Δυστυχώς, οι φόροι είναι μέρος της ζωής ενός πολίτη. Η επιτυχία ενός φορολογικού πλαισίου όμως καθορίζεται από το μείγμα και τον τάιμινγκ που επιλέγουν οι πολιτικοί. Στην Ελλάδα η φορολογία κατοχής ακίνητης περιουσίας επιβάλλεται για πρώτη φορά το 1975 με Φόρο Ακίνητης Περιουσίας. Διαρκείς μεταβολές έκτοτε έχουν εισαγάγει Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ), Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ), τέλος ΕΤΑΚ και πρόσθετους φόρους σε μισθώματα και μεταβιβάσεις. Με το πρόσφατο έκτακτο τέλος να παίρνει μόνιμο χαρακτήρα, η χώρα είναι στη διαδικασία σημαντικής μεταρρύθμισης για την υιοθέτηση ενιαίου φόρου.
Στη δεκαετία πριν από τη δημοσιονομική κρίση, η ακίνητη περιουσία φορολογούνταν με περίπου μισό δισ. ευρώ -όπως καταγράφεται στον ετήσιο προϋπολογισμό- δίχως να συνυπολογίζεται ο φόρος από το τεκμαρτό εισόδημα διαβίωσης. Στα χρόνια της δημοσιονομικής προσαρμογής ο φόρος ακίνητης περιουσίας αυξάνεται. Για πρώτη φορά ο προϋπολογισμός καταγράφει άνω του 1 δισ. ευρώ (δίχως να συνυπολογισθεί το τεκμαρτό εισόδημα). Από το 2012, τα έσοδα προσεγγίζουν τα 3 δισ. ευρώ.
Στην Ελλάδα τα συνολικά έσοδα από την ακίνητη περιουσία σε σύγκριση με το ΑΕΠ διπλασιάστηκαν από το 2010 στο 2011, αλλά παραμένουν χαμηλότερα από τον μέσο όρο του 2% στις χώρες του ΟΟΣΑ. Η Ελλάδα πλησιάζει τα επίπεδα της Ισπανίας, με τις υψηλότερες τιμές στην Ευρώπη να διαμορφώνονται στο 4% του ΑΕΠ. Αλλη ανάγνωση για τους φόρους στην περιουσία επί των συνολικών δημοσίων εσόδων δείχνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται φέτος στο 5%, με τον μέσο όρο στο 6%. Οι ανεπτυγμένες χώρες απολαμβάνουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή φόρων στην περιουσία στα συνολικά έσοδα.
Ενας φόρος κρίνεται αποτελεσματικός στον βαθμό που είναι δίκαιος και δεν δημιουργεί παρενέργειες στην οικονομία. Δημοσιονομικά οι οικονομολόγοι προτείνουν φόρους επί της ακίνητης περιουσίας εξαιτίας συγκεκριμένων χαρακτηριστικών. Διαχρονικά εκφράζονται πολύ ισχυρές αντιδράσεις που αμφισβητούν την ορθότητα αυτών των φόρων και η περίπτωση της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Ποιες είναι οι διαφορετικές απόψεις;
Οι υπέρμαχοι του φόρου:
• Ενας φόρος επί συσσωρευμένου πλούτου αποτελεί μια ικανοποιητική προσέγγιση και εξαναγκάζει τον ιδιοκτήτη σε παραγωγική χρήση του κεφαλαίου.
• Θεωρείται η λιγότερο επιζήμια φορολογία για την οικονομική ανάπτυξη, στον βαθμό που δεν μεταβάλλεται η μελλοντική καταναλωτική συμπεριφορά.
• Οι φόροι στην περιουσία έχουν ανταποδοτικά χαρακτηριστικά. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση χρεώνει και ανταποδίδει με παροχή υπηρεσιών υψηλότερο επίπεδο διαβίωσης. Μέρος της ανατίμησης των ακινήτων -στο όφελος του ιδιοκτήτη- προκαλείται από τα έργα υποδομής.
• Πλεονεκτεί έναντι άλλων, γιατί η επιβολή και είσπραξη θεωρητικά υλοποιούνται με μεγαλύτερη ευκολία.
• Για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης – ανακατανομής πλούτου.
Κατά της φορολογίας κεφαλαίου:
• Η επιβολή φόρου εισοδήματος με βάση κάποια προοδευτική κλίμακα καθιστά περιττή τη φορολόγηση ακίνητης περιουσίας.
• Η επιβολή φόρου στην περιουσία αντιμετωπίζει προβλήματα φοροτεχνικής φύσης, ορθής αποτίμησης (αντικειμενικές αξίες ακινήτων διαφορετικές από τις τρέχουσες), αλλά και εξακρίβωσης, με συνέπεια τη διατήρηση της φοροδιαφυγής ή και ανισοκατανομής.
Πρόσθετα ερωτήματα: το ενδεχόμενο μετακύλισης του φόρου και η επίδραση στις τιμές των ακινήτων. H φορολογική επιβάρυνση αφορά τον κάτοχο της περιουσίας, αλλά μακροπρόθεσμα βαρύνει τυχόν ενοικιαστές με αυξημένο μίσθωμα. Οι φόροι στην ιδιοκτησία ενδέχεται να συγκρατούν τις τιμές των ακινήτων, ειδικά σε συγκυρία αλματώδους ανάπτυξης. Αργήσαμε, ωστόσο: αύξηση ή επιβολή έπειτα από ισχυρή πιστωτική επέκταση και κατασκευαστική δραστηριότητα, όπως στην Ελλάδα, οδηγεί τις τιμές σε κατάρρευση.
Οι φορολογούμενοι απεχθάνονται τον φόρο στην αστική ακίνητη περιουσία. Η απέχθεια δεν είναι μόνο σημερινή. Ομως, η φορολογία στην αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα συνδέθηκε με την κτήση εδαφών, όπως υποδηλώνει ο «φόρος υποτέλειας». Στο Βυζάντιο τον 12ο αι. η αντίληψη της ελευθερίας είχε πρωτίστως δημοσιονομική διάσταση και αφορούσε την απαλλαγή από οικονομικές υποχρεώσεις προς το κράτος. Φαίνεται επίκαιρη σήμερα, αλλά είναι έτσι; Ο Gerard Walter καταγράφει ότι η «ελευθερία» ήταν συνάρτηση της αδυναμίας καταβολής φόρων και της έλλειψης μόνιμης κατοικίας. Εάν οι «ελεύθεροι» κατόρθωναν να αποκτήσουν περιουσία, ξαναπερνούσαν στην κατηγορία των φορολογουμένων.
Σήμερα η απέχθεια συνίσταται στο γεγονός ότι το φορολογικό βάρος είναι εύκολα αντιληπτό και απίθανο να μην εξοφληθεί. Η αντίδραση στην επιβολή φόρου μέσω της ΔΕΗ είχε αυτά τα χαρακτηριστικά. Στις ΗΠΑ παρατηρήθηκαν από τη δεκαετία του ’70 οι λεγόμενες «φορολογικές εξεγέρσεις», με πολίτες να ξεκινούν διαδικασία αντίστασης στην εφαρμογή συγκεκριμένων φόρων, έως τη διενέργεια δημοψηφίσματος.
Ο τρόπος με τον οποίο καταβάλλεται ένας φόρος είναι σημαντικός, τουλάχιστον για τη φοροδοτική ικανότητα. Εχει καταγραφεί στις ΗΠΑ ότι οι φορολογούμενοι εμφανίζονται πιο ανεκτικοί σε φόρους στην περιουσία που επιμερίζονται σε περισσότερες δόσεις. Τέτοια χαρακτηριστικά μπορούν να αποδοθούν σε άλλους φόρους, οι οποίοι είναι διαρκείς αλλά λιγότερο ξεκάθαροι, π.χ. δημοτικά τέλη, φόρος μισθωτών υπηρεσιών ή προστιθέμενης αξίας, για τους οποίους φέρεται να υπάρχει μεγαλύτερη ανοχή.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του φόρου που είναι ξεκάθαρος και «πιο οδυνηρός» έχει αναλυθεί από τους οικονομολόγους. Ο Βρετανός John Stuart Mill επινόησε τον όρο «δημοσιονομική ψευδαίσθηση», τεκμηριώνοντας ότι οι άνθρωποι αδυνατούν να αντιληφθούν επαρκώς τους φόρους που είναι ενσωματωμένοι σε μεικτές τιμές. Σύμφωνα με τον Mill, οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι τα έσοδα από λιγότερο εμφανείς φόρους, όπως οι έμμεσοι φόροι, κατευθύνονται στην παραγωγή. Αντίστροφα, τα έσοδα από ξεκάθαρους φόρους ερμηνεύονται ως πόροι που χρηματοδοτούν το κυβερνητικό έργο. Η ερμηνεία είναι ότι οι πολίτες τείνουν να «υποτιμούν» τους φόρους που είναι λιγότεροι ξεκάθαροι. Υπάρχει λύση στο αίνιγμα – είναι δίκαιη η φορολογία ακινήτων; Μια προσέγγιση είναι ότι η φορολόγηση της γης αποτελεί αποτελεσματικό και λιγότερο στρεβλωτικό τρόπο για να αυξήσει ένα κράτος τα φορολογικά έσοδα. Νεότερη σχολή σκέψης αξιώνει ότι οι φόροι στην περιουσία μετακυλίουν το βάρος σε ενοίκους και εργαζομένους. Θεωρείται όμως ότι οι φόροι επιβαρύνουν το συγκριτικά πλουσιότερο μέρος της οικονομίας, οι έχοντες μόνο καλούνται να πληρώσουν. Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η φορολογία στην ακίνητη περιουσία συμβάλλει στη δικαιότερη κατανομή του πλούτου και δεν θα μπορούσα παρά να συμφωνήσω. Τείνω όμως να υπακούσω στο συναίσθημα που με καλεί να απεχθάνομαι τον φόρο. Σε ό,τι αφορά τον ορθό σχεδιασμό της φορολογικής επιβάρυνσης, τα λόγια του Φρειδερίκου του Μέγα πιο επίκαιρα από ποτέ: Δεν υπάρχει κράτος χωρίς φορολογία και μοιραία αυτή επιβάλλεται στον λαό. Ομως η ουσία είναι οι φόροι να μην καταπιέζουν τον λαό.
* Ο κ. Ιάσων Μανωλόπουλος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Το επαχθές χρέος της Ελλάδας».