Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Με την πρόσφατη καταδίκη σε δεύτερο βαθμό Ελληνίδας μεσάζουσας γράφεται επίλογος στη δράση του κυκλώματος εμπορίας οργάνων στην Ινδία.
ΕΡΕΥΝΕΣ 05.07.2020 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Έπειτα από ολιγόλεπτη σύσκεψη οι δικαστές εμφανίστηκαν στην έδρα του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Όλοι με μάσκες στα πρόσωπα, ορισμένοι με πλαστικά γάντια στα χέρια, όπως επιβάλλουν οι κανόνες για την πανδημία του νέου κορωνοϊού. Ήταν 23 Ιουνίου 2020, είχε φτάσει η ώρα της ετυμηγορίας. Στο εδώλιο βρισκόταν μια 51χρονη Ελληνίδα, κατηγορούμενη για τον ρόλο της μεσάζουσας σε κύκλωμα εμπορίας οργάνων στην Ινδία. Η υπόθεση είχε μονοπωλήσει για ημέρες το τηλεοπτικό ενδιαφέρον, όταν αποκαλύφθηκε το 2008. Πάνω από μία δεκαετία αργότερα, στην άδεια από ακροατές αίθουσα, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ανακοίνωσε την ποινή: 7,5 έτη κάθειρξης.
Απελπισμένοι από τη μακρά αναμονή για εύρεση μοσχεύματος δεκάδες Ελληνες νεφροπαθείς ταξίδευαν πριν από χρόνια στην Ινδία. Ορισμένοι είχαν πάρει τραπεζικά δάνεια για να καλύψουν τις 40.000 ευρώ της επέμβασης σε μια κλινική στο Γκουργκαόν, ένα αναπτυσσόμενο προάστιο στο Νέο Δελχί. Οι δότες, φτωχοί Ινδοί και Νεπαλέζοι, λάμβαναν 1.500 ευρώ ως αμοιβή.
Το καλοκαίρι του 2007 μια Ελληνίδα νεφροπαθής πέθανε στην Ινδία δύο ημέρες μετά τη μεταμόσχευση. Άλλος ασθενής που είχε ταξιδέψει μαζί της παρουσίασε μετεγχειρητικές επιπλοκές εμπύρετου οξέος πνευμονικού οιδήματος. Νοσηλεύτηκε άμεσα μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα και απεβίωσε σε δύο εβδομάδες. Μια έμπορος, ιδιοκτήτρια καταστήματος λευκών ειδών στη Δυτική Αττική, τους είχε συνοδεύσει στο Νέο Δελχί. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, αυτή είχε μεσολαβήσει για τις επεμβάσεις λαμβάνοντας από τον καθένα 3.000 και 5.000 ευρώ.
Η υπόθεση προχώρησε αργά στην ελληνική Δικαιοσύνη. Μέχρι να εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό τουλάχιστον τέσσερις από τους 17 μάρτυρες πέθαναν από λόγους υγείας. Στις 17 Ιουλίου 2017 η έμπορος καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 9 έτη κάθειρξης. Η έφεση που άσκησε είχε ανασταλτικό χαρακτήρα και παρέμενε ελεύθερη μέχρι πρόσφατα. Τελικά η ποινή που της επιβλήθηκε στο Εφετείο την οδήγησε στη φυλακή.
Ο εγκέφαλος του κυκλώματος, ο Ινδός –κατά δήλωσή του– γιατρός Αμίτ Κουμάρ, παραμένει μέχρι και σήμερα φυγόδικος για τις ελληνικές αρχές. Το όνομά του είχε συμπεριληφθεί μεταξύ των κατηγορουμένων σε πρώτο βαθμό, αλλά δεν είναι γνωστό εάν εκδόθηκε ποτέ διεθνές ένταλμα σύλληψής του.
Πριν από το 2008 κυκλοφορούσε με άνεση στην Αθήνα, την οποία φέρεται να επισκεπτόταν τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Συναντούσε ασθενείς σε ξενοδοχεία, δειπνούσε μαζί τους σε ταβέρνα της Αγίας Παρασκευής, διάβαζε ιατρικές εξετάσεις τους και εξηγούσε πόσο θα κόστιζε κάθε επέμβαση. Οι συνομιλητές του αγνοούσαν το βαρύ του ποινικό μητρώο και ότι δεν διέθετε πτυχίο γιατρού.
Από το 1994 έως και πρόσφατα, χρηματίζοντας αστυνομικούς και εκβιάζοντας μάρτυρες κατηγορίας, αλλάζοντας ταυτότητα και παραπλανώντας νεφροπαθείς σε απόγνωση ανά τον κόσμο, ο Κουμάρ φέρεται να συνέχιζε απρόσκοπτα το έργο του. Μέσα από μαρτυρίες ασθενών και δικαστικά έγγραφα των ινδικών αρχών, η «Κ» φωτίζει νέες πτυχές της δράσης του και αναζητεί τα τωρινά του ίχνη. Στην Ελλάδα τον θεωρούσαν επιστήμονα με περγαμηνές, στην πατρίδα του τον αποκαλούν «Δρ Τρόμο».
Οι μόνες σπουδές που φέρεται να έχει πραγματοποιήσει ο Κουμάρ είναι στην «Ayurveda», μια εναλλακτική, παραδοσιακή μέθοδο θεραπείας η οποία έχει τις ρίζες της στην Ινδία. Σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που είναι στη διάθεση της «Κ», το Ιατρικό Συμβούλιο της Ινδίας επιβεβαίωσε ότι ο Κουμάρ δεν κατέχει άδεια άσκησης μοντέρνας ιατρικής, ούτε διαθέτει πανεπιστημιακές γνώσεις για μεταμοσχεύσεις.
Προτού ασχοληθεί πάντως με τις επεμβάσεις αποπειράθηκε να κάνει καριέρα στο Μπόλιγουντ. Το 1991, εμφανιζόμενος με το όνομα Σαντός Ραούτ, χρηματοδότησε δύο ταινίες τρίτης διαλογής και σε μία από αυτές, τη «Ματωμένη Νύχτα» («Khooni Raat»), έπαιξε τον ρόλο του αστυνομικού.
Κατηγορήθηκε πρώτη φορά για παράνομες μεταμοσχεύσεις το 1994 στη Βομβάη. Κατέβαλε εγγύηση, αφέθηκε ελεύθερος, άλλαξε πόλη και συνέχισε την ίδια πρακτική. Αυτό το μοτίβο επαναλήφθηκε αρκετές φορές τα επόμενα χρόνια. Η δράση του απλώθηκε στις πόλεις Τζαϊπούρ, Νέο Δελχί, Αμπάλα. Για μία περίοδο διέφυγε και στον Καναδά, αγόρασε σπίτι στην πόλη Μπράμπτον και φέρεται να παρουσιαζόταν στους γείτονές του ως διεθνούς φήμης καρδιοχειρουργός.
Το 1999 έστησε στο προάστιο Γκουργκαόν νέα κλινική για μεταμοσχεύσεις. Όσοι ασθενείς έφταναν από το εξωτερικό έμεναν σε δικό του ξενώνα τριών αστέρων, όπου υπήρχαν μάγειρας, καλωδιακή τηλεόραση και αίθουσα μπιλιάρδου. Η φήμη του Κουμάρ διαδόθηκε γρήγορα στην κοινότητα των Ελλήνων νεφροπαθών. Το τηλέφωνό του κυκλοφορούσε ευρέως στους θαλάμους αιμοκάθαρσης. «Ήταν πανεύκολο να το βρει κάποιος», κατέθεσε στις ελληνικές αρχές κόρη ασθενούς. Οι γιατροί στην Αθήνα προσπαθούσαν να τους μεταπείσουν. Τόνιζαν ότι ήταν πολύ πιθανό να μολυνθούν από κάποιο μικρόβιο κατά την επέμβαση.
«Ο πατέρας μου έκατσε 40 ημέρες στην Ινδία και πλήρωσε 35.000 ευρώ μετρητά πριν από την επέμβαση. Επειδή το θεώρησε ανάγκη έδωσε 700 ευρώ σε αυτόν που παρουσίασαν ως δότη. Δεν πήγε εκεί ελαφρά τη καρδία. Έκανε διαθήκη στην Ινδία, γιατί πίστευε ότι δεν θα ξαναγυρνούσε. Εδώ του έλεγαν λόγω ηλικίας να μην έχει ελπίδες. Ήξερε ότι όλο αυτό είναι παράνομο», ανέφερε μάρτυρας κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στην Ελλάδα σε πρώτο βαθμό. Ο πατέρας του εγχειρίστηκε το 2005 από τον Κουμάρ χωρίς επιπλοκές.
«Έμαθα ότι ερχόταν ο γιατρός στην Ελλάδα και τον συνάντησα στο ξενοδοχείο "Titania". Μου είπε να χάσω κάποια κιλάκια γιατί θα απορριφθεί το νεφρό. Μου έδωσε 6-7 τηλέφωνά του. Δεν πήγα στην Ινδία γιατί τον συνέλαβαν», κατέθεσε στο ίδιο δικαστήριο ένας νεφροπαθής.
Σύμφωνα με στοιχεία που τέθηκαν υπόψη των ελληνικών δικαστικών αρχών από το 1994 έως το 2008 συνολικά 48 Ελληνες πραγματοποίησαν μεταμόσχευση στην Ινδία, οι περισσότεροι εκ των οποίων ταξίδεψαν με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς μεσάζοντα. Οι εννέα πέθαναν μετά την επέμβαση και στους τέσσερις απορρίφθηκε το μόσχευμα.
Το 2007 η Μαρία-Λουίζ Χαραλάμπη συνόδευσε τον νεφροπαθή σύζυγό της στην κλινική του Κουμάρ, χωρίς τη βοήθεια κάποιου μεσάζοντα. Όπως δήλωσε σε παλιότερη έρευνα της «Κ» για το ίδιο θέμα, η αίθουσα της εντατικής δεν πληρούσε κανόνες υγιεινής ή αποστείρωσης που θα άρμοζαν σε νοσοκομείο, ενώ ο αναισθησιολόγος ήταν συχνά μεθυσμένος.
«Θέλαμε να γυρίσουμε στην Ελλάδα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, να τελειώσει ο εφιάλτης», είχε πει στην «Κ» η κ. Χαραλάμπη.
Στις 24 Ιανουαρίου 2008 σε έφοδο των αστυνομικών αρχών της Ινδίας στην κλινική του Κουμάρ εντοπίστηκαν τέσσερις Έλληνες. Μία εξ αυτών ήταν η έμπορος λευκών ειδών η οποία συνόδευε τότε στο Νέο Δελχί μία νεφροπαθή μαζί με τον σύζυγό της. Ο Κουμάρ είχε προλάβει να διαφύγει. Συνελήφθη λίγο καιρό αργότερα στο Νεπάλ βάσει ερυθράς αγγελίας της Ιντερπόλ και εκδόθηκε στην πατρίδα του. Εικάζεται ότι μέχρι τότε είχε πραγματοποιήσει τουλάχιστον 500 επεμβάσεις.
Ο ίδιος υποστήριζε ότι δεν έβλαψε κάποιον και ότι βοηθούσε να σωθούν ζωές. Στην Ινδία κυκλοφόρησαν φήμες ότι είχε απλώσει την επιρροή του σε κρατικούς αξιωματούχους. Τον Φεβρουάριο του 2008 ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας και νεφροπαθής Βισουανάθ Πραπάπ Σινγκ έδωσε συνέντευξη Τύπου για να ξεκαθαρίσει ότι δεν είχε σχέση με εμπόριο οργάνων.
Τον Μάρτιο του 2013 ο Κουμάρ καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση με καταναγκαστική εργασία. Τον Φεβρουάριο του 2014, έχοντας ήδη συμπληρώσει έξι έτη εγκλεισμού, αφέθηκε ελεύθερος καταβάλλοντας εγγύηση. Ωστόσο δεν σταμάτησε την παράνομη δράση του.
Δύο χρόνια αργότερα συνελήφθη ξανά, βάσει ενός εκκρεμούς εντάλματος, όταν παρουσιάστηκε στα δικαστήρια για άλλη υπόθεσή του. Κατάφερε όμως να δραπετεύσει κατά τη μεταγωγή του με τρένο. Σύμφωνα με μια εκδοχή φέρεται να δωροδόκησε τους αστυνομικούς που τον συνόδευαν.
Τον Σεπτέμβριο του 2017, έπειτα από πληροφορίες για τη δράση νέου κυκλώματος εμπορίας οργάνων, Ινδοί αστυνομικοί έλεγξαν τους πέντε επιβάτες ενός Toyota Innova (μοντέλο το οποίο κυκλοφορεί σε ασιατικές χώρες). Εντόπισαν στα σώματά τους φρέσκες χειρουργικές ουλές. Κατά την ανάκριση, οι επιβάτες αποκάλυψαν ότι ήταν δότες νεφρών. Τα μέλη του κυκλώματος τους είχαν πει ότι οι παραλήπτες των μοσχευμάτων θα ήταν «σεΐχηδες» και ότι θα αποζημιώνονταν αδρά. Τέσσερις ημέρες αργότερα συνελήφθη για αυτή την υπόθεση ο Αμίτ Κουμάρ κατά την προσπάθεια διαφυγής του –ξανά– στο Νεπάλ.
Η Ελληνίδα έμπορος γνώρισε για πρώτη φορά τον Κουμάρ τον Οκτώβριο του 2005, όταν εκείνος χειρούργησε στην Ινδία τη νεφροπαθή μητέρα της. Η επέμβαση ήταν επιτυχής και το νέο κυκλοφόρησε γρήγορα στην Αθήνα. Έκτοτε, όπως έχει υποστηρίξει στις απολογίες της στα δικαστήρια, άλλοι νεφροπαθείς ζητούσαν πληροφορίες για τον Ινδό γιατρό. Η ίδια τον θεωρούσε «σωτήρα» και «εξαιρετικό επιστήμονα». Ισχυρίζεται ότι δεν είχε υποπέσει στην αντίληψή της κάτι παράνομο και ότι η ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία στο Νέο Δελχί γνώριζε για τον μεγάλο αριθμό των Ελλήνων οι οποίοι επέλεγαν τον συγκεκριμένο γιατρό για μεταμόσχευση.
Υποστηρίζει ακόμη ότι συνόδευσε κάποιους ασθενείς για να τους βοηθήσει στις μεταφράσεις και ότι δεν αποκόμισε κέρδος. Αυτά τα ταξίδια αποτελούσαν για την ίδια μια ευκαιρία να ολοκληρώσει προσωπικές της δουλειές, καθώς έκανε εισαγωγές χαλιών από την Ινδία. Σύμφωνα με τις απολογίες της, με τα χρήματα που λάμβανε από ασθενείς κάλυπτε τα αεροπορικά εισιτήρια, την πολυήμερη διαμονή και τη διατροφή της.
Μετά την πρόσφατη καταδίκη της σε δεύτερο βαθμό ο συνήγορός της Βασίλης Χειρδάρης πρόκειται να ασκήσει αίτηση αναίρεσης στον Άρειο Πάγο. Θεωρεί ότι παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας σε σχέση με την πρωτόδικη απόφαση. Ο ίδιος επισημαίνει ότι μετά τις αλλαγές του πλαισίου ποινών στον Ποινικό Κώδικα και την αναγνώριση δύο ελαφρυντικών στη συγκεκριμένη υπόθεση η ποινή βάσης θα έπρεπε να είναι χαμηλότερη.
Ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου υποστήριξε ότι αν και αποδίδεται στην 51χρονη συναυτουργία, εκείνη δεν έχει κυρίαρχο ρόλο γιατί άλλοι έκαναν τις επεμβάσεις ή στρατολογούσαν τους δότες οργάνων.
Μετά την τελευταία σύλληψή του το 2017 ο Κουμάρ φαίνεται πως παραμένει έγκλειστος. Σύμφωνα με δημοσιεύματα ινδικών ενημερωτικών ιστοσελίδων, τον περασμένο Φεβρουάριο καταδικάστηκε μαζί με την τρίτη σύζυγό του σε φυλάκιση επτά ετών. Κρίθηκε ότι απειλούσαν μάρτυρες κατηγορίας για την υπόθεση του 2008, ώστε να ανακαλέσουν καταθέσεις τους ή να ψευδορκήσουν. Ο δικηγόρος του θα ασκήσει έφεση. Επιμένει ότι ο εντολέας του είναι αθώος.
Ρεπορτάζ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Διαβάστε τα δύο πρώτα μέρη της έρευνας της «Κ»:
Για την Kαθημερινή της Κυριακής και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 05.07.2020