«Κιβωτός του Κόσμου: Ολη η μαρτυρία του εφήβου για τον πατέρα Αντώνιο». Οταν η Κλειώ Παπαπαντολέων, δικηγόρος του πρώην φιλοξενούμενου στην «Κιβωτό», είδε την πρώτη κατάθεση που έδωσε ο νεαρός στην Αστυνομία να διαρρέει από την αρχή έως το τέλος της στα ΜΜΕ, σκέφτηκε: «Θα τιναχθεί η υπόθεση στον αέρα».
Η πολύπειρη νομικός σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ποινικού δικαίου έχει αναλάβει την υπεράσπιση δύο νέων που φέρονται να θυματοποιήθηκαν μέσα στην εν λόγω ΜΚΟ παιδικής προστασίας, βιώνοντας δευτερογενή θυματοποίηση από το σύστημα που θα έπρεπε να τους προστατεύσει.
Τους είπαμε «εμπιστευθείτε μας κι εμείς θα κυνηγήσουμε αυτόν που σας έχει βλάψει», και συνέβη αυτή η απαράδεκτη διαρροή. Τους αναγνώρισαν οι φίλοι τους. Ηταν μια καταστροφή.
«Οταν ο περίφημος 19χρονος έγινε πρωτοσέλιδο, πάρα πολλά παιδιά της “Κιβωτού” κάνανε πίσω» λέει στην «Κ». «Διότι ποιο ήταν το μήνυμά μας σε αυτά τα παιδιά; Παιδιά ευάλωτα, που έχουν χάσει τη γη κάτω από τα πόδια τους, που μένουν ακόμα στα ιδρύματα, που μπορεί να είναι χειραγωγούμενα. Τους είπαμε “εμπιστευθείτε μας κι εμείς θα κυνηγήσουμε αυτόν που σας έχει βλάψει”, και συνέβη αυτή η απαράδεκτη διαρροή. Επί της ουσίας διέρρευσε η ταυτότητά τους. Τα αναγνώρισαν οι φίλοι τους. Ηταν μια καταστροφή».
Η ίδια επισημαίνει πως μετά τη διαρροή ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας πήρε τη δικογραφία από την Αστυνομία, «τη χρέωσε στις εισαγγελείς ανηλίκων που διενήργησαν την προκαταρκτική και βεβαίως δεν διέρρευσε έκτοτε κανένα άλλο χαρτί». Καθώς όμως οι ποινικές διαδικασίες αργούν, τα φερόμενα ως θύματα μένουν απροστάτευτα και ανοιχτά σε κάθε είδους πιέσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Αυτά τα παιδιά πού βρίσκονται; Τι κάνουνε; Δεν μπορεί να μην υπάρχει ένα ενδιαφέρον, ένα follow up είτε με κοινωνικό λειτουργό είτε με ψυχολόγο, μια τακτική παρουσία του κράτους», τονίζει. «Τόσα χρόνια που ασχολούμαι με τέτοιες υποθέσεις, δεν ξέρω να σου πω ποια είναι η αρμόδια υπηρεσία, διότι δεν την έχω δει ποτέ», σημειώνει προσθέτοντας πως συχνά οι ίδιοι οι δικηγόροι καλούνται να παίξουν αυτόν τον ρόλο, ώστε οι άνθρωποι να είναι πλαισιωμένοι. «Τους τηλεφωνούμε για να συζητήσουμε, να αισθάνονται ότι είμαστε εκεί, ότι υπάρχει ένα σταθερό σημείο αναφοράς. Αυτή όμως δεν είναι η δουλειά του δικηγόρου».
Υποχρέωση τήρησης εχεμύθειας
Το άρθρο 20 του ν. 3500/2006 ορίζει ότι σε περίπτωση διαπράξεως εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας (σ.σ. περιλαμβάνονται όσα τελούνται εντός δομών παιδικής προστασίας), «οι αρμόδιες αστυνομικές αρχές που διενεργούν προανάκριση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 245 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, απαγορεύεται να ανακοινώνουν με οποιονδήποτε τρόπο το ονοματεπώνυμο του θύματος και του κατηγορουμένου, τη διεύθυνση κατοικίας τους, καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία είναι δυνατόν να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους. Οι παραβάτες της διατάξεως αυτής τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών».
Για πολλούς γνώστες του πεδίου, η υπόθεση της «Κιβωτού του Κόσμου» αλλά και αυτή της 12χρονης που έπεσε θύμα κυκλώματος μαστροπείας στον Κολωνό ήταν το σημείο μηδέν για την εκκίνηση της λειτουργίας του Σπιτιού του Παιδιού, που είχε νομοθετηθεί από το 2017. Η Παπαπαντολέων αναγνωρίζει ότι το συγκεκριμένο βήμα, αν και καθυστέρησε, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
«Γιατί δεν το είπες;», «γιατί δεν μίλησες νωρίτερα;». Οσοι ασχολούμαστε με το αντικείμενο γνωρίζουμε ότι αυτά είναι ερωτήματα που δεν πρέπει ποτέ να κάνεις σε ένα παιδί. Κι όμως, τα βλέπουμε ακόμα γραμμένα σε δικογραφίες στην επαρχία, να έχουν μάλιστα τεθεί από ψυχολόγους.
«Εχω χειριστεί δικογραφίες που η κατάθεση δεν ελήφθη στο Σπίτι του Παιδιού και βλέπω πώς γίνεται η εξέταση τώρα, στα παιδιά της “Κιβωτού” για παράδειγμα, έχει τρομερή διαφορά» τονίζει. Εξηγεί ότι στα συγκεκριμένα εγκλήματα που ένα παιδί το διαλύουν εσωτερικά, καταρρίπτοντας κάθε έννοια εμπιστοσύνης και αξιοπρέπειας, είναι κρίσιμο να επιμείνει κανείς στον τρόπο της συγκεκριμένης εξέτασης. «Διότι πέρα από το ότι παράγει εγγυήσεις για την αξιοπιστία του παιδιού, για τη διερεύνηση της υπόθεσης, για την καταδίκη ενός δράστη κ.λπ., ταυτόχρονα κάνει και την εξέταση του ανηλίκου όσο γίνεται λιγότερο οδυνηρή, το οποίο είναι επίσης πολύ σημαντικό». Φέρνει όμως ως αντιπαράδειγμα υπόθεση που χειρίστηκε πρόσφατα στην επαρχία, όπου δεν υπάρχουν Σπίτια του Παιδιού. Ξέρετε πώς έχουν ερωτηθεί τα παιδιά εκεί; “Γιατί δεν το είπες;”, “γιατί δεν μίλησες νωρίτερα;”. Οσοι ασχολούμαστε με το αντικείμενο γνωρίζουμε ότι αυτά είναι ερωτήματα που δεν πρέπει ποτέ να κάνεις σε ένα παιδί. Κι όμως, τα βλέπουμε ακόμα γραμμένα σε δικογραφίες στην επαρχία, να έχουν μάλιστα τεθεί από ψυχολόγους».
Η εξειδίκευση και το αυστηρό πρωτόκολλο που επιτάσσει το πλαίσιο λειτουργίας των Σπιτιών του Παιδιού δεν είναι ο κανόνας στους κόλπους των επαγγελματιών που καλούνται να διαχειριστούν αυτές τις υποθέσεις και να προστατεύσουν τα θύματα, παρατηρεί η κ. Παπαπαντολέων. «Υπάρχει πλήρης απουσία όχι εξειδίκευσης, αλλά στοιχειώδους ενημέρωσης. Και βεβαίως στα συγκεκριμένα εγκλήματα αυτό αφορά και τα ενήλικα θύματα. Αφορά το πώς λαμβάνονται οι καταθέσεις τους, αλλά και το πώς επιτρέπεις να μετατρέπεται σε “σαλούν” μια δικαστική αίθουσα όταν εξετάζεται ένας μάρτυρας τέτοιας υπόθεσης. Δεν μπορεί να υπάρχει αυτό το ανοριακό. Διότι ένας άνθρωπος υπό τόσο μεγάλη ψυχική πίεση, θα κάνει ανακολουθίες και θα πει πράγματα που δεν ισχύουν, βγάζοντας εντέλει τον εαυτό του αναξιόπιστο. Αυτό το δικαστήριο δεν θα έπρεπε να το επιτρέπει, διότι η μαρτυρία που παίρνει δεν είναι εντέλει η αληθής. Αρα δεν θα έπρεπε να το επιτρέπει όχι μόνο για να προστατεύει την αξιοπρέπεια των προσώπων αλλά και για τον πυρήνα της δουλειάς του».
Αν θέλεις να κυνηγάς δράστες και να κατηγορείς ανθρώπους ως βιαστές, την αξιοπρέπειά σου θα την αφήνεις στο κατώφλι του δικαστηρίου, κι όταν θα είσαι εδώ μέσα δεν θα ισχύει καμία εγγύηση για εσένα. Αυτό ήταν το μήνυμα της δίκης Λιγνάδη. Και νομίζω ότι έχει γράψει πολύ.
Φέρνει ως παράδειγμα την πολύκροτη υπόθεση Λιγνάδη, μια δίκη με μεγάλη διάρκεια και τεράστια μιντιακή κάλυψη. «Το διάβαζες, το συζητούσες, το έμαθαν όλοι και έγινε το απόλυτο αντιπαράδειγμα. “Πώς να εξευτελιστείς επιδιώκοντας έννομη προστασία”, αυτός είναι ο τίτλος, ότι αν θέλεις να κυνηγάς δράστες και να κατηγορείς ανθρώπους ως βιαστές, την αξιοπρέπειά σου θα την αφήνεις στο κατώφλι του δικαστηρίου, κι όταν θα είσαι εδώ μέσα δεν θα ισχύει καμία εγγύηση για εσένα. Αυτό ήταν το μήνυμα αυτής της δίκης. Και νομίζω ότι έχει γράψει πολύ».
«Ενα παιδί δεν θεραπεύει το τραύμα του με την καταδίκη ενός δράστη»
Η Κ.Παπαπαντολέων τονίζει τη σημασία της χρονικής συγκυρίας, μιας εποχής που οι γονείς είναι πιο ευαισθητοποιημένοι και «αλέρτ» στα σημάδια της κακοποίησης, αλλά και που τα ίδια τα παιδιά έχουν αρχίσει να μιλούν, με αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα εγκλήματα να βγαίνουν πλέον από την αφάνεια. «Αυτό δεν μπορεί να το διαχειρίζεται μόνο ο δικαστής της έδρας και να περιμένεις πότε θα φτάσει να τιμωρηθεί ο δράστης οκτώ χρόνια μετά. Δεν μπορεί να εξαρτάται η διαχείριση αυτών των εγκλημάτων αποκλειστικά και μόνο από την καταστολή. Είναι αδιανόητο», σημειώνει. «Διότι ένα παιδί δεν θεραπεύει το τραύμα του με την καταδίκη ενός δράστη. Αρα χρειάζεται μια ολόκληρη σειρά επαγγελματιών σε κάθε βήμα, οι οποίοι υπερβαίνουν τον χώρο της ποινικής δικαιοσύνης».