Τι σηματοδοτεί το deal της Quest για την ACS

Τι σηματοδοτεί το deal της Quest για την ACS

Για τον κομβικό ρόλο της εταιρείας στις ταχυμεταφορές μιλάει ο Θ. Φέσσας

3' 27" χρόνος ανάγνωσης

Ενας κολοσσός των 6 δισ. ευρώ με γερμανική διοίκηση, η General Logistics Systems, αγοράζει την ACS. Μία αμιγώς ελληνική εταιρεία ταχυμεταφορών, η οποία πριν από λίγα χρόνια, εν μέσω πανδημίας, οπότε οι ηλεκτρονικές παραγγελίες είχαν εκτοξευτεί, είχε μετατραπεί σε κόκκινο πανί. Ολα αυτά όμως, που κάποτε ήταν υποθετικό σενάριο, αποτελούν πραγματικότητα. Ο όμιλος Quest, όπου ανήκει η ACS, συμφώνησε με την General Logistics Systems (GLS) για την πώληση της εταιρείας ταχυμεταφορών έναντι συνολικού τιμήματος 370 εκατ. ευρώ. Η ξένη εταιρεία, την οποία ελέγχει ο βρετανικός όμιλος IDS, θα αποκτήσει το 20% της ACS έναντι τιμήματος 74 εκατ. ευρώ. Το υπόλοιπο 80% θα περιέλθει υπό τον έλεγχό της, προς 296 εκατ. ευρώ, όταν ασκήσει το δικαίωμά της (call option) είτε στις 31 Οκτωβρίου 2025 είτε στις 30 Οκτωβρίου 2026.

Η General Logistics Systems, όπως εξηγεί ο πρόεδρος του ομίλου Quest Θεόδωρος Φέσσας, έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η ACS «έχει ολοκληρώσει επενδύσεις που επιτρέπουν στην εταιρεία να πολλαπλασιάσει τα μεγέθη της». «Εντόπισε στην ACS μία άρτια οργανωμένη εταιρεία και ένα πολύ αξιόλογο δυναμικό», σημειώνει. Με την ολοκλήρωση της εξαγοράς του 20%, η GLS θα αποκτήσει δύο θέσεις στο διοικητικό συμβούλιο της ACS, με τους ξένους επενδυτές να αναμένεται ότι θα διατηρήσουν το υφιστάμενο μάνατζμεντ ακόμη και όταν αποκτήσουν το 100% της εταιρείας ταχυμεταφορών.

«Οι συζητήσεις διήρκεσαν ένα χρόνο, οδηγώντας στη συμφωνία εξαγοράς, η οποία φανερώνει την εμπιστοσύνη ενός μεγάλου ξένου οργανισμού στην εταιρεία. Οπως και στην Ελλάδα, η οποία αναπτύσσεται, έχει κομβική θέση στην αγορά των Βαλκανίων και η εσωτερική αγορά της διαθέτει καλές προοπτικές. Η συναλλαγή συνδέεται και με την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας», εξηγεί στην «Κ» ο Θεόδωρος Φέσσας.

Το ερώτημα όμως είναι εάν η ελληνική οικονομία έχει, πράγματι, γυρίσει σελίδα. «Αυτό είναι μεγάλη συζήτηση. Εχουμε πάρει ένα μάθημα. Βέβαια, πολλές φορές τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα, αλλά θεωρώ ότι οι προοπτικές είναι θετικές», σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Φέσσας, που έχει διατελέσει πρόεδρος του ΣΕΒ από το 2014 έως το 2020.

Οι συζητήσεις διήρκεσαν ένα χρόνο, οδηγώντας στη συμφωνία εξαγοράς, η οποία φανερώνει την εμπιστοσύνη ενός μεγάλου ξένου οργανισμού στην εταιρεία.

Οπως προσθέτει, οι ταχυμεταφορές βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στο ηλεκτρονικό εμπόριο, του οποίου η διείσδυση στην ελληνική αγορά αντιστοιχεί σε χαμηλά διψήφια ποσοστά, όταν στο Ηνωμένο Βασίλειο αγγίζει το 30%. Η πρόκληση για το e-commerce, όπως διευκρινίζει ο κ. Φέσσας, είναι αυτό να διευρύνεται ως ποσοστό επί του συνόλου των λιανικών πωλήσεων. «Η συγκεκριμένη αγορά εμφανίζει υψηλά ποσοστά συγκέντρωσης, δεν έχει σύνορα ούτε εξαρτάται από συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων».

Κατά την περίοδο της πανδημίας η ACS, ως η εταιρεία με το υψηλότερο μερίδιο αγοράς στις ταχυμεταφορές, είχε δεχθεί έντονη κριτική από τους καταναλωτές για τη μη έγκαιρη παράδοση των αποστολών. «Τότε η ζήτηση ήταν τριπλάσια της διαθέσιμης δυναμικότητας της εταιρείας. Ηταν μια περίοδος που δεν μας έκανε καλό, αλλά μας έδωσε την ευκαιρία να επιταχύνουμε τις επενδύσεις. Με το καινούργιο κέντρο διαλογής μπορούμε να διαχειριστούμε 50.000 δέματα την ώρα, αριθμός που υπερβαίνει σημαντικά την τρέχουσα ζήτηση», αναφέρει. Σήμερα η ημερήσια δυναμικότητα της ACS, που συνδέεται με τη ζήτηση της αγοράς, τοποθετείται σε περίπου 150.000-160.000 δέματα, αριθμός που ξεπερνάει τις 200.000 σε περιόδους εορτών ή εκπτώσεων (π.χ. Black Friday).

Ο κ. Φέσσας έχει σημαντικό αριθμό επιτυχημένων deals στο ενεργητικό του. Σε αυτά ανήκουν η πώληση της εταιρείας τηλεπικοινωνιών Q Telecom τον Ιανουάριο του 2006 έναντι τιμήματος 325 εκατ. ευρώ και η διάθεση, την άνοιξη του 2021, της συμμετοχής της Quest στη Cardlink, εισπράττοντας 93 εκατ. ευρώ σε μετρητά.

«Εχουμε μια συγκεκριμένη προσέγγιση. Κατ’ αρχάς προσδιορίζουμε σαφείς στόχους για την αγορά ή την πώληση μιας εταιρείας. Στη συνέχεια, εφόσον πρόκειται για εταιρεία που αγοράζουμε, τη διοικούμε, υιοθετώντας μια στρατηγική επιχειρησιακής αριστείας. Και στο τέλος λαμβάνουμε κάποιες πολύ σοβαρές επενδυτικές αποφάσεις. Είτε να μεγαλώσουμε την εταιρεία είτε να αποεπενδύσουμε από αυτή. Στην περίπτωση της εξαγοράς, εάν δεν αφορά το 100%, επιδιώκουμε ο υποψήφιος συνεταίρος μας να είναι σοβαρός και τίμιος», τονίζει, περιγράφοντας το modus operandi πίσω από τις μεγάλες συναλλαγές που έχει πραγματοποιήσει.

Υπάρχουν σχέδια στο προσεχές μέλλον για αντίστοιχες επιχειρηματικές κινήσεις από τον όμιλο Quest; «Οπως σας είπα, η στρατηγική μας και η τακτική μας είναι πολύ συγκεκριμένες. Επομένως, ούτε μπορώ να σας πω ότι υπάρχουν ούτε ότι δεν υπάρχουν», καταλήγει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT