Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Το βαλκανικό παράδειγμα καταδεικνύει ότι σε μια φτωχή και διεφθαρμένη χώρα, το πρώτο θύμα είναι η περιβαλλοντική πολιτική.
ΕΡΕΥΝΕΣ 26.03.2017 • ΤΕΤΟΒΟ- ΑΠΟΣΤΟΛΗ: ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΚΟΥΜΑΚΑΣ • ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ
Ξημερώνει στο Τέτοβο κι ένα άρρωστο φως ήλιου πλημμυρίζει την πόλη των 70.000 κατοίκων στο βορειοδυτικό άκρο της ΠΓΔΜ. Τη νύχτα που πέρασε, η ατμοσφαιρική ρύπανση ήταν κατά δυόμισι φορές πολλαπλάσια του ανώτατου ορίου συναγερμού. Υπάρχουν φορές που τα μικροσωματίδια είναι 25 φορές πάνω από το όριο. Περικυκλωμένη καθώς είναι από βουνά, η πόλη με το κυρίαρχο αλβανικό στοιχείο κοντά στα σύνορα με το Κόσοβο μοιάζει με τον πάτο μιας κατσαρόλας που σιγοβράζει.
Στις αρχές Φεβρουαρίου, ο Guardian δημοσίευσε τη λίστα με τις πιο μολυσμένες πόλεις στην Ευρώπη, αναλύοντας δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Το Τέτοβο ήταν στην πρώτη θέση. Άλλες δύο πόλεις της ΠΓΔΜ, η πρωτεύουσα Σκόπια και η Μπίτολα (το γνωστό μας Μοναστήρι), ήταν επίσης στην πρώτη δεκάδα. Οι τοπικές αρχές προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τα στοιχεία, με το επιχείρημα «είμαστε μεν μολυσμένοι, αλλά όχι στην πρώτη θέση».
Υπάρχει μία λεπτομέρεια και είναι προς το χειρότερο. Οι μετρήσεις που δημοσιεύτηκαν στη βρετανική εφημερίδα δεν αφορούν τα μικροσωματίδια PM10, αλλά τα πιο «λεπτά» PM2,5, που εισχωρούν βαθύτερα στον ανθρώπινο οργανισμό και δεν μετριούνται από τα επίσημα ινστιτούτα.
Σε ένα καφέ δίπλα στον ποταμό Πένα, που διασχίζει το Τέτοβο, ο Αριανίτ Καφέρι, ακτιβιστής στην τοπική ομάδα Eco Guerilla, εξηγεί ότι τα φοβερά επίπεδα μόλυνσης οφείλονται σε έναν συνδυασμό παραγόντων: «Η κυβέρνηση απέτυχε να εφαρμόσει την περιβαλλοντική νομοθεσία, επιτρέποντας σε εργοστάσια της κομμουνιστικής περιόδου να λειτουργούν έως σήμερα χωρίς φίλτρα και περιορισμούς. Επιπλέον, στο Τέτοβο δεν υπάρχει δημόσια αστική συγκοινωνία και όλοι κυκλοφορούν με ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα περασμένης τεχνολογίας», λέει ο Καφέρι.
Οδηγούμε 15 χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Είναι η εποχή που οι χωρικοί καίνε τα υπολείμματα των αγροτικών καλλιεργειών, τακτική που συμβαίνει και στην Ελλάδα.
Από μακριά ξεχωρίζουν τα φουγάρα του εργοστασίου Jugohrom, που παράγει κράματα σιδήρου, απασχολώντας 700 εργαζομένους, και ορθώνεται σαν τέρας ανάμεσα στους αγρούς. Ηταν τόσο μεγάλη η μόλυνση που προκαλούσε, ώστε τον περασμένο Νοέμβριο, πριν από τις εθνικές εκλογές στην ΠΓΔΜ, ο υπουργός Περιβάλλοντος αναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία του. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: τα επίπεδα των μικροσωματιδίων μειώθηκαν έως και 50%.
Η Jugohrom φέρεται να ανήκει σε οφσόρ εταιρεία με έδρα την Κύπρο, ενώ ως διαχειριστές εμφανίζονται Ρώσοι επιχειρηματίες. Η κυβέρνηση έδωσε προθεσμία στους ιδιοκτήτες μέχρι την 1η Μαρτίου ώστε να τοποθετήσουν φίλτρα στα φουγάρα. «Είναι μάταιο, σαν να θέλεις να βάλεις φίλτρα του Instagram σε κινητό Nokia 3210», λέει σαρκαστικά ο Καφέρι. Το εργοστάσιο δεν έλαβε, φυσικά, κανένα μέτρο κι επιπλέον τέσσερις μήνες μετά η ΠΓΔΜ βαδίζει στην ακυβερνησία.
Η περιβαλλοντική μόλυνση δεν αποτελεί θανάσιμη πληγή μόνο για τη γειτονική χώρα. Άνθρωποι σε όλα τα Βαλκάνια κρατούν την αναπνοή τους στον δηλητηριασμένο αέρα. Μετρήσεις «στο κόκκινο» καταγράφονται στο Βελιγράδι, στην Πρίστινα, στα Τίρανα, στο Σαράγεβο. Πολλές φορές τον χειμώνα οι τοπικές αρχές ζητούν από τους μαθητές και τις εγκύους να μείνουν στο σπίτι και από τους οδηγούς να περιορίσουν τις μετακινήσεις τους με το αυτοκίνητο.
Τα τελευταία χρόνια, και ειδικά μετά το 2015, αναδύθηκε ένα πράσινο κύμα διαμαρτυρίας σε όλα τα Βαλκάνια, πράγμα πρωτόγνωρο για μια γενιά που γαλουχήθηκε σε μεταπολεμικό περιβάλλον. Η ομάδα Eco Guerilla οργάνωσε την πρώτη διαμαρτυρία στο Τέτοβο κατά της περιβαλλοντικής μόλυνσης το 2013 και συγκεντρώθηκαν μόλις είκοσι άτομα. Δύο χρόνια αργότερα, περισσότεροι από 12.000 άνθρωποι διαδήλωσαν φορώντας μάσκες και ζητώντας να τοποθετηθούν φίλτρα στα εργοστάσια της περιοχής, όχι μόνο στη Jugohrom. Το κεντρικό σύνθημα ήταν «M’ le t’ marr frymë» («Αφήστε μας να αναπνεύσουμε»). Και ήταν η πρώτη φορά που βγήκαν στον δρόμο χωρίς η αφορμή να είναι οι εθνοτικές συγκρούσεις ή κάποια κομματική συγκέντρωση.
Σήμερα, στο Τέτοβο η πιο δημοφιλής εφαρμογή στην οθόνη των κινητών τηλεφώνων μετά το Facebook είναι το «мојот воздух» (MyAir), ένα μπλε συννεφάκι με θαυμαστικό. Η εφαρμογή αντλεί στοιχεία για την ποιότητα του αέρα από τους υποσταθμούς σε 17 πόλεις της ΠΓΔΜ. Είναι τρελό, όμως απλοί άνθρωποι πίνουν καφέ και κάθε τόσο, εντελώς φυσιολογικά, τσεκάρουν σε ζωντανό χρόνο τις συγκεντρώσεις σωματιδίων PM10, διοξειδίου του αζώτου και όζοντος.
Κατηφορίζουμε από την κεντρική πλατεία προς την είσοδο της πόλης. Μέσα στον αστικό ιστό, ανάμεσα σε σπίτια και μάντρες αυτοκινήτων, απλώνεται ένα αποκρουστικό θέαμα – μια χωματερή που έχει έκταση όσο πέντε γήπεδα ποδοσφαίρου. Ο σκουπιδότοπος Ντεπόνια απλώνεται στην πλάτη ενός εργοστασίου που παράγει ψωμί και στη σκιά ενός τεράστιου μπάνερ που διαφημίζει μια ιδιωτική κλινική ογκολογίας. Ολόκληρη η σημειολογία σε ένα πλάνο.
Η μυρωδιά σάπιου φαγητού και αποσύνθεσης είναι ανυπόφορη. Ανοιχτά κοινά φορτηγά του δήμου και άλλα χωρίς διακριτικά φτάνουν και αποθέτουν τόνους σκουπιδιών χωρίς να ενοχλούνται από την παρουσία μας. Και μέσα στη χωματερή υπάρχουν άνθρωποι που ψάχνουν για πλαστικό και μέταλλα.
Είναι Ρομά, περίπου είκοσι άτομα, ανάμεσά τους ανήλικα αγόρια, με λιγδιασμένα ρούχα και σηκωμένα μανίκια. Ούτε αυτοί δυσφορούν με την παρουσία μας. Μαθαίνουμε ότι έρχονται κάθε μέρα στη χωματερή· μάλιστα τρεις οικογένειες ζουν στις παρυφές της. Πουλάνε σε μάντρες ανακυκλώσιμων τα 10 κιλά πλαστικού προς 1 ευρώ. Κάθε τόσο βάζουν φωτιά στους λόφους των σκουπιδιών, για να ξεχωρίσουν το μέταλλο.
Η Ντεπόνια δεν είναι ο μοναδικός σκουπιδότοπος που δηλητηριάζει το υπέδαφος και τον αέρα στο Τέτοβο. Μικρότερες χωματερές υπάρχουν στις ρεματιές και τις στροφές των ορεινών δρόμων που οδηγούν στα χωριά που κοιτάζουν προς την πόλη. Σε ένα τέτοιο άνοιγμα έξω από το χωριό Σέλτσε, ο Ενβέρ Νταμίρι ξαπόσταινε στο περιβόλι του.
«Υπάρχουν παντού σκουπίδια στο βουνό. Τα ρίχνουν εδώ γιατί κανείς δεν πληρώνει δημοτικά τέλη για την αποκομιδή τους», είπε με φυσικότητα.
Αργά το μεσημέρι θα συναντήσουμε στο γραφείο της τη δήμαρχο του Τετόβου Τεούτα Αρίφι. Η ίδια υποβαθμίζει το πρόβλημα της περιβαλλοντικής ρύπανσης στην περιοχή, με βασικό επιχείρημα το κλείσιμο του εργοστασίου της Jugohrom. Στην επισήμανση ότι το κλείσιμο είναι προσωρινό, η κ. Αρίφι σημειώνει ότι η δημοτική αρχή έκανε τα πάντα για να αναδείξει το πρόβλημα και ότι την τελική απόφαση θα λάβει το Υπουργείο Περιβάλλοντος.
«Θα είδατε και τη χωματερή της Ντεπόνια. Στους επόμενους δύο μήνες, ο χώρος θα έχει καθαριστεί. Εχουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με κύριο έργο την κατασκευή χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων στο Γκόστιβαρ, προϋπολογισμού 5 εκατ. ευρώ», λέει η δήμαρχος.
Το Τέτοβο δεν είναι μια όμορφη πόλη. Αστική συγκοινωνία δεν υπάρχει και, εκτός από τα ΙΧ, οι μετακινήσεις γίνονται με μικρά ντιζελοκίνητα βαν, που σχηματίζουν ουρές στις κεντρικές αρτηρίες και δήθεν παίζουν κρυφτό με τους τροχονόμους. Σε ολόκληρη τη διοικητική επαρχία του Τετόβου, που αριθμεί 200.000 κατοίκους, υπολογίζεται ότι κυκλοφορούν 42.000 αυτοκίνητα. Τα περισσότερα είναι περασμένης τεχνολογίας και εισήχθησαν από τις μάντρες μεταχειρισμένων της Κεντρικής Ευρώπης. Μάντρες αυτοκινήτων υπάρχουν πολλές και στο Τέτοβο. Φυσικά, ούτε λόγος για κατασκευή πάρκινγκ, ποδηλατόδρομων ή «δακτυλίου κυκλοφορίας».
Η αστυφιλία και η ανεργία που ακολούθησε τις ταραχές της περιόδου 2000-2001 ερήμωσαν την ύπαιθρο. Δίπλα στα θλιβερά μπλοκ της κομμουνιστικής περιόδου χτίστηκαν σπίτια και δημόσιες υπηρεσίες χωρίς κανέναν απολύτως αστικό σχεδιασμό. Το τσιμέντο κυριαρχεί, στην κεντρική πλατεία και στις βασικές αρτηρίες δεν βλέπεις ούτε ένα δέντρο. Υπάρχει μόλις ένα μικρό πάρκο δίπλα στο λεγόμενο «Χρωματιστό Τζαμί». Τα δάση γύρω από την πόλη αποψιλώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια από ανθρώπους με μέσο εισόδημα στα 280 ευρώ, που προσπαθούν να ζεσταθούν σε θερμοκρασίες έως και -20 βαθμών Κελσίου τον χειμώνα.
Στο μεταξύ, το πιο εντυπωσιακό είναι ότι σπίτια του Τετόβου δεν διαθέτουν κεντρική θέρμανση. Υπολογίζεται ότι εννέα στους δέκα χρησιμοποιούν καυσόξυλα για να ζεσταθούν.
Ο Αφρίμ Ιλιάζι μάς υποδέχτηκε στο σπίτι του. Είναι ένας έξυπνος και εγκάρδιος 34χρονος, που απέκτησε με τη σύζυγό του τρία παιδιά. Εργάζεται σε καφέ και ετοιμάζεται να ανοίξει κατάστημα ρούχων, τα οποία αγοράζει από την Τουρκία. Κόβει ξύλα στην αυλή και ύστερα καθόμαστε όλοι μαζί απέναντι από την ξυλόσομπα που μπουμπουνίζει και μια μεγάλη τηλεόραση που μεταδίδει χωρίς φωνή στιγμιότυπα μπάσκετ.
«Αγοράζω τα ξύλα προς 60 ευρώ το κυβικό μέτρο. Τους τρεις μήνες του χειμώνα που κάνει κρύο, καίω περίπου 10 κυβικά μέτρα», λέει ο Ιλιάζι. Ελάχιστοι χρησιμοποιούν κλιματιστικά και θερμάστρες λόγω κόστους, και πιο λίγοι κάρβουνο. Βραδιάζει και σε λίγη ώρα οι ξυλόσομπες θα ανάψουν μία μία σαν βουβό σύνθημα. Ο ουρανός στο Τέτοβο θα σκοτεινιάσει πιο γρήγορα.
Ρεπορτάζ: ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΚΟΥΜΑΚΑΣ
Φωτογραφίες: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ
Για το περιοδικό «K» και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 26.03.2017