Με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 2,8% υποχωρούν κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους οι τιμές των κατοικιών, έναντι αντίστοιχης πτώσης 5,1% που είχε παρατηρηθεί το 2015. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος για την πορεία της αγοράς κατοικίας κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου, καθώς ο ρυθμός της πτώσης των τιμών πανελλαδικά επιβραδύνθηκε ακόμη περισσότερο, αγγίζοντας το 1,5% σε ετήσια βάση, έναντι πτώση 4,3% και 2,6% κατά το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο αντίστοιχα.
Ενδεικτικό της πορείας σταθεροποίησης των τιμών στην αγορά κατοικίας είναι και το γεγονός ότι στην Αθήνα η πτώση του φετινού τρίτου τριμήνου περιορίστηκε σε μόλις 0,9% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Στη Θεσσαλονίκη, οι τιμές μειώθηκαν κατά 1,4%, στις άλλες μεγάλες πόλεις κατά 1,2% και στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας (κυρίως σημεία πώλησης εξοχικών κατοικιών) η πτώση διαμορφώθηκε σε 3%.
Σημειωτέον ότι, με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΤτΕ για το σύνολο του 2015, η μείωση των τιμών άγγιξε το 5,3% στην Αθήνα, το 5,4% στη Θεσσαλονίκη, το 4,9% στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας και το 4,6% στις υπόλοιπες περιοχές. Υπενθυμίζεται ότι για το σύνολο των αστικών περιοχών της χώρας η πτώση του τρίτου τριμήνου διαμορφώθηκε σε 1,5% σε ετήσια βάση, ενώ για το σύνολο του 2015 η πτώση άγγιξε το 5,1%.
Εν τω μεταξύ, σαφώς θετικότερη είναι η πορεία των τιμών των μεταχειρισμένων διαμερισμάτων, συγκριτικά με εκείνη των νεόδμητων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, κατά το φετινό τρίτο τρίμηνο, η πτώση των τιμών των νεόδμητων κατοικιών (ηλικίας έως πέντε ετών) άγγιξε το 2,2% σε ετήσια βάση, έναντι πτώσης της τάξεως του 1% που καταγράφηκε για τα παλαιότερα ακίνητα. Κατά το 2015, τα νεόδμητα υποχώρησαν σε αξία κατά 5,6%, ενώ τα παλαιότερα ακίνητα σημείωσαν απώλειες της τάξεως του 4,7%. Η εξέλιξη αυτή φαντάζει φυσιολογική, δεδομένου ότι σε πολύ μεγάλο ποσοστό (μεσίτες υπολογίζουν ότι ξεπερνά το 90%) οι συναλλαγές κατοικιών στην παρούσα χρονική συγκυρία αφορούν παλαιότερα ακίνητα, τα οποία είναι σαφώς πιο προσιτά έναντι των νεόδμητων.
Παράλληλα, συχνά όταν ο πωλητής είναι ιδιώτης και όχι επαγγελματίας κατασκευαστής, το περιθώριο διαπραγμάτευσης είναι υψηλότερο, ευνοώντας την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών.