Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Τι συνέβη μετά την πρώτη συνάντηση με τη Μέρκελ το 2012 και τι πρόκειται να συμβεί τώρα.
ΕΡΕΥΝΕΣ 28.09.2014 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ
«Nαι, γεια σας. H κ. Λοΐζου; Σας συνδέουμε με τον πρωθυπουργό που θέλει να σας μιλήσει». Και ενώ η 37χρονη σύμβουλος του τότε υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη, βρισκόταν τον Σεπτέμβριο του 2012 στο γραφείο της, στον έβδομο όροφο του υπουργείου Ανάπτυξης, νομίζοντας ότι δεν είχε ακούσει καλά, από την άλλη άκρη της γραμμής μια γνώριμη φωνή τής λέει: «Αντώνης Σαμαράς, καλημέρα». Η Βίκυ Λοΐζου δεν ήταν η μόνη χαμηλόβαθμη υπάλληλος σε κάποιο υπουργείο που έλαβε τηλεφώνημα από τον κ. Σαμαρά το τρίμηνο εκείνο που ακολουθούσε την πρώτη πρωθυπουργική συνάντησή του με την Αγκελα Μέρκελ, στις 24 Αυγούστου 2012. Τα τηλεφωνήματα αυτά αλλά και οι κινήσεις εκείνου του φθινοπώρου του 2012 αποτέλεσαν μία συντονισμένη και καλά οργανωμένη προσπάθεια με στόχο να αποδείξει η νέα κυβέρνηση την αξιοπιστία της αλλά και να μείνει η χώρα στο ευρώ. Σήμερα, δύο χρόνια από εκείνη την πρώτη επίσκεψη στη γερμανική πρωτεύουσα και λίγες ημέρες μετά την τελευταία συνάντηση Σαμαρά - Μέρκελ, το διακύβευμα μπορεί να μην είναι πια η παραμονή στο ευρώ, αλλά το πώς θα απεμπλακεί η χώρα από τα μνημόνια, όπως όμως δηλώνει στην «Κ» ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας Γιάννης Στουρνάρας και ένας εκ των βασικών παραγόντων εκείνης της τρίμηνης προσπάθειας του 2012 και πάλι «θα χρειαστεί η ίδια συνέπεια, η ίδια επιμονή». Μέσα από συνεντεύξεις με τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, η «Κ» ξετυλίγει σήμερα το παρασκήνιο εκείνου του κρίσιμου τριμήνου για την ελληνική οικονομία.
Ο κ. Στουρνάρας, που τότε βρισκόταν στη θέση του υπουργού Οικονομικών, θυμάται πολύ έντονα την πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός βρέθηκε στη «φωλιά του λιονταριού», όπως χαρακτήριζαν τότε την καγκελαρία τα ξένα μέσα.
Παρά το στρωμένο κόκκινο χαλί και την υποδοχή από την μπάντα υπό τους ήχους του εθνικού ύμνου, η έλλειψη εμπιστοσύνης για μια χώρα που μέχρι τότε δεν είχε τηρήσει τις υποσχέσεις της αλλά και το βαρύ κλίμα συνόδευαν από κοντά έναν Ελληνα πρωθυπουργό που σαν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε καταψηφίσει το μνημόνιο και πριν από λίγους μήνες είχε εκλεγεί με λάβαρο την επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου.
«Ημασταν εμείς και αυτοί. Σαν εθνική ομάδα έτοιμη για αγώνα», θυμάται ο έτερος στενός σύμβουλος του πρωθυπουργού Σταύρος Παπασταύρου, που μαζί με τον Χρύσανθο Λαζαρίδη και τον Χρ. Σταϊκούρα βρίσκονταν στη γερμανική πρωτεύουσα με τον Ελληνα πρωθυπουργό.
Το προηγούμενο βράδυ στο ξενοδοχείο Χίλτον του Βερολίνου, ο κ. Σαμαράς ήταν πολύ αγχωμένος, θυμάται ο Γ. Στουρνάρας.
«Φτιάχναμε τα talking points, o κ. Σαμαράς είναι τελειομανής δεν μιλάει ποτέ χωρίς αυτά», λέει.
Υστερα από ώρες κατά τις οποίες οι συνεργάτες του πρωθυπουργού έθεταν κάθε υποθετική ερώτηση που θα μπορούσε να τεθεί από την κ. Μέρκελ και αφού επεξεργάστηκαν όλες τις πιθανές απαντήσεις, η βασική ιδέα έχει τελειοποιηθεί.
Η ελληνική γραμμή θα κινούνταν ως εξής: Το έλλειμμα θα μειωθεί με μία σειρά μέτρων μέσα από μία ορθόδοξη πολιτική επειδή το θέλουμε εμείς όχι επειδή μας τα ζητάτε εσείς.
«Θέλουμε να ξαναβγούμε στις αγορές μετά από ένα διάστημα», θα πει ο κ. Σαμαράς στη Γερμανίδα καγκελάριο σε μία εποχή που αυτό φάνταζε τουλάχιστον σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
«Υπήρχε μεγάλη δυσπιστία για το αν η Ελλάδα θα τα καταφέρει», θυμάται ο Γ. Στουρνάρας.
«Εχετε πάρα πολλά πράγματα να κάνετε και έχετε χάσει πολύτιμο χρόνο», είχε πει η Α. Μέρκελ ρίχνοντας τη «βόμβα» των 72 σημείων.
«Ποια 72 σημεία;» ρωτάει ο Αντ. Σαμαράς. Ηταν οι 72 υποχρεώσεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί δύο και κάτι χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου από την ελληνική κυβέρνηση.
Ενώ το γερμανικό επιτελείο παρακολουθούσε από κοντά το τι συνέβαινε και γνώριζε ότι παρέμεναν 72 ανεκπλήρωτες δράσεις, η ελληνική πλευρά σε εκείνη τη χρονική στιγμή δεν είναι ενήμερη ούτε για την ύπαρξή τους.
Αμέσως οι δύο πλευρές συμφωνούν να επιστρέψουν σε δεύτερο χρόνο στο Βερολίνο ο κ. Στουρνάρας μαζί με τον στενό σύμβουλο του πρωθυπουργού Χρ. Λαζαρίδη για να παραλάβουν τη λίστα από τον κ. Σόιμπλε. Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ δέχεται με χαρά και πληκτρολογεί μόνος του τον αριθμό του στο κινητό του κ. Στουρνάρα.
«Θα με παίρνεις τηλέφωνο όποτε θέλεις», του λέει. Και όντως, όπως θυμάται ο τότε ΥΠΟΙΚ, «στις δύσκολες στιγμές τα δύο αυτά χρόνια τον έπαιρνα τηλέφωνο».
Συγχρόνως η Α. Μέρκελ ζητάει να μιλήσει στον Ελληνα πρωθυπουργό μόνη της, χωρίς συμβούλους και υπουργούς. Σε αυτή τη 45λεπτη συζήτηση –όπου κανείς δεν γνωρίζει με ακρίβεια τι ειπώθηκε μεταξύ των δύο ηγετών– η Γερμανίδα καγκελάριος φέρεται να ζήτησε την προσωπική δέσμευση του Ελληνα πρωθυπουργού ότι είναι διατεθειμένος να προβεί στις επίπονες μεταρρυθμίσεις.
Μια εβδομάδα αργότερα, Λαζαρίδης και Στουρνάρας βρίσκονται στο γερμανικό ΥΠΟΙΚ με τον Β. Σόιμπλε να τους εξηγεί ότι είναι αδύνατον να πάει στο γερμανικό Κοινοβούλιο και να ζητήσει λεφτά για την Ελλάδα, καθώς το πρώτο πράγμα που θα τον ρωτήσουν είναι ποιο είναι το ποσοστό «συμμόρφωσης» της χώρας όσον αφορά τις 72 δράσεις. Στην περίπου τρίωρη συνάντηση ο κ. Στουρνάρας προσπαθεί να πείσει τον Γερμανό ομόλογό του «ότι είναι αυτονόητο πως οι 72 δράσεις πρέπει να γίνουν, ότι είμαστε δεσμευμένοι να μείνουμε στο ευρώ και ότι είμαστε στο κάτω μέρος του κύκλου και μόνο πάνω μάς μένει να πάμε».
Πίσω στο Μαξίμου, το πρωθυπουργικό γραφείο πιάνει δουλειά ζητώντας από τα υπουργεία να απαντήσουν ποια από τα 72 σημεία της λίστας έχουν εκπληρωθεί. Μερικές ημέρες αργότερα τα υπουργεία απαντούν ότι από τα 72 σημεία τα 52 έχουν ολοκληρωθεί.
Πριν τα στείλουν πίσω στην καγκελαρία, ο Αντ. Σαμαράς με τον στενό του συνεργάτη Στ. Παπασταύρου αποφασίζουν να κοιτάξουν τη λίστα άλλη μία φορά, κυρίως για μικρές αλλαγές που ενδεχομένως να χρειάζονταν στην επιλογή των λέξεων της μετάφρασης. Εκεί όμως, οι δύο άνδρες διαπιστώνουν ότι οι 52 δράσεις που είχαν θεωρηθεί ολοκληρωμένες ήταν στην πραγματικότητα τροπολογίες που θα περνούσαν στο μέλλον ή απλές προτάσεις που είχε καταθέσει το κάθε υπουργείο.
Τελικά, καταλήγουν ότι μόνο 12 από τις 52 έχουν πραγματικά ολοκληρωθεί.
Τότε ο Στ. Παπασταύρου στήνει στη μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων του Μεγάρου Μαξίμου έναν πίνακα με τις 72 δράσεις, σημειώνοντας τι έχει γίνει και τι πρέπει ακόμα να γίνει. Μαζί με τον Χρύσανθο Λαζαρίδη και τους Γ. Στουρνάρα, Χ. Σταϊκούρα, Π. Τσακλόγλου, Χ. Παπακωνσταντίνου, Κ. Ουρεγκιάν και Ν. Καραβίτη αναλαμβάνουν να συντονίσουν κάθε υπουργείο παρακολουθώντας την εξέλιξη των δράσεων. «Δεν ήταν αστείο, χρειαζόμασταν συστηματική δουλειά», λέει ο Γ. Στουρνάρας.
Ταυτόχρονα, ο Αντ. Σαμαράς δεσμεύεται στην καγκελαρία ότι και οι 72 δράσεις θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup του Νοεμβρίου και αναλαμβάνει ο ίδιος δράση. Πρώτα επικοινωνεί με τον κάθε υπουργό που είχε εκκρεμότητες για να δει σε τι στάδιο βρίσκονταν. Σε περίπτωση που δεν γνώριζε ο υπουργός, τότε καλούσε ο ίδιος τον γενικό γραμματέα του υπουργείου και αν και τότε δεν έπαιρνε ικανοποιητική απάντηση, ο κ. Σαμαράς προχωρούσε στον επόμενο στην αλυσίδα της ιεραρχίας.
Μία από αυτές ήταν και η Βίκυ Λοΐζου στο υπουργείο Ανάπτυξης, που της λέει τηλεφωνικά: «Μου είπαν ότι εσείς ξέρετε ποιες δράσεις έχουν πρόβλημα και ποιες όχι, περιμένουμε ένα σημείωμα από εσάς και θέλω να ξέρετε ότι στηριζόμαστε σε εσάς. Οποιαδήποτε δυσκολία, ασυνεννοησία μεταξύ υπουργείων, κάποιος που κολλάει το θέμα, ή οτιδήποτε θα μου πείτε για να τον πάρω τηλέφωνο για να ξεκολλήσει», της λέει και η ίδια αρχίζει να εργάζεται καθημερινά 18ωρα για να φέρει εις πέρας τον όγκο εκκρεμοτήτων. Στο πίσω μέρος του μυαλού της, όπως λέει μέχρι σήμερα, βρισκόταν η ιδέα ότι και από τη δουλειά της εξαρτιόταν η δόση που χρειαζόταν η χώρα. Το υπουργείο Ανάπτυξης είχε άλλωστε το 50% των δράσεων που έπρεπε να πραγματοποιηθούν.
Νιώθοντας ότι βρίσκονται σε σχεδόν πολεμική κατάσταση, οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού μετονομάζουν την αίθουσα συσκέψεων του Μεγάρου Μαξίμου σε «war room». Εκεί βρίσκονται σχεδόν καθημερινά υπουργοί, γεν. γραμματείς αλλά και σύμβουλοι, μέχρι τον ίδιο τον πρωθυπουργό. «Είχαμε μάθει απέξω και ανακατωτά τις δράσεις. Μιλούσαμε πια με αριθμούς – λέγαμε δράση 52 κι όλοι ξέραμε πού αντιστοιχούσε αυτό», λέει η κ. Λοΐζου, ενώ θυμάται την ικανοποίηση που όλοι ένιωθαν όταν μία δράση σβηνόταν από τον πίνακα.
Ομως οι δράσεις που έπρεπε να γίνουν σε δημοσιονομικό επίπεδο ήταν ιδιαίτερα δύσκολες. Ο Πάνος Τσακλόγλου, δεξί χέρι του Γ. Στουρνάρα, έχει αναλάβει να κάνει περικοπές 7,3% του ΑΕΠ.
«Απίστευτα μεγάλο νούμερο και έπρεπε να γίνουν πάνω σε θεόρατες περικοπές που είχαν ήδη γίνει», λέει.
Οπως θυμάται, πήρε μία μία τις δαπάνες του κράτους από αμυντικές μέχρι συντάξεις –ακόμα και δαπάνες μόλις 5 εκατομμυρίων– και τεκμηρίωσε προσεκτικά αν πρέπει να κοπούν ή όχι. Ενώ στις Βρυξέλλες και στα πρώτα Euroworking group που συμμετείχε, ένιωθε το βλέμμα των ομολόγων του σαν να τον ρωτάνε: «Θα τον έχουμε καιρό; Θα πέσει η κυβέρνηση, θα φύγει η Ελλάδα από το ευρώ;»
Στο Eurogroup του Οκτωβρίου η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει περίπου 80% των 72 δράσεων και έχει αρχίσει να συζητιέται αρχικά με τους Γερμανούς μία συμφωνία για μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος, επέκταση της διάρκειας των δανείων από τον EFSF κατά 15 χρόνια και πάγωμα της αποπληρωμής τόκων για 10 χρόνια, καθώς και μείωση των επιτοκίων στα διακρατικά δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα από το πρώτο Μνημόνιο, κινήσεις που έδειχναν την αλλαγή κλίματος για τη χώρα.
Πίσω στη Βουλή ο Γιάννης Στουρνάρας βρίσκεται στο βήμα όταν δέχεται μία από τις πολλές επιθέσεις στη θητεία του ως υπουργού από τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ Πάνο Καμμένο.
Μέσα στην ένταση της στιγμής ο τότε ΥΠΟΙΚ αποκαλύπτει ότι θα υπάρξει συμφωνία στο Eurogroup για μείωση επιτοκίων. Πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του, η βοηθός του τον ενημερώνει ότι τον ψάχνει ο Β. Σόιμπλε, καθώς στην αίθουσα της Βουλής δεν υπάρχει σήμα κινητής τηλεφωνίας και δεν μπορεί να τον βρει στο κινητό του.
Οταν επικοινωνεί μαζί του, ο κ. Στουρνάρας ακούει από την άλλη άκρη της γραμμής τον Γερμανό πολιτικό να του λέει με έντονο ύφος: «Γιάννη, δεν θα σου δώσω ούτε ένα σεντ».
Ο Β. Σόιμπλε έχει εξαγριωθεί, καθώς ήθελε να περάσει πρώτα ο ίδιος τη συμφωνία για μείωση των επιτοκίων στη γερμανική Βουλή και ο Ελληνας ομόλογός του τον είχε μόλις προλάβει. Το περιστατικό αυτό αποτυπώθηκε στους Ελληνες πρωταγωνιστές του σαν απόδειξη ότι –ακόμη και όταν το κλίμα είχε πλέον καλυτερεύσει– τίποτα από όσα μικρά ή μεγάλα γίνονταν ή λέγονταν στην Ελλάδα δεν περνούσε απαρατήρητο από το Βερολίνο.
Η τελευταία από τις 72 εκκρεμότητες της Ελλάδας για εκείνο το τρίμηνο πάντως έκλεισε, σύμφωνα με μαρτυρίες, μόλις 12 ώρες πριν ξεκινήσει το Eurogroup του Νοεμβρίου 2012. Οταν μπήκε στο αεροπλάνο ο κ. Στουρνάρας είχαν πια καλυφθεί και οι 72 «τρύπες» από το πρώτο Μνημόνιο μέχρι εκείνη την ημέρα.
Στη συνεδρίαση των ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης – όπως και σε όλα τα Eurogroup– η τρόικα είχε μοιράσει ένα χαρτί με τις δράσεις που αναμένονταν από κάθε χώρα που βρισκόταν σε πρόγραμμα. Εκείνη τη Δευτέρα οι δράσεις της Ελλάδας έχουν δίπλα τη λέξη done - εκπληρωμένα. Ομως, ενώ όλοι περίμεναν να πάρει η χώρα το «πράσινο φως» για τη δόση των περίπου 35 δισ. ευρώ –τα οποία τα ελληνικά ταμεία ανέμεναν άμεσα – το ΔΝΤ έθεσε ξαφνικά σε εκείνη τη συνεδρίαση το θέμα της βιωσιμότητας του χρέους, που σύμφωνα με υπολογισμούς θα βρισκόταν το 2020 στο 128% του ΑΕΠ και όχι στο αποδεκτό 124%.
Ηταν πια δύο τα ξημερώματα, όπως θυμούνται Στουρνάρας και Τσακλόγλου, όταν ο Ιταλός υφυπουργός Οικονομικών Βιτόριο Γκρίλι πρότεινε να μειωθούν αυτές οι τέσσερις μονάδες χρέους αν έκανε κάτι και η Ελλάδα.
Μία από τις προτάσεις που πέφτουν στο τραπέζι είναι να καταφέρει πρωτογενές πλεόνασμα. Ο κ. Στουρνάρας σπεύδει να συμφωνήσει και στις 5 το πρωί η ιστορική συμφωνία είχε κλείσει.
«Κανείς δεν πίστευε ότι θα το καταφέρναμε...», λέει σήμερα ο κ. Στουρνάρας, αποδίδοντας σε αυτό τη συμφωνία των Ευρωπαίων.
Εκτός αυτού, σε εκείνο το Eurogroup, η Ελλάδα παίρνει τελικά 43 δισ. αντί για 35 και όλες τις διευκολύνσεις που συζητούσε ο κ. Στουρνάρας με τον κ. Σόιμπλε ήδη από τον Οκτώβριο.
Περίπου δύο χρόνια αργότερα, η Ελλάδα βρίσκεται στο σημείο που μπορεί να διαπραγματευτεί τη μείωση του χρέους, που συμφωνήθηκε εκείνα τα ξημερώματα του Νοεμβρίου του 2012, και να επιδιώξει το τέλος της τρόικας και των μνημονίων.
«Πρωτογενή πλεονάσματα και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, αυτή είναι η συνταγή», λέει μετά την εμπειρία εκείνου του τριμήνου ο Γ. Στουρνάρας. Τώρα μένει να αποδειχθεί αν αυτό μπορεί να γίνει και αυτή τη φορά στο επόμενο τρίμηνο και η χώρα να λειτουργήσει με την ίδια συνέπεια, και την ίδια επιμονή.
Ρεπορτάζ: ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ
Για την «Kαθημερινή της Κυριακής» και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 28.09.2014