Σ’ αυτή την εποχή της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνητής νοημοσύνης, οι μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας δίνουν τεράστια ποσά για να προσλάβουν τα καλύτερα μυαλά του χώρου, με την ελπίδα ότι θα τις βοηθήσουν να ξεχωρίσουν από τον ανταγωνισμό. Ομως, όταν η Google φτάνει στο σημείο να δώσει 2,7 δισ. δολάρια για να ξαναπροσλάβει έναν παλιό της υπάλληλο, πολλοί μιλούν για μια επικίνδυνη ένδειξη υπερβολής.
Ο 48χρονος σήμερα Νόαμ Σαζίρ προσελήφθη από την Google το 2000, όταν η εταιρεία είχε μόλις μερικές εκατοντάδες υπαλλήλους. Το πρώτο μεγάλο πρότζεκτ που ανέλαβε ήταν ένα σύστημα που βελτίωσε τη λειτουργία ορθογραφικού ελέγχου της μηχανής αναζήτησης. Λίγο μετά ζήτησε από τον τότε CEO της Google, Ερικ Σμιντ, πρόσβαση σε χιλιάδες τσιπ, καθώς η δουλειά που έκανε τον καθιέρωσε σαν έναν από τους πρωτεργάτες της τεχνητής νοημοσύνης.
«Θα έχω επιτύχει τη γενική γνώση έως το Σαββατοκύριακο», είχε πει τότε ο Σαζίρ στον Σμιντ, υποσχόμενος ουσιαστικά να φτιάξει έναν υπολογιστή που να μπορεί να σκέφτεται εξίσου έξυπνα με τον άνθρωπο. Το εγχείρημά του εκείνο απέτυχε, αλλά ο Σμιντ είχε πια πειστεί ότι ο Σαζίρ μπορούσε να φέρει την τεχνητή νοημοσύνη στο επίπεδο της ανθρώπινης νοημοσύνης. «Εάν υπάρχει ένα άτομο στον κόσμο το οποίο πιστεύω ότι ίσως να το κάνει, θα είναι αυτός», είχε πει ο Σμιντ σε ομιλία του το 2015.
Το 2017 ο Σαζίρ μαζί με επτά άλλους ερευνητές της Google δημοσίευσε μελέτη που ονομαζόταν «Attention is All You Need». Σε αυτήν περιέγραφε ένα σύστημα υπολογιστή που μπορούσε να προβλέψει με ευστοχία την επόμενη λέξη σε μια αλληλουχία λέξεων που του έδιναν οι άνθρωποι. Αυτή η εργασία έγινε η βάση για την ανάπτυξη της λεγόμενης generative AI.
Πραγματικά, ο Σαζίρ συνεργάστηκε με έναν άλλο υπάλληλο της Google, τον Ντάνιελ ντε Φρέιτας, για να φτιάξουν ένα chatbot που αρχικά ονομάστηκε Meena. Το chatbot μπορούσε να συνομιλήσει με τον χρήστη πάνω σε μια ευρεία γκάμα θεμάτων και στο σημείωμά του με τίτλο «Meena Eats the World», ο Σαζίρ προέβλεψε ότι θα μπορούσε μια μέρα να αντικαταστήσει τη μηχανή αναζήτησης της Google και να φέρει τρισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα. Ομως, η διοίκηση της Google αρνήθηκε να κυκλοφορήσει το chatbot στην αγορά, επικαλούμενη ανησυχίες γύρω από την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη. Ετσι, ο Σαζίρ και ο Ντε Φρέιτας παραιτήθηκαν από την Google το 2021 για να ξεκινήσουν τη δική τους εταιρεία, την Character. Εναν χρόνο αργότερα, η OpenAI παρουσίασε το ChatGPT, πυροδοτώντας τεράστιο ενδιαφέρον από το κοινό για τα chatbots, αλλά και μια κούρσα επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη από τα μεγάλα ονόματα της τεχνολογίας και startups εταιρείες.
Τον επόμενο Μάρτιο η Character άντλησε χρηματοδότηση 150 εκατ. δολαρίων, σε έναν γύρο επενδύσεων που την αποτιμούσε στο 1 δισ. δολάρια. Οπως σημειώνει η Wall Street Journal, ο Σαζίρ ήλπιζε ότι ο κόσμος θα πλήρωνε για να μπορεί να συνομιλήσει με chatbots που θα έδιναν πρακτικές συμβουλές ή θα υποδύονταν προσωπικότητες όπως ο Ελον Μασκ.
Στη Σίλικον Βάλεϊ φουντώνει η συζήτηση για το εάν οι επενδύσεις που γίνονται σήμερα στο πλαίσιο της κούρσας της τεχνητής νοημοσύνης θα αποδώσουν κάποτε ουσιαστικά.
Κι ενώ ο Σαζίρ πίστευε ότι η τεχνολογία του θα βοηθούσε ιδιαιτέρως άτομα με κατάθλιψη ή μοναξιά, τελικά οι υπάλληλοί του διαπίστωναν ότι πολλοί χρήστες άνοιγαν ρομαντικές συζητήσεις με το chatbot, κάτι που προσπαθούσαν να σταματήσουν, αφού δεν θεωρούσαν ότι ταιριάζει με το όραμα των δημιουργών του.
Στην προσπάθειά της να ανταγωνιστεί τα μεγάλα ονόματα της αγοράς, όπως η OpenAI και η Microsoft, η Character δυσκολευόταν να καλύψει τα έξοδά της. Ετσι, τελικά κατέληξε σε συμφωνία με την Google.
Επισήμως, τα 2,7 δισ. δολάρια που έδωσε η Google στην Character είναι για την χρήση της τεχνολογίας της startup. Ομως, το ντιλ έχει έναν κρίσιμο όρο: Ο Σαζίρ (που έτσι κι αλλιώς έβαλε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στην τσέπη στο πλαίσιο της συμφωνίας) δουλεύει και πάλι για την Google.
Οπως σημειώνει η WSJ, η Google δεν είναι η μοναδική μεγάλη εταιρεία τεχνολογίας που πληρώνει για τα πνευματικά δικαιώματα μιας startup, κυρίως για να μπορέσει να προσλάβει τα καλύτερα μυαλά της.
Ο Σαζίρ έχει ήδη επιστρέψει στην Google με τον τίτλο του αντιπροέδρου και πλέον είναι επικεφαλής μιας ομάδας ερευνητών. Οπως είπε ο συνιδρυτής της Google, Σεργκέι Μπριν, ο οποίος έπαιξε ρόλο-κλειδί στη συμφωνία για την επιστροφή του Σαζίρ, η εταιρεία ήταν άτολμη στο παρελθόν σε σχέση με τις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, όμως πλέον σκοπεύει να αναπτύξει και να κυκλοφορήσει τέτοιου είδους τεχνολογίες όσο πιο γρήγορα μπορεί.
Σε κάθε περίπτωση, έπειτα από το ντιλ των 2,7 δισ. δολαρίων του Σαζίρ, στη Σίλικον Βάλεϊ φουντώνει η συζήτηση για το εάν οι επενδύσεις που γίνονται σήμερα στο πλαίσιο της κούρσας της τεχνητής νοημοσύνης θα αποδώσουν κάποτε ουσιαστικά. «Ο Νόαμ είναι ξεκάθαρα μια σπουδαία προσωπικότητα στον χώρο αυτό. Αλλά είναι 20 φορές καλύτερος από άλλους ανθρώπους;», αναρωτιέται ο Κρίστοφερ Μάνινγκ , διευθυντής του Stanford Artificial Intelligence Laboratory.