Σαν σήμερα: 27 Νοεμβρίου 1978 – Δολοφονείται ο Χάρβεϊ Μιλκ

Σαν σήμερα: 27 Νοεμβρίου 1978 – Δολοφονείται ο Χάρβεϊ Μιλκ

5' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 10 Νοεμβρίου 1978, ένα μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου του Σαν Φρανσίσκο (εν είδει Δημοτικού Συμβουλίου) ονόματι Νταν Γουάιτ παραιτείται από τη θέση του, ισχυριζόμενος ότι ο ετήσιος μισθός των 9.600 δολαρίων δεν είναι αρκετός για να ζήσει την οικογένειά του. Εντός λίγων ημερών, ο Γουάιτ άλλαξε γνώμη και ζήτησε να ανακληθεί η παραίτησή του και να επιστρέψει στη θέση του. Αρχικά, ο δήμαρχος Τζορτζ Μοσκόουν συμφωνεί, αλλά συμβουλευόμενος και άλλα μέλη του συμβουλίου που υποστήριζαν τη φιλελευθεροποίηση του σώματος, αποφασίζει να μην επιτρέψει την επάνοδο του συντηρητικού και βετεράνου του Πολέμου του Βιετνάμ Γουάιτ.

Αυτή η διαδοχή γεγονότων μπορεί να φαντάζει ασήμαντη ή συνηθισμένη στον πολιτικό στίβο. Στην πραγματικότητα, όμως, έμελλε να καταλήξει σε μια διπλή δολοφονία: του δημάρχου Τζορτζ Μοσκόουν και ενός άλλου μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου και ακτιβιστή για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, του Χάρβεϊ Μιλκ.

Κατά τη δεκαετία του ’60 και του ’70 η Αμερική γνώρισε μεγάλες κινητοποιήσεις για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Μία από τις κεντρικές προσωπικότητες σε αυτές ήταν και ο Χάρβεϊ Μιλκ, γνωστός με το παρατσούκλι «δήμαρχος της οδού Κάστρο», καθώς πριν την έναρξη της πολιτικής του καριέρας διατηρούσε ένα κατάστημα με κάμερες στην ομώνυμη οδό. Το κατάστημά του έγινε τόπος συγκέντρωσης ομοφυλοφίλων και σύντομα εξελίχθηκε σε χώρο συνάντησης ακτιβιστών της κοινότητας.

Ο Μιλκ στράφηκε σοβαρά προς την πολιτική το 1973, έχοντας μια φιλελεύθερη ατζέντα και υποστηρίζοντας την αναδιοργάνωση του εκλογικού συστήματος της πόλης με την καθιέρωση ψηφοδελτίων ανά συνοικία, τη νομιμοποίηση της μαριχουάνας και την εμπόδιση της κυβέρνησης από το να εμπλέκεται σε προσωπικά ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού. Η εμφάνισή του τότε, επηρεασμένη από την αντικουλτούρα του ’60, ήταν σίγουρα αναπάντεχη για έναν υποψήφιο δημοτικό σύμβουλο: μακριά μαλλιά, μουστάκι και ρούχα χίπη.

Παρά τις μαχητικές ομιλίες του και την υποστήριξη πολλών μελών της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, δεν κατάφερε να εκλεγεί τις δύο πρώτες φορές που έθεσε υποψηφιότητα για το Εποπτικό Συμβούλιο. Έτσι, άλλαξε την εμφάνισή του: κουρεύτηκε, ξυρίστηκε και ξεκίνησε να φοράει κοστούμια· σταμάτησε να καπνίζει μαριχουάνα και να επισκέπτεται δημόσια λουτρά που επισκέπτονταν κυρίως γκέι άντρες, ενώ άρχισε να αποκτά πολιτικούς συμμάχους.

Η εκλογική επιτυχία έμελλε να έρθει τον Νοέμβριο του 1977, οπότε και εξελέγη στο Συμβούλιο, το οποίο ήταν εμφανώς προοδευτικό περιλαμβάνοντας για πρώτη φορά μια ανύπαντρη μητέρα, μια Αφροαμερικανή και τον Μιλκ, τον πρώτο ανοιχτά γκέι πολιτικό. Στις ίδιες εκλογές, εξελέγη και ο Νταν Γουάιτ, πρώην αστυνομικός και μέχρι πρότινος πυροσβέστης. Αρχικά η συνεργασία τους ήταν εντός των προβλεπόμενων πλαισίων. Στην ουσία, όλως, δεν συμφωνούσαν στην πολιτική που έπρεπε να ασκηθεί: ο Μιλκ και ο δήμαρχος Μασκόουν ήθελαν να εφαρμόσουν μια πολιτική που θα είχε στο επίκεντρό της τους κατοίκους και τις γειτονιές, ενώ ο Γουάιτ πίστευε ότι το Σαν Φρανσίσκο μπορούσε να αναπτυχθεί μόνο με την ενίσχυση και την παροχή διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις.

Η μεταξύ τους σχέση επιδεινώθηκε όταν ο Μιλκ ψήφισε υπέρ της δημιουργίας ενός ψυχιατρικού ιδρύματος για εφήβους στην περιοχή του Γουάιτ, ενώ αρχικά είχε συμφωνήσει με τον τελευταίο που αντιτίθετο σε αυτήν την πρόταση. Μετά από αυτό το περιστατικό, ο Γουάιτ καταψήφιζε κάθε πρόταση του Μιλκ.

Όταν ο Γουάιτ παραιτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου και πέντε ημέρες μετά ζήτησε να ακυρωθεί η παραίτησή του, ο Μιλκ και άλλοι φιλελεύθεροι του Συμβουλίου άσκησαν πιέσεις ώστε να μην επιστρέψει ο Γουάιτ και η πλάστιγγα να γείρει προς την πλευρά των προοδευτικών και όχι προς εκείνη των συντηρητικών που, κατά τη γνώμη τους, εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών. Πράγματι, ο Μοσκόουν δήλωσε ότι η παραίτηση του Γουάιτ είχε ήδη γίνει δεκτή και κατατεθεί στα πρακτικά του Συμβουλίου, επομένως ετίθετο νομικό ζήτημα στην περίπτωση ανάκλησής της, το οποίο θα έπρεπε να ερευνηθεί.

Μη σκοπεύοντας να επαναφέρει τον Γουάιτ στο Συμβούλιο, ο Μοσκόουν βρήκε αντικαταστάτη για τη θέση του. Λίγο πριν την επίσημη ανακοίνωση της αλλαγής, το πρωί της 27ης Νοεμβρίου 1978, ο Γουάιτ εισήλθε στο δημαρχείο του Σαν Φρανσίσκο από ένα παράθυρο του υπογείου, προκειμένου να αποφύγει τους ανιχνευτές μετάλλου στην είσοδο, καθώς κουβαλούσε δύο πιστόλια και 10 έξτρα φυσίγγια. Κατευθύνθηκε προς το γραφείο του δημάρχου, ζητώντας του να μιλήσουν. Αφού ζήτησε από τον Μοσκόουν να τον επαναφέρει κι εκείνος αρνήθηκε, οι δύο άντρες διαφώνησαν, μέχρι που ο Γουάιτ πυροβόλησε δύο φορές στον ώμο και το στήθος του δημάρχου τραυματίζοντάς τον σοβαρά. Όταν έπεσε στο πάτωμα, ο Γουάιτ τον πλησίασε και τον πυροβόλησε δύο φορές στο κεφάλι από απόσταση 150 χιλιοστών, σκοτώνοντάς τον ακαριαία.

Ξαναγεμίζοντας το όπλο του, κατευθύνθηκε στην άλλη μεριά του δημαρχείου, στο γραφείο του Μιλκ, ο οποίος τότε συνομιλούσε με έναν ραδιοφωνικό ρεπόρτερ, και του ζήτησε να μιλήσουν στο παλιό του γραφείο. Όταν ο Μιλκ τον ακολούθησε, ο Γουάιτ τον πυροβόλησε πέντε φορές, αφήνοντας τελευταία μια βολή εξ επαφής, και τράπηκε σε φυγή.

Τελικώς, ο Γουάιτ συνελήφθη λίγο μετά και η δημόσια κατακραυγή ήταν μεγάλη. Όταν ξεκίνησε η δίκη του, η οποία με βάση έναν νόμο που ψηφίστηκε τρεις εβδομάδες πριν τις δολοφονίες μπορούσε να καταλήξει σε θανατική ποινή, οι συνήγοροί του ισχυρίστηκαν ότι ο Γουάιτ έπασχε από κατάθλιψη, επικαλούμενοι μειωμένο καταλογισμό. Υποστήριξαν ότι ένα σύμπτωμα της κατάθλιψής του ήταν η αλλαγή της διατροφής του, και μάλιστα η στροφή προς τα ανθυγιεινά φαγητά, κάνοντας τον Τύπο να βαφτίσει τη στρατηγική υπεράσπισής του ως «Υπεράσπιση Τουίνκι» (Twinkie Defense), παίρνοντας το όνομα από ενός συσκευασμένου γλύκισματος που συνήθιζε να καταναλώνει ο Γουάιτ τον καιρό πριν τις δολοφονίες.

Παρά τα αποδεικτικά στοιχεία, ο Γουάιτ καταδικάστηκε σε 7 χρόνια κάθειρξης, καθώς θεωρήθηκε ότι οι δολοφονίες δεν ήταν προσχεδιασμένες και η ψυχική του κατάσταση όσο τις διέπραττε ήταν τέτοια που δεν μπορούσε να του καταλογιστεί ολόκληρη η ευθύνη. Η αντίδραση των κατοίκων του Σαν Φρανσίσκο ήταν άμεση και αποφασιστική, καθώς θεώρησαν ότι η ασύμμετρα ελαφριά ποινή οφειλόταν στην ομοφοβία του δικαστηρίου και των ενόρκων, δεδομένης της σεξουαλικής ταυτότητας του Μιλκ. Την ημέρα που ανακοινώθηκε η ετυμηγορία έγιναν ταραχές σε όλη την πόλη, που ονομάστηκαν «White Night Riots»: οι πολίτες, κυρίως μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, συγκρούστηκαν άγρια με δυνάμεις της αστυνομίας, συνιστώντας την πιο βίαιη αντίδραση της κοινότητας μετά τα γεγονότα του Στόουνγουολ στη Νέα Υόρκη το 1969. Ταυτόχρονα, η πολιτεία της Καλιφόρνια αυστηροποίησε τους νόμους της περί μειωμένου καταλογισμού.

Ο Μιλκ θεωρείται μία από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και σήμερα το όνομά του φέρουν οργανώσεις, σχολεία, ακόμη και ένα βοηθητικό πλοίο του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού. Το 1984, το ντοκιμαντέρ The Times of Harvey Milk κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ, ενώ η βιογραφική ταινία Milk του 2008 με πρωταγωνιστή τον Σον Πεν ήταν υποψήφια για 8 Όσκαρ και απέσπασε τα Α’ Ανδρικού Ρόλου και Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου. Πάντως, το 1985, έναν χρόνο μετά την αποφυλάκισή του μετά από πέντε χρόνια κράτησης, ο Νταν Γουάιτ αυτοκτόνησε στο γκαράζ του σπιτιού του.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT