Το κυβερνών κόμμα είχε ασκήσει καταιγιστική κριτική στην ασφαλιστική πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης. Το υπό συζήτηση νομοσχέδιο επισφραγίζει αυτή την κριτική και φιλοδοξεί να εμπεδώσει τη νέα, μεταμνημονιακή κανονικότητα στις συντάξεις.
Συμπτωματικά, τις ίδιες μέρες, η Γαλλία συγκλονίζεται από το δικό της ασφαλιστικό, προσπαθώντας να εφαρμόσει ενιαίους κανόνες σε 40 Ταμεία. Εμείς πριν από 10 χρόνια είχαμε εκατοντάδες (κανείς δεν ήξερε), ενώ ακόμη και μέσα στο «ενιαίο» ΙΚΑ, ο κανόνας «έπιανε» μόνο 15 κορόιδα και οι εξαιρέσεις 85 «έξυπνους». Το ότι όσα περάσαμε εμείς συμβαίνουν τώρα και εις Παρισίους υπογραμμίζει ότι επέστρεψε πια η κανονικότητα στο ασφαλιστικό.
Επέστρεψε, όμως; Και τι σημαίνει κανονικότητα;
Πριν προχωρήσουν οι σημαιοστολισμοί, οφείλει να μας προβληματίσει μια κεντρική διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας.
Στη Γαλλία τις αλλαγές τις εισηγείται η ίδια η κυβέρνηση, έπειτα από μακρά προετοιμασία. Στην Ελλάδα, αν και γνωρίζαμε τι έπρεπε να γίνει, το αναβάλλαμε, χρεοκοπήσαμε και μετά ήλθε η τρόικα η οποία τις επέβαλε για λογαριασμό μας. Περάσαμε από Λόγια χωρίς Πράξεις προ του 2010 σε Πράξεις χωρίς Λόγια στα μνημόνια. Η «έλλειψη ιδιοκτησίας» των μεταρρυθμίσεων σήμαινε ότι ψηφίζονταν νόμοι εκατοντάδων σελίδων με τους εισηγητές τους να παραπονούνται ότι ενεργούν ενάντια στη συνείδησή τους. Η έλλειψη συζήτησης σημαίνει ότι η σκοπιμότητα πολλών διατάξεων –ποιες διόρθωναν χρόνιες δυσλειτουργίες και ποιες επιβλήθηκαν ως «δημοσιονομικός σαδισμός» – κρυβόταν πίσω από πέπλο. Συνεπώς, με δεδομένη την ιστορία των μνημονίων, ο κίνδυνος είναι η επιστροφή στην κανονικότητα να αποκαταστήσει και παλιές κακές συνήθειες.
Ποιες ήταν, λοιπόν, οι συνήθειες που πρέπει να αποφύγουμε; Ηταν γνωστό από το 1958 ότι κυρίαρχο πρόβλημα ήταν η «Πλήρης ανισότητα προστασίας, ώστε η περί ισότητος των πολιτών συνταγματική αρχή να έχει τελείως λησμονηθεί». Σημαίνον στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ (τότε υπουργός του ΠΑΣΟΚ) χαρακτήριζε το 1987 τις συντάξεις «ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας». Παρά ταύτα, το ασφαλιστικό μεταφέρθηκε ως καυτή (και συνεχώς μεγεθυνόμενη) πατάτα ώσπου να παραδοθεί στην τρόικα το 2010. Υπήρξε επίγνωση του προβλήματος, η οποία όμως έμενε στις παραινέσεις και δεν επηρέαζε την καθημερινή διαχείριση. Ηταν σε λειτουργία, δηλαδή, μια τοξική κανονικότητα, η οποία «πατούσε» σε τρία σφάλματα:
Πρώτο σφάλμα: Το Ασφαλιστικό εξεταζόταν ερήμην της οικονομίας. Μετά το 1992 η συζήτηση γινόταν ωσάν να μπορούσε να λαμβάνονται αποφάσεις για τις συντάξεις και απλώς να σταλεί ο λογαριασμός στην οικονομία. Καθώς ο λογαριασμός αυτός μεγάλωνε, ένας άτυπος μιθριδατισμός πρόκρινε πάντα την αύξηση της επιχορήγησης αντί για τη λήψη εκλογικά βλαπτικών μέτρων. Αποτέλεσμα, επαληθεύτηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ ότι «πρώτα θα χρεοκοπήσει το κράτος και μετά τα Ταμεία».
Δεύτερο σφάλμα: Το κόστος αναβολής των δυσάρεστων ή επίσπευσης των ευχάριστων συγκαλυπτόταν. Πήγαινε στην επόμενη γενιά χωρίς ούτε συζήτηση ούτε (πολύ περισσότερο) υπολογισμό. Δημοφιλείς αποφάσεις έχτιζαν πολιτικές καριέρες, ενώ επιβαλλόταν σιωπητήριο στις ελάχιστες αντιδημοφιλείς προειδοποιήσεις. Τακτικοί δείκτες παρακολούθησης του συστήματος ήταν από ελλιπείς ώς ανύπαρκτοι.
Τρίτο σφάλμα: Τη στιγμή που το κεντρικό πρόβλημα (όπως και στη Γαλλία) ήταν η απουσία ενιαίων κανόνων, σχεδόν όλες οι παρεμβάσεις επαύξαναν τον κατακερματισμό, καταχωνιάζοντάς τον μέσα σε ευρύτερα σχήματα. Ενώ ο αριθμός φορέων μειώθηκε από 327 το 1990 σε κάτι λιγότερο από 250 το 2010, το σύστημα ήταν, παραδόξως, πιο κατακερματισμένο. Απλώς ο κατακερματισμός κρυβόταν στο εσωτερικό μεγαλύτερων φορέων – ενοποιήσεις μόνο στην «ταμπέλα εισόδου».
Για όσο διάστημα μιλούσαμε χωρίς να κάνουμε τίποτε σπουδαίο, στην περίοδο του «Λόγια χωρίς Πράξεις», η καθημερινότητα των τριών σφαλμάτων διάβρωνε το σύστημα και καθιστούσε τις επιπτώσεις του στην οικονομία και στην κοινωνία όλο και πιο προβληματικές.
Στην κατάσταση αυτή υποτίθεται μπήκε τέλος, με καταιγιστικό τρόπο, την εποχή του «Πράξεις χωρίς Λόγια», από τον Μάιο 2010 ώς τον Αύγουστο 2018. Το τέλος των μνημονίων θα έπρεπε να μας μεταφέρει σε μια νέα, μεταμνημονιακή ηρεμία.
Η τελεσίδικη είσοδος σε αυτήν την κανονικότητα είναι και το κεντρικό μέλημα του ασφαλιστικού νομοσχεδίου υπό συζήτηση. Το ότι αυτός είναι ο στόχος συνάγεται από τρία στοιχεία: Πρώτον, ο υπουργός διαβεβαιώνει (όπως και η προκάτοχός του), ότι το σύστημα είναι βιώσιμο για 50 χρόνια. Δεν θεμελιώνεται, άρα, λόγος για ριζικότερες παρεμβάσεις, όπως, λ.χ., η προεκλογική εξαγγελία της εισαγωγής πολλαπλών πυλώνων. Δεύτερον, η διόρθωση με ηχηρό τρόπο επιμέρους λεπτομερειών του νόμου Κατρούγκαλου, επικυρώνει τον κορμό των αποφάσεων που είχαν ληφθεί τότε. Ετσι προσπερνά τον σκόπελο της σκληρής συνολικής κριτικής που είχε ασκηθεί προεκλογικά. Επιτυγχάνεται, δηλαδή, νηνεμία και σιωπηρή συναίνεση. Τρίτον, το ότι έχουμε περάσει τον κάβο προκύπτει από τον χαρακτήρα της νέας κανονικότητας: Ο υπουργός επισημαίνει ότι το νομοσχέδιο περιέχει μόνο ευχάριστα νέα – αυξήσεις και βελτιώσεις.
Η νέα κανονικότητα προδιαγράφεται ακριβώς όπως θα την ήθελαν οι περισσότεροι: Ανέφελη πλοήγηση, σίγουρος προσανατολισμός, γνώριμο τοπίο και στιβαρό τιμόνι.
Μήπως, όμως, η νέα κανονικότητα θυμίζει κάτι από την παλιά τοξικότητα; Εχουν οριστικά παραμεριστεί τα τρία σφάλματα ή μήπως καραδοκούν ακόμη στις 184 σελίδες του νομοθετήματος; Ας δούμε, ένα προς ένα, τα τρία προμνημονιακά σφάλματα:
Εξέταση ερήμην της οικονομίας. Μειώνονται κάποιες εισφορές, αλλά όσες «μετράνε» στην ανταγωνιστικότητα, αυτές των μισθωτών, μένουν πρακτικά ανέπαφες. Το ότι κλείνει το Ασφαλιστικό τη στιγμή που αρχίζει τις εργασίες της η Επιτροπή Πισσαρίδη σημαίνει ότι το 10ετές αναπτυξιακό σχέδιο πρέπει να συμβιβαστεί με το παρόν ασφαλιστικό σύστημα χωρίς ουσιαστικές αλλαγές.
Αποσιώπηση μακροχρόνιων επιπτώσεων. Μια αναλογιστική μελέτη, άγνωστη ώς σήμερα, θα ανακοινωθεί λίγες μέρες πριν από την ψήφιση του νόμου. Οι βουλευτές θα κρίνουν σε ποιο βαθμό η «βιωσιμότητα» εξασφαλίζεται κυρίως μέσω επιδέξιων παραδοχών. Θα πρέπει να εξηγήσουν στους Γάλλους συναδέλφους τους με ποιον τρόπο συμβιβάζει το ελληνικό σύστημα, πρώτο αυτό διεθνώς, τα διλήμματα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης και της παγκοσμιοποίησης. Ομως, μακροχρόνιες επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο τη βιωσιμότητα: οι δημοφιλείς χαμηλότερες εισφορές, ίδιες για τρίκυκλα και διεθνείς μεταφορές, οδηγούν σε (δραματικές) πτώσεις βιοτικού επιπέδου. Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις στην κοινωνία και στην οικονομία δεν εξαντλούνται σε ένα μόνο αριθμό μιας μελέτης – όσο επιμελής και να είναι αυτή.
Κατακερματισμός και φυγή προς τα εμπρός. Το νομοσχέδιο χαρακτηρίζει τις υψηλές εισφορές «δημευτικές» για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, αλλά τις ίδιες εισφορές αποδεκτές για μισθωτούς. Ετσι καταργείται η σημαντικότερη μνημονιακή αλλαγή, οι ενιαίες ρυθμίσεις. Διασπάται η ενότητα του ΕΦΚΑ και επανέρχεται η παλιά τακτική – η «αντιμετώπιση» γενικών θεμάτων μέσω εξαιρεσιολογίας.
Είναι αλήθεια ότι έπειτα από δέκα χρόνια ταλαιπωρίας, καταφέραμε να μην πέσουμε στον γκρεμό. Οφείλουμε όμως να έχουμε συναίσθηση πόσο κοντά στον γκρεμό παραμένουμε. Αλλά και σε ποιο βαθμό μικρές αποφάσεις, γνώριμες από τη χθεσινή κανονικότητα, μας μετακινούν προς επίφοβες κατευθύνσεις.
* Ο κ. Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.