«Καλημέρα σας, ψάχνω το γραφείο ενδοοικογενειακής βίας, ήρθα να κάνω μία καταγγελία». Η πόρτα του γραφείου στο ΑΤ Καλλιθέας κλείνει. Την ίδια ώρα, μία τραυματισμένη ψυχή «ανοίγει».
Η Μαρία* έχει περάσει πάρα πολλά μέχρι να πάρει την απόφαση να διαβεί το κατώφλι του γραφείου ενδοοικογενειακής βίας στην Καλλιθέα. Εχει ζητήσει ψυχολογική υποστήριξη, έχει μιλήσει σε ένα πολύ κοντινό της άτομο, πιστεύοντας πως έτσι θα βρει τη δύναμη να βάλει τέλος στην κακοποίηση. Εδωσε μία ευκαιρία ξανά μέχρι που ο σύντροφός της την άδραξε για να τη χτυπήσει και να την απειλήσει πως θα την «κάψει» πάνω σε έναν ακόμη καβγά.
Κι αν το μάθει και με δείρει ξανά; Κι αν αφεθεί ελεύθερος, εγώ μετά πώς θα γλιτώσω; Τώρα που μένω στο σπίτι του, πού θα πάω; Μήπως να μην μπω σε όλη αυτή τη διαδικασία και να προσπαθήσω να το συζητήσω ήρεμα μαζί του;»
Η Μαρία έψαξε στο διαδίκτυο και έμαθε για τα γραφεία ενδοοικογενειακής βίας, στα οποία τα θύματα μπορούν να καταγγείλουν τους δράστες, να ζητήσουν βοήθεια, να πληροφορηθούν και εν τέλει να… γλιτώσουν από τον εφιάλτη. Είναι διαφορετικό όμως, σκέφτεται, να διαβάζεις για ένα γραφείο από το κινητό σου και διαφορετικό να βρίσκεσαι μπροστά σε ένα όργανο της τάξης.
Η ίδια νιώθει άγχος, αγωνία και έχει δεύτερες σκέψεις. Κυρίως όμως νιώθει φόβο.
Οι βασικές ερωτήσεις που τριγυρίζουν στο μυαλό της είναι: «Κι αν το μάθει και με δείρει ξανά; Κι αν αφεθεί ελεύθερος, εγώ μετά πώς θα γλιτώσω; Τώρα που μένω στο σπίτι του, πού θα πάω; Μήπως να μην μπω σε όλη αυτή τη διαδικασία και να προσπαθήσω να το συζητήσω ήρεμα μαζί του;».
Δεν έχει βρει απαντήσεις στα περισσότερα ερωτήματα, αλλά ξέρει μονάχα αυτό. Ο Νίκος* θα γυρίσει και θα την χτυπήσει ξανά και αυτό δεν μπορεί πια να το υπομένει.
Πολλές φοβισμένες «Μαρίες»
Η προϊσταμένη του γραφείου αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας στην Καλλιθέα, υπαστυνόμος Β’ Ροκίδη Μελίνα, έχει δει πολλές φοβισμένες «Μαρίες» και όπως αναφέρει η ίδια στην «Κ» οι περισσότερες το πρώτο πράγμα που της λένε είναι «Δεν αντέχω άλλο, ήρθα να τον καταγγείλω».
«Η εξύβριση γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας ή οι απειλές αποτελούν κι αυτά αδικήματα και διώκονται ποινικά».
«Οταν έρχονται εδώ θύματα ενδοοικογενειακής βίας η ψυχολογία τους είναι ευάλωτη, είτε μιλάμε για άνδρα είτε για γυναίκα. Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που έχουν συνηθίσει σε μία κακοποιητική συμπεριφορά και για τον λόγο αυτό δεν είναι σίγουρα αν θέλουν να προχωρήσουν σε καταγγελία και άρα σε σχηματισμό δικογραφίας», επισημαίνει η κ. Ροκίδη.
Η υπαστυνόμος Β΄σημειώνει πως πολλά θύματα θεωρούν αυτονόητα κάποια πράγματα που τους συμβαίνουν, αλλά στην πραγματικότητα είναι αδικήματα. «Η εξύβριση γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας ή οι απειλές αποτελούν κι αυτά αδικήματα και διώκονται ποινικά», εξηγεί η ίδια.
Εκτός από τα περιστατικά που έρχονται στο ΑΤ με τη μορφή αυτοφώρου, η διαδικασία που ακολουθείται στα γραφεία αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας είναι συγκεκριμένη, όπως περιγράφει η κ. Ροκίδη.
Η διαδικασία
«Ο νόμος για την ενδοοικογενειακή βία είναι ο 3500/2006. Εμείς εδώ ασχολούμαστε με ό,τι αφορά την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, την απειλή και τη σωματική βλάβη. Στον όρο «ενδοοικογενειακή» συμπεριλαμβάνονται όσα άτομα έχουν συνάψει οποιαδήποτε σχέση –σύντροφοι, παντρεμένοι, γονείς-, αλλά και πρώην σύζυγοι/σύντροφοι, ανεξαρτήτως του πόσο διήρκησε η σχέση ή ο γάμος τους.
Οταν λοιπόν ένα θύμα κάνει την καταγγελία, τότε εμείς προχωράμε στον σχηματισμό δικογραφίας. Από εκεί και πέρα ξεκινά η αυτόφωρη διαδικασία του δράστη, ενώ στη συνέχεια ο ίδιος θα οδηγηθεί στην εισαγγελία. Στις περισσότερες των περιπτώσεων στον δράστη επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα κι έτσι το θύμα είναι ασφαλές.
Εκτός των παραπάνω, ρωτάμε τα θύματα αν θέλουν να εγκαταστήσουμε στο κινητό τους την εφαρμογή “Panic Button“, που εφαρμόζεται πιλοτικά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Σε περίπτωση που το θύμα βρεθεί σε κίνδυνο, μπορεί να πατήσει το ψηφιακό κουμπί της εφαρμογής και τότε ένα περιπολικό θα φτάσει άμεσα στο σημείο.
Τέλος, υπάρχει και η διαδικασία του “follow up”, όπου τηλεφωνούμε στα θύματα μετά από περίπου δέκα ημέρες για να βεβαιωθούμε πως δεν υπάρχει κάποιο επιπλέον πρόβλημα», εξηγεί η κ. Ροκίδη.
Ο κυρίαρχος φόβος είναι «τι θα γίνει μετά την καταγγελία»
Στην περίπτωση που το θύμα δεν έχει κάποια στέγη ή είναι οικονομικά εξαρτημένο, οι υπεύθυνοι του γραφείου επισημαίνουν πως πάντα υπάρχει διέξοδος.
Οπως σημειώνει ο προϊστάμενος του τμήματος αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας στο αρχηγείο της αστυνομίας, Ανέστης Σαπουνάς, ο κυρίαρχος φόβος μίας γυναίκας είναι τι θα γίνει μετά την καταγγελία.
«Οταν έρθει εδώ ένα θύμα είμαστε υποχρεωμένοι να σχηματίσουμε δικογραφία και να συλλάβουμε τον δράστη. Επίσης είμαστε υποχρεωμένοι να το παραπέμψουμε και στους υπόλοιπους φορείς, ώστε να λάβει την αναγκαία στήριξη σε ψυχολογικό, νομικό, ιατρικό επίπεδο.
Οσο για το πού θα μείνει το θύμα αν δεν έχει στέγη, εμείς θα κάνουμε ότι είναι δυνατό μέχρι να βρεθεί μία λύση. Εχει έρθει γυναίκα- θύμα κακοποίησης με το ανήλικο παιδί της και έχει καθίσει οκτώ ώρες στο γραφείο μας, μέχρι να βρεθεί ένα μέρος για εκείνη», επισημαίνει ο κ. Σαπουνάς προσθέτοντας πως ο κύκλος της βίας για μία γυναίκα δεν μπορεί να κλείσει αν απευθυνθεί μόνο σε έναν φορέα.
Αύξηση καταγγελιών χρόνο με το χρόνο
Δυστυχώς σύμφωνα με τον ίδιο, οι καταγγελίες έχουν αυξηθεί από το 2020 και μετά, ενώ υπάρχει και ένας «σκοτεινός αριθμός» (δηλαδή τα θύματα που υπομένουν την κακοποίηση).
Συγκεκριμένα, το 2020 οι καταγγελίες- σχηματισθείσες δικογραφίες από άνδρες και γυναίκες για ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα ήταν 5.413. Το 2021 έφτασαν τις 8.776, ενώ το 2022 έφτασαν τις 11.534. Φέτος μέχρι τέλος Αυγούστου είχαμε συνολικά 7.834 καταγγελίες, δηλαδή περίπου 1.000 άτομα κάθε μήνα.
Την ίδια ώρα, τα στοιχεία από τη χρήση της εφαρμογής “Panic Button”, το οποίο μπήκε σε πιλοτική εφαρμογή σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τον Μάρτιο, αποδεικνύουν πως υπάρχουν θύματα που φοβούνται να πατήσουν το κουμπί.
Ειδικότερα σε σύνολο 2.083 γυναικών σε όλη την Ελλάδα, οι 562 δέχτηκαν να γίνει εγκατάσταση της εφαρμογής στο κινητό τους και από αυτές μόνο οι 75 αποφάσισαν να πατήσουν το κουμπί όταν δέχτηκαν κακοποιητική συμπεριφορά.
Υπάρχουν θύματα που κανείς δεν θα πίστευε πως κακοποιούνταν
«Συνήθως ένα θύμα φτάνει στο σημείο να καταγγείλει τον δράστη, αφού πρώτα έχει βιώσει έναν επαναλαμβανόμενο εφιάλτη. Δυστυχώς υπάρχουν περιπτώσεις που τα θύματα δεν προχωρούν σε καταγγελία ακόμη κι αν έχουν υποστεί ακραία σωματική βία.
Ειδικά μετά το κίνημα MeToo, έχουν αυξηθεί οι καταγγελίες από «τρίτους», δηλαδή γείτονες, φίλους ακόμη και αγνώστους.
Επίσης η βία δεν έχει «φίλτρα». Μπορεί να έχει δεχτεί βία μία μορφωμένη γυναίκα, αλλά και μία κατώτερου μορφωτικού επιπέδου. Με άλλα λόγια έχουμε αντιμετωπίσει περιστατικά με άτομα που πιθανώς κανείς δεν θα πίστευε πως κακοποιούνταν.
Αύξηση στις καταγγελίες τρίτων
Αν έχει παρατηρηθεί κάποια αλλαγή μέσα στον χρόνο όσον αφορά τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, είναι πως ειδικά μετά το κίνημα MeToo, έχουν αυξηθεί οι καταγγελίες από «τρίτους», δηλαδή γείτονες, φίλους ακόμη και αγνώστους.
«Παλαιότερα δεν δεχόμασταν καθόλου καταγγελίες από τρίτους, ωστόσο ειδικά τα τελευταία χρόνια οι ανώνυμες ή επώνυμες καταγγελίες είναι πολλές», σημειώνει ο κ. Σαπουνάς τονίζοντας πως είναι πάρα πολύ σημαντική η συνεχής ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας.
Από την πλευρά της η κ. Ροκίδη επισημαίνει πως πλέον τα κακοποιητικά περιστατικά όχι μόνο έχουν αυξηθεί, αλλά γίνονται ακόμη και σε δημόσια θέα, χωρίς ντροπή.
«Είναι σημαντικό ο κόσμος να αντιδρά και να γνωρίζει πως μπορεί να ενημερώσει την αστυνομία είτε μέσω τηλεφώνου ή ακόμη και μέσω email επώνυμα αλλά και ανώνυμα».
Οι υπεύθυνοι τονίζουν τον σημαντικό ρόλο που παίζουν και οι εκπαιδευτικοί όσον αφορά την κακοποίηση ανηλίκων.
«Ενας δάσκαλος ή καθηγητής είναι υποχρεωμένος να δράσει σε περίπτωση που δει δείγματα κακοποίησης σε ένα παιδί. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να ενημερώσει τον διευθυντή του σχολείου κι εκείνος τον εισαγγελέα», διευκρινίζει ο κ. Σαπουνάς.
Εργαλείο Αξιολόγησης Επικινδυνότητας
Οσον αφορά το επόμενο βήμα της Ελληνικής Αστυνομίας στον αγώνα αντιμετώπισης κατά της ενδοοικογενειακής βίας, ο κ. Σαπουνάς τονίζει στην «Κ» πως ήδη έχει εφαρμοστεί πιλοτικά από τρεις υπηρεσίες το εργαλείο αξιολόγησης επικινδυνότητας.
«Πρόκειται για ένα εργαλείο μέσω του οποίου γίνονται ερωτήσεις σε θύματα ενδοοικογενειακής βίας προκειμένου να διαπιστωθεί με ακρίβεια ο κίνδυνος υποτροπής ή ακόμη και φονικής βίας. Αναλόγως τις απαντήσεις που δίνουν τα θύματα υπάρχουν και συγκεκριμένες ενέργειες που πρέπει να γίνουν με στόχο την ασφάλειά τους», καταλήγει ο κ. Σαπουνάς.
*Αν είστε θύμα:
- Καλέστε το 100.
- Αν δεν μπορείτε να μιλήσετε, στείλτε γραπτό μήνυμα (sms) στο 100, με: Ακριβή διεύθυνση – Ονοματεπώνυμο – Είδος επείγουσας ανάγκης (π.χ. «κινδυνεύει η ζωή μου», «δέχομαι βία από τον/τη σύζυγό μου»).
- Εάν εσείς δεν μπορείτε να επικοινωνήσετε με το 100, ζητήστε από κάποιον άλλον να ειδοποιήσει τις Αρχές για εσάς (π.χ. από κάποιον οικείο ή το γιατρό σας).
- Αναζητήστε ιατρική περίθαλψη και πείτε στο γιατρό όλη την αλήθεια.
- Υποβάλλετε μήνυση στο πλησιέστερο Αστυνομικό Τμήμα ή στο πλησιέστερο Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, όπου υφίσταται.
- Για κατευθύνσεις και οδηγίες, τηλεφωνήστε ή στείλτε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) στις Υπηρεσίες Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας, που βρίσκονται σε όλη την Επικράτεια (Δείτε εδώ τα τηλέφωνα και τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) των Υπηρεσιών).
- Καλέστε τη Γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, που απευθύνεται σε γυναίκες, για ψυχοκοινωνική στήριξη, νομικήσυμβουλευτική και φιλοξενία σε ξενώνες. Επικοινωνία και μέσω e-mail στο [email protected].
* Τα ονόματα δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.