Τη θεσμική επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων προτάσσει ως κεντρική προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης ο υπουργός Εργασίας Πάνος Σκουρλέτης, αναγνωρίζοντας ότι κατά το πρώτο διάστημα κι ενώ θα συντελούνται οι αλλαγές, στην αγορά εργασίας θα λειτουργούν και τα αντανακλαστικά των προηγούμενων παρεμβάσεων.
Ικανότατα στελέχη που γνωρίζουν πολύ καλά τι συμβαίνει σήμερα στην αγορά εργασίας, με την επικράτηση των ατομικών συμβάσεων, τη δραματική συρρίκνωση των κλαδικών και κατά συνέπεια την πλήρη αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, εισηγούνται στον κ. Σκουρλέτη προσεκτικά βήματα, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος, ενώ προωθούνται οι σχεδιαζόμενες αλλαγές, στην αγορά να επικρατήσουν οι απολύσεις και οι μειώσεις μέσων ή και υψηλότερων μισθών.
Οι ίδιοι οι κοινωνικοί εταίροι αναγνωρίζουν ότι πολλές από τις παρεμβάσεις του παρελθόντος βρίσκονται στα όρια ή και εκτός της ευρωπαϊκής νομιμότητας, ενώ κάποιες από αυτές παραβιάζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων που κατοχυρώνει ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης (όπως αναγνώρισε πρόσφατα και το Συμβούλιο της Ευρώπης). Επισημαίνουν όμως, αφενός ότι κεντρικό ρόλο στις όποιες αποφάσεις πρέπει να διαδραματίσουν οι ίδιοι, αφετέρου ότι οι αλλαγές θα πρέπει να σχεδιαστούν με προσοχή, λαμβάνοντας υπόψη και τις οικονομικές συνέπειες της κρίσης στην εγχώρια οικονομία.
Βάσει του σχεδιασμού της νέας ηγεσίας στο υπουργείο Εργασίας, άμεση προτεραιότητα έχουν η αποκατάσταση του καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, οι οποίες θα υπερισχύουν έναντι των ατομικών και επιχειρησιακών συμβάσεων, και η επαναλειτουργία του θεσμού της Μεσολάβησης και Διαιτησίας για την επίλυση των διαφορών, χωρίς τα νέα εμπόδια που προβλέπει ο νέος νόμος για τον ΟΜΕΔ.
Στη συνέχεια, ο κ. Σκουρλέτης θα επιδιώξει, σε συνδυασμό με φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα, την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, ενώ σε τρίτη φάση θα επανεξεταστεί το πλαίσιο για τις ομαδικές απολύσεις με μείωση των επιτρεπόμενων, ανά μήνα, ορίων σε κάθε επιχείρηση και αύξηση των αποζημιώσεων στην περίπτωση των ατομικών απολύσεων. Μάλιστα, δεν αποκλείεται, με παρεμβάσεις στη λειτουργία του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, να μην επανέλθει στον εκάστοτε υπουργό Εργασίας η αρμοδιότητα έγκρισης των ομαδικών απολύσεων.
Οι επιχειρησιακές συμβάσεις με μειώσεις μισθών επικράτησαν και το 2014
Τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας που παρουσιάζει σήμερα η «Κ» δείχνουν ότι και το 2014 επικράτησαν οι επιχειρησιακές συμβάσεις, με κεντρικό χαρακτηριστικό είτε τη μείωση των μισθών είτε τη διατήρησή τους σε χαμηλά επίπεδα. Αναλυτικά, μόλις 18 κλαδικές συμβάσεις βρίσκονται σε ισχύ, ενώ τέσσερις συμβάσεις διανύουν την περίοδο τρίμηνης παράτασης (μετενέργεια). Σε αυτές δεν συγκαταλέγεται η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση, η οποία επίσης βρίσκεται στη διαδικασία της μετενέργειας, χωρίς όμως να προβλέπει ύψος μισθών, αφού ο κατώτατος μισθός έχει επιβληθεί με νόμο. Να σημειωθεί εδώ ότι το 2008, σχεδόν το σύνολο των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα καλύπτονταν από 161 ομοιοεπαγγελματικές ή κλαδικές συμβάσεις, ενώ πλέον, εκτιμάται ότι οι 18 συμβάσεις εν ισχύι καλύπτουν το πολύ το 15% του συνόλου των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα.
Οπως εξηγούν στην «Κ» στελέχη του υπουργείου Εργασίας, βάσει της νομοθεσίας που ισχύει, και προτίθεται να αλλάξει ο νέος υπουργός, από τις κλαδικές συμβάσεις καλύπτονται μόνο τα μέλη των συνδικάτων που εκπροσωπούνται στην υπογραφή της σύμβασης, με αποτέλεσμα να περιορίζεται δραστικά η εμβέλειά τους. Παράλληλα, εντός του 2014 υπεγράφησαν 288 επιχειρησιακές συμβάσεις, 150 εξ αυτών μεταξύ της επιχείρησης και του οικείου σωματείου και 138 με ενώσεις προσώπων. Από το σύνολο των επιχειρησιακών συμβάσεων, στις 190 οι αμοιβές διατηρήθηκαν σταθερές, σε 67 υπήρξε νέα μείωση μισθών, ενώ σε 31 υπήρξε έστω μικρή αύξηση.
Βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, από τα τέλη του 2011 ώς το τέλος του 2014 υπεγράφησαν συνολικά 1.540 επιχειρησιακές συμβάσεις που προβλέπουν μείωση αποδοχών από 10% έως 50%. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και η Τράπεζα της Ελλάδος διαπιστώνει σε πρόσφατη έκθεσή της ότι οι μειώσεις μισθών τα τελευταία 5 χρόνια δεν έφεραν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, ενώ πληθαίνουν οι διεθνείς οργανισμοί που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η συνέχιση των μειώσεων μπορεί να λειτουργήσει ως αντικίνητρο στην παραγωγικότητα.