Ισχυρό, όσο και διαχρονικό, είναι το αγοραστικό ενδιαφέρον για τα ιστορικά, νεοκλασικά και κατά κανόνα διατηρητέα κτίρια της χώρας. Η σημαντική ιστορία τους, η αρχιτεκτονική ομορφιά τους και συχνά και η τοποθεσία τους τα καθιστά περιζήτητα από επενδυτές, εγχώριους και ξένους. Αλλωστε, τόσο ιδιώτες, όσο και επενδυτικοί όμιλοι αναζητούν πάντα ακίνητα εμβληματικού χαρακτήρα, όπως π.χ. ένα νεοκλασικό κτίσμα του περασμένου αιώνα, τα οποία να ξεχωρίζουν στο χαρτοφυλάκιό τους. Πρόκειται για ακίνητα, τα οποία ποτέ δεν χάνουν την αξία τους.
Παλιά ξενοδοχεία, επαύλεις και αρχοντικά συνιστούν τη μερίδα του λέοντος στη συγκεκριμένη κατηγορία ακινήτων. Αρκετά εξ αυτών έχουν υποστεί εργασίες συντήρησης ή αναπαλαίωσης τα τελευταία χρόνια, γεγονός που ενισχύει την αξία τους σήμερα, καθώς ο νέος ιδιοκτήτης δεν θα χρειαστεί να δαπανήσει σημαντικά κεφάλαια και χρόνο για να τα επαναφέρει στην καλύτερη δυνατή κατάσταση.
Τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση και την αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης, έχουν πληθύνει οι αγορές ιστορικών ακινήτων τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες πόλεις της χώρας, με στόχο την ανακατασκευή και την εκμετάλλευσή τους. Η χώρα βρίθει από μοναδικής αρχιτεκτονικής και ιστορίας ακίνητα, τα οποία μπορούν να αναδείξουν τα «κάλλη» τους με την κατάλληλη μέριμνα, κάτι που έχουν αντιληφθεί και οι επενδυτές. Αυτός είναι και ο λόγος που τα εν λόγω κτίρια συγκεντρώνουν υψηλή ζήτηση και το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι επιλογές στην αγορά. Αλλωστε, ορισμένα από τα εν λόγω κτίρια λειτουργούσαν ως ξενοδοχεία, μια χρήση που παραμένει δημοφιλής ακόμα και σήμερα. Ποιος δεν θα ήθελε άλλωστε να μείνει για μερικά βράδια σε μια ιστορική βίλα, ένα παλιό αρχοντικό, ή ένα ξενοδοχείο που βρίσκεται σε μια ιστορική τοποθεσία και μετράει όχι δεκαετίες, αλλά ακόμα και αιώνες ζωής;
Τέτοια ακίνητα βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτών επενδυτών, ή ακόμα και ασφαλιστικών φορέων και ιδρυμάτων, τα οποία έχουν αναζητήσει τρόπους αξιοποίησής τους, ιδίως την περίοδο 2017-2020 και μέχρι την έλευση της πανδημίας. Ετσι, σήμερα, μια σειρά από κτίρια ανακαινίζονται και εκσυγχρονίζονται, ώστε να επαναλειτουργήσουν, π.χ. ως ξενοδοχεία. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι το Σαρόγλειο Μέγαρο, ιδιοκτησίας του Μετοχικού Ταμείου Στρατού και της Λέσχης Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το μεγαλοπρεπές κτίριο στην πλατεία Ομονοίας (Σταδίου 65) αναμένεται να λειτουργήσει ως ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων μέχρι το τέλος του 2021. Μισθώνεται από εταιρεία συμφερόντων της Dimand Real Estate – EBRD και της Prodea Investments.
Agnes
Το πρώτο ξενοδοχείο της Αθήνας
Από τα πλέον εμβληματικά ακίνητα στα οποία έχει μπει «πωλητήριο» είναι ίσως το πρώτο ξενοδοχείο της πόλης των Αθηνών. Πρόκειται για ένα οίκημα του οποίου η κατασκευή ολοκληρώθηκε πριν από σχεδόν δύο αιώνες, το 1837, μόλις 16 χρόνια μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Το ακίνητο οικοδομήθηκε για να αποτελέσει ένα από τα πρώτα (αν όχι το πρώτο) ξενοδοχεία της πόλης των Αθηνών, ανοίγοντας τις πόρτες του με την επωνυμία «Αίολος».
Πρόκειται για ένα διατηρητέο οίκημα 1.080 τ.μ., το οποίο ανήκει στον γνωστό επιχειρηματία Σπ. Μπαϊρακτάρη και πωλείται αντί ποσού 18 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου 16.660 ευρώ/τ.μ. Την προώθηση του ακινήτου έχει αναλάβει η Greece Sotheby’s International Realty. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο οίκο προώθησης και πώλησης πολυτελών ακινήτων παγκοσμίως, με όγκο πωλήσεων της τάξεως των 90 δισ. ευρώ ετησίως.
Στους πρόποδες της Ακρόπολης, το ακίνητο είναι πραγματικά μοναδικού χαρακτήρα, τόσο λόγω της ιστορίας που κουβαλάει, όσο και λόγω της τοποθεσίας του, καθώς έχει χτιστεί πάνω από τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού, η οποία είχε ιδρυθεί από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα το 132 μ.Χ.
Μάλιστα, τα ερείπια της αρχαίας Βιβλιοθήκης, η οποία καταστράφηκε το 267 μ.Χ. κατά την επιδρομή των Ερούλων, παραμένουν εμφανή στο υπόγειο του ακινήτου μέχρι σήμερα.
Λίγους αιώνες αργότερα, τον 5ο αιώνα μ.Χ. στο σημείο φέρεται να οικοδομήθηκε η πρώτη (ή μία από τις πρώτες) χριστιανική εκκλησία στην Αθήνα, δείγμα της ανεκτίμητης κληρονομιάς που συνοδεύει το συγκεκριμένο σημείο.
Μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους, οικοδομήθηκε στο σημείο το ξενοδοχείο «Αίολος», βασισμένο σε σχέδια του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη. Στους δύο ορόφους του ακινήτου φιλοξενούνταν 25 δωμάτια.
Το ισόγειο είναι επιφάνειας 450 τ.μ. με πρόσβαση σε μια μικρή πίσω αυλή, ενώ ο πρώτος όροφος είναι επιφάνειας 333 τ.μ. Στο υπόγειο θα συναντήσει κανείς αρχαία ευρήματα, όπως κολόνες και ένα αρχαίο πηγάδι, που ανακαλύφθηκαν από αρχαιολόγους και πλέον εκτίθενται με την άδεια της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Grand Hotel de Kifissia
Χτίστηκε το 1885 σε σχέδια του Τσίλλερ
Κατασκευασμένο το 1885, με σχέδια του διάσημου αρχιτέκτονα Τσίλλερ, το πρώην Grand Hotel de Kifissia βρίσκεται στην πλατεία Πλατάνου, αποτελώντας ένα από τα τοπόσημα της Κηφισιάς. Γνωστό και ως «ξενοδοχείο Μελά» το ακίνητο είχε χτιστεί αρχικά ως εξοχική κατοικία του βουλευτή και δημάρχου Αθηναίων Μιχαήλ Μελά, πατέρα του μακεδονομάχου ήρωα. Ωστόσο, ήδη από το 1897 η έπαυλη είχε αλλάξει χρήση και είχε μετατραπεί σε ξενοδοχείο, ανταγωνιζόμενο επάξια άλλα εμβληματικά ξενοδοχεία της Κηφισιάς, όπως το Cecil και το Πεντελικόν. Κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η Κηφισιά αποτέλεσε πόλο έλξης τουριστών, πολλοί εκ των οποίων ήταν Ελληνες ομογενείς από την Αίγυπτο. Αυτός ήταν και ο λόγος που στην περιοχή αναπτύχθηκαν πολλά και σημαντικά ξενοδοχεία, τα οποία ξεχώρισαν για την πολυτέλειά τους. Η κορύφωση της τουριστικής απήχησης της περιοχής ήρθε κατά τη δεκαετία του 1930. Ασφαλώς, εκτός από επισκέπτες εκτός Ελλάδας, τα ξενοδοχεία της περιοχής συγκέντρωναν και την προτίμηση πολλών προσωπικοτήτων τόσο της τέχνης, όσο και της πολιτικής, όπως η Πηνελόπη Δέλτα, η Κατίνα Παξινού, η Ιωάννα Τσάτσου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Γεώργιος Βλάχος. Το δροσερό κλίμα και η πλούσια βλάστηση ήταν δύο από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η Κηφισιά εξελίχθηκε σε θέρετρο της εποχής.
Το Grand Hotel de Kifissia ήταν πολυτελέστατο, ευρωπαϊκών προδιαγραφών, και ίσως ένα από τα πρώτα του είδους στην Ελλάδα. Αποτελούσε, επί πολλά χρόνια, το κοσμικό κέντρο όχι μόνο της Κηφισιάς αλλά ολόκληρης της Αθήνας. Αργότερα, μετατράπηκε σε κλινική, ενώ στη συνέχεια στεγάστηκε εκεί η αστυνομία. Πρόκειται για ένα ακίνητο, το οποίο πωλείται μέσω του γραφείου Πλουμής-Σωτηρόπουλος, με τιμή 7 εκατ. ευρώ. Το νεοκλασικό διαθέτει επιφάνεια 1.128 τ.μ. και έχει ανακαινιστεί το 2000, ώστε να λειτουργήσει ως πολυτελής χώρος γραφείων ή καταστημάτων. Το ισόγειο και το υπόγειο είναι επιφάνειας 277 τ.μ., ενώ διαθέτει και δύο επιπλέον ορόφους αντίστοιχης επιφάνειας, όπως και σοφίτα 19 τ.μ. Διαθέτει κεντρικό σύστημα θέρμανσης, κλιματισμό, κάμερες ασφαλείας, σύστημα πυρόσβεσης, τρεις ανελκυστήρες και αποκλειστική χρήση της εξωτερικής αυλής, όπως και έναν χώρο στάθμευσης μέχρι 20 οχημάτων.
Tourist Hotel
Στην καρδιά της Θεσσαλονίκης από το 1923
Ενα από τα ιστορικότερα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης βρίσκεται σήμερα προς πώληση, μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας, που ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο. Ο λόγος για το ξενοδοχείο Tourist, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Κομνηνών και Μητροπόλεως 21 στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το κτίριο χτίστηκε το 1923 σε σχέδια των μηχανικών Pleyber – Fernandez. Ηταν μια περίοδος έντονης ανοικοδόμησης ξενοδοχείων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, καθώς είχε προηγηθεί η καταστροφική πυρκαγιά του 1917, που έπληξε την πλειονότητα των κτιρίων του κέντρου της πόλης.
Το ξενοδοχείο είναι δυναμικότητας 35 δωματίων και χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 1983. Ανακαινίστηκε πλήρως το 2003. Ωστόσο, ελήφθη η σχετική μέριμνα, με αποτέλεσμα το ξενοδοχείο να διατηρεί στο εσωτερικό την αρχική του διακόσμηση με τα αυθεντικά πατώματα, τα ξύλινα κουφώματα. Το ακίνητο αποτελείται από ισόγειο με καταστήματα και είσοδο ξενοδοχείου, τρεις ορόφους και όροφο σε εσοχή με χρήση ξενοδοχείου και υπόγειο με βοηθητικούς χώρους. Το εμβαδόν του οικοπέδου είναι 446,24 τ.μ., των κύριων χώρων του κτιρίου 2.016,64 τ.μ. και του υπογείου 409,44 τ.μ.
Το ξενοδοχείο λειτουργούσε επί δεκαετίες από την οικογένεια Μπουτσιούκη. Ιδιοκτήτης είναι η Φιλεκπαιδευτκή Εταιρεία, η οποία έχει δημοσιεύσει και τη σχετική πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Η οικογένεια Μπουτσιούκη έχει μακρόχρονη ιστορία ενασχόλησης με τον ξενοδοχειακό κλάδο, με τον κ. Δημήτρη Μπουτσιούκη να ξεκινάει τη μίσθωση του κτιρίου σχεδόν πριν από έναν αιώνα. Η σχέση της οικογένειας με το εν λόγω ακίνητο διατηρήθηκε στην πορεία των ετών, καθώς συνεχίστηκε η ενασχόληση και από τους απογόνους του κ. Μπουτσιούκη, μέχρι τα εγγόνια του Βασίλη και Δημήτρη Μαργαριτόπουλο, όπως σημειώνει ο τοπικός Τύπος.
Hotel Helmos
Σε μία από τις πιο ιστορικές πλατείες
Με έναν αιώνα ιστορίας, το κτίριο που σήμερα στεγάζει το ξενοδοχείο «Χελμός» συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον σημαντικών της χώρας, καθώς βρίσκεται πάνω σε μία από τις πιο ιστορικές πλατείες της Ελλάδας, την πλατεία Ελευθερίας στα Καλάβρυτα, γνωστή και ως πλατεία των «Τριών Γερόντων». Κάτω από τη σκιά του υπεραιωνόβιου πλάτανου που δεσπόζει στην πλατεία, σύμφωνα με την παράδοση, συναντήθηκαν τρεις σημαντικές προσωπικότητες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο Ανδρέας Ζαΐμης, ο Αναγνώστης Πετμεζάς και ο Ασημάκης Φωτήλας, οι οποίοι ήταν εκ των πρωτοστατών του αγώνα για την απελευθέρωση.
Το ξενοδοχείο των 1.522 τ.μ. χτίστηκε το 1922. Αποτελείται από 28 δωμάτια και σουίτες με συνολικά 63 κλίνες. Στην πορεία των ετών, στο ακίνητο έχουν φιλοξενηθεί προσωπικότητες όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όπως επίσης και άλλοι πρωθυπουργοί και Πρόεδροι της Δημοκρατίας. Κατά την περίοδο της Κατοχής και συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 1943, η πλατεία Ελευθερίας αποτέλεσε τον τόπο απαγχονισμού του Κωνσταντίνου Παυλόπουλου, μέλους της Αντίστασης, από τους Γερμανούς. Τον ίδιο χρόνο, λίγους μήνες αργότερα, το ξενοδοχείο πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς και καταστράφηκε. Λίγες μέρες μετά, στις 13 Δεκεμβρίου του 1943, έλαβε χώρα το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα πολέμου, όταν δυνάμεις της «Βέρμαχτ» σκότωσαν σχεδόν όλους τους άρρενες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.
Το ξενοδοχείο ανακατασκευάστηκε την περίοδο 1952-1953 και ανακηρύχθηκε αρχιτεκτονικό μνημείο. Σήμερα το ακίνητο πωλείται έναντι ποσού 1,8 εκατ. ευρώ και την προώθηση έχει αναλάβει η εταιρεία Πλουμής-Σωτηρόπουλος.