Οι τόκοι, σταθερή πηγή ισχυρών κερδών για τις ελληνικές τράπεζες

Οι τόκοι, σταθερή πηγή ισχυρών κερδών για τις ελληνικές τράπεζες

Ενισχύονται από την αύξηση των δανείων και τις προθεσμιακές καταθέσεις

3' 18" χρόνος ανάγνωσης

Παρά τις μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τα καθαρά έσοδα από τόκους των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνουν ανθεκτικά στηρίζοντας την κερδοφορία τους, όπως εκτιμά η Eurobank Equities, χάρη στην αύξηση των δανείων, τις στρατηγικές αντιστάθμισης, τα ενισχυμένα επενδυτικά χαρτοφυλάκια και τη σταθεροποίηση των προθεσμιακών καταθέσεων.

Οι ελληνικές τράπεζες, όντας ιδιαίτερα ευαίσθητες στα επιτόκια, σημείωσαν μία από τις πιο απότομες αυξήσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ) και στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM) σε ετήσια βάση το 2023 (+90 μονάδες βάσης), υπεραποδίδοντας σημαντικά των τραπεζών της περιφέρειας. Ωστόσο είναι πιθανό να επηρεαστούν περισσότερο από τις μειώσεις επιτοκίων, με την αγορά να τιμολογεί συνολική μείωση κατά 175 μονάδες βάσης τα επόμενα δύο χρόνια. Οπως επισημαίνει η χρηματιστηριακή, ενώ η πίεση στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM) έχει ξεκινήσει, εκτυλίσσεται με βραδύτερο ρυθμό από τον αναμενόμενο, οδηγώντας σε ανοδικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων των διοικήσεων για τα ΝΙΙ του 2024, οι οποίες υποδεικνύουν ότι αυτή η ανθεκτικότητα θα μπορούσε να διατηρηθεί και στη συνέχεια.

Κατά την Eurobank Equities, το «κλειδί» που αναμένεται να στηρίξει τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα είναι η σταθεροποίηση των προθεσμιακών καταθέσεων, οι οποίες παρέμειναν αμετάβλητες το δεύτερο τρίμηνο, στο 25% του συνόλου των καταθέσεων. Αυτή η σταθερότητα διατηρήθηκε για τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα, διαδραματίζοντας κρίσιμο ρόλο στην υποστήριξη της ανθεκτικότητας των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων. Οι τράπεζες έχουν επισημάνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της ανατιμολόγησης των καταθέσεων είναι πλέον πίσω, καθώς εισερχόμαστε σε έναν κύκλο μείωσης των επιτοκίων με τον ανταγωνισμό των καταθέσεων να παραμένει υποτονικός λόγω των περιορισμένων αναγκών ρευστότητας του κλάδου.

Η χρηματιστηριακή εκτιμά πως οι προθεσμιακές καταθέσεις θα διαμορφωθούν στο 23% του συνολικού μείγματος το 2024 και θα παραμείνουν κοντά σε αυτά τα επίπεδα τα επόμενα χρόνια.

Ενας άλλος βασικός παράγοντας που συμβάλλει στις πιο αισιόδοξες προοπτικές για τα καθαρά έσοδα από τόκους είναι η αύξηση των δανείων. Επειτα από ένα σχετικά αδύναμο πρώτο τρίμηνο, οι εκταμιεύσεις δανείων αυξήθηκαν στο δεύτερο τρίμηνο (+3 δισ. ευρώ έναντι 0,1 δισ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο) και οι τράπεζες εμφανίζονται αισιόδοξες για τον εταιρικό δανεισμό, ο οποίος αναμένεται να παραμείνει εύρωστος κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Συνολικά, η Eurobank Equities προβλέπει σωρευτική επέκταση του δανειακού χαρτοφυλακίου περίπου 16,3 δισ. ευρώ για τις τρεις τράπεζες που καλύπτει (Alpha Bank, Εθνική, Πειραιώς) το 2024-2026, που συνεπάγεται μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 5,7%. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επίσης εφαρμόσει εκτεταμένες στρατηγικές αντιστάθμισης (hedging) για να προστατεύσουν τα έσοδα από την αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων. Ενώ το κόστος τους επιβαρύνει επί του παρόντος τα καθαρά έσοδα από τόκους, αυτές οι στρατηγικές αναμένεται να δημιουργήσουν κέρδη στη συνέχεια καθώς τα επιτόκια μειώνονται. Με βάση τις προβλέψεις της χρηματιστηριακής για το Euribor, οι δραστηριότητες αντιστάθμισης κινδύνου θα μπορούσαν να προσθέσουν περίπου 4% στα NII το 2025 και 6% έως το 2026.

Τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια θα κινηθούν περίπου στο 2,37% έως το 2026, από 2,60% το 2023, σημειώνει η Eurobank Equities.

Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αυξήσει τα χαρτοφυλάκια επενδυτικών τίτλων σε περίπου 22% του συνόλου του ενεργητικού, από κάτω του 20% το 2023, μετριάζοντας περαιτέρω την ευαισθησία τους στις διακυμάνσεις των επιτοκίων.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurobank Equities, με βάση τα παραπάνω, τα καθαρά έσοδα από τόκους των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να αυξηθούν κατά 1% σε ετήσια βάση το 2024, ενώ το 2025 θα μειωθούν κατά 6% και το 2026 κατά 2% περαιτέρω. Συνεπώς, το 2026, τα καθαρά έσοδα από τόκους προβλέπεται να είναι μόλις 7% κάτω από το επίπεδο του 2023, καθώς η επέκταση των δανείων, οι διαρθρωτικές αντισταθμίσεις, τα ενισχυμένα επενδυτικά χαρτοφυλάκια σταθερού επιτοκίου και η σταθεροποίηση των προθεσμιακών καταθέσεων θα αντισταθμίσουν εν μέρει:

1) Τη μείωση των spreads δανεισμού, ιδιαίτερα στον εταιρικό τομέα, έπειτα από την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό.

2) Τις συνεχιζόμενες εκδόσεις MREL.

3) Τον αντίκτυπο των μειώσεων επιτοκίων.

Ως αποτέλεσμα, αναμένει ότι τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια θα κινηθούν περίπου στο 2,37% έως το 2026, από 2,60% το 2023, ωστόσο θα εξακολουθούν να είναι σημαντικά υψηλότερα από το επίπεδο του 1,73% που επιτεύχθηκε το 2022.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT