Τους αντιλήφθηκαν αργά, όταν είχαν στρέψει τις κάννες εναντίον τους. Τέλη Μαρτίου, 3.30 τα ξημερώματα, ένα πειρατικό ταχύπλοο με δύο εξωλέμβιες μηχανές και εννέα οπλισμένους άνδρες επιτέθηκε σε αλιευτικό σκάφος στον κόλπο της Γουινέας. Απήγαγαν τρεις Κορεάτες από το πλήρωμα και έβαλαν πλώρη για τις ακτές της Νιγηρίας. Ηταν το τρίτο τους ρεσάλτο την ίδια βραδιά. Μαζί τους κουβαλούσαν ήδη δύο ομήρους, έναν Ελληνα και έναν Γκανέζο ναυτικό από προηγούμενο χτύπημα.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο αλιευτικό γινόταν στόχος. Στις 5 Ιουνίου 2014 άλλοι πειρατές επιβιβάστηκαν σε αυτό, έδεσαν το πλήρωμα, κατέστρεψαν τους ασυρμάτους του και κατευθύνθηκαν πάλι προς τη Νιγηρία. Εκείνη η ομηρία κράτησε μόλις ένα 24ωρο. Φοβούμενοι ότι τους κατεδίωκε το νιγηριανό ναυτικό, οι πειρατές εγκατέλειψαν τότε το αλιευτικό.
Τον περασμένο Μάρτιο, όμως, οι δράστες της επίθεσης εξαφανίστηκαν με πέντε ομήρους. Στις εβδομάδες που ακολούθησαν 14 τοπικές εταιρείες αλιείας τόνου απείχαν για λόγους ασφαλείας από τις θάλασσες της Δυτικής Αφρικής. Η Κορέα έστειλε πολεμικό πλοίο στην περιοχή και συνέδραμε την πλοιοκτήτρια εταιρεία του ψαράδικου και τις τοπικές αρχές στις διαπραγματεύσεις. Οπως ανέφεραν δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, έναν μήνα μετά οι τρεις Κορεάτες απελευθερώθηκαν – χωρίς να γίνει επισήμως γνωστό εάν δόθηκαν λύτρα. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», όμως, μέχρι και σήμερα συνεχίζεται για περισσότερο από τρεις μήνες η ομηρία του Ελληνα.
Οι πειρατές τους απήγαγαν από παροπλισμένο δεξαμενόπλοιο ελληνικών συμφερόντων, μήκους 57,5 μέτρων, που είχε ταξιδέψει στον κόλπο της Γουινέας το 2014. Δεν είναι ξεκάθαρο, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, εάν οι δύο ναυτικοί είχαν αναλάβει τη φύλαξη ή τη συντήρηση του πλοίου, ούτε για πόσο καιρό ο Ελληνας βρισκόταν στην Αφρική.
Διαρκής απειλή
Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με απόπειρα κατάληψης πλοίου ελληνικών συμφερόντων στο Μπενίν μέσα στο 2018, αλλά και την πρόσφατη εκδίκαση στο Εφετείο Πειραιά αγωγής συγγενών ναυτικού που διεκδικούν αποζημίωση για τον θάνατό του στην ίδια περιοχή, δείχνουν την αυξημένη επικινδυνότητα των θαλάσσιων περασμάτων στη Δυτική Αφρική. Η πειρατεία δεν χάθηκε στη λήθη περασμένων αιώνων. Εξακολουθεί να αποτελεί απειλή στις μέρες μας.
Τους πρώτους έξι μήνες του 2018, βάσει των στοιχείων του Διεθνούς Επιμελητηρίου Εμπορίου, καταγράφηκαν τουλάχιστον 35 επιθέσεις πειρατών στον κόλπο της Γουινέας. Από το 2016 μέχρι και σήμερα, δέκα αντίστοιχα περιστατικά κατά πλοίων ελληνικής πλοιοκτήτριας ή διαχειρίστριας εταιρείας αναφέρθηκαν στην ελληνική ακτοφυλακή, εκ των οποίων τα εννιά σημειώθηκαν στη Δυτική Αφρική. Στην πιο πρόσφατη έρευνά της για την ίδια θαλάσσια περιοχή, η αμερικανική μη κυβερνητική οργάνωση Oceans Beyond Piracy ανέφερε ότι το 2017 πειρατές απήγαγαν 100 ναυτικούς. Περίπου οι μισοί εξ αυτών κρατήθηκαν αιχμάλωτοι από μία εβδομάδα έως και 26 ημέρες.
Πειρατές μετά τη σύλληψή τους στον κόλπο της Γουινέας. (Φωτογραφία: AP)
Η δίκη
Τα χωρικά ύδατα του Μπενίν και της Νιγηρίας έχουν αναγνωριστεί εδώ και πέντε χρόνια από διεθνείς φορείς ως περιοχές υψηλού κινδύνου. Ηταν Απρίλιος του 2011, όταν ελληνικών συμφερόντων δεξαμενόπλοιο αγκυροβόλησε στην Κοτονού, λιμάνι του Μπενίν, για να φορτώσει αμόλυβδη βενζίνη. Παρέμεινε εκεί αναμένοντας οδηγίες, ώσπου στις αρχές του επόμενου μήνα δέχθηκε επίθεση.
Ηταν 3 τα ξημερώματα όταν επτά άνδρες οπλισμένοι με πυροβόλα και μαχαίρια σκαρφάλωσαν με ανεμόσκαλες στο δεξαμενόπλοιο. Φιλιππινέζος ναυτικός που είχε καθήκοντα επιφυλακής στο κατάστρωμα δεν τους αντελήφθη έγκαιρα. Οπως προβλέπεται σε ανάλογες περιπτώσεις οι περισσότεροι συνάδελφοί του κατόρθωσαν να κρυφθούν σε ειδικό τμήμα του πλοίου, εκείνος όμως δεν πρόλαβε να τους ακολουθήσει.
Ενα από τα μέτρα ασφαλείας που προτείνεται σε όσα πλοία κινούνται ανοιχτά της Νιγηρίας, είναι η δημιουργία οχυρωμένου και ασφαλούς χώρου, γνωστού ως citadel. Κανονικά αυτός ο χώρος πρέπει να είναι εξοπλισμένος με δορυφορικό τηλέφωνο, ασύρματο, αλλά και σύστημα χειρισμού του πλοίου σε περίπτωση ρεσάλτου.
Οι πειρατές πυροβόλησαν στις καμπίνες του πληρώματος, έκλεψαν χρήματα και άλλα αντικείμενα και απήγαγαν τον Φιλιππινέζο ναυτικό για να εξασφαλίσουν την απρόσκοπτη διαφυγή τους. Τρεις ημέρες αργότερα ο ναυτικός βρέθηκε σε παραλία του Μπενίν, νεκρός από πυροβολισμό. Τα αδέλφια του προσέφυγαν στα ελληνικά δικαστήρια κατά των εταιρειών του πλοίου, υποστηρίζοντας ότι ο θάνατος του ναυτικού ήταν εργατικό ατύχημα. Το 2017 τους επιδικάστηκε αποζημίωση σε πρώτο βαθμό. Η υπόθεση εξετάστηκε εκ νέου τον περασμένο Μάιο στο Εφετείο Πειραιά και εκκρεμεί η σχετική απόφαση.
Στόχευσαν το ίδιο πλοίο τέσσερις φορές
Η κατασκευή «οχυρού» μέσα στα πλοία είναι ένα από τα μέτρα άμυνας που προτείνεται για την αντιμετώπιση της πειρατείας. Αλλη γραμμή άμυνας περιλαμβάνει την τοποθέτηση αγκαθωτού συρματοπλέγματος και τη χρήση λάστιχων με συνεχή εκτόξευση νερού στην πρύμνη, ώστε να μην μπορούν να ανέβουν οι πειρατές στο κατάστρωμα.
Σύμφωνα με σχέδια ασφαλείας πλοίων που είναι σε γνώση της «Κ», προβλέπεται σειρά προφυλάξεων απέναντι σε επιθέσεις αυτού του είδους. Πέρα από τη διαρκή φυσική επιτήρηση προτείνεται η λειτουργία ραντάρ που θα ελέγχει εάν προσεγγίζουν σε απόσταση μικρότερη των δύο μιλίων από την πρύμνη μικρά ταχύπλοα. Σε περίπτωση επίθεσης, η ενεργοποίηση δυνατού συναγερμού, η χρήση φακών για να τυφλωθούν οι επίδοξοι εισβολείς, ο έντονος φωτισμός του πλοίου, η αύξηση της ταχύτητας ή η μεταβολή της πορείας του πλοίου –εφόσον αυτό είναι εφικτό– μπορεί αν αποδειχθούν σωτήρια.
Σε κάποιες περιπτώσεις στα επικίνδυνα περάσματα χρησιμοποιούνται και ειδικοί, ένοπλοι φρουροί. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε να αποκρούσει επιθέσεις πειρατών και ένα ελληνικών συμφερόντων δεξαμενόπλοιο. Τον Μάρτιο του 2016, το συγκεκριμένο δεξαμενόπλοιο με σημαία Παναμά έπλεε 32 ναυτικά μίλια νοτιοδυτικά του νησιού Bonny, στα ανοιχτά της Νιγηρίας, όταν δέχθηκε επίθεση δέκα πειρατών. Τέσσερα μέλη του πληρώματος, οι τρεις εκ των οποίων Ελληνες, απήχθησαν και απελευθερώθηκαν σχεδόν έναν μήνα αργότερα. Τις επόμενες εβδομάδες, όμως, η πορεία του δεξαμενοπλοίου στην ίδια περιοχή δεν ήταν ανέφελη.
Ερευνα της «Κ» στη λίστα περιστατικών πειρατείας και ένοπλων ληστειών, που διατηρεί ο Διεθνής Οργανισμός Ναυσιπλοΐας (IMO), δείχνει ότι το ίδιο πλοίο δέχθηκε άλλες τρεις διαδοχικές επιθέσεις πειρατών αμέσως μετά την απελευθέρωση των ομήρων. Την 1η Απριλίου 2016 ακόμη ένα μαύρο ταχύπλοο προσέγγισε επικίνδυνα το δεξαμενόπλοιο. Σύμφωνα με την αναφορά του περιστατικού στον IMO, στο ταχύπλοο επέβαιναν εννέα πειρατές οπλισμένοι με καλάσνικοφ. Πυροβόλησαν εναντίον του πλοίου και προσπάθησαν με σχοινιά και σκάλες να ανεβούν στο κατάστρωμα. Σήμανε άμεσα συναγερμός, κλειδώθηκαν όλες οι πόρτες εισόδου και τελικά η προσπάθεια των πειρατών απέτυχε.
Μερικές ημέρες αργότερα επιχείρησαν νέο χτύπημα. Πυροβόλησαν, αλλά ο ένοπλος φρουρός του πλοίου ανταπέδωσε τα πυρά. Ο καπετάνιος κατάφερε με επιδέξιες μανούβρες να ξεφύγει. Η τελευταία απόπειρα κατάληψης του ίδιου πλοίου καταγράφηκε σύμφωνα με τον ΙΜΟ στις 4 Μαΐου 2016. Ξανά ο φρουρός αμύνθηκε στα πυρά των πειρατών, κάνοντας χρήση του όπλου του και χάλασε τα σχέδια των εισβολέων.
Επιθέσεις από το 1981
Στον κόσμο της ναυτιλίας, πάντως, παρά τις περιόδους ύφεσης και έξαρσης που περνάει το φαινόμενο της πειρατείας, είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες ότι η θάλασσα ανοιχτά της Νιγηρίας δεν είναι ιδιαίτερα φιλόξενη. Ενδεικτικά, τον Ιούνιο του 1981 μέσα σε μία ημέρα δύο ελληνικά φορτηγά πλοία, το «Εύα» και το «Ευάγγελος», δέχθηκαν επίθεση. Στο πρώτο οι πειρατές δεν μπόρεσαν να εισέλθουν, αλλά στο δεύτερο τραυμάτισαν ελαφρά τον υποπλοίαρχο. Αντίστοιχα, τον Νοέμβριο του 1982 το πλήρωμα του φορτηγού πλοίου «South Wind» βρισκόταν στη ράδα του Λάγος, περιμένοντας να μπει στο λιμάνι για να ξεφορτώσει σιτάρι, όταν εννέα ένοπλοι πειρατές πάτησαν στο κατάστρωμά του. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, συγκέντρωσαν το πλήρωμα στην τραπεζαρία (ανάμεσά τους και 20 Ελληνες ναυτικούς), τους έδεσαν και τους χτύπησαν. Πυροβόλησαν στον αέρα για εκφοβισμό, έκλεψαν χρήματα και προσωπικά είδη και εξαφανίστηκαν.
Αυτό που άλλαξε με τα χρόνια στην ίδια περιοχή δεν είναι μόνο η –ανά περιόδους– συχνότητα των επιθέσεων, αλλά κυρίως η αγριότητά τους. Οπως συνέβη και στις περιπτώσεις άλλων ελληνικών πλοίων συχνά βασικός στόχος των πειρατών δεν είναι η ληστεία, αλλά η απαγωγή ναυτικών.