Χαμηλές πτήσεις συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν την παραγωγικότητα στην Ελλάδα, η οποία μετά το 2027 θα αποτελεί κριτήριο για την αύξηση του κατώτατου μισθού, μαζί με τον πληθωρισμό, όπως είπε χθες στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός.
Η παραγωγικότητα της εργασίας, όπως υπολογίζεται με βάση το ΑΕΠ ανά εργαζόμενο, αυξήθηκε ελάχιστα (από 38.800 σε 39.100 ευρώ) μεταξύ 2019 και 2023. Κι αυτό γιατί ναι μεν αυξήθηκε το ΑΕΠ, αλλά μειώθηκε και η ανεργία, οπότε η παραγωγικότητα δεν μεταβλήθηκε ουσιαστικά, όπως σημειώνουν οι οικονομολόγοι.
Την ίδια ώρα, στοιχεία της Ε.Ε. δείχνουν ότι από το 2015, σε σχεδόν οκτώ χρόνια, η συνολική παραγωγικότητα αυξήθηκε έως το 2023 κατά 5,7%, σχεδόν 0,7% τον χρόνο. Το μερίδιο της εργασίας ήταν σχεδόν μηδενικό έναντι του κεφαλαίου. Το ποσοστό ήταν ελαφρώς υψηλότερο από τον μέσο όρο της αύξησης της Ε.Ε. (3,4%), αλλά δεδομένου ότι σε απόλυτα μεγέθη η παραγωγικότητα στην Ελλάδα βρίσκεται περίπου στο 60% του μέσου όρου της Ε.Ε., ο ρυθμός αυτός δεν είναι αρκετός για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος.
Πηγαίνοντας ακόμη πιο πίσω στον χρόνο, ώστε να περιληφθεί και η περίοδος της κρίσης, το ΚΕΠΕ παρουσίασε στο προχθεσινό του δελτίο «Οικονομικές Εξελίξεις» στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η μέση ετήσια παραγωγικότητα του επιχειρηματικού τομέα την περίοδο 2009-2023 στην Ελλάδα ήταν ελαφρώς αρνητική, κάτι που την κατατάσσει στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ε.Ε. για τη συγκεκριμένη περίοδο, μετά το Λουξεμβούργο και την Αυστρία, που είχαν επίσης αρνητικές επιδόσεις. Οπως αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης Βλάσης Μισσός, «το διαχρονικό επίπεδο μεταβολής της παραγωγικότητας στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά μηδενικό, καλύπτοντας μια μακρά περίοδο κατά την οποία οι επιπτώσεις της κρίσης δεν έχουν ακόμη εξασθενήσει».
Εφόσον αυτοί οι χαμηλοί ρυθμοί βελτίωσης της παραγωγικότητας συνεχιστούν, το όφελος για τους μισθούς εξαιτίας του συνυπολογισμού της παραγωγικότητας δεν θα είναι σπουδαίο.
Η παραγωγικότητα, βεβαίως, πρέπει να αυξηθεί ανεξαρτήτως της σημασίας της για τους μισθούς, τονίζουν οι οικονομολόγοι, καθώς αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη και την ευημερία των πολιτών. Προϋπόθεση γι’ αυτό, όμως, αποτελεί η αύξηση των επενδύσεων, σε συνδυασμό με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, τονίζουν.
Υπάρχει πάντως και μια κατηγορία επιχειρήσεων, οι πολύ μικρές, που απασχολούν έως εννέα άτομα, στις οποίες η Ελλάδα παρουσιάζει τη δεύτερη μεγαλύτερη μέση αύξηση παραγωγικότητας στην Ε.Ε. την περίοδο 2009-2023, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην ανάλυση του ΚΕΠΕ. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Λιθουανία. Αντιθέτως, στις μικρές και στις μεσαίες επιχειρήσεις η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση, με αρνητική μέση μεταβολή παραγωγικότητας την ίδια περίοδο, και στις μεγάλες επιχειρήσεις βρίσκεται στην τέταρτη θέση από το τέλος, με ελάχιστα θετική μεταβολή παραγωγικότητας.