Μια εβδομάδα διήρκεσε το εκπαιδευτικό συμπόσιο που οργάνωσε η διεθνής φαρμακευτική και χημική εταιρεία Merck αποκλειστικά για τα πενήντα κορυφαία –και τα πλέον υποσχόμενα– στελέχη της, προκειμένου να ενισχύσει περαιτέρω τις δεξιότητες και τα ηγετικά ταλέντα τους – για τα οποία άλλωστε είχαν ήδη διακριθεί. Ο περισσότερος χρόνος δαπανήθηκε σε ενημερώσεις για τις νέες τεχνολογίες, παρουσίαση και ανάλυση επιτυχημένων case studies και με τα θέματα της γνωστής ατζέντας τέτοιων εκπαιδευτικών συναντήσεων.
Εως ότου… τη σκυτάλη του συμποσίου –δηλαδή την μπαγκέτα– πήρε κυριολεκτικά στα χέρια του ο Βόλφγκανγκ Χέινζελ, διευθυντής της «Ορχήστρας Merck» και η αίθουσα πλημμύρισε με τη δυναμική μουσική του Μέντελσον. Ηταν ένα συγκεκριμένο δυναμικό έργο του μεγάλου μουσουργού, το οποίο ο ίδιος ο μαέστρος είχε επιλέξει προκειμένου τα στελέχη της εταιρείας ως ακροατές να παρακολουθήσουν την πρόβα της ορχήστρας, για τον λόγο ότι «όχι μόνο δίνει έμπνευση σε κάθε ακροατή, αλλά και γιατί ο διευθυντής της ορχήστρας απεικονίζει το πώς η ηγεσία μιας εταιρείας μπορεί όχι μόνο να διευθύνει αλλά και να εμπνέει τα στελέχη της».
Αυτή την αποκάλυψη που έκανε η Merck, ότι δηλαδή η παρακολούθηση της πρόβας που κάνει μια ορχήστρα προσφέρει ένα ανεκτίμητης αξίας μάθημα ως παράδειγμα αποτελεσματικού εταιρικού μάνατζμεντ, την επεσήμανε και τη δημοσιοποίησε το Πανεπιστήμιο Insead (http://knowledge.instead.edu/). «Ο διευθυντής μιας συμφωνικής ορχήστρας έχει και άλλες πολλές μυστικές ιδιότητες, έστω και αν για την πλειονότητα του κοινού, ο «μαέστρος» μοιάζει να είναι ένας αυταρχικός ηγέτης που από το βάθρο του διατάσσει τα μέλη της ορχήστρας του», σχολιάζει ο Τζον Τσιλιντζέριαν, καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς.
Ο συνδιασμός
Κατ’ αρχήν αναφέρεται –και επαναλαμβάνει– το σχετικό ερώτημα που κάνει και ο ίδιος ο συγκεκριμένος μαέστρος. Λέει δηλαδή ότι «στην ορχήστρα υπάρχουν άνθρωποι με διαφορετικές κουλτούρες και με διαφορετικές εθνικότητες. Ασφαλώς όλοι τους γνωρίζουν καλά τόσο τα μουσικά όργανα τους όσο και τα έργα που εκτελούν. Το θέμα όμως είναι το πώς εγώ θα μπορέσω να τα συνδυάσω όλα αυτά με επιτυχία;». Με τον τρόπο αυτό η Merck προσπαθεί να αποσπάσει τα στελέχη της από την καθημερινότητα της άσκησης ηγεσίας και να τους δώσει μια διαφορετική προοπτική. Παράλληλα, αποδίδεται και φόρος τιμής στους μεγάλους μουσουργούς και ιδιαιτέρως στον Μπετόβεν, οι οποίοι απαίτησαν τα έργα τους να εκτελούνται με μεγαλύτερη «δύναμη» και «πολυπλοκότητα» και έτσι δημιουργήθηκαν οι σύγχρονες συμφωνικές ορχήστρες, όπως τις γνωρίζουμε και εμείς σήμερα.
Στα στελέχη που συμμετείχαν στο συμπόσιο και που διερωτήθηκαν τι ήταν άραγε αυτό που θα τους διδάξει η παρακολούθηση της πρόβας μιας συμφωνικής ορχήστρας, η απάντηση περιείχε εντυπωσιακούς παραλληλισμούς. Κατ’ αρχήν αναφέρθηκε ότι η ορχήστρα έχει τέσσερα βασικά τμήματα –τα πνευστά ξύλινα και χάλκινα, τα έγχορδα και τα κρουστά– και ότι εκεί υπάρχουν πάντα οι «πρώτοι», το «πρώτο βιολί», το κλαρινέτο κ.ά. «Αυτοί, για τον μαέστρο συνιστούν την εκτελεστική ομάδα των ανώτερων στελεχών του».
Εξέφρασε επίσης τη βεβαιότητα ότι όχι μόνο οι καλλιτέχνες αλλά όλοι οι άνθρωποι θέλουν να εκφράσουν «αυτό που έχουν μέσα τους. Ωστόσο, το να το εισπράξει και να το συνδυάσει με επιτυχία σαν συνολική ενέργεια, εμπίπτει στον ρόλο του ηγέτη. Ομολόγησε ότι εσκεμμένα επέλεξε ένα έργο του Μέντελσον, το οποίο η ορχήστρα δεν είχε ξαναπαίξει. Γιατί, ο τρόπος που ο μουσικός το αντιμετωπίζει για πρώτη φορά ήταν για εκείνον η διάγνωση για το πώς αναγνωρίζει και πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Οταν η Merck αποφάσισε να δημιουργήσει την Ορχήστρα, τα μέλη της ήταν εργαζόμενοί της. Ομως, με τον καιρό γινόταν όλο και περισσότερο δημοφιλής, οι απαιτήσεις μεγάλωναν και χρειάσθηκε να προσληφθούν και επαγγελματίες μουσικοί. Την Ορχήστρα πλέον την απαρτίζουν σχεδόν αποκλειστικά επαγγελματίες μουσικοί, ενώ η Οικογένεια Μερκ την υποστηρίζει όχι μόνο γιατί εκφράζει τις αξίες της, αλλά και γιατί «δίνει το κίνητρο στους ανθρώπους μας να αποδεικνύουν ότι οι προσανατολισμοί μας είναι μακροπρόθεσμοι και ότι δεν είμαστε μόνο αφοσιωμένοι στις μπίζνες αλλά και στην τέχνη» σχολιάζει ο Ράντιγκερ Γιάνις, επικεφαλής του Management Development της Merck.