Περικοπές κάναμε ακόμη και στο ψωμί (-4,3%), στα φρούτα και τα λαχανικά (-4% και -3,4% αντιστοίχως). Επιπλέον, καταναλώσαμε λιγότερο ηλεκτρικό ρεύμα, κατά 9,2% σε σύγκριση με το 2022, αλλά και λιγότερα καύσιμα, τόσο υγρά, όπως είναι η βενζίνη και το πετρέλαιο όσο και στερεά.

Με δεδομένο ότι η πλειονότητα των νοικοκυριών έπρεπε να αγοράσει, δίνοντας περισσότερα χρήματα, είδη διατροφής, αναγκαστικά έκανε περικοπές σε λιγότερο βασικά είδη. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχτηκε η κατηγορία των ειδών ένδυσης και υπόδησης με τα ελληνικά νοικοκυριά να αφιερώνουν εκεί μόλις το 4,7% των συνολικών δαπανών, ποσοστό μικρότερο και από τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια της περιόδου 2008-2023 αυτό είναι το μικρότερο ποσοστό που συναντάται και εμφανίζεται εκτός από το 2023 και το 2020, αλλά για λόγους που έχουν να κάνουν με τον αναγκαστικό εγκλεισμό λόγω της πανδημίας. Η μεγαλύτερη μείωση σε απόλυτες τιμές την περίοδο 2008-2023 και δη 54% παρατηρείται στη δαπάνη για είδη ένδυσης – υπόδησης.

Συνολικά η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2023 εμφανίζεται μειωμένη κατά 20,8% σε σύγκριση με το 2008, λίγο δηλαδή πριν από την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης. Τότε η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών σε τρέχουσες τιμές ήταν 2.120,40 ευρώ. Το 2009 ήταν η τελευταία χρονιά που διαμορφώθηκε σε επίπεδα άνω των 2.000 ευρώ (2.065,11 ευρώ) για να μην ανεβεί ποτέ ξανά από τότε πάνω από αυτό το όριο. Η συνέχιση των ανατιμήσεων το 2023 είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση των ανισοτήτων. Συγκεκριμένα, το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,72 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (έναντι 5,39 φορές το 2022). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,49 (από 4,21 το 2022) εάν ληφθεί υπόψη η τελική καταναλωτική δαπάνη (πρόκειται για την αξία σε χρήμα των αγαθών και υπηρεσιών που αγόρασε το νοικοκυριό ή έλαβε σε είδος από δική του παραγωγή, δικό του κατάστημα κ.ο.κ. για να καλύψει τις ανάγκες του).

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT