Μόνο χθες, Ελληνας ξενοδόχος με μονάδες δωδεκάμηνης λειτουργίας δέχθηκε ακυρώσεις από δεκατέσσερα γκρουπ ξένων ταξιδιωτών. Ανάλογη εικόνα μεταδίδουν στην «Κ» και μικρότεροι επιχειρηματίες του κλάδου, ενώ τα συνέδρια στην Αθήνα αλλά και άλλες πόλεις ματαιώνονται το ένα μετά το άλλο. Η εκτίμηση πως το τρίμηνο Μαρτίου-Μαΐου τόσο οι κρατήσεις για τους επόμενους μήνες όσο και οι πληρότητες γι’ αυτούς τους ίδιους μήνες (Μάρτιο-Μάιο) θα είναι σημαντικά χαμηλότερες από πέρυσι έχει αρχίσει να εμπεδώνεται μεταξύ των επιχειρηματιών του κλάδου, καθώς οι ξένοι επισκέπτες αναθεωρούν τα πλάνα τους εξαιτίας της επιδημίας του CoVid-19.
Στα καθαρά καλοκαιρινά συγκροτήματα, στα resort, οι πρώτες ακυρώσεις άρχισαν αλλά δεν έχουν ακόμα λάβει ανησυχητικές διαστάσεις. Ομως, ήδη τα επίπεδα των κρατήσεων αυτή την εβδομάδα φέτος είναι χαμηλότερα της αντίστοιχης περυσινής περιόδου. Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από επικοινωνία της «Κ» με μερικούς από τους μεγαλύτερους και ενδεικτικότερους ελληνικούς ομίλους. Το πρόβλημα στην παρούσα φάση επικεντρώνεται στην Αθήνα, η οποία γνωρίζει σημαντική άνοδο ως αυτόνομος προορισμός για city break, που όμως φαίνεται πως ανακόπτεται τώρα στο πλαίσιο της αντίδρασης των δυνητικών διεθνώς επισκεπτών της απέναντι στην εξάπλωση του νέου ιού στην Ευρώπη και πλέον και στην Ελλάδα.
Περιμένοντας την άνοιξη
Το εύρος των κρουσμάτων που θα προκύψουν στη χώρα και, κυρίως, το εάν θα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις πως ο ιός μπορεί να δείξει εποχικότητα και η διάδοσή του να ανακοπεί με την έλευση των θερμότερων ελληνικών ημερών στα τέλη της άνοιξης θα καθορίσουν την πορεία του τουρισμού. Μέχρι τότε, όμως, το πλήγμα θα είναι ήδη σημαντικό. Οι πρώτες εκτιμήσεις ανθρώπων του κλάδου μιλούν για πτώση της τάξεως του 20% κατά το δεύτερο τρίμηνο. Δεν αποτολμούν όμως εκτίμηση για το τρίτο τρίμηνο, καθώς ακόμα απουσιάζουν κρίσιμα δεδομένα όπως τα προαναφερθέντα, ενώ παράλληλα δεν έχει σφυγμομετρηθεί ακριβέστερα η επίπτωση στην ευρύτερη ταξιδιωτική κουλτούρα των αγορών από τις οποίες έλκει επισκέπτες η Ελλάδα: αν δηλαδή θα ταξιδέψουν φέτος όπως και πέρυσι οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί που αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο μέρος των εσόδων από το εξωτερικό του ελληνικού τουρισμού. Εσοδα που για το 2019 έφτασαν στα 18 δισεκατομμύρια και έτσι μια πτώση της τάξεως του 10% σε ετήσια βάση αντιστοιχεί σε 1,8 δισεκατομμύρια ή μία ποσοστιαία μονάδα του ελληνικού ΑΕΠ. Ομως, η πτώση μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερη εάν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις εμπιστευτικής έκθεσης της McKinsey για τις επιπτώσεις στις επιχειρήσες διεθνώς: ειδικότερα ο συμβουλευτικός οίκος εκτιμά πως στο καλό σενάριο, αυτό της ύφεσης της διάδοσης του ιού κατά τους θερινούς μήνες, το πλήγμα στον τουρισμό διεθνώς θα εκταθεί χρονικά έως και το τρίτο τρίμηνο του 2020 πριν αρχίσει η ανάκαμψη του τέταρτου τριμήνου. Ακόμα και έτσι όμως η επίπτωση στην οικονομία του τουρισμού εκτιμάται πως θα είναι σημαντική, αφού προβλέπει κάμψη της ζήτησης στον τουρισμό διεθνώς κατά το 2020 της τάξεως του 40%.
Σύσκεψη στο ΥΠΟΙΚ
Κυβέρνηση και φορείς του ελληνικού τουρισμού βρίσκονται σε επαφή και ήδη συγκεντρώνονται όσο περισσότερα ποσοτικά στοιχεία είναι δυνατόν προκειμένου να αποκτηθεί ορατότητα για το μέγεθος του προβλήματος. Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος ξεκίνησε ήδη έρευνα πεδίου σε μεγάλο δείγμα επιχειρήσεων, προκειμένου να μετρήσει τόσο τις πρώτες απώλειες κατά το πρώτο δίμηνο όσο και, κυρίως, τις προβλέψεις με βάση τα στοιχεία των κρατήσεων και των προσδοκιών των στελεχών του κλάδου.
Την Τρίτη πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στο υπουργείο Οικονομικών με αντικείμενο το πρόβλημα του κορωνοϊού, με τη συμμετοχή του Χρήστου Σταϊκούρα, του υπουργού Ανάπτυξης Αδ. Γεωργιάδη, του τουρισμού Χάρη Θεοχάρη, του υφυπουργού Οικονομικών Θ. Σκυλακάκη, των υφυπουργών Ανάπτυξης Ν. Παπαθανάση και Γ. Τσακίρη, του υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ Ακη Σκέρτσου, της γενικής γραμματέως συντονισμού οικονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών Β. Λοΐζου και του γενικού γραμματέα δημοσίων επενδύσεων και ΕΣΠΑ Δ. Σκάλκου. Στη σύσκεψη σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, «αποτιμήθηκε η κατάσταση, αξιολογήθηκαν οι αρχικές επιπτώσεις του προβλήματος στην ελληνική οικονομία, συζητήθηκαν εναλλακτικές μελλοντικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπισή του, στο πλαίσιο συντονισμού ενεργειών και με τους Ευρωπαίους εταίρους, και αποφασίστηκε η διενέργεια τακτικών συναντήσεων με τη συμμετοχή και του υπουργείου Υγείας».