Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης
αθηναϊκοί-περίπατοι-κώστας-η-μπίρη-562639477

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης

Παλιά Βουλή - Πανεπιστήμιο - Σύνταγμα

Newsroom
Ακούστε το άρθρο

ΟΚώστας Η. Μπίρης δεν ήταν απλώς ένας αρχιτέκτονας και πολεοδόμος ο οποίος, λόγω της σαραντάχρονης θητείας του (1925-1945) στις τεχνικές υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων, γνώριζε καλά τα σχετικά με το αντικείμενό του θέματα. Ήταν, ταυτοχρόνως, ένας ακαταπόνητος ερευνητής της διαδρομής της πόλης στον χρόνο, ένας πολύπλευρος μελετητής της νεότερης ιστορίας της, ένας πρωτοπόρος της προστασίας των ιστορικών μνημείων της και ακόμη ένας εξαιρετικός λαογράφος, ένας χαρισματικός συγγραφέας, ένας βαθύς αθηναιογνώστης. Το πλουσιότατο συγγραφικό έργο και οι μελέτες του –ειδικά το βιβλίο του Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20όν αιώνα– έχουν πολλαπλώς αναγνωριστεί και θεωρούνται σημεία αναφοράς και πρωταρχικής σημασίας επιστημονικές πηγές για όποιον ασχολείται με τη νεότερη ιστορία της Αθήνας. Συνεργάτης της Καθημερινής ήδη από τη δεκαετία του 1940, πρόσφερε στους αναγνώστες της μερικά εξαιρετικά κείμενα σχετικά με το αντικείμενό του –σε συσχέτιση με την κοινωνική ιστορία της πόλης–, αλλά και ευρύτερα. Στην ανά χείρας έκδοση παρουσιάζονται μερικά από αυτά τα κείμενα, ενδεικτικά τόσο της πένας του όσο και του τρόπου με τον οποίο συνδύαζε τις αρχιτεκτονικές επιλογές με την κοινωνική ιστορία και το ευρύτερο πολιτισμικό γίγνεσθαι κάθε εποχής.

Η Παλαιά Βουλή και οι προκάτοχοι του χώρου

Οταν περνώ από την οδό Σταδίου και αντικρύζω το κτίριον και τον χώρον της Βουλής, μου έρχονται στο νου τα λόγια της Γραφής: «Ως φοβερός ο τόπος ούτος!…». Και πραγματικά, ουκ έστιν άλλο αλλ’ οίκος της πολιτικής μας ιστορίας και αύτη η πύλη των ελευθεριών του λαού μας. Εις αυτήν εδώ την θέσιν εστήθη διά πρώτην φοράν η Καθέδρα του Ελληνικού Βασιλείου, όταν αι Αθήναι ανεκηρύχθησαν πρωτεύουσα του Κράτους, εδώ εγκατεστάθη η Καγκελλαρία μετά την κατάλυσιν της Αντιβασιλείας, εδώ συνήλθε τον Σεπτέμβριον του 1843 η Εθνοσυνέλευσις, όταν διά πρώτην φοράν εθεμελιώθη με το Σύνταγμα ο θεσμός της λαϊκής εκπροσωπήσεως εις το πολίτευμα της χώρας, εδώ ακούσθησαν οι παλμοί του Έθνους εις τας μεγάλας στιγμάς της νεωτέρας μας Ιστορίας, έως την τρίτην δεκαετίαν του αιώνος μας. Τώρα το κτίριο αυτό –κειμήλιο ιστορικό το ίδιο– πρόκειται να στεγάση τα κινητά κειμήλια του Έθνους ως Εθνικόν Μουσείον. Οι ετοιμασίες άρχισαν κιόλας. Ας γνωρίσωμε την στιγμή αυτή την ιστορία του και εκείνου που ήταν κάποτε προκάτοχος της θέσεως και του λειτουργήματος.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-1
Προσωπογραφία του βασιλιά Όθωνα με εθνική ενδυμασία. Έργο του Peter App (1836, ΕΘΝΙΚΌ ΙΣΤΟΡΙΚΌ ΜΟΥΣΕΊΟ, ΑΘΗΝΑ)

Ήτο γενική η έλλλειψις στέγης εις τας Αθήνας όταν τον Σεπτέμβριον του 1834 ωρίσθη η πόλις αυτή ως πρωτεύουσα του Κράτους. Διά τον λόγον αυτόν η εξεύρεσις καταλυμάτων διά τας δημοσίας και στρατιωτικάς αρχάς και διά κατοικίας των υπαλλήλων απετέλεσε πρόβλημα, το οποίον ελύθη ως γόρδιος δεσμός με την επίταξιν 280 σπιτιών, από τα χίλια περίπου που υπήρχαν εν συνόλω και με βιαίαν έξωσιν των ενοίκων.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-2
Σελίδες της Καθημερινής στις οποίες δημοσιεύονταν τα κείμενα του Κώστα Η. Μπίρη.

Διά τον Βασιλέα ηγοράσθη το σπίτι του Αλεξάνδρου Κοντοσταύλου, έξω από την παλαιάν πόλιν, εις το βορειοανατολικό άκρον της. Ήτο νεόκτιστον, φυσικά, αλλά επειδή δεν είχε αρκετούς χώρους διά την βασιλικήν εγκατάστασιν, συνεπληρώθη με μίαν οκταγωνικήν αίθουσαν προς την βορεινήν πλευράν του, η οποία ίσως εχρησίμευσε ως αίθουσα του Θρόνου. Ένας αξιόλογος κήπος το περιέβαλλεν, ο οποίος έφθανεν έως το τείχος του Χασεκή, που διήρχετο σχεδόν εις την γραμμήν της ανυπάρκτου τότε οδού Σταδίου.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-3

Εις τα «Ανακτόρια» αυτά, όπως τα ωνόμασαν οι πρώτοι Αθηναίοι, έμεινεν ο Όθων περίπου ενάμισυν χρόνον. Το μικρόν όμως αυτό διάστημα ήρκεσε διά να δοθή εις την σημερινήν οδόν Κολοκοτρώνη το όνομα «οδός Ανακτορίων», το οποίον και διετήρησεν πολλά έτη κατόπιν.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-4

Φαίνεται όμως ότι το κτίριον εκείνο δεν ήτο και τόσον κατάλληλον διά βασιλικήν διαμονήν, έστω και προσωρινήν. Η κατασκευή του και της προσθήκης που του έγινε ήτο ξηλόπηκτος και μάλλον πρόχειρος. Αυτό τουλάχιστον εβεβαιώθη μίαν από τας τελευταίας νύκτας του 1834, όταν –όπως γράφει η «Εθνική»– «ο τοίχος ενός των οικημάτων των βασιλείων, διά την ατελή κατασκευήν του, ήναψεν από την εστίαν του κάτω πατώματος, με την οποίαν συνείχετο με μεσότοιχον». Ο νεαρός βασιλεύς διέταξε τον υπηρέτην, που του το ανήγγειλε περίτρομος, «να μη κάμη θόρυβον και δράξας το σπαθίον του τρέχει και κρημνίζει με αυτό το τείχος». Το επεισόδιον εκείνο έπεισεν τους Αθηναίους ότι  «ο νέος αύτος άναξ, μόνος άνευ ξένης συνεργασίας και χωρίς κρότον και θόρυβον, θέλη δυνηθή να κατασβέση τας φλόγας παντός απευκταίου πυρός, το οποίον ήθελε βλάψη την Ελλάδα και τον Θρόνον. – Ας τρέμουν οι πυρπολισταί!». Συγχρόνως όμως έπεισε την Αντιβασιλείαν ότι πρέπει να ευρεθή άλλον ενδιαίτημα, καταλληλότερον διά προσωρινόν ανάκορον.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-5

Την αλλαγήν αυτήν επέβαλλον άλλωστε και αι φροντίδες του Λουδοβίκου διά τον γάμον του Όθωνος. Και πραγματικά, όταν τον Φεβρουάριον του 1836 επέστρεψεν από το Μόναχον ο Όθων, συνοδευόμενος από την νεαράν βασίλισσαν Αμαλίαν, εγκατεστάθη εις τας οικίας Βούρου και Αφθονίδου παρά την πλατείαν του Κλαυθμώνος και εις τα πρώτα του ανακτόρια μετεφέρθησαν από την οδόν Πειραιώς τα γραφεία της Αρχιγραμματείας, η Καγκελλαρία, όπως επίσης την έλεγαν οι Αθηναίοι, καθώς και το Συμβούλιον της Επικρατείας. 

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-6
Ο νέος στρατώνας πεζικού στην Αθήνα σε υδατογραφία του Ludwig Köllnberger (1833-1838, ΕΘΝΙΚΌ 
ΙΣΤΟΡΙΚΌ ΜΟΥΣΕΊΟ, ΑΘΗΝΑ).

Και τας δύο όμως αυτάς κορυφάς της διοικήσεως ήλθε την μεν πρώτην να καταργήση, το δε δεύτερον να εκτοπίση από το κτίριον των παλαιών ανακτορίων, η Συνταγματική Επανάστασις της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, διά να στεγασθή εκεί η λαϊκή αντιπροσωπεία του νέου πολιτεύματος των Ελλήνων.

Προσετέθησαν διά τον σκοπόν αυτόν μερικαί ακόμη αίθουσαι προς την οδό Σταδίου, εκεί όπου αργότερον εσχηματίσθη ο κρεμαστός κήπος, τον οποίον προ ολίγων ημερών κατέλυσεν η πολεοδομική σκαπάνη. Εις το πρόχειρον και ακαλαίσθητον εκείνο πολεοδομικόν συγκρότημα ελειτούργησαν επί μίαν δεκαετίαν από της συστάσεώς των, η Βουλή και η Γερουσία των Ελλήνων.
Τον Οκτώβριον του 1854 όμως κατεστράφη ολόκληρον από πυρκαϊάν. Τα δύο νομοθετικά σώματα τότε εστεγάσθησαν εις την οπισθίαν πτέρυγα του Πανεπιστημίου, αν και ήτο ακόμη ημιτελής. Αυτή εγνώρισεν τον σάλον της μεταπολιτεύσεως του 1862 όχι μόνον ως προσωρινόν Βουλευτήριον, αλλά και ως κέντρον της επαναστατικής δράσεως των φοιτητών. Εις το αμφιθέατρον της Φυσικής, το οποίον εχρησίμευεν ως αίθουσα των συνεδριάσεων, συνήλθεν η επαναστατική κυβέρνησις υπό τον Δημήτριον Βούλγαρην και συνέταξε το «Πρόγραμμα» που επεκύρωσε την έξωσιν του Όθωνος, ενώ εις τας γειτονικάς αιθούσας εγκατεστάθη η περίφημος φοιτητική φάλαγξ.

Εν τω μεταξύ τα ερείπια του παλαιού κτιρίου εδημιούργησαν παρά την οδόν Σταδίου το τοπωνύμιον «Καημένη Βουλή», αλλά και διετήρησαν συγχρόνως προσημείωσιν επί του χώρου, διά την ανέγερσιν του οριστικού Βουλευτηρίου, η οποία προεβλέπετο μεν από της ιδρύσεως της πρωτευούσης εις τα σχέδια των πρώτων πολεοδόμων, απετέλει όμως τώρα απολύτως επιτακτικήν ανάγκην. Ύστερα λοιπόν από πολλάς συζητήσεις, ελήφθη η σχετική απόφασις και ανετέθη η σύνταξις των σχεδίων εις τον αρχιτέκτονα Φραγκίσκον Μπουλανζέ.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-7
Η δυτική πλευρά της Παλιάς Βουλής σε επιστολικό δελτάριο του 1906.

Το όνομα του Γάλλου αυτού παρεπιδήμου των Αθηνών σημειώνεται εδώ διά πρώτην φοράν το 1852, όταν ανέθεσαν εις αυτόν ο Γρηγόριος Καμπούρογλου και ο Δ. Δημητρακόπουλος να συντάξη τα σχέδια του πρώτου Δημοτικού Θεάτρου, του οποίου όμως η οικοδόμησις εναυάγησεν. Από τότε τον συναντώμεν συχνά εις την συγκρότησιν επιτροπών διά την κρίσιν των καλλιτεχνικών διαγωνισμών του Πολυτεχνείου, το 1856 ως αρχιτέκτονα της αναμορφώσεως του Σταδίου, η οποία επίσης εματαιώτη τότε, το 1857 ως συνεργάτην εις την αναστήλωσιν της Σωτείρας του Λυκοδήμου ως Ρωσικής Εκκλησίας και το 1860 ως αρχιτέκτονα της αποπερατώσεως του ναού της Μητροπόλεως. Ήτο απόφοιτος της Σχολής των Καλών Τεχνών των Παρισίων και μάλιστα υπότροφος του μεγάλου βραβείου της Ρώμης. Εις την σύνθεσιν της προσωπικότητός του όμως ως πνευματικού ανθρώπου, συνηγωνίζετο τον αρχιτέκτονα ο δημοσιολόγος. Ενθουσιασμένος από την θεωρίαν του συνεργατισμού, αφωσιώθη εις την μελέτην του Συνεταιρισμού των Αμπελακίων και έγραψε γι’ αυτόν ένα από τα πιο συστηματικά έργα, με το οποίον έγινεν ο ένθερμος κήρυξ της θεωρίας αυτής.
Ας γυρίσωμεν όμως εις το κτίριον της Βουλής, που είναι το μόνον γνωστόν έργον του εις τας Αθήνας. Ο θεμέλιος λίθος του κατετέθη, με μεγάλην επισημότητα, από την Βασίλισσαν Αμαλίαν, την 15ην Αυγούστου 1858. Αι εργασίαι της οικοδομήσεως όμως επροχώρησαν με βραδύτατον ρυθμόν και συνεχίσθησαν μέχρι του 1871. Ο Φραγκίσκος Μπουλαζέ συνέθεσε το Βουλευτήριον των Αθηνών μέσα εις την εποχήν της παρακμής του Κλασικισμού. Είχε λείψει πια η επιβλητική απλότης και η ηρεμία εις την διάταξιν των όγκων, αι ωραίαι αναλογίαι, η λιτότης και η γνησιότης των στοιχείων των αρχαίων ελληνικών ρυθμών που βλέπομεν εις τα έργα των παλαιότερων κλασικιστικών αρχιτεκτόνων, όπως εις του Χριστιανού Χάνσεν το Πανεπιστήμιον και εις του Φρειδερίκου Γκαίρτνερ τα Ανάκτορα.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-8
Το κτίριο της Παλιάς Βουλής σε σύγχρονη φωτογραφία (SHUTTERSTOCK).

Αναζητώντας οι αρχιτέκτονες των μέσων του 19ου αιώνος μίαν ανανέωσιν, αλλά και κάποιαν ευκαμψίαν εις τον χειρισμόν του ρυθμού, εστράφησαν προς μίαν ανήσυχον και πομπώδη συγκρότησιν των μαζών και διακοσμητικήν έκφρασιν, που τα χαρακτηριστικά της βλέπομεν να θριαμβεύουν εις τα έργα του Θεοφίλου Χάνσεν, την Ακαδημίαν και την Βιβλιοθήκην. Αν όμως τα ολομάρμαρα αυτά μνημεία τα έσωσεν αισθητικώς η γλαφυρότης του υλικού, ο πλαστικός διάκοσμος και η πολυτέλεια της κατασκευής, διότι οι ευεργέται που τα έκτισαν διέθεσαν άφθονον τον πλούτον των, εις το έργον αυτό του Φραγκίσκου Μπουλανζέ, το οποίον έγινε με τις λιγοστές δυνάμεις του δημοσίου ταμείου και με προσπάθειες δεκατριών ετών, εις τα συνθετικά μειονεκτήματα της παρακμής του Κλασικισμού προσετέθη και της ψευδούς κατασκευής η αντινομία και η φτώχεια, εις την απομίμησιν με αμμοκονίαν λαξευτών στοιχείων της βάσεως και της επιστέψεως του κτιρίου και εις την απομίμησιν αναγλύφων οροφών με υδροχρώματα, εις το εσωτερικόν του.

Δεν παύει ωστόσο να είναι η Παλαιά Βουλή ένα μνημειώδες κτίριον, σεμνόν και καλαίσθητον, αξιόλογον δείγμα ενός σταθμού της ιστορίας της Αρχιτεκτονικής εις τας Αθήνας. Και, με την ανακαίνισιν που θα του γίνη –με την οποίαν πιστεύω ότι πρώτα-πρώτα θα κατεδαφισθή και θα λείψη το νεόπλασμα που του εκόλλησαν προ ολίγων χρόνων, ως προσθήκην ορόφου εις την νοτιοανατολικήν γωνίαν του κάτω δώματος– θα το ιδούμε πολύ πιο ωραίο. Αρκεί να μη επαναληφθή και εδώ το λάθος που έγινεν εις την ανακαίνισιν άλλων κτιρίων του Κλασικισμού, όπου, αντί να χρησιμοποιήσουν, όπως οι παλαιοί, στις επιφάνειες των τοίχων το υποκίτρινον χρώμα, που επέτρεπεν να ξεχωρίζουν και να διατηρούν την δύναμίν τους τα λευκά αρχιτεκτονικά στοιχεία, κατήργησαν την  θέρμην του χρώματος και τον τόνον των αντιθέσεων, με γενικήν κατάλευκον επάλειψιν.
Η Καθημερινή, 1 Ιανουαρίου 1954

Το Πανεπιστήμιον των Αθηνών

Habent sua fata aedificia θα μπορούσε κανείς να πη, επεκτείνοντας τον αφορισμό που έγραψε για τα βιβλία ο Λατίνος γραμματικός και ποιητής. Έχουν την μοίρα τους και τα κτίρια. Και του Πανεπιστημίου η μοίρα, καθώς φαίνεται, είναι να γίνεται πάντα διαμάχη για το κτίριο αυτό και να μένη πάντα ατελείωτο. Ο Εδουάρδος Σάουμπερτ, ως διευθυντής του Αρχιτεκτονικού τμήματος του υπουργείου Εσωτερικών, εφρόντισε να ανατεθή η σύνταξις του σχεδίου του στον Χριστιανό Χάνσεν, παραμερίζοντας τον παλιό φίλο και σύντροφό του, Σταμάτιο Κλεάνθη. Έκαμε τότε, αυτόκλητος εκείνος, ένα σχέδιο και το υπέβαλε στο υπουργείο. Αλλά επέρασαν μήνες και ούτε απάντησις του δόθηκε. Υπέβαλε παράπονα στον βασιλέα Όθωνα, αλλά και αυτά έμειναν χωρίς απάντησι και χωρίς αποτέλεσμα.

Ίσως το άδικο που έγινε στον Κλεάνθη και πιθανώτατα στην Αθήνα (γιατί η σύγκρισις των δύο αρχιτεκτόνων στον διαγωνισμό που έγινε για την Αγγλική Εκκλησία είχε αποδείξει την υπεροχή του απέναντι στον Δανό συνάδελφό του) να εβάρυνε στην μοίρα του κτιρίου.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-9
Προσωπογραφία του Χανς Κρίστιαν Χάνσεν, έργο πιθανώς του Θεόφιλου Χάνσεν (ALAMY/VISUAL HELLAS.GR)

Πρώτα-πρώτα, ο έρανος που έγινε για την οικοδόμησί του, παρ’ όλες τις προσπάθειες της επιτροπής, είχε μέτρια απόδοσι. Οι μεγαλύτερες εισφορές ήταν του Όθωνος, ο οποίος ανέλαβε τις δαπάνες για την ανέγερσι του μαρμαρίνου προπύλου, του ηγεμόνος της Σερβίας Μιλός Οβρένοβιτς, ο οποίος προσέφερε 25.000 δραχμάς, και της Κοινότητας των Ελλήνων του Γαλαζίου, η οποία εδώρησε 200 τόνους ξυλεία. Με την ελπίδα ότι θα υπάρξουν αργότερα και άλλες εισφορές, αρχίζει τον Ιούνιο του 1839 η οικοδόμησις μόνο της «προσθίας πτέρυγος», η οποία και ετελείωσε μετά δύο χρόνια, υπό την επίβλεψι του ιδίου του Χάνσεν. Έγινε τότε και η θεμελίωσις του υπόλοιπου κτιρίου, αλλά δεν επαρκούσαν τα χρήματα για να προχωρήση η οικοδόμησίς του.

Το 1847, με 30.000 δραχμές που προσέφεραν οι αδελφοί Ιωννίδαι, από το Λονδίνο, με μερικές άλλες εισφορές και με κάποιαν ενίσχυσι από το δημόσιον ταμείον, ξαναρχίζουν οι εργασίες για την οικοδόμησι του μεσαίου σώματος και της οπισθίας πτέρυγος. Ο Χάνσεν όμως, εν τω μεταξύ, είχε φύγει από την Ελλάδα, το 1843, όταν το Σύνταγμα εξετόπισε τους ξένους από τις δημόσιες θέσεις. Η επίβλεψις λοιπόν των νέων εργασιών έγινε από τον στρατιωτικό αρχιτέκτονα Α. Γεωργαντά, στον οποίο ο Χάνσεν, φεύγοντας, είχε παραδώσει τα σχέδιά του – 50 πίνακες. Κατά τα αμέσως ακόλουθα χρόνια, όταν και πάλι σταμάτησε η οικοδόμησις, ο Χάνσεν παρεκάλεσε και του τα έστειλαν στην Βιέννη, όπου εδημοσίευσε τους κυριώτερους πίνακες υπό σμίκρυνσιν, με την συνοδεία ενός άρθρου του Ρ. Στάουφερτ, Γερμανού αρχιτέκτονος, τον οποίον είχε γνωρίσει στας Αθήνας. Τα επέστρεψε όμως πάλι το 1852, όταν επρόκειτο να γίνη στο πίσω κτίριο η διαρρύθμισις των αμφιθεάτρων της Φυσικής και της Ανατομίας. Ετελείωσαν τότε οι δύο αίθουσες, προτού όμως χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες του Πανεπιστημίου, εδέησε να στεγάσουν την Βουλή και την Γερουσία, τον Οκτώβριο του 1854, όταν εκάηκε το κτίριο της Παλιάς Βουλής στην οδόν Σταδίου – στην θέσι εκείνου που εμείς οι μεταγενέστεροι ονομάζομε Παλιά Βουλή.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-10
Ο καθηγητής Χημείας Ξάβερ Λάντερερ.

Στο κτίριο εκείνο του Πανεπιστημίου λειτουργούσαν ακόμη τα νομοθετικά σώματα, το 1862 και εκεί ακούσθηκε επισήμως η κατάλυσις της βασιλείας του Όθωνος. Εκεί εστεγάσθη και η Φοιτητική φάλαγξ της εξώσεως. Όταν τον άλλο χρόνο έληξε η φιλοξενία της Βουλής και της Γερουσίας, ξαναδόθηκε το κτίριο στον προορισμό του και αμέσως άρχισαν οι εργασίες για την αποπεράτωσί του, με την γενναία δωρεά του Δ. Μπεναρδάκη. Τα σχέδια όμως του Χριστιανού Χάνσεν, περιέργως, είχαν εξαφανισθή εν τω μεταξύ. Δεν υπήρχε στην διάθεσι του στρατιωτικού αρχιτέκτονος Α. Θεοφιλά, ο οποίος θα επέβλεπε την εκτέλεσι του έργου, παρά μόνο το τεύχος με τις σμικρύνσεις ωρισμένων πινάκων –όχι των λεπτομερειακών– που είχε δημοσιεύσει ο Χάνσεν, το 1851. Αυτούς τους πίνακες αναγκάσθηκαν να ξαναφέρουν στην κανονική κλίματα και εξετύπωσαν στην Λειψία μία νέα σειρά σχεδίων, όχι πλήρη βέβαια, και αμφιβόλου ακριβείας, σε 250 αντίτυπα, «υπάρχοντα νυν εις το Πανεπιστήμιον». Ήταν ένας λόγος αυτός, όχι ο μόνος πάντως, για τον οποίο ο Θεοφιλάς επήρε το θάρρος να κάμη την αποπεράτωσι με πολλές πρωτοβουλίες δικές του, τις οποίες ο Καυταντζόγλου, που παρακολουθούσε με κάποια κακία τις εργασίες –γιατί πριν από την έξωσι ήταν αυτός ο αρχιτέκτων του Πανεπιστημίου–, επέκρινε δριμύτατα.

Πρώτα πρώτα εδημοσίευσε τον Απρίλιο του 1864, σε οθωνικήν εφημερίδα, ένα σχόλιο για την πολύχρωμη διακόσμησι που γινόταν στις εξωτερικές όψεις του πίσω κτιρίου. Ο τότε πρύτανις του Πανεπιστημίου, Κ. Φρεαρίτης, έθεσε το ζήτημα υπό την κρίσι των ειδικών. Του αρχιτέκτονος Φ. Μπουλανζέ, του ζωγράφου Βικεντίου Λάντσα και του Πρινοπούλου, που ήταν «ο άριστος των ημετέρων τοιχογράφων, ο υπό τας αμέσους οδηγίας του κ. Χάνσεν, κοσμήσας εξωτερικώς την τετελειωμένην του Πανεπιστημίου πλευράν». Και οι τρεις δεν είχαν καμμιά παρατήρησι να κάμουν ως προς το καλλιτεχνικό μέρος της εργασίας. Ο δε καθηγητής της Χημείας Ξαβέριος Λάνδερερ, τον οποίο επίσης ερώτησε εγγράφως ο Φρεαρίτης για την ποιότητα των χρωμάτων, εβεβαίωσεν ότι όλα «είναι ανεξίτηλα και διαρκή».

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-11
Το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε επιστολικό δελτάριο του 1905.

Δεν ετελείωσε όμως με αυτά ο έλεγχος της αποπερατώσεως του Πανεπιστημίου. Κατά το τέλος του 1864 ο Φρεαρίτης, του οποίου έληγε η θητεία, παραδίδοντας την πρυτανεία στον διάδοχό του Ηρακλή Μητσόπουλο, φυσικό ήταν να παρουσιάση στην λογοδοσία του το έργο αυτό ως ιστορικό και ως το σπουδαιότερο της δράσεώς του. Όταν δε εδημοσίευσε ύστερα, σε δύο ξεχωριστά τεύχη, τον λόγο του και την έκθεσι της αποπερατώσεως του κτιρίου, το πράγμα έδωσε ευκαιρία στον Καυταντζόγλου να κινήση συστηματικήν επίθεσιν εναντίον του –και εμμέσως εναντίον του Θεοφιλά– για τα λάθη που έγιναν και ιδίως για παραβάσεις του σχεδίου Χάνσεν. Και έγραφε στην αρχή του βιβλίου που ετύπωσε γι’ αυτόν τον σκοπό: Ελπίζω να αποδείξω την μεγάλην προσβολήν και το μέγα άδικον, άπερ γίνονται διά της κακής ταύτης επισκευής ή αποπερατώσεως της διακοσμήσεως του κτιρίου, ουχί μόνον εις την φήμην του συναδέλφου μου κ. Χ. Χάνσεν, του αρχιτεκτονήσαντος αυτό, αλλά και εις την νεοελληνικήν καλλιτεχνίαν και την εν τη αισθήσει του καλού ανατροφήν των μαθητευομένων νέων. Διότι το Πανεπιστήμιον, ούτως ανηλεώς αποβαρβαρωθέν, ουχί μόνον δείγμα διηνεκές κακαισθησίας παρίσταται εις τα όμματα των νέων, αλλ’ εξελέγχει πασιφανώς και μαρτυρεί την ημετέραν περί τα τοιαύτα λυπηράν κατάστασιν».

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-12
Η «Αθηναϊκή Τριλογία» (Ακαδημία, Πανεπιστήμιο, Εθνική Βιβλιοθήκη) σε επιστολικό δελτάριο του 1910.

Αλλά δεν επετέθη κατά του Φρεαρίτη μόνον ο Καυταντζόγλου. Ενώ εκείνος έγραφε ακόμα το βιβλίο του, δέκα καθηγηταί της Φιλοσοφικής Σχολής εδημοσίευσαν στην «Ελπίδα» έναν δριμύτατο λίβελλο εναντίον του πρυτάνεως. Άφθαστος ο Φρεαρίτης σε ορμητικότητα και σε ευστροφία λόγου, δεν άφησε αναπάντητους τους εχθρούς του. Εκδίδει ένα βιβλίο τριπλάσιο από του Καυταντζόγλου, εναντίον του. Εκδίδει και ένα άλλο κατά των δέκα της Φιλοσοφικής Σχολής. Αν δε σ’ αυτά προσθέσωμε και τα δύο πρώτα, στα οποία εδημοσίευσε τον λόγο του και την έκθεσί του, και ακόμη ένα, αυτό που εξέδωσε ο Θεοφιλάς εναντίον του Καυταντζόγλου, τον οποίον εκάλεσεν και σε μονομαχίαν διά των όπλων, η όλη βιβλιογραφία γύρω στο θέμα της αποπερατώσεως του Πανεπιστημίου έφθασε, μέσα σε λίγους μήνες, σε έξη έργα – περί τις 800 σελίδες. Αληθινός πόλεμος λέξεων –αφού η μονομαχία Θεοφιλά-Καυταντζόγλου απετράπη– στον οποίο μπορεί κανείς να θαυμάση την φλυαρία της μακαρίας εκείνης γενιάς, αλλά και το πύρινο ενδιαφέρον της για τα κοινά και, μάλιστα, για την αισθητική της πρωτευούσης.

Με όσα γράφει ο Καυταντζόγλου και με όσα του απαντά ο Φρεαρίτης γίνονται οι δύο αντίπαλοι, ύστερα από 90 χρόνια, χωρίς βέβαια οι ίδιοι να το φαντασθούν, διαιτηταί στο ζήτημα της σημερινής ανακαινίσεως του Πανεπιστημίου.

Η «πολυχρωματία», όπως την γράφει ο Καυταντζόγλου, υπήρχε ανέκαθεν στις εξωτερικές όψεις του Πανεπιστημίου. Και την είχε επιβάλει ο ίδιος ο αρχιτέκτων του κτιρίου. «Ότε ο κ. Χάνσεν εγκατέλιπε την Ελλάδα, γράφει ο Φρεαρίτης, αφήκε την μίαν του Πανεπιστημίου πτέρυγα εντελώς τετελειωμένην κατά τε την εσωτερικήν διακόσμησιν και την εξωτερικήν ποικιλίαν, αντιγραφείσαν εκ των καλλίστων αρχιτεκτονικών κοσμημάτων του Παρθενώνος και του Ερεχθείου. Αυτός δε ο κοινός ανθρώπινος λόγος υπαγορεύει, ίνα, όταν πρόκειται περί εξακολουθήσεως της διακοσμήσεως κτιρίου τινός, η διακόσμησις αύτη απομιμηθή ακριβώς την ήδη υπάρχουσαν, χάριν της ενότητος και της αρμονίας».

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-13
Επιστολικό δελτάριο που απεικονίζει την Αθήνα του 1850. Διακρίνονται τα ανάκτορα του Όθωνα και το μέγαρο Δημητρίου, το οποίο αργότερα λειτούργησε ως ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».

Ο χρόνος διέψευσε, δυστυχώς, την διαβεβαίωσι του Λάνδερερ ότι τα χρώματα θα είναι ανεξίτηλα και διαρκή. Δεν άφησε παρά το κόκκινο επάνω στα μάρμαρα και στους τοίχους του Πανεπιστημίου. Έχομε την πληροφορία ότι υπήρχε και το «πρασινωπόν», για το οποίο ιδιαιτέρως είχε ανησυχήσει ο Φρεαρίτης και είχε επιστήσει την προσοχή του Λάνδερερ. Εφ’ όσον, εξ άλλου, βεβαιώνεται ότι τα κοσμήματα είχαν αντιγραφή από τον Παρθενώνα και το Ερέχθειον –που είναι γνωστά από την αρχαιολογία τα χρώματά τους– μπορούμε να προσθέσωμε στα δύο προηγούμενα το γαλάζιο και το χρυσό. Οπωσδήποτε, όμως, το μαύρο που χρησιμοποιήθηκε σήμερα στην οπισθία όψι δεν είχε την θέσι του στο κτίριο. Εκτός του ότι είναι ξένο προς την θέλησιν του Χάνσεν, σκοτινιάζει την διακόσμησι και την ζημιώνει πολύ. Τα σχέδια των ανθεμίων και των άλλων κοσμημάτων δεν μας είναι με βεβαιώτητα γνωστά ως προς όλα τα χρώματα, αφού ο χρόνος έχει σβήσει τα περισσότερα. Γι’ αυτό νομίζω ότι ο καθηγητής Α. Ορλάνδος, ο οποίος αυτοπροσώπως διευθύνει την ανακαίνισι του κτιρίου της προσόψεως, πολύ σωστά σκέφθηκε να τα αντιγράψη από την συνέχειά τους που υπάρχει μέσα στην στοά, όπου ο Λεμπιέτσκυ τα είχε καλοσχεδιάσει το 1888, όταν εξετέλεσε τις τοιχογραφίες του Ραλ.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-14
Ο Θεόφιλος Χάνσεν σε λιθογραφία του Josef Bauer (1880). Έργα του στην Αθήνα είναι, μεταξύ άλλων, η Ακαδημία, η Εθνική Βιβλιοθήκη και το Ζάππειο.

Ως προς την κεράμωσι, αναγνωρίζεται από τους δύο αντιπάλους της διαμάχης του 1865 ότι είναι προσωρινή. Το παραδέχεται αυτό και σήμερα το Πανεπιστήμιον. Οπωσδήποτε όμως, δεν δικαιολογείται καθόλου ο νεωτερισμός που έγινε, να προβληθούν τα κεφάλια της πρώτης σειράς των κεραμιδιών έξω από το γείσον, στο κτίριο της οπισθίας όψεως. Εβάρυνε αυτό καταθλιπτικά τον όγκο της κορνίζας, που με εξαίρετην ευαισθησία τον είχε υπολογίσει ο Χάνσεν, ενώ συγχρόνως αντιβαίνει στην σοβαρότητα του ύφους που διακρίνει την αρχιτεκτονική του κτιρίου. Πρέπει οπωσδήποτε να διορθωθούν τα λάθη αυτά που έγιναν στο κτίριο της οπισθίας όψεως. Με κανένα τρόπο δεν επιτρέπεται να υπάρχη ούτε το κακό που κάνουν ούτε ανομοιομορφία στα δύο μέρη του κτιρίου που θα έκανε πιο χτυπητή την παρουσία τους. Το μεγάλο λάθος έγινε στον τρόπο με τον οποίο η διοίκησις του Πανεπιστημίου απέβλεψε στην ανακαίνιση του κτιρίου. Αν, προτού αρχίση τα έργα, είχε μελετήσει καλά το όλο θέμα, θα είχε διαπιστώσει ότι το κτίριο αυτό και εξ αρχής και μετά την «αποπεράτωσι» του 1864, είχε μείνει ημιτελές.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-15
Ο Ερνστ Τσίλερ το 1880, ο οποίος σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή πολλών κτιρίων που διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία της Αθήνας στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα 
(ALAMY/VISUALHELLAS.GR).

Εκτός αυτού δε και ότι είχε υποστή νόθευσιν των στοιχείων του από τον Θεοφιλά. Θα επρογραμμάτιζε λοιπόν ποια έργα έπρεπε να γίνουν και με ποιον τρόπο έπρεπε να γίνουν, για την συμπλήρωσί του και για την αποκατάστασί του στη μορφή που το συνέλαβε και το σχεδίασε ο Χριστιανός Χάνσεν. Την πρώτη θέσι θα είχαν τότε, ανάμεσα στα άλλα έργα, η αλλαγή της στέγης, η επικάλυψίς της με κεραμίδια αρχαϊκού τύπου κατά το σχέδιο του Χάνσεν, και το στόλισμα της κορνίζας με τους ακροκεράμους και με τα ακρωτήρια, των οποίων υποδείγματα άφησεν ο ίδιος. Μόνο όσοι έχουν ιδή το έγχρωμο σχέδιο της προσόψεως του Δανού αρχιτέκτονος και όσοι εγκύψουν σε σχετική μελέτη είναι σε θέσι να εκτιμήσουν τι χάνει η πρωτεύουσα με το να διατηρούνται στο κτίριο αυτό η εντύπωσις αποθήκης που του δίνει η ατελής και πρόχειρη αυτή στέγασις και πολλά άλλα άτοπα που έχουν γίνει εις βάρος του επί των ημερών του Φρεαρίτη.
Θα μείνη άραγε για πάντα ημιτελές και για πάντα αδικημένο το άτυχο αυτό μνημείο των Αθηνών;
Η Καθημερινή, 13 Νοεμβρίου 1955

Στην καρδιά των Αθηνών

Σκοπός μας είναι σήμερα να εξερευνήσωμε την άγνωστη Αθήνα. Δεν είναι ανάγκη να την αναζητήσωμε στις συνοικίες της. Εκεί μπορεί να «υπάρχη εις απόκεντρον των Αθηνών γωνίαν λευκός δρομίσκος σκιερός και πλήρης μυστηρίου», όπως έγραφε κάποτε ο Αχιλλεύς Παράσχος, αλλά δεν είναι πάντα ενδιαφέρουσα, ούτε είναι τόσο άγνωστη η συνοικία εις τους κατοίκους της, όσο άγνωστο είναι το κέντρον εις όλους τους Αθηναίους. Γι’ αυτό θα προτιμήσωμε να σταθούμε στην καρδιά της Αθήνας, στην Πλατεία του Συντάγματος, που η ιστορία της είναι εξαιρετικά πλούσια σε ενδιαφέρον, αλλά και πολύ ξεχασμένη.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-16
Το Ιλίου Μέλαθρον, στο οποίο στεγάζεται σήμερα το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών. Σχεδιάστηκε το 1878 από τον Ερνστ Τσίλερ, ως κατοικία του Χάινριχ Σλήμαν (SHUTTERSTOCK)

Η περιοχή της ήταν έξω από τον οικισμό της πόλεως στα χρόνια της παληάς Αθήνας, αλλά μέσα στο τείχος του Χασεκή, που ακολουθούσε προς αυτήν την πλευρά την γραμμή της Λεωφόρου Αμαλίας. Από εδώ ανηφόριζεν ο δρόμος του Μαρουσιού και της Καισαριανής, και ακριβώς στην συνάντησι των οδών Όθωνος και Αμαλίας περνούσε από την Μπουμπουνίστρα και από την ομώνυμη πόρτα του τείχους. Ήταν δε η Μπουμπουνίστρα μια βρύση κάτω από την οποία εβούιζε περνώντας το νερό ενός από τα υδραγωγεία του Ιλισού.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-17
Σύγχρονη φωτογραφία των Προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών (SHUTTERSTOCK)

Πεπρωμένο ήταν, ως φαίνεται, το σημείο αυτό του αθηναϊκού πεδίου να πάρη εξαιρετική σημασία στην ιστορία των νεωτέρων Αθηνών. Γιατί σ’ αυτό ακριβώς εξεπήδησεν η ελευθερία της πόλεως εις τας 25 Απριλίου 1821, ή μάλλον, κατά κυριολεξίαν, εισεπήδησεν ο πρώτος ελεύθερος Αθηναίος. Είχαν κατέβει οι επαναστάται, Αθηναίοι, Μενιδιάτες και Χασιώτες, με επικεφαλής τον Μελέτιο Βασιλείου και, κατά το στρατηγικό τους σχέδιο, είχαν προσβάλει το τείχος από την ανατολική του πλευρά. Πρώτος είχε την τόλμη και επήδησε μέσα ο Δημήτριος Σαρκουδίνος, και αυτός άνοιξε την πόρτα της Μπουμπουνίστρας. Και κατά την αψιμαχίαν που επηκολούθησεν, ο Γεώργιος Κουρτέσης ρίχνει εδώ τον πρώτο Τούρκο νεκρό.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-18
Η πρόσοψη του μεγάρου της Ακαδημίας Αθηνών, το οποίο σχεδιάστηκε το 1859 από τον Θεόφιλο Χάνσεν (SHUTTERSTOCK).

Δέκα χρόνια αργότερα, ο Σταμάτιος Κλεάνθης ετίμησε στο σχέδιόν του αυτή την θέσι, σχηματίζοντας μια μεγάλη κυκλική πλατεία, που την διέσχιζαν η οδός Σταδίου, η οδός Ερμού και άλλοι συμμετρικοί δρόμοι και προορίζοντας τους γύρω χώρους για την εγκατάστασι του πνευματικού κέντρου της πρωτευούσης. Ο Κλέντσε την αδίκησεν ύστερα πολύ. Εστρέβλωσε την οδόν Σταδίου, και στη συνάντηση της οδού Ερμού τοποθετούσε μίαν εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, μέσα σε μικρή ημικυκλική πλατεία. Μα ήλθε το 1836 ο Γκαίρτνερ, ο αρχιτέκτων που θα έκτιζε τα ανάκτορα του Όθωνος, και αποκατέστησε πάλιν την τιμήν της: Εδιάλεξε για να τοποθετήση το επισημότερο κέντρο της πρωτευούσης την προνομιακή αυτή θέσι, στο ύψωμα του αυχένος μεταξύ Λυκαβηττού και Ακροπόλεως και, με την συνεργασία του αρχιτέκτονος Χοχ, έδωσε στην πλατεία την τελική της μορφή. 

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-19
Η είσοδος των Αθηνών. Η Πύλη της Μπουμπουνίστρας ή Μεσογείτικη Πόρτα στα ανατολικά τείχη της Αθήνας. Βρισκόταν στη σημερινή συμβολή των οδών Αμαλίας και Όθωνος. Ακουατίντα από το λεύκωμα Views in Greece, του Edward Dodwell (1821, ΕΘΝΙΚΌ ΙΣΤΟΡΙΚΌ ΜΟΥΣΕΊΟ, ΑΘΗΝΑ)

Η οικοδόμησις του Παλατιού κατεκύρωσε στην πραγματικότητα την δημιουργία της και τον χαρακτήρα της ως κέντρον της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της πρωτευούσης. Γιατί στους κόλπους της, μπροστά στο Παλάτι του Όθωνος εξεδηλώθη την νύκτα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 η επανάστασις που έφερε το Σύνταγμα. Και απ’ αυτήν παίρνει από τότε το όνομά της η πλατεία. Τον ίδιο χρόνο κτίζεται στην βορειοανατολική γωνία της το μεγαλοπρεπέστερο ιδιωτικό κτίριο της Αθήνας, το μέγαρο του Αντωνίου Δημητρίου ή Λημνιού, με δύο πολυτελέστατες κατοικίες, τις οποίες προώριζε για τα παιδιά του, τον Κωνστ. Δημητρίου και την Ελένην Χατζηκώνστα. Το 1856 εστεγάσθη σ’ αυτό η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή έως το 1873, οπότε διάδοχοι ιδιοκτήται που το αγόρασαν το μετέτρεψαν εις Ξενοδοχείον.

Η διαμόρφωσις και η φύτευσις της πλατείας του Συντάγματος υπήρξεν ένα από τα πρώτα έργα εξωραϊσμού της πρωτευούσης. Υπάρχει στο Μόναχο μια μεγάλη ελαιογραφία αγνώστου ζωγράφου που την παριστάνει όπως ήταν λίγα χρόνια πριν από το 1860. Εκεί την βλέπουμε στολισμένη με φοίνικες, με συστάδες από κυπαρίσσια, με δένδρα και με θάμνους, αλλά και με δύο ανδριάντες που παραστέκουν στην κορφή της σκάλας. […] Μυστήριο που δεν μπόρεσα ποτέ να το εξιχνιάσω. Τι κίνησις στην λεωφόρο Αμαλίας! Βλέπει κανείς, εκτός από τους πεζούς, φουστανελλοφόρους και μη, αμάξια ανοικτά και καβαλλαρέους, αλλά και καμήλες, που εξακολουθούσαν να είναι τα φορτηγά μέσα της πρωτευούσης στα χρόνια του Όθωνος.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-20
Χρωμολιθογραφία που αναπαριστά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 (ΕΘΝΙΚΌ ΙΣΤΟΡΙΚΌ ΜΟΥΣΕΊΟ, ΑΘΗΝΑ).

Ελάχιστα κτίρια περιέβαλλαν ακόμη τότε την πλατείαν. Προς την πλευράν της οδού Όθωνος ένα μόνον, που κατέχει την θέσιν της τωρινής οικίας Γιαννάρου. Είναι το σπίτι του Στέφανου Ξένου, του συγγραφέως της «Ηρωίδος της Ελληνικής Επαναστάσεως». Λίγο άλλαξε το όνομά του όταν έγινεν αργότερα «Ξενοδοχείον των Ξένων». Σε μικρή απόσταση πιο κάτω, στην γωνιά της οδού Μητροπόλεως, υψώνεται το σπίτι του Αναργύρου Σιμοπούλου, του ευφυεστάτου Αμφισσέως πολιτευτού, και στην γωνιά της οδού Ερμού το σπίτι του Ανδρέου Κορομηλά, έργον του Αθηναίου αρχιτέκτονος Παναγιώτου Κάλκου. Οι δύο όροφοί του αποτελούσαν την κατοικίαν της οικογενείας του Κορομηλά, ενώ το ημιϋπόγειον εχρησίμευεν ως αποθήκη στερεοτυπίας και βιβλίων του περιφήμου εκδοτικού του οίκου. Όταν πολύ αργότερον ο Δ. Ζαβορίτης έγινεν ιδιοκτήτης του, το μετερρύθμισε και του έδωσε την μορφή που εγνωρίσαμε οι μεταγενέστεροι. Στην απέναντι γωνιά της οδού Ερμού υπάρχει κτισμένο ένα διώροφο. Είναι το αρχικό κτίριο του ξενοδοχείου της Αγγλίας, χωρίς την επαύξησι και τις προσθήκες που απέκτησε το 1880.

Την άλλη γωνιά της δυτικής πλευράς της πλατείας προς την οδόν Καραγεώργη της Σερβίας κατέχει το αξιόλογον σπίτι του Κωνστ. Πάλλη. Απέναντί του, στην γραμμή της οδού Καραγεώργη, το σπίτι του καθηγητού του Πανεπιστημίου Παύλου Καλλιγά, που ο ίδιος αργότερα το αντικατέστησε με το μέγαρο που στολίζει ακόμη την πλευρά αυτή της πλατείας. Δίπλα του η γωνιά της οδού Σταδίου είναι ακόμη άκτιστη. Δεν υπάρχει καν ούτε το μικρό καφενείο του Γιαννοπούλου, για τον οποίον οπωσδήποτε πρέπει να μιλήσωμε. Με το πέρασμα της γενεάς των οθωνικών χρόνων και με την δημιουργίαν της νέας αθηναϊκής κοινωνίας μετά την ανάρρησιν του Γεωργίου Α’, η «Ωραία Ελλάς», που υπήρξε το κέντρον της ελευθέρας γνώμης των Αθηναίων, είχε παρακμάσει. Τότε ενεφανίσθη, ανταγωνιστής στην αρχή και αντικαταστάτης του ύστερα, το καφενείον του Γιαννοπούλου, στην πιο επίκαιρη θέσι του πολιτικού κέντρου της Αθήνας, ανάμεσα στην Βουλή και τα Ανάκτορα, ανάμεσα στους δύο πόλους της συνταγματικής πολιτικής ζωής. Αυτό έγινε το κέντρο των ειδήσεων της στιγμής, η εστία των συζητήσεων, το στρατηγείον των σοφών και τρομερών πολεμικών σχεδίων των Αθηναίων.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-21
Τα ανάκτορα και η δενδροφυτεμένη πλατεία Συντάγματος σε επιστολικό δελτάριο του 1910.

Στην συνέχεια της βορεινής πλευράς της πλατείας, όλος ο χώρος από την οδόν Σταδίου έως το Μέγαρο της Μεγ. Βρεταννίας είναι ακόμη άκτιστος. Είναι το πεδίον αυτό από το οποίον η χρυσή νεολαία του τέλους της οθωνικής περιόδου, φλογισμένη από τα αντιοθωνικά κηρύγματα, εξέσπασε σε δολοφονική απόπειρα κατά της Αμαλίας. Ήταν στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1861. Εμαίνοντο οι νεαροί του «Μέλλοντος της Πατρίδος» κατά του Όθωνος. Εκείνος έλειπε τότε στην Γερμανία και τον αντικαθιστούσε η Αμαλία. Σε κάποια συνεδρίασσί τους ένα βράδυ ο νεαρός ευπατρίδης Αριστείδης Δόσιος εξεστόμισε την φράσιν:
— Η διάκρισις των φύλων παύει όταν η γυνή αναβή επί θρόνου.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-22
Η Μητρόπολη των Αθηνών και δίπλα o ναός της Παναγίας Γοργοεπηκόου, σε επιστολικό δελτάριο του 1905.

Και ύστερα από δύο ημέρας, το βράδυ της 6ης Σεπτεμβρίου, εφήρμοσε τον κανόνα. Η Βασίλισσα είχε κάμει έφιππη τον συνηθισμένο της περίπατο στον Ελαιώνα και επέστρεφε με την ακολουθία της από την οδόν Σταδίου. Ο Δόσιος την επερίμενε στο οικόπεδο αυτό. Κι όταν εκείνη έφθασε και περνούσε από μπροστά του προχωρώντας προς την Μ. Βρεταννία, της άναψε έναν πυροβολισμό. Η συνέχεια του δράματος απέδειξε την μεγαλοψυχία της Αμαλίας και την ευαισθησία του παράφορου νέου, όταν με τον καιρό ηρέμησε και κατάλαβε ότι είχε πλανηθή.

Η έντασις της οικοπεδοποιήσεως που εσημειώθη στας Αθήνας το 1880 ωλοκλήρωσε και την πλαισίωσι της Πλατείας του Συντάγματος με νεώτερα κτίρια. Τότε κτίζεται στην γωνία της οδού Σταδίου η οικία Βούρου και ανάμεσα σε αυτήν και στη Μεγάλη Βρεταννία η οικία Σκουλούδη, συνθέσεις του Γεωργίου Τρουμπ, αληθινά κομψοτεχνήματα αρχιτεκτονικής. Είναι τα ωραιότερα δείγματα που έδωσεν ο εκλεκτικισμός στας Αθήνας, όταν ο κλασικισμός ανενεώθη, παίρνοντας την συνθετικήν ελευθερίαν του ρωμαντισμού και όταν οι ανασκαφές της Πομπηίας προσέφεραν νέες πηγές εμπνεύσεως στους αρχιτέκτονας. Εκτός από την αρχιτεκτονική συγγένεια, και κάποιος άλλος δεσμός εσχέτιζε τα δύο κτίρια. Το αθηναϊκό κουτσομπολιό του καιρού έλεγεν ότι ο Σκουλούδης αγαπούσε κρυφά, χωρίς να το ξέρει εκείνη, την αδελφή της κυρίας Βούρου, την ωραιοτάτη Μαλβίνα, κόρη του Σταματίου Ζιζίνια. Και ότι έκτιζε το παλατάκι εκείνο με τον σκοπό να την ζητήση σε γάμο και να στεγάση εκεί την ευτυχία του. Δεν επρόλαβε όμως, γιατί το ίνδαλμα των ονείρων του επέταξε με τα φτερά του Υμεναίου μακρυά από τας Αθήνας.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-23
Επιστολικό δελτάριο στο οποίο απεικονίζεται το ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρεταννίας».

Κατά την ίδια περίοδο, μετά το 1880, κτίζεται από τον Τρουμπ επίσης και το μέγαρον Νεγρεπόντη εις την μεσημβρινή γωνία των οδών Όθωνος και Αμαλίας, εις το οποίον εστεγάσθη το ζεύγος των διαδόχων Κωνσταντίνου και Σοφίας μετά τον γάμον τους (1889), μέχρις ότου ετελείωσε το δικό τους παλάτι στην οδόν Ηρώδου του Αττικού (1897). Τότε κτίζεται επίσης στην οδόν Όθωνος, δίπλα εις το «Ξενοδοχείον των Ξένων», η οικία Γ. Κατσίμπαλη και δίπλα της γίνεται η Μπύρα του Γουλιέλμου, κέντρον της νεολαίας και των πνευματικών κύκλων της εποχής. Κτίζεται επίσης στην άλλη γωνία της οδού Φιλελλήνων η οικία Νάζου, η κατόπιν Παχή και γίνεται επέκτασις κατά πλάτος και κατά το ύψος εις το Ξενοδοχείον της Αγγλίας και κατά τον ίδιο τρόπο η οικία Καλλιγά μετατρέπεται εις το μέγαρον που στολίζει έως σήμερον την πλατεία. Λίγα χρόνια πρωτύτερα ο Γιαννόπουλος κτίζει στην θέσι του παληού του καφενείου το κτίριο που κατέχει ακόμη την γωνία της οδού Σταδίου και στο ισόγειό του ανοίγει νέο καφενείο πολυτελέστατο, που το εκχωρεί ύστερα από μερικά χρόνια στον Σπύρο Ζαχαράτο. Το 1895 σημειώνεται νέος σταθμός στην εξέλιξι του περιβάλλοντος της πλατείας του Συντάγματος. Ο Ζαχαράτος ενοικιάζει τους κάτω ορόφους της οικίας Βούρου, τους μεταρρυθμίζει, και ανοίγει και εκεί άλλο καφενείον. Διατηρεί και τα δύο επί δεκαπέντε χρόνια –είχε και άλλα δύο στην Ομόνοια–, έως το 1910, οπότε καταργεί το πρώτο, εις του οποίου τις αίθουσες μεταφέρεται τότε από το κτίριον Καλλιγά το βιβλιοπωλείον Ελευθερουδάκη. Συγχρόνως σχεδόν προς την δυτικήν πλευράν της πλατείας ο Ζαβορίτης μεταρρυθμίζει τους κάτω ορόφους της οικίας Κορομηλά και ανοίγει το ομώνυμον Ζαχαροπλαστείον.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-24
Η αρχή της οδού Φιλελλήνων με το ξενοδοχείο «Des Etrangers» αριστερά, σε επιστολικό δελτάριο του 1913.

Έτσι δημιουργούνται γύρω στην πλατεία του Συντάγματος τρία κέντρα αντίστοιχα προς την πολιτική, την πνευματική και την κοινωνική ζωή της Αθήνας. Του Ζαχαράτου ως Καφενείον όπου συνεδριάζει η Γερουσία των Αθηνών, του Γουλιέλμου η Μπύρα όπου κορυβαντιούν οι νεαροί επιστήμονες, ανάμικτοι με πνευματώδεις και μη λογίους της εποχής, και κάπως αργότερον του Ζαβορίτη το Ζαχαροπλαστείον, όπου η κοσμική ζωή κάμνει τις επιδείξεις της και το κουτσομπολιό της.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-25
Επιστολικό δελτάριο του 1913, στο οποίο απεικονίζεται το ξενοδοχείο «Grand Hôtel», στη συμβολή των οδών Σταδίου και Καραγιώργη Σερβίας.

Προεξήρχε από τα τρία του Ζαχαράτου το καφενείο. Δεν ήταν θεωρητικώς μόνον παράγων της πολιτικής μας ζωής. Η Γερουσία του, αν και ανεύθυνος, είχεν ουσιαστική επιβολή. Έρριχνε υπουργούς, ανέτρεπε κυβερνήσεις, εκλόνιζε θρόνους. Αυτό κυρίως εχάριζεν σε όλη την πλατεία τον χαρακτήρα της ως πραιτωρίου της κοινής γνώμης, που ήταν τόσο ριζωμένη και διάχυτη εις όλους τους Αθηναίους και εις τον πολιτικό κόσμο, ώστε στις κραυγές της η λαϊκή αγανάκτησις και στις απειλές της η αντιπολίτευσις την ώριζαν συμβολικά ως τόπον εθνικής νεμέσεως, για τον κολασμό καταχρήσεων εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος ή προδοσίας κατά της Πατρίδος.
— Θα τους κρεμάσωμε στην πλατεία του Συντάγματος. Κρέμασμα θέλουν στην πλατεία του Συντάγματος!

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-26
Άποψη της πλατείας Συντάγματος σε επιστολικό δελτάριο του 1911. Στο ενδιάμεσο της οδού Σταδίου διακρίνονται εγκαταστάσεις των «βασιλικών σταύλων», ενώ στη γωνία δεξιά το καφενείο Ζαχαράτου.

Κανείς δεν ανέφερεν απλώς το κρέμασμα των ενόχων, ούτε εύρισκεν άλλον τόπον παραδειγματικής θανατικής ποινής εκτός από την πλατεία που έγινε το θέατρο της επιβολής του συνταγματικού θεσμού και όπου αντηχούσε πάντα ο παλμός της πολιτικής ζωής και του ελευθέρου λαϊκού ελέγχου. Γενικά δε ενεψύχωνε τόσο η Πλατεία του Συντάγματος τους Αθηναίους του 1900, τόσο τους έδινε ζωή και δύναμι, ώστε ο Γέρο Καμπάς συνήθιζε να λέγη στους δικούς του ότι άμα πεθάνη θα αρκούσε να τον φέρουν μια βόλτα γύρω σ’ αυτήν για να ξαναζωντανέψη.
Η Καθημερινή, 16 Μαΐου 1950

Τι λέν’ τα κτίρια

Αφωνα είναι βέβαια. Όχι όμως και ανέκφραστα. Από την στιγμήν που ο άνθρωπος παίρνει στα χέρια του την άψυχη ύλη για να μορφώση ένα από τα κατασκευάσματά του, του δίνει κάτι από την ψυχή του, του δίνει κάποιαν έκφρασι. Τίποτε άλλωστε στην φύσι δεν μας είναι ανέκφραστο. Πάντα κάτι λέει στην ψυχή του ανθρώπου. Και αν τα κύματα και οι βράχοι είπαν τόσα στη Μούσα του ποιητού, τα κτίρια, που πήραν μορφή από την ψυχή της εποχής τους, επόμενο είναι να λένε πολύ περισσότερα στον άνθρωπο. Φθάνει να υπάρχουν μάτια ικανά να διαβάσουν στη μορφή την έκφρασί τους και διάθεσις ικανή να συλλάβη τον παλμό της πνοής τους. Δεν μιλώ για τα μνημειώδη κτίρια μόνο. Αυτά πια είναι που εκτός από την έκφρασι του ήθους της εποχής που τα διέπλασε, διηγούνται ιστορία ολόκληρη του πολιτισμού ενός λαού, αιώνων ιστορία αν οι αιώνες τα έστησαν. Μιλώ για τα κοινά σπίτια του ιδιωτικού βίου, τα ανώνυμα, που τα προσπερνάμε με φευγαλέα ματιά κάθε μέρα ή που ποτέ δεν έτυχε να προσέξωμε την ύπαρξί τους.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-27
Η συμβολή των οδών Βασ. Γεωργίου Α’ και Σταδίου, όπου το μέγαρο Βούρου (καφενείο Ζαχαράτου) και δίπλα το μέγαρο Σκουλούδη, σε επιστολικό δελτάριο του 1913.

Ας σταθούμε όμως κάποτε να τα προσέξωμε. Και πρώτα-πρώτα ένα από αυτά που επιβάλλονται στην εντύπωσί μας με τον όγκο τους. Ακούτε τι λέει με την έπαρσι του ύψους του το πελώριο αυτό νεόκτιστο: 

«Να με· εγώ είμαι το σύγχρονο κτίριο της Αθήνας, το κτίριο των έξυπνων ανθρώπων της εποχής του. Έπρεπε να παρουσιασθώ εγώ για να αποδειχθή πως δεν είχαν καθόλου μυαλό οι προηγούμενες γενεές. Εθυσίαζαν πρώτα-πρώτα τα οικόπεδα για να τα κάνουν πλατεία, πάρκα και λεωφόρους. Πόσα οικόπεδα –και τι οικόπεδα– δεν πήγαν χαμένα για να γίνη αυτή η Ομόνοια, αυτή η λεωφόρος Πανεπιστημίου, αυτή η πλατεία Συντάγματος, το Ζάππειο και ο Βασιλικός Κήπος. Και σαν να μην έφθανε αυτή η ανοησία τους, ενώ μπορούσαν σ’ ό,τι τους απέμενε να κτίζουν τέσσερις και πέντε ορόφους, έκτιζαν μόνο δυόμιση-τρεις, για να γίνη, λέει, κανονική η κατανομή της οικοπεδοποιήσεως στην πόλι και ομοιόμορφη και ήρεμη η όψις της! Εθυσίαζαν ύστερα οι ίδιοι ένα μεγάλο μέρος του οικοπέδου για αυλή και για περιβόλι του σπιτιού μέσα στο κέντρο της Αθήνας, για ήλιο, για αέρα, για ομορφιά. Επτά ορόφους έχω και σκεπάζω το οικόπεδο πέρα ως πέρα. […]
»Δεν ήταν δυνατόν να συνεχίζωνται οι καθυστερημένες αντιλήψεις του παληού καιρού. Απορεί κανείς πώς εσκέπτοντο εκείνοι οι άνθρωποι. Ενώ οι ίδιοι ήσαν εφήμεροι, έκτιζαν τα σπίτια τους σαν μνημεία. Εφρόντιζαν δε για το μέλλον της πόλεως και για τους κατοίκους του μέλλοντος, τους οποίους ούτε επρόκειτο να γνωρίσουν, ούτε είχαν να κερδίσουν τίποτα απ’ αυτούς. Εθυσίαζαν μερικοί περιουσίες ολόκληρες για να κτίσουν ολομάρμαρα κτίρια που τα έδωσαν δωρεάν στο δημόσιο, μόνο και μόνο για να τους πουν ευεργέτες. […] Πολύ πιο έξυπνη εφάνηκε η Φιλεκπαιδευτική Εταιρία, που κατέστρεψε το Αρσάκειο για να του κολλήση μια σειρά μαγαζάκια στην πρόσοψι, και ακόμη πιο έξυπνοι οι διαχειρισταί του Βαρβακείου, που του άνοιγαν μπακαλικάκια στο ισόγειο και μελετούν τώρα να το ξεκάνουν ολωσδιόλου για να εκμεταλλευθούν το οικόπεδό του». […]

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-28
Άποψη της πλατείας Συντάγματος σε επιστολικό δελτάριο του 1906.

Προσέξτε πόσο αλλοιώτικα θα μας μιλήση άλλο κτίριο, αυτό το ταπεινό της εποχής του Γεωργίου Α’, λίγο πιο πέρα. Δυόμιση όροφοι αποτελούν το ανάστημά του. Και λιγώτεροι ή περισσότεροι αν ήσαν, η έκφρασίς του δεν θα διέφερε καθόλου, τα λόγια που θα απηύθυνε στην ψυχή μας θα ήταν τα ίδια:
«Κυττάξτε με, επί τέλους. Είμαι κειμήλιο της κοινωνικής ιστορίας αυτού του τόπου, είμαι το αποτύπωμα του ήθους της εποχής μου. Κυττάξτε πώς με θέλησαν εκείνοι που με έπλασαν, πώς ήξευραν να βάζουν την αισθητική αξία επάνω από το υλικό συμφέρον. Έβαλαν μάρμαρο ολόσωμο και λαξευτό στη βάσι μου, στους ορθοστάτες της εισόδου, στα ζωνάρια, στο μπαλκόνι. […] Τι πλούτο ευγενικού αισθήματος σημαίνει η παρουσία του γλυπτού μαρμάρου εκεί που ο σύγχρονός σας θα έβαζε για φουρούσια δύο βάναυσα πρίσματα από μπετόν. […] Κοιτάξτε τι καλοζυγισμένες αναλογίες, τι ωραίο προφίλ, τι σεμνό σύνολο. Και σκεφθήτε πώς μπορούσε να μην είμαι μια όμορφη πρόσοψις, αφού με γέννησε τόση αγάπη, και μόνο αγάπη; Κανένα συμφέρον δεν υπάρχει σε μιαν άσκοπη σπατάλη που γίνεται μόνο για ομορφιά. […] Βλέπετε και στο πιο φτωχικό σπιτάκι της εποχής μου να λάμπη το μάρμαρο στη βάσι του, στους σουβέδες του, στο μπαλκονάκι του και τα τραβήγματα να το στολίζουν παντού. Και τι σεμνή, τι καλαίσθητη πάντα η φυσιογνωμία του. Ίσως το βρήτε κάπου αδύναμο ως αρχιτεκτονική σύνθεσι. Ποτέ όμως δεν θα το βρείτε βάναυσο, πρόστυχο ή αποκρουστικό.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-29
Άποψη της οδού Αιόλου σε επιστολικό δελτάριο των αρχών του 20ού αιώνα.

»Νομίζουν οι τωρινοί αρχιτέκτονες ότι η σύνθεσις μιας προσόψεως του κλασικισμού ήταν ζήτημα στερεότυπης χρήσεως στοιχείων και όχι ζήτημα αισθητικής. Και όμως οι ίδιοι, όταν επιχειρούν να μιμηθούν αυτόν τον ρυθμό σε μια προσθήκη κτιρίου ή οποιαδήποτε άλλη ειδική περίπτωσι, πόσο αδέξιοι δείχνονται και τι άνοστα κατασκευάσματα φτιάχνουν. Οι ίδιοι βλέπουν τότε πως δεν ήταν υπόθεσις συνταγής η αρχιτεκτονική μας.

»Ήταν βίωμα ο ρωμαντισμός και ο κλασικισμός που έδινε την πνοή του σε κάθε εκδήλωσι της ζωής των ανθρώπων εκείνου του καιρού: στη γλώσσα τους, στο ήθος τους, στους τρόπους τους, σε όλα τους τα ιδανικά.

»Ήταν βίωμα ιδεαλισμού, που τους έκανε όλους να βλέπουν τον εαυτό τους εργάτες στην υπηρεσία του γένους, να νοιώθουν το έργο τους ως μνημείο αφιερωμένο στην ιστορία του πολιτισμού του τόπου, να αισθάνωνται την υποχρέωσι να το αφήσουν επαινετό και ωραίο, να έχουν συναίσθησιν ευθύνης για ό,τι κάμνουν. […]».

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-30
Επιστολικό δελτάριο του 1910 με το Ζυθοπωλείο Ζαχαράτου στην Ομόνοια.

Είναι πάντα ανυπόκριτη η μαρτυρία του ήθους κάθε εποχής στην έκφρασι της αρχιτεκτονικής της. Μας είπαν όλην την αλήθεια της ψυχής τους τα δύο αθηναϊκά κτίρια που γνωρίσαμε. Υπάρχει όμως και μια άλλη αλήθεια απολύτως αντικειμενική, ο νόμος της εξελίξεως και της συνεχούς αλλαγής των κοινωνιών και των πόλεων. Όσο σεμνή και ωραία και αν ήταν η αρχιτεκτονική των χρόνων του Γεωργίου Α’, δεν ήταν δυνατόν να μείνη για πάντα αναλλοίωτη. Και ο πολιτισμός αν υποτεθή πως δεν άλλαζε και οι άνθρωποι αν έμεναν οι ίδιοι, πάλιν ο κόρος και η φθορά θα έφερναν σ’ αυτήν κάποιαν αλλαγή.

Αθηναϊκοί Περίπατοι – Κώστας Η. Μπίρης-31
Επιστολικό δελτάριο του 1913 στο οποίο απεικονίζονται δεξιά της οδού Ερμού το ξενοδοχείο «Grand Hôtel d’ Angleterre», δίπλα το καφενείοεστιατόριο «Η Ευρώπη» και στο βάθος η οικία Π. Καλλιγά.

Άλλαξαν όμως πολύ οι καιροί. Οι αναστατώσεις που κι εμείς και όλος ο κόσμος περάσαμε, επόμενο ήταν να φέρουν γοργή κι απότομη αλλαγή στη ζωή μας. Ένα όμως είναι λυπηρό για τον τόπο μας και αδικαιολόγητο για τους ανθρώπους του. Πως από το ύψος του ιδεαλισμού της προηγούμενης γενεάς επέσαμε τόσο χαμηλά, σε τέτοιον αδηφάγο υλισμό. Πως το κοινωνικό αίσθημα που είχε κτίσει την Αθήνα του 1900 εχάθηκεν έτσι απότομα και ολοκληρωτικά και κατήντησεν η πόλις αυτή και τα μνημεία της τιμάριο της κυριαρχίας του ατόμου.  
Η Καθημερινή, 16 Δεκεμβρίου 1949

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT