Φοροδοξίες: Γνωρίζετε οτι…

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την τροπολογία DAC9, η οποία απλοποιεί τις δηλωτικές υποχρεώσεις των πολυεθνικών επιχειρήσεων βάσει της οδηγίας του Πυλώνα ΙΙ (Pillar II)

3' 28" χρόνος ανάγνωσης

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την τροπολογία DAC9, η οποία απλοποιεί τις δηλωτικές υποχρεώσεις των πολυεθνικών επιχειρήσεων βάσει της οδηγίας του Πυλώνα ΙΙ (Pillar II). Υπενθυμίζεται ότι η οδηγία Pillar II (οδηγία 2022/2523) για την εξασφάλιση παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας στην Ενωση προβλέπει την επιβολή κατώτατου συντελεστή φορολόγησης 15% σε ομίλους πολυεθνικών επιχειρήσεων και εγχώριους ομίλους μεγάλης κλίμακας, των οποίων τα έσοδα ξεπερνούν τα 750 εκατ. ευρώ ετησίως. Η Ελλάδα έχει ήδη ενσωματώσει την οδηγία και έχει θεσπίσει εγχώριο κατώτατο φόρο (ν. 5100/2024). Στο πλαίσιο αυτό, η DAC9 διευκολύνει τις δηλωτικές υποχρεώσεις των ομίλων επιτρέποντας στις επιχειρήσεις να υποβάλουν μια ενιαία δήλωση συμπληρωματικού φόρου (top-up tax) σε κεντρικό επίπεδο για ολόκληρο τον όμιλο, χωρίς να απαιτείται η υποβολή ξεχωριστής συμπληρωματικής δήλωσης φορολογικών στοιχείων από κάθε εταιρεία του ομίλου στη χώρα έδρας της. Επιπλέον, η πρόβλεψη για χρήση ειδικού τυποποιημένου εντύπου σε ενιαίο επίπεδο αναμένεται να διευκολύνει τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τις φορολογικές αρχές κατά την αξιολόγηση των πληροφοριών, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη γραφειοκρατία και εξασφαλίζοντας την εναρμονισμένη ανταλλαγή πληροφοριών στην Ε.Ε. Το νέο πλαίσιο, κατόπιν έγκρισης από το Συμβούλιο της Ε.Ε. και ενσωμάτωσης της οδηγίας από τα κράτη-μέλη, θα εφαρμοστεί κατά την πρώτη συμπληρωματική δήλωση φορολογικών στοιχείων έως τις 30 Ιουνίου 2026, με την ανταλλαγή πληροφοριών να προβλέπεται έως τις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών, περίπου 19 ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι και 900-950 θυγατρικές ξένων ομίλων αναμένεται να επηρεαστούν από τις νέες ρυθμίσεις.

Το ΣτΕ έκρινε ως συνταγματικό τον τρόπο υπολογισμού του φόρου κληρονομίας επί μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών. Συγκεκριμένα, η κρίση του δικαστηρίου αφορά τη διάταξη για το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ανωτέρω τίτλων, η οποία για τον εντοπισμό της φορολογητέας αξίας λαμβάνει υπόψη το ύψος των κερδών της επιχείρησης κατά τα τελευταία πέντε (5) έτη πριν από τον θάνατο του κληρονομουμένου. Ο νομοθέτης αποβλέποντας στη συγκέντρωση διαχρονικών στοιχείων για την παραγωγικότητα και την εν γένει οικονομική κατάσταση της κληρονομιαίας επιχείρησης προέβλεψε τη χορήγηση νομοθετικής εξουσιοδότησης προς τον αρμόδιο υπουργό, ώστε να ρυθμίζει με απόφασή του την ειδικότερη μέθοδο προσδιορισμού της αγοραίας αξίας των κληρονομούμενων τίτλων λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα της τελευταίας πενταετίας. Ωστόσο, η εν λόγω διάταξη αμφισβητήθηκε ως προς τη συνταγματικότητά της ενόψει του ότι το Σύνταγμα απαγορεύει τη νομοθετική εξουσιοδότηση ως προς τον προσδιορισμό του αντικειμένου της φορολογίας. Το ΣτΕ αποφάνθηκε ότι η παρεχόμενη προς τον υπουργό εξουσιοδότηση δεν αφορά το αντικείμενο του φόρου, αλλά απλώς τη μέθοδο προσδιορισμού της αγοραίας αξίας του εν λόγω αντικειμένου, ήτοι ζήτημα κατεξοχήν τεχνικό και ειδικότερο σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση από τον ίδιο τον νόμο, οπότε και έκρινε τελικά θετικά ως προς τη συνταγματικότητά του (ΣτΕ 866/2024).

Διαιτητικές αποφάσεις επί φορολογικών διαφορών ΦΠΑ σε συμβάσεις του Δημοσίου με επενδυτές δεν δεσμεύουν τα διοικητικά δικαστήρια. Το ΣτΕ εξέτασε την περίπτωση συμβάσεως του Δημοσίου με επενδυτή, κυρωθείσας με νόμο, που περιέχει ρήτρα περί υπαγωγής των φορολογικών διαφορών που θα ανακύψουν σε διαιτησία. Η δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου επί τέτοιων διαφορών είναι αποκλειστική, γεγονός που συνεπάγεται ότι το διοικητικό δικαστήριο δεν διαθέτει την εξουσία να ακυρώνει διαιτητικές πράξεις. Ωστόσο, όταν προσκομίζεται ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου διαιτητική απόφαση, το δικαστήριο έχει την εξουσία να ελέγξει αν το ζήτημα που επιλύθηκε υπαγόταν στη δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου. Εν προκειμένω, οι εξεταζόμενες διαφορές αφορούσαν την ερμηνεία ή/και την εφαρμογή του δικαίου της Ενωσης στο πεδίο του ΦΠΑ, η ερμηνεία του οποίου απαγορεύεται να ανατεθεί σε διαιτητικό όργανο με βάση το πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο. Ως εκ τούτου, το ΣτΕ έκρινε ότι η σχετική διαιτητική απόφαση εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση των νόμιμων ορίων της δικαιοδοσίας του διαιτητικού οργάνου και ανέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (ΣτΕ 246/2022).

Η επί μακρόν χρόνο μη αναζήτηση του χρέους από τον δανειστή δεν συνιστά από μόνη της σιωπηρή σύμβαση άφεσης χρέους. Λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία, η ΔΕΔ έκρινε ότι η σύμβαση άφεσης χρέους, η οποία μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρώς συναγόμενη από τις εν γένει περιστάσεις, πρέπει να είναι σαφής και αναμφίβολη, και σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να τεκμαίρεται. Ως εκ τούτου, αποφάνθηκε πως η επί μακρόν χρόνο αζητησία του χρέους από μέρους του δανειστή δεν μπορεί από μόνη της να εκληφθεί ως σιωπηρή σύμβαση άφεσης χρέους (ΔΕΔ 1242/2023).

Πηγή: Grant Thornton

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT