Η S&P αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες

Η S&P αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες

Οπως σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης, ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος πέτυχε πλήρη ανάκαμψη και αρχίζει να ωφελείται από το θετικό momentum της ελληνικής οικονομίας

3' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Alpha Bank, της Eurobank, της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς και της Aegean Baltic Bank, προχώρησε η S&P Global Ratings.

Οπως σημειώνει ο οίκος αξιολόγησης, η εξυγίανση των ισολογισμών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα έρχεται στο τέλος της, καθώς ο κλάδος πέτυχε την πλήρη ανάκαμψή του μετά την κρίση και αρχίζει να ωφελείται από το θετικό momentum της ελληνικής οικονομίας.

Το βελτιωμένο κλίμα στην αγορά έχει περιορίσει τις ανησυχίες της S&P σχετικά με το προφίλ χρηματοδότησης των τραπεζών, καθώς αυτές κατάφεραν να κρατήσουν χαμηλό το κόστος χρηματοδότησης μέσω της σταθερής καταθετικής τους βάσης και της πρόσβασης σε πιο προσιτή χρηματοδότηση από τις ξένες αγορές.

Επιπλέον, καθεμία τράπεζα μεμονωμένα έχει κάνει σημαντική πρόοδο προς τη βελτίωση της παραγωγής κερδών και την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού της μοντέλου, σημειώνει η S&P. Στο πλαίσιο αυτό, ο οίκος έκανε τις εξής αλλαγές στις αξιολογήσεις:

  • Aegean Baltic Bank: Αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση σε ‘BB-’ από ‘B+’ και επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη σε ‘B’. Οι προοπτικές είναι σταθερές.
  • Alpha Bank: Αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση σε ‘BB’ από ‘BB-’ και επιβεβαίωσε την βραχυπρόθεσμη σε ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές.
  • Eurobank: Αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση σε ‘BB+’ από ‘BB’ και επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη σε ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές.
  • Εθνική Τράπεζα: Αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση σε ‘BB+’ από ‘BB’ και επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη σε ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές.
  • Τράπεζα Πειραιώς: Αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση σε ‘BB’ από ‘BB-’ και επιβεβαίωσε τη βραχυπρόθεσμη σε ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές.

Οι αναλυτές δηλώνουν ότι βλέπουν βελτιωμένη ανθεκτικότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Το 2023, τα μη εξυπηρετούμενα περιουσιακά στοιχεία μειώθηκαν περαιτέρω λόγω των μεγαλύτερων πωλήσεων και τιτλοποιήσεων, αλλά το πιο σημαντικό, τονίζεται, είναι το γεγονός ότι ο κλάδος δεν κατέγραψε σημαντικές νέες εισροές κόκκινων δανείων.

Τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες εμφανίζουν ήδη δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) 3%-4% στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2024 και η S&P εκτιμά ότι θα δει περαιτέρω βελτίωση μέχρι το τέλος του 2026.

Η βελτίωση του προφίλ ρίσκου των τραπεζών αποδίδεται και στη συνεχιζόμενη θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας. Παρά τις υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρώπη, η S&P εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει μέσο ρυθμό ανάπτυξης 2,4% την περίοδο 2024-2027, υπεραποδίδοντας έναντι πολλών χωρών της Ευρωζώνης.

Ο οίκος αποδίδει αυτή τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας στα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης, στα βελτιωμένα οικονομικά των επιχειρήσεων και στο γεγονός ότι η Ελλάδα καλύπτει το χαμένο έδαφος, αφού η οικονομία εξακολουθεί να είναι περίπου 22% μικρότερη από τα υψηλά της επίπεδα, πριν από την κρίση χρέους.

Η επέκταση του προγράμματος Ηρακλής έως το 2024 θα στηρίξει περαιτέρω τη συνεχιζόμενη μεταφορά μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε αγοραστές distressed δανείων φέτος, σημειώνεται. Η έγκριση της διανομής μερισμάτων από την ΕΚΤ, ύστερα από 16 χρόνια, υπογραμμίζει τη βελτιωμένη υποκείμενη κερδοφορία των τραπεζών και την ενισχυμένη κεφαλαιακή επάρκειά τους, σημειώνουν οι αναλυτές.

Αν και μεγάλο μέρος της βελτίωσης των κερδών τα τελευταία δύο χρόνια οφείλεται στην άνοδο των επιτοκίων, η S&P μιλά για βελτιωμένες λειτουργικές δομές, διαρθρωτικά χαμηλότερες απώλειες στα δάνεια και φθηνές καταθετικές βάσεις, οι οποίες συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην ενίσχυση της βασικής κερδοφορίας των τραπεζών.

Η ανάκαμψη της πιστωτικής επέκτασης τα επόμενα τρία χρόνια στο 5-6% κατά μέσο όρο, ύστερα από χρόνια μείωσης των δανείων, θα στηρίξει επίσης την παραγωγή κερδών σε μια περίοδο όπου η μείωση των επιτοκίων ενδέχεται να πιέσει τα περιθώρια κέρδους των τραπεζών. Ως εκ τούτου, η S&P εκτιμά ότι οι τράπεζες θα καταφέρουν να διατηρήσουν σταθερούς τους δείκτες κερδοφορίας, με την απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να ξεπερνά το 10% το 2024-2026, παρά την πιθανή μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους.

Πηγή: Money Review

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT