Οταν μεσούσης της κρίσης, πριν από μια δεκαετία, είχε δημιουργηθεί ειδικός φορέας ακινήτων («Παράκτιο Μέτωπο Αττικής») για την αξιοποίηση «φιλέτων» του δημοσίου και άλλων φορέων του ευρύτερου δημοσίου τομέα, κατά μήκος του παραλιακού μετώπου της Αττικής, οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες.
Λίγοι ήταν σε θέση να οραματιστούν την αλλαγή που απαιτούνταν, ώστε να φτάσει όλη η ακτογραμμή από το ΣΕΦ μέχρι το Σούνιο, να θεωρείται σήμερα ένα από τα πλέον περιζήτητα «φιλέτα» σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η χώρα βρισκόταν στο απόγειο της κρίσης χρέους, τα εισοδήματα των νοικοκυριών κατέγραφαν έντονα πτωτική πορεία και υπήρχε βαθύ έλλειμμα εμπιστοσύνης στους σχεδιασμούς του δημοσίου, για την άντληση περισσότερων εσόδων, ώστε να μην απαιτούνται διαρκώς νέα μέτρα επιβάρυνσης των νοικοκυριών. Οι αξίες των κατοικιών διέγραφαν έντονα πτωτική πορεία και η ελληνική οικονομία αποτελούσε «πεδίον δόξης λαμπρόν» αποκλειστικά και μόνο για «τολμηρούς» επενδυτές, με αποκλειστικά κερδοσκοπικό χαρακτήρα.
Κάπως έτσι, όταν οι τότε πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες έκαναν δημόσιες αναφορές στην «Αθηναϊκή Ριβιέρα», ως ένα αναξιοποίητο τμήμα της Αττικής, το οποίο θα μπορούσε να αποδώσει σημαντική προστιθέμενη αξία στην οικονομία, αντιμετωπίζονταν κυρίως ειρωνικά.
Η εικόνα σήμερα είναι εκ διαμέτρου αντίθετη.
Ο όρος Αθηναϊκή Ριβιέρα δεν αποτελεί ένα επικοινωνιακό «τρικ», αλλά ένας καθιερωμένος όρος μεταξύ των ξένων επενδυτών και αγοραστών ακινήτων, οι οποίοι αναγνωρίζουν ότι το παράκτιο μέτωπο της Αττικής, αποτελεί ιδανικό προορισμό για την αγορά κατοικιών, εντός μιας ανερχόμενης ευρωπαϊκής μητρόπολης, με θέα την θάλασσα. Για να φτάσει στο σημείο αυτό η αγορά κατοικίας στην περιοχή, εξασφαλίζοντας τιμές πώλησης που ξεπερνούν ακόμα και τα 20.000 ευρώ/τ.μ. σε κάποιες περιπτώσεις υπερπολυτελών κατασκευών, προηγήθηκαν σημαντικές πρωτοβουλίες, όπως επενδύσεις στο οδικό δίκτυο (π.χ. Δέλτα Φαλήρου), έργα αξιοποίησης μαρινών (π.χ. Φλοίσβου), εμβληματικές επενδύσεις, όπως το Κέντρο Πολιτισμού – Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και η έναρξη της υλοποίησης του έργου του Ελληνικού. Εργα που λειτουργούν ήδη ως «καταλύτες κι επιταχυντές εξελίξεων» για το σύνολο της Αθηναϊκής Ριβιέρας.
Eτσι, ακόμα κι αν το σχέδιο για την οργανωμένη αξιοποίηση των δημόσιων ακινήτων κατά μήκος της Αθηναϊκής Ριβιέρα δεν ευοδώθηκε ποτέ, οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες ιδιωτικών, αλλά και δημοσίων φορέων, σε συνδυασμό με την σταδιακή αποκατάσταση της διεθνούς εικόνας της χώρας και της οικονομίας της εκτός συνόρων, ήταν αρκετά ώστε να διαμορφώσουν την σημερινή πραγματικότητα, έντονης επενδυτικής δραστηριότητας και εκτόξευσης της ζήτησης για την αγορά κατοικίας κατά μήκος του παραλιακού μετώπου.
Oι τιμές πώλησης σύγχρονων οικιστικών κατασκευών (έως 10 χρόνια) εκκινούν από τα 3.000 ευρώ/τ.μ. στην περιοχή της Αναβύσσου και φτάνουν έως και τα 8.200 ευρώ/τ.μ. στην περιοχή της Βουλιαγμένης
Μέχρι και 24% σε μόλις 12 μήνες έχουν αυξηθεί οι τιμές πώλησης κατοικιών κατά μήκος της Αθηναϊκής Ριβιέρας, εξέλιξη που ασφαλώς εξηγείται από την σταθερά υψηλή αύξηση της ζήτησης, τόσο από ξένους, όσο και από Eλληνες αγοραστές. Το γεγονός μάλιστα, ότι κάθε περιοχή κατά μήκος του παράκτιου μετώπου εμφανίζει διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά και προδιαγραφές κατοικιών, επιτρέπει σε κάθε ενδιαφερόμενο να βρει αυτό που ταιριάζει καλύτερα τόσο στις προτιμήσεις του, όσο και στις οικονομικές του δυνατότητες.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρείχε για λογαριασμό της «Κ», το δίκτυο Spitogatos (www.spitogatos.gr), οι τιμές πώλησης σύγχρονων οικιστικών κατασκευών (έως 10 χρόνια) εκκινούν από τα 3.000 ευρώ/τ.μ. στην περιοχή της Αναβύσσου και φτάνουν έως και τα 8.200 ευρώ/τ.μ. στην περιοχή της Βουλιαγμένης, που ανέκαθεν ήταν και από τις ακριβότερες συνοικίες όχι μόνο της Αττικής, αλλά και συνολικά της χώρας.
Σημειωτέον ότι στην Βουλιαγμένη και ιδίως στο τμήμα που βρίσκεται προς την παραλιακή της πλευρά, δεν υπάρχουν ουσιαστικά νεόδμητες κατασκευές, μιας και δεν υπάρχουν άλλα οικοδομήσιμα οικόπεδα. Ως εκ τούτου, η ζήτηση και η εξαιρετικά περιορισμένη προσφορά, έχουν ως αποτέλεσμα οι τιμές πώλησης να έχουν αυξηθεί κατά 64% μέσα σε μόλις λίγα χρόνια, από το 2019 έως και σήμερα. Στο σύνολο των πωλούμενων κατοικιών της ίδιας περιοχής, η αύξηση αγγίζει το 56% την ίδια περίοδο, από τα 4.125 ευρώ/τ.μ. του 2019 στα 6.442 ευρώ/τ.μ.
Σε πρόσφατη ανάλυση εταιρείας παροχής υπηρεσιών ακινήτων, αναφέρεται ότι παρότι η Αθηναϊκή Ριβιέρα συγκεντρώνει μερικά από τα ακριβότερα ακίνητα της Ελλάδα, εντούτοις οι τιμές πώλησης παραμένουν χαμηλότερες σε σχέση με αντίστοιχους προορισμούς στην Ευρώπη, δηλαδή παραθαλάσσιους κι εντός του κεντρικού αστικού ιστού της πόλης. Oπως τονίζεται, η Αθήνα διατηρεί συγκριτικά χαμηλές τιμές κατοικιών και οι επενδυτές βλέπουν την αγορά της, ως ευκαιρία, δεδομένου ότι εδώ εξασφαλίζουν αποδόσεις της τάξεως του 5%, όταν στις περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν ξεπερνούν το 3%».
Σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ανάπτυξη της εν λόγω περιοχής, θα διαδραματίσει και το έργο στο Ελληνικό, όπου θα κατασκευαστούν 8.000 νέες κατοικίες μέχρι και το 2037.
Η συνολική επιφάνεια των οικιστικών έργων θα ανέλθει σε 1,2 εκατ. τ.μ., εκ των οποίων τα 900.000 τ.μ. από το 2027 και μετά. Οι πιο προσιτές τιμές θα αφορούν διαμερίσματα συνολικής επιφάνειας 100.000 τ.μ. και μέσης τιμής πώλησης 5.900 ευρώ/τ.μ.
Αυτήν την περίοδο στην Αθηναϊκή Ριβιέρα αγοράζονται και κατοικίες για χρήση εξοχικού κυρίως από από Γερμανούς, Αυστριακούς και Ελβετούς οι οποίοι αναζητούν ακίνητα πολύ υψηλών προδιαγραφών
Εκτός όμως από το αγοραστικό ενδιαφέρον για μόνιμη διαμονή, η απήχηση της Αθηναϊκής Ριβιέρας, είναι πλέον τέτοια, ώστε υπάρχει ζήτηση και για χρήση δευτερεύουσας/εξοχικής κατοικίας. Σύμφωνα με έτερη έκθεση αλυσίδας μεσιτικών γραφείων αυτήν την περίοδο, στην Αθηναϊκή Ριβιέρα αγοράζονται και κατοικίες για χρήση εξοχικού. Οι Γερμανοί, Αυστριακοί κι Ελβετοί επενδυτές πρωταγωνιστούν, ενώ ακολουθούν Αμερικανοί, Βρετανοί, Ισπανοί και Γάλλοι αγοραστές.
Αναζητούν ακίνητα πολύ υψηλών προδιαγραφών
Οι αγοραστές στην ευρύτερη περιοχή αναζητούν ακίνητα πολύ υψηλών προδιαγραφών, όπως πισίνες, πρόσβαση και θέα στην θάλασσα. Επίσης, επιθυμούν η κατοικία που θα αγοράσουν να προσφέρει ιδιωτικότητα, ασφάλεια και εγγύτητα με το κέντρο της Αθήνας, όπως και με το διεθνές αεροδρόμιο. Οι αγοραστές εστιάζουν είτε σε νεόδμητα ή έστω πλήρως ανακαινισμένα ακίνητα, ή εναλλακτικά σε μη ανακαινισμένα ακίνητα, που όμως να προσφέρουν θέα ή εγγύτητα με την θάλασσα.
Σύμφωνα με την σχετική ανάλυση, η αγορά ακινήτων, σε όλο το μήκος του παραλιακού μετώπου της Αττικής έχει εξελιχθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών, με αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας σε περιοχές, όπως η Γλυφάδα, η Βούλα και το Ελληνικό, με κατεδαφίσεις παλιών κτιρίων και την ανέγερση νέων, μοντέρνων συγκροτημάτων κατοικίας, υψηλής ενεργειακής απόδοσης και υψηλής ποιότητας», τονίζεται χαρακτηριστικά. Επιπλέον, η αγορά της δευτερεύουσας κατοικίας στην Αθηναϊκή Ριβιέρα αναμένεται να παραμείνει ιδιαίτερα ισχυρή κατά τα επόμενα χρόνια, καθώς αυξάνεται συνεχώς η δημοφιλία της, αναπτύσσονται νέα και πολυτελή ακίνητα και ενισχύεται το αγοραστικό ενδιαφέρον για την περιοχή.