Στα 2,8 δισ. ευρώ μειώθηκαν οι επενδύσεις σε οικοδομές

Στα 2,8 δισ. ευρώ μειώθηκαν οι επενδύσεις σε οικοδομές

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε 2,8 δισ. ευρώ  (1,7% του ΑΕΠ) προβλέπεται να διαμορφωθούν κατά το τρέχον έτος οι επενδύσεις σε οικοδομές, σημειώνοντας νέα πτώση της τάξεως του 22% σε σχέση με το 2013. Πρόκειται για το χαμηλότερο μέγεθος των τελευταίων ετών και αποτελεί ένδειξη των λίαν αρνητικών συνθηκών που εξακολουθούν να επικρατούν στην αγορά ακινήτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2007, δηλαδή στο αποκορύφωμα της αγοράς, οι επενδύσεις σε κατοικίες είχαν ανέλθει σε 26,1 δισ. ευρώ, ή 12,4% του ΑΕΠ, προτού υποχωρήσουν το 2008 στο 8,2% του ΑΕΠ ή 17,3 δισ. ευρώ.

Βελτίωση το 2015

Σύμφωνα με σχετική αναφορά της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της τράπεζας, το φετινό μέγεθος των 2,8 δισ. ευρώ θα μπορούσε να ήταν ακόμα χειρότερο, αν συνεχιζόταν ο ρυθμός της πτώσης που είχε καταγραφεί κατά τους πρώτους μήνες του 2014. Υπενθυμίζεται ότι κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο οι επενδύσεις σε κατοικίες υποχώρησαν με ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 42%, εξέλιξη που συνέβαλε αρνητικά στο ΑΕΠ κατά 1,1%. Ωστόσο, στην πορεία του έτους, και ιδίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, φαίνεται πως υπήρξε μικρή βελτίωση των επενδύσεων, με αποτέλεσμα να αναθεωρηθεί η πρόβλεψη για το σύνολο του έτους. Μάλιστα, σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Bank, το 2015 αναμένεται να σηματοδοτήσει την πρώτη αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και μετά. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ετήσια αύξηση που πιθανώς να ξεπερνάει το 10%, με το σχετικό μέγεθος να ανέρχεται σε 3,2 δισ. ευρώ (1,9% του ΑΕΠ). Ηδη άλλωστε, εξαιρούμενων των επενδύσεων σε κατοικίες, κατά το πρώτο εξάμηνο οι επενδύσεις σε κατασκευές γενικότερα ενισχύθηκαν, έστω και οριακά, κατά 0,6%.

Προς την κατεύθυνση αυτή αναμένεται να συμβάλει η επανεκκίνηση της οικοδομικής δραστηριότητας, η οποία έχει αρχίσει να σημειώνει τα πρώτα δείγματα ανάκαμψης από το τέταρτο τρίμηνο του 2013 και μετά. Σύμφωνα με την Alpha Bank, από το εν λόγω τρίμηνο «φαίνεται ότι καταγράφονται κάποιες ενδείξεις σταθεροποίησης στον τομέα των οικοδομικών αδειών, που αποτελούν προπορευόμενο δείκτη για τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων και, ειδικότερα, στις επενδύσεις σε ακίνητα μερικούς μήνες αργότερα». Ειδικότερα, ο όγκος των νέων οικοδομικών αδειών ενισχύθηκε κατά 2,2% κατά το περυσινό τέταρτο τρίμηνο, παρά τη μεγάλη πτώση του Δεκεμβρίου (-44%), λόγω της τότε απεργίας των συμβολαιογράφων.

Αντίστοιχα, κατά το επτάμηνο του τρέχοντος έτους (Ιανουάριος – Ιούλιος), η πτώση του όγκου της οικοδομικής δραστηριότητας έχει περιοριστεί σε μόλις 4,3% και αυτό λόγω της μεγάλης μείωσης του Ιανουαρίου (-41,1%). Αν δεν υπολογιστεί ο συγκεκριμένος μήνας, δηλαδή κατά το εξάμηνο Φεβρουαρίου – Ιουλίου 2014, σημειώνεται αύξηση σε ετήσια βάση της τάξεως του 2,1%. Κατά την Alpha Bank, συνολικά κατά το 2014 ο όγκος της οικοδομικής δραστηριότητας αναμένεται να ενισχυθεί έστω και οριακά, καθώς εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 12 χιλιάδες κυβικά μέτρα, έναντι 11,67 χιλιάδων κυβικών μέτρων το 2013 και 102,24 χιλιάδων κυβικών μέτρων το 2005. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όγκος των οικοδομών υποχωρεί διαρκώς από το 2006 μέχρι σήμερα, με αποκορύφωμα τη διετία 2011 και 2012, όταν η ετήσια πτώση άγγιξε το 37,5% και 30,7% αντίστοιχα.

Πάντως, την παραπάνω αισιοδοξία δεν συμμερίζονται όλοι οι φορείς της αγοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι τιμές των κατοικιών κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους συνεχίζουν να υποχωρούν με ρυθμό της τάξεως του 7% κατά μέσο όρο. Το θετικό είναι ότι ο ρυθμός της ετήσιας πτώσης είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Κατά τον κ. Θεόδωρο Μητράκο, υπεύθυνο του τμήματος ανάλυσης αγοράς ακινήτων της ΤτΕ, η ελληνική αγορά ακινήτων κινείται σήμερα στο 15% της δυναμικότητάς της, σε σχέση με την περίοδο πριν από την έλευση της οικονομικής κρίσης. Επιπλέον, κατά τον ίδιο, οι προοπτικές της κτηματαγοράς παραμένουν αρνητικές, καθώς ο πολιτικός και οικονομικός κίνδυνος δεν έχει απομακρυνθεί πλήρως, ενώ ταυτόχρονα ορισμένα ακίνητα υπερφορολογούνται, λόγω της αναντιστοιχίας των αντικειμενικών τιμών με τις πραγματικές αξίες.

Πιέσεις από αντικειμενικές

Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι όσες περιοχές έχουν υψηλές αντικειμενικές τιμές, δηλαδή έχουν και μεγάλη φορολογική επιβάρυνση μέσω του ΕΝΦΙΑ (και παλιότερα του Ειδικού Τέλους Ακινήτων μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ), είναι και οι πλέον ευάλωτες από την άποψη της μείωσης των τιμών πώλησης, καθώς οι ενδιαφερόμενοι συνυπολογίζουν πλέον και τα λειτουργικά κόστη της μελλοντικής τους κατοικίας. Ως εκ τούτου, από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα, οι εν λόγω περιοχές καταγράφουν και τις μεγαλύτερες μειώσεις τιμών. Ειδικότερα, σε περιοχές όπως η Εκάλη και το Κολωνάκι έχουν καταγραφεί οι μεγαλύτερες απώλειες μέχρι σήμερα με ποσοστό της τάξεως του 45% και 38% αντίστοιχα. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τη σύγκριση των τιμών πώλησης των ακινήτων κατά το 2008 και των ζητούμενων τιμών που καταγράφονται σήμερα στην αγορά. Οι τελευταίες αποτελούν προϊόν έρευνας που πραγματοποιήθηκε από φοιτητές του Οικονομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (κ.κ. Φωτεινή Κυριαζοπούλου και Ιωάννης Τορνίδης), υπό την επίβλεψη του κ. Θεόδωρου Παναγιωτίδη, επίκουρου καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών. Στην έρευνα αποτυπώθηκαν οι ζητούμενες μέσες τιμές πώλησης σε δεκάδες περιοχές της Αττικής, με βάση 31.871 δημοσιευμένες αγγελίες της περιόδου από τον Απρίλιο του 2014 έως τον Σεπτέμβριο του 2014.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT