Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Διασωθέντες και ψυχολόγοι μιλούν στην «Κ» για τους εφιάλτες, τις τύψεις και το αποτύπωμα της φονικής πυρκαγιάς στην ψυχική υγεία.
ΕΡΕΥΝΕΣ 12.08.2018 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ • ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΛΕΞΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ
Το επόμενο πρωί της πυρκαγιάς στο Μάτι Αττικής, ο Σταμάτης Παγώνης κοιτούσε στο διπλανό του οικόπεδο, εκεί όπου είχε απομείνει μόνο μία κορδέλα της αστυνομίας για να θυμίζει το σημείο εντοπισμού μιας σορού. Από την αϋπνία, τον καπνό και την εξάντληση δεν ξεχώριζες το άσπρο των ματιών του. Θα περνούσε άλλη μία νύχτα εκεί με το ίδιο κατακόκκινο βλέμμα, φύλακας στην αυλή του, φοβούμενος το πλιάτσικο. Οι εφιάλτες δεν είχαν ξεκινήσει ακόμα.
«Ξυπνάμε στον ύπνο μας. Και εγώ ξυπνάω και βλέπω φλόγες», λέει ο κ. Παγώνης όταν μιλάμε ξανά, σχεδόν τρεις εβδομάδες μετά το πέρασμα της φωτιάς στη γειτονιά του και την πρώτη μας συνάντηση. Το απόγευμα της 23ης Ιουλίου δεν ακολούθησε τη σύζυγό του προς τη θάλασσα. Έμεινε πίσω για να σώσει το σπίτι του, παραδέχεται ότι ήταν τυχερός που γλίτωσε και ο ίδιος.
«Όταν βλέπεις μπροστά σου φλόγα που φτάνει τα 20 μέτρα ύψος τρελαίνεσαι το βράδυ. Νομίζεις ότι θα σε φάει ένα τέρας, που ξεπηδάει σαν τη Λερναία Υδρα», λέει.
Αυτές τις ημέρες ο αέρας παραμένει πηχτός στο Μάτι. Μπορεί τα καμένα αυτοκίνητα να μαζεύτηκαν, εναερίτες να σκαρφαλώνουν σε στύλους της ΔΕΗ και υλοτόμοι να απομακρύνουν –με αργούς ρυθμούς– τα αποκαΐδια, τα σημάδια της καταστροφής, όμως, είναι ακόμη εμφανή ολόγυρα.
Αυτό που δεν είναι άμεσα ορατό, είναι το ψυχικό τραύμα σε όσους έζησαν το κυνήγι της φωτιάς. Οι εφιάλτες, οι εκδηλώσεις άγχους, αλλά και σε ορισμένους η αδυναμία έκφρασης συναισθήματος. Μιλώντας με επιζήσαντες και ψυχολόγους που επιχείρησαν στην περιοχή, η «Κ» σκιαγραφεί το αποτύπωμα στην ψυχική υγεία διασωθέντων και διασωστών.
Ο Πάνος Δούρος, ψυχολόγος και συντονιστής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στους Γιατρούς του Κόσμου, βρέθηκε στο Μάτι μαζί με άλλους συναδέλφους του το πρωί μετά την καταστροφή για να παράσχει πρώτες βοήθειες ψυχολογικής παρέμβασης. Πρόκειται για τεχνικές που στοχεύουν στη μείωση μιας οξείας κατάστασης στρες ή θλίψης μέσω της ενεργητικής ακρόασης. Είχε ήδη κάνει κάτι αντίστοιχο το 2017, με πληγέντες του σεισμού στη Βρίσα της Λέσβου.
Στο Μάτι συνάντησε το επόμενο πρωί έναν άνδρα και μία γυναίκα που είχαν καταστραφεί οι μόνιμες κατοικίες τους. Είχαν μείνει χωρίς κινητά τηλέφωνα, μόνο με τα καπνισμένα ρούχα που φορούσαν. Ήταν αποπροσανατολισμένοι και έμοιαζε να μην έχουν συλλάβει πλήρως τι είχε συμβεί.
«Η κυρία είχε μια απάθεια, σα να μην ήξερε πού βρισκόταν μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Η αντίδρασή της στα εξωτερικά ερεθίσματα ήταν αργοπορημένη», λέει στην «Κ» περιγράφοντας τα σημάδια του σοκ που εμφάνιζε αυτή η γυναίκα. Οι συνομιλίες μαζί της, όπως και με τον άστεγο πλέον άνδρα, κράτησαν από ένα μισάωρο.
«Σκοπός εκείνη τη στιγμή είναι να αισθανθούν ασφάλεια», εξηγεί ο ψυχολόγος.
Οι ειδικοί ψυχικής υγείας των Γιατρών του Κόσμου περπάτησαν στις γειτονιές αναζητώντας πόρτα πόρτα άλλους πληγέντες. «Είχαμε και μια συμβουλευτική για τη διαχείριση πένθους και ένα περιστατικό που πιθανότατα να εμφανίζει πρόδρομα στοιχεία διαταραχής μετατραυματικού στρες όπως εφιάλτες και διακεκομμένο ύπνο και έντονες αναβιώσεις μέσα στην ημέρα του γεγονότος», λέει ο κ. Δούρος.
Ο ίδιος, αλλά και άλλοι ειδικοί που μίλησαν στην «Κ», εξηγούν ότι δεν είναι απαραίτητο να αναπτύξουν μετατραυματικό στρες (PTSD) όλοι όσοι έχουν εκτεθεί άμεσα στις εικόνες της καταστροφής. Επισημαίνουν ακόμη ότι σε κάποιες περιπτώσεις εάν προϋπήρχε ψυχοπαθολογία μπορεί μετά την καταστροφή να επιδεινωθεί.
«Αρκετοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι συνέβη. Είναι σκληρές οι εικόνες στις οποίες εκτέθηκαν και εξακολουθούν να βλέπουν. Πρέπει να δώσουν χρόνο στον εαυτό τους για να επανέλθουν», λέει η ψυχολόγος Νατάσα Γεωργιοπούλου που βρέθηκε στην περιοχή με συναδέλφους της στον Δήμο Αθηναίων από τη δομή φιλοξενίας προσφύγων στον Ελαιώνα.
«Τα παιδιά έχουν υποστεί τραύμα το οποίο χρήζει παρακολούθησης. Αρκετές οικογένειες μας είπαν ότι τα παιδιά τους βλέπουν εφιάλτες», προσθέτει. Η τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης 11525 «Μαζί για το Παιδί», δέχεται ήδη κλήσεις γονέων, ενώ η οργάνωση «Μέριμνα» προετοιμάζεται για συμβουλευτικές συνεδρίες στα σχολεία της ευρύτερης περιοχής.
Η Κατερίνα Μαλά, κάτοικος της περιοχής, θυμάται ότι τις πρώτες τρεις ημέρες μετά τη φωτιά ο κόσμος «ήταν σε υπερδιέγερση» και μοιραζόταν πιο εύκολα ό,τι είχε ζήσει. «Όσοι βίωσαν τις πιο βίαιες σκηνές άρχισαν μετά να σωπαίνουν. Υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα δεν έχουν κλάψει. Κρατάνε μέσα τους όλη την ένταση», παρατηρεί. Αυτή τη στιγμή, όπως διαπιστώνει η ίδια, ακόμη και το να αποκτήσει πάλι ρεύμα ένα σπίτι είναι πολύ σημαντικό, προσφέρει ανακούφιση.
Ο 19χρονος γιος της Τζώρτζης Χατζηαναστασιάδης βγήκε από τη θάλασσα στο Μάτι στις 3.30 τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου, όταν πλέον είχε κοπάσει η φωτιά. Ήθελε να δει τι είχε απομείνει. «Ήταν το τέλος του κόσμου. Ούτε η φαντασία μου μπορούσε να δημιουργήσει όσα έβλεπα. Στην οδό Χρυσανθέμων, στον πρώτο δρόμο στα αριστερά του λιμανιού, ένας φίλος μου σκόνταψε σε πτώμα. Δίσταζα να το κοιτάξω, αλλά το είδα. Από τότε, νέκρωσα», λέει.
«Λειτουργώ μηχανικά, σαν ρομπότ, σα να έχασα τη ψυχή μου. Έχω δει τη φωτιά τρεις φορές στον ύπνο μου. Δεν έχω κλάψει ούτε μία φορά ούτε είχα την πολυτέλεια να το κάνω».
Τις επόμενες ημέρες λέει ότι περπάτησε παραλιακά μέσα στο νερό, παράλληλα με τα βράχια μήπως και έβρισκε κάποιον αγνοούμενο στους μικρούς κολπίσκους της περιοχής σε περίπτωση που οι διασώστες δεν κατάφερναν να προσεγγίσουν αυτά τα σημεία. Το θεωρούσε χρέος του, λέει, να βοηθήσει.
Από τις 26 Ιουλίου, για τουλάχιστον μία εβδομάδα, κάθε πρωί στις 9.30 πραγματοποιείτο σύσκεψη στο δημαρχείο Ραφήνας μεταξύ των εμπλεκομένων μη κυβερνητικών οργανώσεων και του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης για το ζήτημα της ψυχολογικής υποστήριξης πληγέντων. Πλέον, αυτές οι συσκέψεις γίνονται δύο φορές την εβδομάδα. Η περιοχή μοιράστηκε σε ζώνες δράσης ώστε να μην υπάρχει επικάλυψη φορέων.
Μέχρι και την περασμένη Τετάρτη, οι Γιατροί του Κόσμου είχαν δει συνολικά 271 ανθρώπους. Εξ αυτών οι 69 έλαβαν ψυχοκοινωνική στήριξη και οι 27 δέχθηκαν αμιγώς τη βοήθεια ψυχολόγου. Μεταξύ αυτών που είδαν στο Μάτι ήταν και μια ηλικιωμένη με κινητικά προβλήματα που έξι ημέρες μετά την πυρκαγιά παρέμενε στο σπίτι της χωρίς εντοπισμό. Δεν είχε λάβει καμία βοήθεια μέχρι τότε από γιατρό ή ψυχολόγο και το ένα τρίτο της οικίας της είχε καταστραφεί από τη φωτιά. Τελικά μεταφέρθηκε στο Κέντρο Υγείας. Το πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής στήριξης της οργάνωσης θα συνεχιστεί μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου.
Πέρα από τις οργανώσεις και ιδιώτες ειδικοί ψυχικής έσπευσαν να βοηθήσουν. Ο ψυχολόγος Γιάννης Μάλλιαρης έλαβε την πρωτοβουλία να συγκεντρώσει όσους ήθελαν να συνδράμουν εθελοντικά. Ο Δήμος Ραφήνας τους παραχώρησε ένα γραφείο στο Πνευματικό Κέντρο. Εκεί συναντάμε τον ίδιο και άλλα τρία μέλη της ομάδας. Τις προηγούμενες ημέρες είχαν μοιράσει χαρτάκια με έναν τηλεφωνικό αριθμό σε διασωθέντες και διασώστες σε περίπτωση που ήθελαν να μιλήσουν σε κάποιον ειδικό.
Ο κ. Μάλλιαρης εξηγεί ότι χρειάζεται προσοχή, να μη δημιουργείται η εικόνα ότι υφίσταται για όλους μια επείγουσα ιατρική ανάγκη για να μην επιδεινωθεί το βίωμα και θέτει το ζήτημα της παρακολούθησης σε βάθος χρόνου. Παρά τη μεγάλη προσφορά βοήθειας σε θέματα ψυχικής υγείας, οι εθελοντές διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχει μεγάλη ζήτηση.
Όπως φάνηκε στη γενική συνέλευση των πληγέντων το βράδυ της περασμένης Τετάρτης προέχουν πρακτικά ζητήματα αποκατάστασης των ζημιών, απομάκρυνσης των μπάζων, συλλογικής διεκδίκησης αποζημιώσεων. «Θα έρθει μια μητέρα για το παιδί της και ο γείτονας για τον γείτονα. Πιο εύκολα θα ζητήσει κάποιος βοήθεια για τους άλλους παρά για τον εαυτό του», λέει η εθελόντρια ψυχολόγος Ρενέ Παπασπύρου.
Το ψυχικό τραύμα αποτυπώνεται και στους διασώστες. «Οι πυροσβέστες είναι οι πρώτοι ανταποκριτές. Θεωρούνται δευτερογενή θύματα. Μέσα σε έξι ή οκτώ ώρες μετά την έκθεσή τους στο συμβάν είναι πιθανό να αναπτύξουν συμπτωματολογία παρόμοια με τα πρωτογενή θύματα», λέει στην «Κ» ο υποπυραγός-ψυχολόγος Ιωάννης Ανδρουτσάκος, μέλος του γραφείου Ψυχοκοινωνικής Μέριμνας του Πυροσβεστικού Σώματος.
Ένα μήνα μετά την καταστροφική πυρκαγιά στην Ηλεία το 2007, η Α΄ Ψυχιατρική Κλινική του Αιγινήτειου Νοσοκομείου πραγματοποίησε συνεντεύξεις με 102 πυροσβέστες που βρέθηκαν στην πληγείσα περιοχή. Η έρευνα ανίχνευσε σημάδια μετατραυματικής διαταραχής σε 19 πυροσβέστες εκ των οποίων οι 12 ήταν εποχικοί.
Το γραφείο Ψυχοκοινωνικής Μέριμνας της Πυροσβεστικής συστάθηκε την άνοιξη του 2017 και κλήθηκε να συνδράμει συγγενείς θυμάτων μαζικής καταστροφής στην πλημμύρα της Μάνδρας τον περασμένο Νοέμβριο. Το βράδυ της φωτιάς στο Μάτι, η προϊσταμένη του γραφείου αντιπύραρχος- κοινωνική λειτουργός Καλλιόπη Βηλαρά, μετέβη στο σημείο. Από το επόμενο πρωί μέχρι και την 1η Αυγούστου οι συνάδελφοί της στην υπηρεσία υποδέχονταν συγγενείς θυμάτων και αγνοουμένων στο νεκροτομείο σε συνεργασία με ψυχολόγους της Αστυνομίας και ομάδα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής.
Το δεύτερο στάδιο της παρέμβασής τους ξεκίνησε στις 2 Αυγούστου και είναι ακόμη σε εξέλιξη. Επισκέπτονται πυροσβεστικούς σταθμούς που ενεπλάκησαν στη διαχείριση της φωτιάς στην Ανατολική Αττική. Εκεί συζητούν με το προσωπικό σε γκρουπ των 8-10 ατόμων που αποκαλούνται «ομάδες diffusing» (εκτόνωσης πλεονάζοντος συναισθήματος). Κάθε συνάντηση διαρκεί συνήθως 45-60 λεπτά.
«Επικεντρωνόμαστε στο συναίσθημα, όχι στο επιχειρησιακό κομμάτι. Συζητάμε για το πώς βίωσαν το στρεσογόνο συμβάν», λέει στην «Κ» η επιπυραγός-ψυχολόγος Γεωργία Σωτηροπούλου. «Σκοπός είναι η συμβουλευτική διαχείριση της κρίσης, η συναισθηματική ισορροπία, η ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας του ατόμου». Δεύτερος γύρος αντίστοιχων συναντήσεων θα πραγματοποιηθεί και μετά τον Αύγουστο.
«Μιλούν για την αυταπάρνηση και τον επαγγελματισμό που έπρεπε να δείξουν, παρά τις εικόνες φρίκης. Κανείς δεν σκέφθηκε να γυρίσει πίσω», λέει η πυραγός-ψυχολόγος Σοφία Κορώνη. Πυροσβέστες επικοινωνούν και τηλεφωνικά με τη συγκεκριμένη υπηρεσία για ιδιωτικές συναντήσεις.
«Είναι δεκτικοί, δεν το βλέπουν ως απειλή στην ταυτότητά τους. Δεν υπάρχει πλέον το στερεότυπο του άτρωτου πυροσβέστη», προσθέτει η κ. Σωτηροπούλου.
Άλλοι ειδικοί ψυχικής υγείας μη κυβερνητικών οργανώσεων που εργάστηκαν αυτές τις ημέρες στην πληγείσα περιοχή εξηγούν ότι είναι πιθανό σε κάποιες περιπτώσεις οι διασωθέντες να εμφανίσουν ενοχές, το αποκαλούμενο «survivor’s guilt».
Την επομένη της πυρκαγιάς μία από τους επιζήσαντες είχε μιλήσει για τις τύψεις της στην «Κ». Είπε ότι αντιλήφθηκε εγκαίρως τις καύτρες στο σπίτι της, ψηλά στην είσοδο του Ματιού. Πρόλαβε να φύγει με το αυτοκίνητο και είδε κόσμο στον παραλιακό δρόμο, κάποιους να παρατηρούν από μακριά τον καπνό. Μετανιώνει, είπε, που δεν κατέβασε το παράθυρο του αυτοκινήτου να φωνάξει «φύγετε».
Ούτε το πένθος είναι ίδιο για όλους. Κοινωνικός λειτουργός που μίλησε στην «Κ» θυμάται την περίπτωση μιας ηλικιωμένης στο Μάτι. Δεν είχε συγγενικό περιβάλλον και καταστράφηκε ολοσχερώς το σπίτι της στη φωτιά. Η ίδια μετά την καταστροφή μιλούσε κυρίως για το φωτογραφικό άλμπουμ της που χάθηκε στις φλόγες. Είχε παλιές φωτογραφίες του συζύγου της –τις μοναδικές– και εκείνη, είχε μάθει να ζει μέσα από αυτές, μέσω της μνήμης.
Ρεπορτάζ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Για την Kαθημερινή της Κυριακής και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 12.08.2018