Τις μέρες αυτές οι προτεραιότητες της ανθρωπότητας είναι ασυνήθιστα στοχευμένες: η φυσική και η οικονομική επιβίωση. Σκεπτόμαστε όλοι πώς να προστατεύσουμε την ατομική μας υγεία, αυτήν της οικογένειάς μας, των φίλων μας, των συναδέλφων μας. Μας απασχολεί επίσης η διατήρηση της απασχόλησής μας και η ικανότητα να διασφαλίσουμε τα προς το ζην. Οι επιχειρήσεις κάνουν το παν για να προφυλάξουν τη ρευστότητά τους και να διατηρήσουν τις δυνάμεις τους. Και το κράτος με τη σειρά του προσπαθεί να στηρίξει επιχειρήσεις και ιδιώτες για να πετύχουν αυτούς τους στόχους.
Σύντομα όμως θα χρειαστεί να βγούμε από τα σημερινά «χαρακώματα» για να ατενίσουμε την επόμενη μέρα. Και το μέλλον δεν είναι αυτό που φανταζόμασταν στην προ κορωνοϊού εποχή. Οι αλλαγές που μας περιμένουν είναι μεγάλες και απαιτούν προετοιμασία.
Στο άρθρο αυτό προτείνω επτά προοπτικές για μια πρώτη ψηλάφηση των αλλαγών που έρχονται. Σε κάθε ένα από αυτά τα πεδία πρόκειται να συμβούν σημαντικές και δύσκολα αντιστρέψιμες αλλαγές. Εναπόκειται στον καθένα να επικεντρωθεί στις κρίσιμες για τη δική του σφαίρα δραστηριοτήτων αλλαγές και στο πώς μέσα από αυτές αρθρώνονται μελλοντικά σενάρια.
Αλληλεξάρτηση: Ο «θάνατος» της προ κορωνοϊού εποχής προαναγγέλθηκε δέκα χρόνια πριν από την άφιξη του ιού, με τη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση. Κανείς όμως δεν πίστευε ότι η περίοδος της μεταπολεμικής ευημερίας θα σταματούσε τόσο ξαφνικά. Στεκόμαστε σήμερα μπροστά σε ένα σταυροδρόμι που ποτέ δεν ήταν τόσο ξεκάθαρο: ο ένας δρόμος οδηγεί σε μια ακόμα ταχύτερη παγκοσμιοποίηση και απαιτεί τη δημιουργία νέων μορφών πολυεθνικής συνεργασίας και διακυβέρνησης σε πολύ λίγο χρόνο. Ο άλλος μάς πηγαίνει πίσω σε κλειστές, εθνοκεντρικές κοινωνίες και οικονομίες των οποίων η συνεργασία και αλληλεπιδράσεις ελαχιστοποιούνται. Η πρόσφατη επικράτηση πολιτικών δυνάμεων του λαϊκισμού σε πολλά μέρη του κόσμου φαίνεται να ευνοεί δυστυχώς τον δεύτερο δρόμο.
Μακροπολιτική οικονομία: Οι τρέχουσες προβλέψεις για τις επιπτώσεις της πανδημίας στο ΑΕΠ των χωρών κυμαίνονται από συρρίκνωση -10% έως -30%. Το εύρος εξαρτάται από την πολιτική επιλογή του σημείου «ισορροπίας» ανάμεσα στην αποφυγή περαιτέρω επέκτασης του ιού μέσω γενικευμένου lockdown από τη μια και την οικονομική επιβίωση με το άνοιγμα της οικονομίας από την άλλη. Ενα είναι σίγουρο: η (δημόσια και ιδιωτική) υπερχρέωση που αποτελούσε προ κορωνοϊού χαρακτηριστικό πολλών οικονομιών ωχριά μπροστά σε αυτό που έρχεται. Είναι δε σίγουρο ότι αυτή θα μεταφραστεί σε σημαντική δημιουργία χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, με επιπτώσεις για το σχεδόν ξεχασμένο τέρας του πληθωρισμού, αλλά και για τους ισολογισμούς των χρηματοοικονομικών οργανισμών ανά τον κόσμο.
Ανάληψη ρίσκου: Οσο εξαπλώνεται ο ιός, τόσο μεγαλώνει ο φόβος όλων, συμπεριλαμβανομένων των ηγετών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ακόμη και μετά την υποχώρηση της πανδημίας, η νωπή ανάμνησή της θα κάνει όσους παίρνουν οικονομικές αποφάσεις να αποφεύγουν το ρίσκο πολύ περισσότερο. Και ως γνωστόν, η ανάληψη ρίσκου είναι ευθέως ανάλογη με τη δημιουργία πλούτου. Η τάση που όλοι έχουμε να αποδίδουμε μεγαλύτερες πιθανότητες στην επανάληψη της πιο πρόσφατης καταστροφής που μας συνέβη (availability bias) θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την αποστροφή στο ρίσκο. Η πανδημία θα μείνει για πολύ καιρό στην κορυφή του «χάρτη κινδύνων» – και όχι μόνο του Bill Gates που υποστήριζε αυτό από το 2015. Είναι όμως η πρωτιά αυτή –και ό,τι συνεπάγεται για προτεραιότητες των οικονομικών οργανισμών– δικαιολογημένη; Μια «ουδέτερη» πιθανολογική ανάλυση μάλλον οδηγεί στο αντίθετο συμπέρασμα.
Καταναλωτικές προτιμήσεις: Οσο περισσότερο διαρκεί η αυστηρή κοινωνική αποστασιοποίηση, τόσο πιο πιθανό είναι να αλλάξουν ανεπίστρεπτα οι καταναλωτικές μας προτιμήσεις. Μια γενικευμένη «ολιγάρκεια» μεταπολεμικού τύπου είναι πιθανό να αντικαταστήσει τον υπερκαταναλωτισμό στον οποίο είναι βασισμένο το μοντέλο ανάπτυξης των ανεπτυγμένων οικονομιών. Οι καταναλωτικές αλλαγές θα έχουν επιπτώσεις, θετικές και αρνητικές, στην αποταμίευση και στις επενδύσεις. Οι επιχειρήσεις που θα τις προβλέψουν σωστά θα είναι οι «νικητές» της μετά κορωναϊό εποχής.
Τεχνολογική επιτάχυνση: Ο ρόλος της ψηφιακής τεχνολογίας στην καθημερινή μας ζωή θα ενταθεί. Ο ιός θα επιταχύνει σημαντικά την εξάπλωσή της σε τομείς και δημογραφικές ομάδες όπου η παρουσία της ήταν μέχρι σήμερα μάλλον «δειλή». Παραδείγματος χάριν, η τεράστια αύξηση της ζήτησης για «αληθοφανή» επικοινωνία σε μια «αποστασιοποιημένη» κοινωνία θα προκαλέσει τεράστιες τεχνολογικές αλλαγές στον τομέα αυτό. Οι ψηφιακές εφαρμογές στον χώρο της Υγείας βρίσκονται προφανώς στην εμπροσθοφυλακή της ταχείας εξάπλωσης. Και επειδή είναι τόσο σημαντικές για την προσωπική μας επιβίωση, οι εφαρμογές αυτές μπορεί να προκαλέσουν ακόμη μία μεγάλη αλλαγή, ηθικού αυτή τη φορά χαρακτήρα: είναι πιθανόν η μέχρι τώρα αντίστασή μας στην εισβολή της τεχνολογίας στον προσωπικό μας χώρο να μετριαστεί σημαντικά, επαληθεύοντας τον Orwell.
Το μέλλον της εργασίας: Η τεχνολογική επιτάχυνση θα σημάνει και επιτάχυνση των μεγάλων αλλαγών που έχουν ήδη αρχίσει στην οργάνωση της εργασίας. Πολλοί από εμάς θα συνεχίσουν να δουλεύουν από απόσταση και μετά την πάροδο της πανδημίας. Η ίδια η ανάγκη για φυσικό χώρο εργασίας, τουλάχιστον όσον αφορά τους (κατά Peter Drucker) «εργαζόμενους διανοητές», θα τεθεί υπό αμφισβήτηση. Και οι χωροταξικές αλλαγές θα μας κάνουν να ξανασκεφτούμε την εταιρική οργάνωση και διακυβέρνηση. Αλλά το μέλλον της εργασίας εμπεριέχει και άλλες ακόμη μεγαλύτερες αλλαγές που έχουν επίσης προαναγγελθεί, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα «ρομπότ» που αντικαθιστούν εργαζομένους. Οι επιπτώσεις του ιού και εδώ θα είναι σημαντικές. Η ευαισθητοποίησή μας σε κινδύνους θα δώσει βάρος στα «ασφαλή ρομπότ» – αυτά δεν προσβάλλονται από ιούς.
Ο ρόλος του κράτους: Σχεδόν όλα τα πιθανά μονοπάτια που χαρτογράφησα παραπάνω καταλήγουν σε ένα κράτος πολύ μεγαλύτερο από αυτό που ξέρουμε. Τα κόκαλα του Hayek σίγουρα θα τρίζουν καθώς παίρνουμε τον «δρόμο της δουλείας», όπως τον αποκάλεσε στο επώνυμο σύγγραμμά του. Αλλά ένας φαύλος κύκλος χαμηλών επενδύσεων, μειωμένων αποδοχών και λιγότερων θέσεων εργασίας θα επιδεινώσει την οικονομική ανισότητα. Το κράτος θα αναγκαστεί να επέμβει δραστικά για να στηρίξει πιο αδύναμα στρώματα του πληθυσμού με μέτρα πρωτόγνωρα, όπως το γενικευμένο βασικό εισόδημα. Σε καιρούς χαλεπούς οι άνθρωποι συχνά προστρέχουν σε «έξωθεν» προστασία.
Οι παραπάνω επτά προοπτικές δεν στοχεύουν στην πρόβλεψη του μέλλοντος αλλά στην οργάνωση μιας συλλογιστικής που θα πρέπει να αναπτύξουν οι ηγέτες σε κάθε χώρο – ιδιωτικές εταιρείες, κυβερνητικοί οργανισμοί, μεγάλα ιδρύματα. Αν το κάνουν σωστά και συντονισμένα, μπορεί τα επικίνδυνα αυτά μονοπάτια να οδηγήσουν σε ένα απρόσμενο ξέφωτο.
* Ο κ. Στίλπων Νέστωρ είναι διευθύνων σύμβουλος της συμβουλευτικής εταιρείας Nestor Advisors Ltd., που εδρεύει στο Λονδίνο.