Με βραδύτερο ρυθμό θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια η δημιουργία κεφαλαιακών «μαξιλαριών» από τις ελληνικές τράπεζες, μετά τον σχεδιασμό για ταχύτερη απομείωση του αναβαλλόμενου φόρου (DTC). Η προοπτική αυτή, ωστόσο, θεωρείται ρεαλιστική με βάση τα υψηλά επίπεδα των κεφαλαιακών δεικτών που διαθέτουν, επιτρέποντάς τους να αυξήσουν το προς διανομή μέρισμα τα προσεχή χρόνια είτε με τη μορφή μετρητών είτε με τη μορφή επαναγοράς μετοχών. Οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει το ποσοστό του DTC που θα αποσβένεται από το 2025 να αντιστοιχεί στο 29% του μερίσματος που θα διανέμουν, επιτυγχάνοντας με βάση τη συμφωνία ταχύτερη απόσβεση κατά επτά χρόνια περίπου και μηδενισμό του το 2034 αντί του 2041. διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς πρώτη ανακοίνωσε την Παρασκευή τον σχεδιασμό της να αυξήσει το προς διανομή μέρισμα στο 35% το 2024 και να διανείμει το 50% των κερδών το 2025, επιτυγχάνοντας παράλληλα την ταχύτερη απόσβεση του DTC, κινήσεις που σύμφωνα με την JPMorgan «επιδεικνύουν κεφαλαιακή άνεση». Η μείωση για την Τράπεζα Πειραιώς θα επιτευχθεί «καίγοντας» κεφάλαιο 145 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ με βάση τον σχεδιασμό ο βασικός κεφαλαιακός δείκτης CET1 στο τέλος του 2027 θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του 16%, από 15% που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα τέλη του 2024.
Παρόμοια σχέδια με υψηλότερες πληρωμές μερισμάτων αναμένεται να ανακοινώσουν αυτή την εβδομάδα και οι υπόλοιπες συστημικές τράπεζες στο πλαίσιο της δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων του γ΄ τριμήνου, γεγονός που αξιολογείται θετικά από την JPMorgan, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρούς κεφαλαιακούς δείκτες (CET1) και τα υψηλά σημεία αναφοράς για την απόδοση κεφαλαίου.
Συγκεκριμένα, εκ μέρους της Alpha Bank, με βάση τις μέχρι σήμερα ανακοινώσεις, το προς διανομή μέρισμα θα είναι το 35% των κερδών του 2024 και το 50% το 2025 και το 2026, ενώ στόχος είναι ο κεφαλαιακός δείκτης να διαμορφωθεί στο 16,5% και 17,5% την προσεχή διετία.
Το ποσοστό του DTC που θα αποσβένεται από το 2025 θα αντιστοιχεί στο 29% του μερίσματος που θα διανέμουν.
Η Εθνική Τράπεζα έχει ανακοινώσει ότι στόχος είναι το προς διανομή μέρισμα να διαμορφωθεί στο 40% των κερδών το 2024, με πρόθεση το ποσοστό να αυξηθεί στο 70% τα προσεχή χρόνια, από το οποίο τα δύο τρίτα θα είναι με μετρητά και το ένα τρίτο μέσω επαναγοράς μετοχών.
Τέλος, η Eurobank έχει ανακοινώσει την πρόθεσή της το προς διανομή μέρισμα το 2024 να φτάσει το 40% των κερδών, εξετάζοντας και την επιλογή της επαναγοράς μετοχών.
Οπως σημειώνει η JPMorgan, «παρά την ισχυρή δημιουργία κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες ήταν σχετικά προσεκτικές στην επικοινωνία των πληρωμών σε μερίσματα, με τις διοικήσεις να δείχνουν μια σταδιακή ευθυγράμμιση με τα ευρωπαϊκά επίπεδα τα επόμενα χρόνια». Τα μηνύματα μέχρι σήμερα ήταν προσεκτικά (καθώς το 2024 σηματοδότησε την πρώτη χρονιά πληρωμών από το 2008), αλλά περιόριζαν, όπως εξηγεί, τον κλάδο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, δεδομένης της υγιούς προοπτικής κερδοφορίας και των υψηλών κεφαλαιακών δεικτών (CET1), με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα της Εθνικής Τράπεζας που διέθετε δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 18,3%. Η JPMorgan θεωρεί ότι η αναθεώρηση των στόχων «θα σηματοδοτήσει μια νέα φάση στη στρατηγική επιστροφής κεφαλαίου για τις ελληνικές τράπεζες», όπως έδειξε η απόφαση της Πειραιώς να ανακοινώσει αυξημένο μέρισμα, που αντιστοιχεί σε μερισματική απόδοση της τάξεως του 8% για το 2024 και του 11% το 2025, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση στην απόσβεση των DTC.
Η JPMorgan αναφέρεται στην περίπτωση της πορτογαλικής τράπεζας BCP (μητρικός όμιλος της Bank Millennium στην Πολωνία), η οποία την περασμένη εβδομάδα ανακοίνωσε ένα σχέδιο διανομής κερδών 75% στη νέα στρατηγική της 2025-2028. Η BCP έχει αναλογία DTC/CET1 στο 27% και το πορτογαλικό πλαίσιο είναι πολύ παρόμοιο με αυτό της Ελλάδας. Αρα συμπεραίνει «ότι αυτό είναι ένας θετικός δείκτης των πιθανών μεσοπρόθεσμων επιπέδων πληρωμών για τις ελληνικές τράπεζες με πλεονάζοντα κεφάλαια, ειδικά δεδομένων των ισχυρότερων σημείων εκκίνησης (CET1) για Alpha, Eurobank και Εθνική».