Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Στιγματισμένοι και απειλούμενοι έμειναν πίσω στην Καμπούλ μετά την αποχώρηση των Ελλήνων και σήμερα αναζητούν τρόπο να ξεφύγουν.
ΕΡΕΥΝΕΣ 09.10.2014 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΦΙΛΙΩ Π. ΚΟΝΤΡΑΦΟΥΡΗ, • ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: FARID AZIM, ENRI CANAJ • ΜΟΝΤΑΖ: ΓΩΓΩ ΜΠΕΜΠΕΛΟΥ
Είναι στιγματισμένοι γιατί υπηρέτησαν με τον Ελληνικό στρατό ως μεταφραστές. Η καθημερινότητά των ίδιων και των οικογενειών τους στην Καμπούλ είναι γεμάτη φόβο και απειλές. Οι προοπτικές τους μηδαμινές. Οι Αφγανοί μεταφραστές έχουν μόνο συγκινητικές αναμνήσεις από την συνεργασία τους με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις παρόλο που παρέμειναν πίσω με την αποχώρηση της ελληνικής Ομάδας Συμβούλων και Συνδέσμων το καλοκαίρι του 2012. Δύο χρόνια μετά, μιλάνε για πρώτη φορά στην «Κ» – παρά τον κίνδυνο - καθώς με την αποχώρηση των νατοϊκών στρατευμάτων στο τέλος του έτους πιστεύουν πως ο χρόνος τους τελειώνει.
Οι φρουροί με τα καλάσνικοφ έκλεισαν τη σιδερένια πύλη και οι δύο νεαροί Αφγανοί κατευθύνθηκαν βιαστικά προς το πίσω μέρος του κήπου. Προσπέρασαν τις τριανταφυλλιές και τους ελάχιστους θαμώνες - μιας και λίγοι πια επισκέπτονται τα εστιατόρια-φρούρια της Καμπούλ πια - κι έκατσαν στο τελευταίο τραπέζι δίπλα στον τοίχο. Άνοιξαν τους φακέλους που κρατούσαν στα χέρια. Στο τραπέζι άπλωσαν τα πιστοποιητικά εκτίμησης για τις υπηρεσίες τους ως μεταφραστές με τον ελληνικό στρατό στο Αφγανιστάν με την φωτογραφία από το άγαλμα του Μεγα Αλέξανδρου στη μέση και μια τσαλακωμένη φωτοτυπία της παλιάς ταυτότητας εισόδου στο στρατόπεδο του ΝΑΤΟ που δούλευαν.
Αφού παρήγγειλαν από ένα χυμό καρότο, ο 23χρονος Ραμίν χαμήλωσε τη φωνή του. «Πολλοί από τους μεταφραστές που είναι από άλλες επαρχίες, έξω από την Καμπούλ, έχουν δολοφονηθεί. Πολλές από τις οικογένειες τους έχουν δεχτεί απειλές». Θυμάται τον Μουσταμπά, ένα φίλο του που δούλευε στο ίδιο στρατόπεδο ως μεταφραστής των Αμερικάνων. Πήγε στην επαρχία Κουντούζ και οι μέρες πέρναγαν χωρίς να επιστρέψει. Οι φίλοι τους είπαν στο Ραμίν πως κάποιος τον δολοφόνησε.
«Πριν δύο μήνες δέχτηκα ένα τηλεφώνημα στο κινητό μου γύρω στις 12.30 το βράδυ. ‘Είσαι ο Ραμίν, που δούλευε σαν μεταφραστής;’ Ρώτησα ποιος είναι. Μου είπε ‘μη ρωτάς, πες μου αν ήσουνα μεταφραστής, ναι ή όχι.’ Ρώτησα ποιος είναι και τότε έκλεισε το τηλέφωνο. Για άλλες τρεις μέρες, δεχόμουνα το ίδιο τηλεφώνημα, μετά τα μεσάνυχτα. Και μετά άλλαξα το νούμερο μου», λέει ο 23χρονος Αφγανός.
Ο Ραμίν είναι από την επαρχία Κουντούζ κι έχει λόγο να φοβάται. Εργάστηκε ως μεταφραστής με την Ομάδα Επιχειρησιακών Συμβούλων και Συνδέσμων (OMLT) του Ελληνικoύ Στρατού στην Καμπούλ υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ και της πολυεθνικής δύναμης στο Αφγανιστάν (ISAF) από το 2010 μέχρι το 2012, όταν η ελληνική ομάδα αποχώρησε. Αποστολή της ήταν η στρατιωτική εκπαίδευση των Ενόπλων Δυνάμεων του Αφγανιστάν και συγκεκριμένα του τάγματος υποστήριξης της μεραρχίας της Καμπούλ. Τώρα ο Ραμίν είναι παγιδευμένος στην αφγανική πρωτεύουσα. «Φοβάμαι να πάω στην επαρχία μου. Είναι 500 χιλιόμετρα μακριά αλλά φοβάμαι να μετακινηθώ έστω και 100 χιλιόμετρα έξω από την Καμπούλ,» συνεχίζει. «Δεν αισθανόμαστε ασφαλείς. Δεν αισθανόμαστε ασφάλεια για τη ζωή μας, για τις οικογένειες μας. Πολλοί ξέρουν πως δουλέψαμε για την ISAF και τους Έλληνες».
Πέντε συνολικά Αφγανοί εργάστηκαν ως μεταφραστές με την ελληνική OMLT. Όλοι σήμερα βρίσκονται στην ίδια θέση με το Ραμίν. Οι Ταλιμπάν εδώ και χρόνια έχουν στοχοποιήσει όσους Αφγανούς συνεργάζονται με το ΝΑΤΟ ως «προδότες» και έχουν επανειλημμένα πει πως «τους περιμένει ο θάνατος». Οι απειλές τους έχουν γίνει πραγματικότητα με τον πιο φρικτό τρόπο, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια που έχει ξεκινήσει η αποχώρηση των νατοϊκών στρατευμάτων, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2014.
O 28χρονος Ζαχίρ, ακούει τον Ραμίν από τη διπλανή καρέκλα και θυμάται πως μια εβδομάδα πριν η οικογένεια του τον ειδοποίησε να μην πάει σε ένα γάμο που ήταν καλεσμένος, στην επαρχία Καπισά, ούτε μια ώρα έξω από την Καμπούλ. «Η κατάσταση δεν είναι καλή», του είπαν, «κάποιοι ξέρουν πως δούλευες με τον ελληνικό στρατό. Μην έρθεις». Εκτός από την οικογένεια του λέει, εκείνος δεν είχε πει σε κανένα πως δούλευε με την ISAF.
Λίγο αργότερα χαμογελάει και το πρόσωπο του φωτίζεται. Αν και με τους Ελληνες συνεννοούνταν στα Αγγλικά, προφέρει με περηφάνια κάποιες ελληνικές λέξεις που θυμάται. «Καλημέρα!» «Πως σε λένε;» Και βγάζει από την τσάντα του ένα USB. «Θυμάμαι τους Έλληνες κάθε μέρα», λέει. «Βάζω το USB στο laptop και βλέπω τις φωτογραφίες και την εκπαίδευση που κάναμε. Το είπα στη μητέρα μου και στην αδερφή μου. Ήταν όμορφες στιγμές. Και είπαν κι εκείνες πως ναι, ήταν όμορφες στιγμές. Όχι μόνο για μένα αλλά για όλη την οικογένεια μου. Στήριξα την οικογένεια μου με τα χρήματα της Ελλάδας».
Ο ταγματάρχης (ΥΠ) Ευάγγελος Σαλαμπάσης ήταν ο τέταρτος και τελευταίος διοικητής της ελληνικής OMLT, η οποία κατά τη διάρκεια της διοίκησης του μετονομάστηκε σε Military Advisor Team (Ομάδα Στρατιωτικών Συμβούλων).
Η ομάδα του πήγε στο Αφγανιστάν το Μάρτιο του 2012 και οι πέντε Αφγανοί μεταφραστές ήταν η πρώτη και όπως λέει, άριστη επαφή που είχε με Αφγανούς υπηκόους.
«Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεργασίας μας ήμασταν πολύ στενά δεμένοι μεταξύ μας και αποτελούσαν, να μην πω το δεξί αλλά το αριστερό χέρι μας που έπρεπε να κάνει με το δεξί όλες τις δουλειές. Βρίσκονταν μαζί μας όπου και να πηγαίναμε, ήταν υποχρεωτικό για να εκτελέσουμε την αποστολή μας εκεί να έχουμε τη συνεργασία τους και μάλιστα σε πάρα πολύ καλό επίπεδο».
Για τα δεδομένα του Αφγανιστάν, οι πέντε Αφγανοί μεταφραστές πληρώνονταν πολύ καλά. Έβγαζαν περίπου 465 ευρώ το μήνα, σχεδόν εξαπλάσια χρήματα από όσα βγάζει ο μέσος Αφγανός. Τώρα μόνο ο Ραμίν κι ένας ακόμη έχουν καταφέρει να βρουν άλλη δουλειά με λιγότερα από 80 ευρώ το μήνα. «Είμαστε περήφανοι που δουλεύαμε με τους Έλληνες. Και οι δύο δουλεύαμε για το στρατό της χώρας μας, για να τους δείξουμε το σωστό δρόμο,» λέει ο Ραμίν. Δεν ήταν μόνο η δουλειά.«Ήταν κάτι σαν τιμή για μένα».
Ο Ραμίν και ο Ζαχίρ θεωρούν πως οι Έλληνες ήταν διαφορετικοί από τις υπόλοιπες εθνικότητες συμμάχων που βρίσκονταν στο στρατόπεδο που δούλευαν. Ήταν ειλικρινείς, πολύ ευγενικοί και, όπως λένε, τους καταλάβαιναν.
Σε μια άλλη γωνιά της Καμπούλ, ο Βάις, ένας ακόμη από τους πέντε μεταφραστές της ελληνικής OMLT, το θυμάται αυτό καλύτερα από όλους. Είχε ζήσει στην Ελλάδα από τα 17 του, μέχρις ότου επέστρεψε εθελοντικά στο Αφγανιστάν το 2006 για να βρει την οικογένεια του, που είχε χάσει στον πόλεμο όταν ήταν παιδί. Ο Βάις ήταν ο μόνος από τους Αφγανούς μεταφραστές που μιλούσε Ελληνικά. Ο ταγματάρχης Σαλαμπάσης λέει πως αυτό ήταν ένα επιπλέον πλεονέκτημα για την ομάδα του.
Οι Έλληνες στρατιώτες λείπουνε στο Βάις, όχι μόνο γιατί, όπως εξηγεί τον βοηθούσαν να μην ξεχάσει την ελληνική γλώσσα.
Αρκετές από τις δεκάδες χώρες-μέλη της ISAF έχουν ξεκινήσει να χορηγούν ειδικές μεταναστευτικές βίζες για τους Αφγανούς που εργάστηκαν μαζί τους και ειδικότερα για τους μεταφραστές τους, έτσι ώστε όταν αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν να τους προστατεύσουν από πιθανά αντίποινα των Ταλιμπάν.
Το 2009, πρώτη η Αμερική ανακοίνωσε ένα ειδικό πρόγραμμα χορήγησης βίζας σε Αφγανούς μεταφραστές και εργαζόμενους. Μέχρι το τέλος του 2014 έχει εγκρίνει να δοθούν πάνω από 3.000 βίζες λόγω της μεγάλης ζήτησης και της επιδεινούμενης κατάστασης στη χώρα.
Αλλες χώρες, όπως ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία ακολουθούν την ίδια τακτική, κυρίως ύστερα από πρωτοβουλία των Υπουργείων Αμύνης τους.
Οι χώρες εντός Σένγκεν εμφανίζονται διχασμένες στο ζήτημα των μεταφραστών.
Το ΥΕΘΑ της Γερμανίας αρνήθηκε χορήγηση βίζας σε μεταφραστές καθώς έκρινε ότι δεν βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο.
Στην Ιταλία 30 μεταφραστές έχουν αιτηθεί άσυλο, ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και η Δανία έχουν ήδη εγκρίνει προγράμματα χορήγησης ασύλου για τους μεταφραστές τους.
«Δεν έχουμε νομική ευθύνη αλλά ηθική υποχρέωση να βοηθήσουμε», δήλωνε τον Μάιο του 2013 ο Δανός υπουργός Άμυνας στην ανακοίνωση που εξηγούσε πώς πάρθηκε η απόφαση να βοηθηθούν οι μεταφραστές που είχαν συνεργαστεί με τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας του.
Την ίδια περίοδο, η Μεγάλη Βρετανία ανακοίνωσε πως σχεδιάζει να δώσει τουλάχιστον 600 παρόμοιες βίζες. Η Βρετανική οργάνωση Avaaz μέσω της καμπάνιας της που ζητούσε τη χορήγηση ασύλου σε όλους τους Αφγανούς μεταφραστές που εργάστηκαν με τον Βρετανικό στρατό, συγκέντρωσε σχεδόν 80.000 υπογραφές που παρέδωσε στον πρωθυπουργό Κάμερον.
Την ίδια χρονιά, οι 40 Αφγανοί που εργάστηκαν με τον Ισπανικό στρατό ως μεταφραστές, προσπαθούσαν ανεπιτυχώς να ζητήσουν βίζα από την Ισπανική πρεσβεία στην Καμπούλ. Η ισπανική κυβέρνηση κινητοποιήθηκε όταν τελικά δημοσιοποιήθηκε η ιστορία τους στην Ισπανία και σε δύο εβδομάδες μαζεύτηκαν 66.000 υπογραφές υπέρ του αιτήματος τους.
Η «Κ» προσπάθησε να επικοινωνήσει με το γραφείο του απερχόμενου υπουργού Εθνικής Αμύνης, Δημήτρη Αβραμόπουλου λίγο πριν αναλάβει τα καθήκοντα του ως Επίτροπος Μετανάστευσης στις Βρυξέλλες για να ρωτήσει εάν υπήρχε ή υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τους Αφγανούς μεταφραστές του ελληνικού στρατού. Ωστόσο, στελέχη του υπουργείου αρνήθηκαν να σχολιάσουν το θέμα, παραπέμποντας στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Από την πλευρά τους, στελέχη του ΥΠΕΞ υπογράμμισαν ότι το υπουργείο δεν έχει ενημερωθεί επίσημα για το θέμα των μεταφραστών αλλά προτίθεται να το εξετάσει μετά την δημοσίευση της έρευνας της «Κ».
Όλοι ήξεραν πως οι συμμαχικές δυνάμεις και μαζί ο ελληνικός στρατός δεν θα έμεναν στο Αφγανιστάν για πάντα. Όμως ξαφνικά ανακοινώθηκε ότι η αποστολή της ελληνικής OMLT θα τερματιζόταν δύο μήνες νωρίτερα από την επίσημη λήξη της. Ήταν καλοκαίρι του 2012. Tότε οι Αφγανοί μεταφραστές άρχισαν να ανησυχούν όχι μόνο για την απώλεια μιας καλή δουλειάς, αλλά κυρίως για την ασφάλειά τους.
Οι πέντε Αφγανοί στράφηκαν στους Έλληνες στρατιώτες που αποχωρούσαν για να τους ρωτήσουν αν θα μπορούσε η Ελλάδα να τους χορηγήσει βίζα, όπως έκαναν κι άλλες χώρες για τους δικούς τους μεταφραστές. «Όταν έφευγαν, τους είπα πως εμάς μας αφήνετε πίσω,» λέει ο Ζαχίρ. «Είπαν πως η χώρα μας τώρα έχει οικονομικά προβλήματα, πως δε μπορούμε να κάνουμε κάτι. Ζήτησαν συγνώμη».
Λίγους μήνες αργότερα ο ταγματάρχης δέχεται ένα μήνυμα. Είναι από τον Ραμίν. «Με ρώτησε πως θα μπορούσα να μεσολαβήσω για να έρθει στην Ελλάδα», λέει ο Σαλαμπάσης. «Δυστυχώς δεν είναι στις αρμοδιότητες μου. Η συμβουλή μου ήταν να απευθυνθεί στην ελληνική πρεσβεία στο Πακιστάν, έχοντας όλα τα πιστοποιητικά από τη δική μου ομάδα και από τους προηγούμενους διοικητές και να πει πως έχει εργαστεί με την ελληνική ομάδα και αν θα υπήρχε δυνατότητα να τον βοηθήσουν από εκεί». Ο ταγματάρχης τους συμβούλεψε επίσης πως εάν αυτό δεν φέρει κάποιο αποτέλεσμα, να αποτανθούν σε πρεσβείες άλλων χωρών.
Ο Ραμίν ενημέρωσε τους υπόλοιπους μεταφραστές και οι πέντε μαζί προσπάθησαν επανειλημμένα μέσα στο 2013 να επικοινωνήσουν με την ελληνική πρεσβεία στο γειτονικό Πακιστάν. Λένε πως όσες φορές κι αν τηλεφώνησαν, οι Πακιστανοί υπάλληλοι που σήκωναν το τηλέφωνο αρνήθηκαν να τους κλείσουν κάποιο ραντεβού όταν τους έλεγαν πως καλούσαν από το Αφγανιστάν. Στη συνέχεια προσπάθησαν μέσω της ιστοσελίδας της κυβέρνησης του Καναδά να ενταχθούν σε κάποιο πρόγραμμα χορήγησης βίζας και πάλι ανεπιτυχώς.
Την ίδια στιγμή, άλλοι πέντε περίπου Αφγανοί, πρώην εργαζόμενοι ως υποστηρικτικό προσωπικό στο Τάγμα Ειδικής Σύνθεσης-Αφγανιστάν (ΤΕΣΑΦ), το οποίο αποχώρησε από την Καμπούλ λίγους μήνες μετά την ομάδα ΟΜLT και μετά 10 χρόνια παρουσίας στο Αφγανιστάν (επίσης υπό την ηγεσία της ISAF), αναζητούν κι εκείνοι τρόπο για να φύγουν από τη χώρα. Λένε πως για την Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, όλες οι συμμαχικές δυνάμεις είναι το ίδιο, πως δεν ξεχωρίζουν τους Αμερικανούς από τους Έλληνες. «Όλους τους αποκαλούν ISAF». Ανάμεσα στους πρώην εργαζόμενους στο ΤΕΣΑΦ είναι και ο πατέρας του Ραμίν.
Σε αντίθεση με πολλούς Αφγανούς μεταφραστές που εργάστηκαν για την ISAF, ο Ραμίν, ο Ζαχίρ και ο Βάις αποφασίζουν να αποκαλύψουν τις ταυτότητές τους και να χρησιμοποιήσουν τα αληθινά τους ονόματα γιατί όπως λένε, δεν έχουν πια κάτι να χάσουν αφού ο χρόνος γι’ αυτούς με την αποχώρηση του ΝΑΤΟ από το Αφγανιστάν μετρά πια αντίστροφα. «Γνωρίζω την κατάσταση στην Ελλάδα,» λέει ο Ραμίν. «Είναι όμως επίσης μια Ευρωπαϊκή χώρα. Δε νομίζω πως είναι μεγάλη υπόθεση να δώσουν βίζα σε πέντε ανθρώπους. Μπορούν να μας δώσουν έστω μια απλή βίζα εισόδου. Όταν φτάσουμε εκεί και μετά θα φροντίσουμε τους εαυτούς μας μόνοι μας. Έχουμε αυτοπεποίθηση πως θα τα καταφέρουμε».
Για το Βάις τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Δε μπορεί λέει να αφήσει πίσω την οικογένεια που ξαναβρήκε πριν οκτώ χρόνια.
Θέλει να ζήσει στο Αφγανιστάν - αν μπορεί. Αλλά θέλει να ξέρει πως υπάρχει διαφυγή, ειδικά εάν τα πράγματα χειροτερέψουν ακόμα περισσότερο για ένα παραπάνω λόγο από τους υπόλοιπους. «Τώρα εγώ δε ζω για τον εαυτό μου», λέει. «Η ζωή μου είναι για τα παιδιά μου, τη γυναίκα μου, την οικογένεια μου. Τώρα προσέχω πάρα πολύ. Γι’ αυτό το λόγο τώρα ζητάω, αν πάρω βίζα για την Ελλάδα, δεν είμαι εγώ το θέμα. Δεν πειράζει ότι να γίνει με μένα. Αλλά έχω πιο πολύ φόβο για τα παιδιά και την οικογένεια μου».
Συμπληρώνει πως για τους υπόλοιπους τέσσερις μεταφραστές, μια βίζα από οποιαδήποτε χώρα θα τους έβγαζε από το αδιέξοδο. Για εκείνον όμως, λέει υπάρχει μόνο ένας δρόμος. «Για μένα, αν είναι να ζήσω έξω από το Αφγανιστάν, μ’ αρέσει να ζήσω στην Ελλάδα. Έχω πει πολλές φορές. Είναι η δεύτερη μου χώρα», λέει σε άπταιστα ελληνικά.
ΔΕΙΤΕ THN ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ «Κ» ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ:
Τι απέγιναν οι μεταφραστές που άφησαν πίσω τους οι Έλληνες
Ρεπορτάζ: ΦΙΛΙΩ Π. ΚΟΝΤΡΑΦΟΥΡΗ
Η Φιλιώ Π. Κοντραφούρη είναι δημοσιογράφος που ταξιδεύει στο Αφγανιστάν από το 2005. Γνώρισε τον Βάις το 2006 μέσω ενός προγράμματος εθελοντικού επαναπατρισμού Αφγανών στην Ελλάδα και ακολουθώντας τον πίσω στην πατρίδα του, κατέγραψε την ιστορία του στο ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΪ, «Αφγανιστάν: Εκεί που Ξέχασε ο Θεός». Έκτοτε και μέχρι σήμερα παρακολουθεί και την πορεία των μεταφραστών.
Φωτογραφία: FARID AZIM, ENRI CANAJ
Μοντάζ: ΓΩΓΩ ΜΠΕΜΠΕΛΟΥ
Για την «Καθημερινή της Κυριακής» και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 09.11.2014