Γιώργος Θερίου*
Τα τελευταία τρία χρόνια το εργασιακό τοπίο παγκοσμίως αναδιαμορφώθηκε από ένα δύσκολο μείγμα υγειονομικής, οικονομικής και γεωπολιτικής αστάθειας και έντονων περιβαλλοντικών και κοινωνικών πιέσεων.
Μεταξύ άλλων, η πανδημία επιτάχυνε τάσεις που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη, όπως η ψηφιοποίηση της εργασίας και ο μετασχηματισμός των επιχειρήσεων ως αναγκαιότητα της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Παράλληλα έφερε εντάσεις που υπέβοσκαν από καιρό γύρω από τις μεταβαλλόμενες προσδοκίες του ανθρώπινου δυναμικού, τη δυσαρέσκεια για τις συνθήκες εργασίας, τις αμοιβές και την ηγεσία.
Σε αυτό το νέο εργασιακό πλαίσιο, γεννήθηκαν ιδιαίτερα δημοφιλείς όροι όπως η «μεγάλη παραίτηση» κατά τη διάρκεια της πανδημίας και λίγο αργότερα η «σιωπηρή παραίτηση».
Η συνεχής υιοθέτηση νέων λέξεων φαίνεται να αντικατοπτρίζει την προσπάθεια της ανθρωπότητας να κατανοήσει καλύτερα την ίδια τη φύση της εργασίας που υφίσταται σημαντικές μεταβολές εδώ και καιρό.
Δεν είναι εύκολο να διακρίνει κανείς με απόλυτη βεβαιότητα τι υπήρχε προηγουμένως και τι νέο κομίζει καθένας από αυτούς τους όρους. Στην πραγματικότητα όμως, η συνεχής υιοθέτηση νέων λέξεων που σχετίζονται με την εργασία φαίνεται να αντικατοπτρίζει την προσπάθεια της ανθρωπότητας να κατανοήσει καλύτερα την ίδια την φύση της εργασίας που υφίσταται σημαντικές μεταβολές εδώ και καιρό.
Αυτές οι αλλαγές επιταχύνθηκαν δραστικά με την έλευση της πανδημίας, προκαλώντας έντονες αντιθέσεις (παράδοξα) που δημιουργούν σύγχυση στις στάσεις των εργαζομένων: ύφεση αλλά και μεγάλος αριθμός ακάλυπτων θέσεων εργασίας, έμφαση σε αυξημένους μισθούς και στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων «του αύριο» αλλά και μειωμένες λειτουργικές δαπάνες, εργασία από το σπίτι για ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής αλλά και τελικά ανισορροπία. Η λίστα είναι εκτενής.
Από τη μεγάλη παραίτηση στη σιωπηρή παραίτηση
Η πανδημία έδωσε το έναυσμα σε πολλούς εργαζόμενους να προβληματισθούν σχετικά με τη σταδιοδρομία τους και να απορρίψουν θέσεις εργασίας «τοξικές» για την προσωπική αυτοεκτίμηση και την ευημερία τους.
Αυτή η ξαφνική αλλαγή στη στάση των εργαζομένων, που ονομάστηκε «μεγάλη παραίτηση» (για πρώτη φορά από τον Anthony Kiotz του ULC School of Management), αναδείχθηκε από τις μαζικές παραιτήσεις σε αρκετούς τομείς. Ιδιαίτερα αφορούσε τις χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας που ανεστάλησαν λόγω της πανδημίας και τις θέσεις εργασίας που τέθηκαν υπό αυξημένη πίεση, λόγω των απαιτητικών υγειονομικών κανονισμών τα χρόνια της πανδημίας.
Στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 2022 υπήρχαν ελλείψεις σχεδόν 50.000 εργαζομένων στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης.
Το φαινόμενο της αποχώρησης των εργαζομένων από την εργασία τους ήταν εμφανές σε όλο τον κόσμο. Για παράδειγμα, υπολογίζεται πως περίπου 50 εκατομμύρια Αμερικανοί εγκατέλειψαν την εργασία τους το 2021 ελπίζοντας σε υψηλότερες αμοιβές, περισσότερες παροχές ή καλύτερες επιλογές σταδιοδρομίας αλλού. Αντίστοιχα στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 2022 υπήρχαν ελλείψεις σχεδόν 50.000 εργαζομένων στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης. Η πρόκληση αυτή στη χώρα μας, η οποία λόγω του εποχιακού χαρακτήρα του τουρισμού παρατηρήθηκε και πριν από την πανδημία, έγινε πιο σοβαρή κατά τη διάρκεια του 2021, όταν οι επιχειρήσεις άνοιξαν μαζικά ξανά μετά το τουριστικό «λουκέτο» του 2020.
Σε κάθε περίπτωση, για τους καθηγητές του Harvard Business School, J. Fuller και W. Kerr, το φαινόμενο δεν αποτελεί μια βραχυπρόθεσμη αναταραχή που προκλήθηκε από την πανδημία. Αντίθετα πρόκειται για τη συνέχιση μιας μακροπρόθεσμης τάσης, που οφείλεται σε δυνάμεις όπως η επανεξέταση του ρόλου της εργασίας στη ζωή του ατόμου βάσει των αυξημένων απαιτήσεων της, η ανακατάταξη σε κλάδους ή θέσεις εργασίας που χαρακτηρίζονται από χαμηλότερους μισθούς, η απροθυμία επιστροφής στο γραφείο σε καθημερινή βάση και η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού.
Ο όρος της μεγάλης παραίτησης κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων το 2021 και το πρώτο κυρίως εξάμηνο του 2022, καθώς οι αποχωρήσεις εργαζομένων έφταναν συνεχώς σε νέα υψηλά επίπεδα. Η τάση αυτή έφερε γρήγορα δεδομένα που έδειχναν ότι σημαντικό μέρος των ατόμων που εγκατέλειψαν την εργασία τους πιθανότατα το μετάνιωσαν. Για παράδειγμα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της πύλης αναζήτησης εργασίας Joblist στις ΗΠΑ, 1 στους 4 εργαζόμενους μετά την παραίτηση από την προηγούμενη δουλειά τους δηλώνει ότι μετανιώνει για την απόφασή του, επικαλούμενος διάφορους λόγους για τις δεύτερες σκέψεις του.
Oι εργαζόμενοι δεν παραιτούνται κυριολεκτικά από την εργασία τους αλλά τα «παρατάνε». Περιορίζουν δηλαδή σκόπιμα την προσπάθειά τους κάνοντας απλώς το ελάχιστο δυνατό που σχετίζεται με τα καθήκοντά τους
Και μετά ήρθε κάτι άλλο. Ενα viral βίντεο 17 δευτερολέπτων δημοσιεύθηκε στις 25 Ιουλίου 2022 στο TikTok, λαμβάνοντας σε μερικές εβδομάδες περισσότερες από 3,5 εκατ. θεάσεις και κάνοντας δημοφιλή τον όρο «σιωπηρή παραίτηση» στα κυρίαρχα μέσα μαζικής επικοινωνίας.
@zaidleppelin On quiet quitting #workreform ♬ i thought you wanted to dance – ruby
Σε αντίθεση με τη μεγάλη παραίτηση, οι εργαζόμενοι δεν παραιτούνται κυριολεκτικά από την εργασία τους αλλά τα «παρατάνε». Περιορίζουν δηλαδή σκόπιμα την προσπάθειά τους κάνοντας απλώς το ελάχιστο δυνατό που σχετίζεται με τα καθήκοντά τους, επιθυμώντας παράλληλα να διατηρήσουν το εργασιακό τους καθεστώς. Επιπλέον, δεν προσφέρονται να εκτελέσουν πρόσθετα καθήκοντα και δεν υπερβαίνουν τα αναμενόμενα.
Ο όρος σε γενικές γραμμές φαίνεται να αναφέρεται σε μια εργασιακή στάση που δίνει προτεραιότητα στην προσωπική ευημερία. Επομένως, σχετίζεται άμεσα με τη μειωμένη παραγωγικότητα, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως προάγγελος αυξημένων αποχωρήσεων εργαζομένων, καθώς είναι πιθανό ότι οι εργαζόμενοι που θα συνεχίσουν να έχουν τέτοια στάση, στο μέλλον θα εγκαταλείψουν τις θέσεις εργασίας τους υπό συγκεκριμένες συνθήκες (βλέπε μέρος 3 και 4 του report).
Σε κάθε περίπτωση ο όρος δεν είναι μια νέα ιδέα. Ηδη από τη δεκαετία του ‘90 στη γνωστή αμερικανική σειρά κινουμένων σχεδίων, ο Χόμερ Σίμσον έλεγε στην κόρη του: «Λίζα, αν δεν σου αρέσει η δουλειά σου, δεν απεργείς! Απλά πηγαίνεις κάθε μέρα και κάνεις μισοδουλειά. Αυτός είναι ο αμερικάνικος τρόπος!»
Αν και ιστορικά ο όρος χρησιμοποιήθηκε από το 2009 από τον οικονομολόγο Mark Boldger για να περιγράψει την αποσύνδεση των Κινέζων εργαζομένων από δουλειές που απαιτούσαν πολλές ώρες εργασίας και οδηγούσαν σε κακή ψυχική υγεία, ερευνητικά έχουμε αρκετό δρόμο ακόμη για να κατανοήσουμε πλήρως το φαινόμενο στις σημερινές του διαστάσεις.
Οι εργαζόμενοι που επιδίδονται σε τέτοιες συμπεριφορές απλώς προσαρμόζουν τις εργασιακές τους επιδόσεις και προσπάθειες σε αυτά που λαμβάνουν από τους εργοδότες τους.
Παράλληλα, υπάρχουν ήδη φωνές που επισημαίνουν πως ο όρος δεν περιγράφει ακριβώς το φαινόμενο και θα έπρεπε ίσως να αλλάξει σε «διαβαθμισμένη συνεισφορά» (calibrated contributing) επειδή, στην πραγματικότητα, αντανακλά μια προσπάθεια ενίσχυσης της δικαιοσύνης στον εργασιακό χώρο: οι εργαζόμενοι που επιδίδονται σε τέτοιες συμπεριφορές απλώς προσαρμόζουν τις εργασιακές τους επιδόσεις και προσπάθειες σε αυτά που λαμβάνουν από τους εργοδότες τους. Επίσης, δεν είναι λίγοι αυτοί που περιφρονούν τον όρο, σημειώνοντας ότι ούτε «παραιτούνται» ούτε «αποσιωπούν» την επιθυμία τους να δημιουργήσουν υγιέστερα όρια μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, να δώσουν προτεραιότητα στην ψυχική τους υγεία και να απορρίψουν τις τοξικές εργασιακές κουλτούρες. Στην έρευνα της YouGoV που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 1.000 ενηλίκων στις ΗΠΑ παρατηρήθηκαν διαφορετικές αντιλήψεις σχετικά με το τι πραγματικά σημαίνει ο όρος «σιωπηρή παραίτηση». Αυτό αναδεικνύει το πόσο διφορούμενη μπορεί να είναι η έννοια αυτή και σε ποιο βαθμό μπορεί να μεταφέρει πραγματικά τις βασικές συνιστώσες της συγκεκριμένης στάσης.
Ενα αναπόσπαστο μέρος της συζήτησης σχετικά με το φαινόμενο αποτελεί το κατά πόσο αυτό αντιπροσωπεύει μια πραγματική τάση ή μήπως είναι μια παραποιημένη ή υπερβολική πεποίθηση, θύμα ενός φαινόμενου «αντίλαλου ειδήσεων» (echo chamber) στα κοινωνικά δίκτυα. Τα περιορισμένα εμπειρικά στοιχεία που διαθέτουμε μέχρι σήμερα δείχνουν κάποιες ενδείξεις του φαινομένου οι οποίες και αναλύονται περισσότερο στα επόμενα μέρη του repοrt.
Αναπροσαρμογή προσδοκιών και απαιτήσεων
Η σιωπηρή παραίτηση μπορεί σταδιακά να χάνεται από το επίκεντρο της προσοχής ορισμένων μέσων μαζικής επικοινωνίας όσο και άλλοι όροι με τη σειρά τους προσελκύουν την προσοχή στα κοινωνικά δίκτυα, όπως οι «bare minimum Mondays», το «job ghosting« ή το «quiet cutting». Ολα αυτά τα φαινόμενα σχετίζονται, όμως, με τη γενικότερη αναπροσαρμογή που συμβαίνει στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των σύγχρονων εργαζόμενων από τα εργασιακά τους περιβάλλοντα και από την εργασία εν γένει, ως κομμάτι της ζωής και της ταυτότητάς τους.
Το δεύτερο μέρος του report συντελεί στην εμβάθυνση της κατανόησης του φαινομένου και των αιτιών του, εξετάζοντας τη διαφορετική υπόστασή του σε διάφορα μέρη του κόσμου.
*Αναπληρωτής καθηγητής Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού, Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος