Το καλοκαίρι του 2015 ήταν ίσως από τα πιο δύσκολα της σύγχρονης Ελλάδας, τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Οι εξελίξεις την περίοδο εκείνη επέφεραν την εφαρμογή τραπεζικών ελέγχων στις εκροές κεφαλαίων (capital controls), μια πολιτική απόφαση καθόλου ασυνήθιστη, ιδίως σε αναδυόμενες αγορές. Ωστόσο τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τα οποία ξεκίνησαν ως κρίση δημοσίου χρέους και μετασχηματίστηκαν σε τραπεζική κρίση, δημιουργούν μια μοναδική ερευνητική πρόκληση.
Σκοπός της έρευνάς μας ήταν να προσπαθήσουμε να προβλέψουμε τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των capital controls στην οικονομία, αλλά και να τολμήσουμε μία εκτίμηση σχετικά με τον χρόνο άρσης των περιορισμών. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήσαμε το VBanking, ένα αντικειμενοστραφές χρηματοοικονομικό μοντέλο προσομοιώσεων που αναπτύχθηκε από την ερευνητική ομάδα του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Το μοντέλο ενσωματώνει ερευνητικά αποτελέσματα από τη διεθνή βιβλιογραφία σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα που μπορεί να προσομοιώσει τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων στο τραπεζικό και οικονομικό κύκλωμα.
Τα αποτελέσματα της έρευνας μετά από 40.000 προσομοιώσεις, δίνουν μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα σχετικά με τις συνέπειες των capital controls αλλά και με τις προοπτικές άρσης τους.
Το πρώτο συμπέρασμά μας είναι ότι είναι προτιμότερη η άμεση παρέμβαση παρά η καθυστερημένη. Οι προσομοιώσεις έδειξαν ότι όσο νωρίτερα εφαρμόζονται οι περιορισμοί, τόσο συντομότερα θα είναι δυνατή η άρση τους. Οσον αφορά τις συνέπειες των περιορισμών, το μοντέλο μας έδειξε ότι προβλέπεται σημαντική μείωση των τραπεζικών καταθέσεων (ο μέσος όρος της πτώσης των καταθέσεων υπερβαίνει το 70% σε σχέση με την αρχή της τραπεζικής κρίσης). Αυτό σημαίνει ότι η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος δεν θα επέλθει από την επάνοδο των καταθέσεων στις τράπεζες αλλά από την εξυγίανση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων.
Συνεπώς το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων είναι πιο φλέγον από ποτέ, όχι πλέον μόνο για κοινωνικούς λόγους. Η αναμενόμενη μείωση της παραγωγής της πραγματικής οικονομίας αγγίζει το 20%, ενώ τα αποτελέσματα μας δείχνουν και μείωση του συνολικού επιπέδου των μισθών κατά περίπου 5%. Η επίδραση των περιορισμών στους μισθούς ίσως είναι σημαντικά μεγαλύτερη λόγω της μάλλον καθυστερημένης επιβολής τους, καθώς οι προσομοιώσεις με άμεση επιβολή των περιορισμών (με λόγο δανείων προς καταθέσεις έως 140%) έδειξαν ότι στην περίπτωση αυτή δεν είχαμε μείωση.
Τέλος, το μοντέλο μας οδηγεί στο μάλλον ενθαρρυντικό συμπέρασμα ότι μακροπρόθεσμα υπάρχει ανάκαμψη της οικονομίας, παρά το καθεστώς των τραπεζικών περιορισμών. Οι προσομοιώσεις μας έδειξαν ότι η πλήρης άρση των capital controls θα είναι δυνατή μετά από περίπου 15 περιόδους (μήνες), με τη μετάβαση να γίνεται σταδιακά και να ξεκινάει νωρίτερα.
Συνολικά, το μοντέλο μας δείχνει τις επιζήμιες συνέπειες των περιορισμών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο τελικά μολύνει και την πραγματική οικονομία. Οι αρνητικές επιπτώσεις διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία μέσω μείωσης των εταιρικών επενδύσεων, η οποία επιφέρει τελικά μείωση της συνολικής παραγωγής. Παρά το γεγονός ότι η έγκαιρη επιβολή των ελέγχων περιορίζει αυτές τις συνέπειες, η έρευνά μας δείχνει ότι οι αρχές θα πρέπει να αποφεύγουν γενικά τους κεφαλαιακούς ελέγχους ως απάντηση σε μια τραπεζική κρίση.
Αντίθετα θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ανάπτυξη άλλων βέλτιστων εργαλείων και να καταφεύγουν στην εφαρμογή των capital controls μόνο ως έσχατη λύση. Τελικά, το βέλτιστο κριτήριο για την επιβολή των capital controls είναι ο λόγος δανείων προς καταθέσεις, με κρίσιμο σημείο επιβολής τους την τιμή 125%.
* Αναπληρωτής καθηγητής Χρηματοοικονομικής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, διευθυντής Μεταπτυχιακού Προγράμματος MBA.
** Ερευνητής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου.