Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας

«Ηγάπησα δι’ όλης της ψυχής μου την Πατρίδαν μου. Κατά το μέτρον των δυνάμεών μου και τη βοηθεία του Θεού εξετέλεσα το καθήκον μου. Ατενίζω ήρεμος την κρίσιν της ιστορίας»

ναύαρχος-παύλος-κουντουριώτης-στα-κ-562863316

Η Ύδρα· ψηλός, απότομος, στέρεος βράχος, που πάνω του στάθηκε της Ελλάδας η λευτεριά. Στο άκουσμά της και μόνο, χτυπάει η καρδιά του ποιητή, το αίμα του βράζει και το μυαλό του ταξιδεύει με τα δικά της τα φτερά, όπου ο άνεμος και κάθε κύμα διαλαλεί τις νίκες της. Ο βράχος αυτός που είχε αποκαρδιώσει τον Ιμπραήμ, ανασαίνει λεύτερα μέσα στον αέρα του θρύλου του, κατεβαίνοντας από τις γυμνές πλαγιές προς το περίκλειστο ιστορικό λιμάνι. Η ακμή του τόπου αρχίζει από τον δέκατο πέμπτο αιώνα, όταν πρώτοι ήρθαν εκεί οι χριστιανοί Αρβανίτες, από τη Ρούμελη κι από τον Μοριά, περνώντας στα νησιά του Σαρωνικού για να βρουν αποκούμπι και καταφυγή. Εδώ γεννήθηκαν αδάμαστοι θαλασσομάχοι, οι Bώκοι –η γενιά του Mιαούλη–, οι Kριεζήδες, οι Mπουντούρηδες, οι Tομπάζηδες, οι Tσαμαδοί· οι Kουντουριώτηδες. Μεγάλη και επιφανής υδραίικη οικογένεια, τα περισσότερα μέλη της οποίας διακρίθηκαν κατά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας και τους μετέπειτα χρόνους. Το πραγματικό της επώνυμο ήταν «Ζέρβας». Το «Κουντουριώτης» δόθηκε σε ένα από τα μέλη της, τον Χατζή Γεώργιο Ζέρβα, ο οποίος είχε ζήσει για μεγάλο διάστημα στα Κούντουρα της Μεγαρίδας και μετά την επιστροφή του στην Ύδρα φορούσε την κουντουριώτικη ενδυμασία.

Η πλεύση στον χρόνο

«H Ύδρα είναι δεμένη στη θύμησή μου μ’ ένα πρόσωπο, μ’ έναν άνθρωπο, που θα μπορούσε να έχει υπάρξει μέσα στο Eικοσιένα και που φαινόταν σαν αργοπορεμένος μέσα στους καιρούς μας. Eννοώ τον Παύλο Kουντουριώτη, τον ναυμάχο των Βαλκανικών Πολέμων».

Ο Παύλος Κουντουριώτης γεννήθηκε στο ηρωικό νησί μόλις 30 χρόνια μετά την κορύφωση της Ελληνικής Επανάστασης, στις 9 Απριλίου 1855. Ήταν παιδί μιας πολυμελούς οικογένειας με πέντε αγόρια και πέντε κορίτσια. Ο πατέρας του Θεόδωρος ήταν επιτυχημένος μεγαλέμπορος-εφοπλιστής και προξενικός αντιπρόσωπος της Ελλάδας στη Μάλτα. Μητέρα του ήταν η Λουκία Παύλου Νεγρεπόντε, γόνος γνωστής εμπορικής οικογένειας με καταγωγή από τη Χίο, εγγονή του ηγεμόνα της Βλαχίας, πρίγκιπα Κωνσταντίνου Χαντζερή. Ο παππούς του Γεώργιος, μικρότερος αδελφός του Υδραίου προκρίτου Λαζάρου Κουντουριώτη, διετέλεσε πρόεδρος του Εκτελεστικού επί κυβερνήσεως Ιωάννη Καποδίστρια, καθώς και γερουσιαστής, υπουργός των Ναυτικών και πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου επί βασιλείας Όθωνος.

Στο αρχοντικό του παππού του, που δεσπόζει ψηλά στη δυτική πλευρά της Ύδρας, ταυτίστηκε με το υδραίικο περιβάλλον κι έγινε συνεχιστής των μπουρλοτιέρηδων και προσωποποίηση της παράδοσης των ηρωικών χρόνων, έχοντας κληρονομήσει όλες τις αρετές και τις αδυναμίες της μεγάλης εκείνης γενιάς που συνδύαζε τα ασυμβίβαστα: το μυαλό με την καρδιά, τη φρόνηση με τη γενναιότητα, που άγγιζε τα όρια του παραλόγου.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-1
Ασημένιο ρολόι τσέπης του Παύλου Κουντουριώτη, ελβετικής κατασκευής, αναμνηστικό των Βαλκανικών Πολέμων. Στο καντράν απεικονίζεται ανάγλυφα ναυμαχία, ενώ κυκλικά η αφιέρωση «Εις τους ήρωας της Βαλκανικής Συμμαχίας».

Τελείωσε το Α΄ ∆ημοτικό Σχολείο Ύδρας και στη συνέχεια φοίτησε στο εκεί Σχολαρχείο.

«Βουνό λοιπόν η αριθμητική, οι “εκθέσεις ιδεών” και άλλα τέτοια αχώνευτα. Κι ο ταλαίπωρος ο Παυλάκης καθόλου μα καθόλου δεν τα πήγαινε καλά με τα νούμερα και τις περιγραφές. Σα ρετσινόλαδο κατάπινε ετούτα τ’ άνοστα μαθήματα. Μεράκι του η Ιστορία κι η Γεωγραφία. Ώρες ολόκληρες ξεχνιόταν με τις παραμυθένιες περιπέτειες του Οδυσσέα… Άλλες πάλι φορές, η φαντασία του ταξίδευε πάνω στον χάρτη, καθώς το βλέμμα του πλανιόταν σε στεριές και θάλασσες, ωκεανούς και χώρες μακρινές… Τυχερός αυτός ο ναυτικός. Όλοι τους οι ναυτικοί. Που μπορούν να ταξιδεύουνε παντού…».

Η ακατανίκητη γοητεία που ασκούσε πάνω του η θάλασσα τον οδήγησε στο Πολεμικό Ναυτικό, όπου κατατάχθηκε το 1874 ως δόκιμος Β΄ Τάξεως, έχοντας στη συνέχεια μια εξαιρετική σταδιοδρομία, που ιστορικά τον κατατάσσει στις πλέον εμβληματικές μορφές του 20ού αιώνα. Θα πρέπει να τονιστεί εδώ ότι η επιλογή της καριέρας αυτής ήταν μια συνειδητή απόφαση του 19χρονου τότε Παύλου. Ακολουθώντας την, απέρριψε τη δυνατότητα που είχε να ζήσει μια άνετη και προσοδοφόρα ζωή συνεχίζοντας τις εμπορικές δραστηριότητες του πατέρα του. Αντ΄ αυτού επέλεξε την επικίνδυνη, δύσκολη και με περιορισμένες απολαβές ζωή του Έλληνα αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού.

Ο Κουντουριώτης εμπέδωσε με έναν τρόπο μάλλον εμπειρικό αλλά στέρεο τόσο τη σημασία των τεχνικών εξελίξεων, όσο και τις συνεπαγόμενες μεταβολές στην τακτική και στη στρατηγική, υπηρετώντας σε όλους τους τύπους των πλοίων που διαδοχικά απέκτησε το ελληνικό Ναυτικό, από τα ιστιοφόρα ατμόπλοια έως τα θωρακισμένα καταδρομικά.

Ο Κουντουριώτης εμπέδωσε με έναν τρόπο μάλλον εμπειρικό αλλά στέρεο τόσο τη σημασία των τεχνικών εξελίξεων, όσο και τις συνεπαγόμενες μεταβολές στην τακτική και στη στρατηγική, υπηρετώντας σε όλους του τύπους των πλοίων που απέκτησε το ελληνικό Ναυτικό.

Το 1877 προάγεται σε δόκιμο Α΄ Τάξεως, το 1881 σε ανθυποπλοίαρχο και το 1884 σε υποπλοίαρχο. Εξαρχής διακρίνεται και χαίρει εκτιμήσεως στους ναυτικούς κύκλους για την προσήλωση που δείχνει στο καθήκον, την παρρησία που τον χαρακτηρίζει, αλλά και διότι δεν επιδεικνύει έπαρση παρά τα προσόντα του. Μπορεί πάντα να μιλάει την απλή γλώσσα των πληρωμάτων και να συναναστρέφεται με την ίδια άνεση τόσο τους ανωτέρους του όσο και τους κατωτέρους του. Επίσης, πρόκειται για βαθιά θρησκευόμενο άτομο.

Στη συνέχεια λαμβάνει μέρος στις ελληνοτουρκικές συγκρούσεις του 1886 και στον πόλεμο του 1897.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τοποθετείται υπουργός των Ναυτικών στην κυβέρνηση των αντιβενιζελικών κομμάτων. Παρότι ο ίδιος χαρακτήρισε αργότερα τη συμμετοχή του «απρόθυμη» και πάντως τεχνοκρατική, είναι προφανές ότι στη φάση αυτή δεν είχε ακόμα σαφώς τοποθετηθεί στα καίρια ζητήματα που βρίσκονταν στην καρδιά της διαμάχης ανάμεσα στον βασιλιά Κωνσταντίνο και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, δηλαδή στη συνταγματικότητα των βασιλικών χειρισμών και στη στάση της Ελλάδας απέναντι στον πόλεμο.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-2
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Παύλος Κουντουριώτης εξέρχεται από τον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Τον Σεπτέμβριο του 1916 θα προσχωρήσει στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας και θα μεταβεί στη Θεσσαλονίκη, όπου θα αποτελέσει το ένα από τα μέλη της Τριανδρίας της Επαναστατικής Κυβερνήσεως μαζί με τον Βενιζέλο και τον στρατηγό Παναγιώτη ∆αγκλή.

Το 1920 και το 1923 αναλαμβάνει τα καθήκοντα του αντιβασιλέα, ενώ το 1924 εκλέγεται πρώτος Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας. Στο ίδιο αξίωμα διατελεί και το 1929, για σύντομο όμως χρονικό διάστημα.

Στη ζωή του έγινε δύο φορές στόχος δολοφονικής απόπειρας, τον Νοέμβριο του 1920 και τον Αύγουστο του 1926.

Νυμφεύθηκε δύο φορές, στο Λονδίνο το 1889 με την Αγγελική Πετροκοκκίνου, η οποία απεβίωσε το 1903 από φυσικά αίτια, και στην Αθήνα το 1918 με την Ελένη Κούππα. Με την πρώτη του σύζυγο απέκτησε τρία παιδιά, δύο κορίτσια και ένα αγόρι, τον Θεόδωρο, που κατατάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό και μάλιστα διετέλεσε κυβερνήτης του θρυλικού θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ».

Ένα θαυμαστό ταξίδι

Ο πρώτος υπερατλαντικός πλους της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων στην Αμερική.

Το 1899, ο Κουντουριώτης προάγεται σε αντιπλοίαρχο και αναλαμβάνει κυβερνήτης του ευδρόμου «Ναύαρχος Μιαούλης», ενός μικρού, τρικάταρτου καταδρομικού πλοίου· το σκάφος είχε κατασκευαστεί στη Γαλλία το 1876 με χρήματα που είχε προσφέρει η «Επιτροπή προς σχηματισμόν Εθνικού Στόλου» και χρησιμοποιείτο ως εκπαιδευτικό της Σχολής Ναυτικών ∆οκίμων. Στα μέσα του 1900, μετά από εισήγησή του στον υπουργό των Ναυτικών Βασίλειο Βουδούρη, θα πάρει άδεια και θα εκτελέσει τον πρώτο υπερατλαντικό εκπαιδευτικό πλου της σχολής στην Αμερική.

Το ταξίδι, που ξεκίνησε στις 5 Ιουλίου και ολοκληρώθηκε στις 21 Νοεμβρίου 1900, δεν είναι μια απλή ναυτική ιστορία, αλλά ένα μοναδικό εγχείρημα, ένα κατόρθωμα. Ο υπερατλαντικός αυτός πλους γινόταν για πρώτη φορά από τη γέννηση του ελληνικού κράτους και από ένα πολεμικό πλοίο ακατάλληλο για τέτοιες αποστολές (ατμόπλοιο-ιστιοφόρο με ιδιαίτερα χαμηλό σκαρί, «έβαζε» το κύμα πολύ εύκολα). Μάλιστα, επιλέχθηκε η διαδρομή που είχε χαράξει ο μεγάλος θαλασσοπόρος Χριστόφορος Κολόμβος και όχι η συντομότερη.

Το ταξίδι υλοποιήθηκε κυρίως με τα πανιά, γιατί ο σκοπός του ήταν επιστημονικός, εκπαιδευτικός και έγιναν πολύτιμες παρατηρήσεις και μελέτες για τον ωκεανό, επί τη βάσει των οποίων συντάσσονταν συνήθως οι επίσημοι ναυτικοί χάρτες των ωκεανών από τα διάφορα ναυαρχεία. Ο κυβερνήτης έφερε σε πέρας την εθνική του αποστολή εκμεταλλευόμενος τους αληγείς ανέμους.

Μπορεί κανείς να τον φανταστεί όρθιο στη γέφυρα, να χαίρεται με κάθε κύτταρο της ύπαρξής του αυτές τις αξεπέραστες στιγμές και να υποκλίνεται στην αρχοντιά των ιστίων, άρχοντας κι ο ίδιος, που γνώριζε καλά πώς να τα χειρίζεται με μαστοριά.

∆εν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος του εγχειρήματος· αρκεί μόνο να λάβει υπόψη του τις πρωτόγονες συνθήκες που επικρατούσαν στη ναυσιπλοΐα της εποχής, καθώς και το μέσο που χρησιμοποίησε για να «δαμάσει» τον ωκεανό. Έτσι, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολή το γεγονός ότι η Αθήνα και όλος ο κόσμος της εποχής πανηγύρισε για το μεγάλο κατόρθωμα· για πολλές ημέρες ο «άθλος» του Κουντουριώτη προβλήθηκε με διθυράμβους από τις εφημερίδες και μάλιστα ο Ρωμηός τού αφιέρωσε πρωτοσέλιδο που τελείωνε με το στιχάκι «Γεια σας ένδοξα δελφίνια/Του “Μιαούλη” ναύται πρώτοι με τον Παύλο Κουντουριώτη».

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-3
Ο Παύλος Κουντουριώτης στο γραφείο του στη Θεσσαλονίκη, το 1916 (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

«Ύστερα από τόσων μηνών επισκευήν, ύστερα από επανειλημμένας δοκιμάς της μηχανής και εν γένει του σκάφους, μίαν ωραίαν καλοκαιρινήν πρωίαν, την 5ην Ιουλίου, το ωραίον μας εύδρομον “Ναύαρχος Μιαούλης” άφηνε τα νερά του Φαλήρου διά τον υπερωκεάνειον πλουν του. Του πλοίου επέβαινον εν όλω 215, εκ των οποίων 23 αξιωματικοί, 44 υπαξιωματικοί, 41 ναύται πτυχιούχοι, 77 ναύται καταστρώματος, 26 θερμασταί, 2 πολιτικοί μάγειροι και 2 πολιτικοί υπηρέται».

Το πλήρωμα του ευδρόμου αποτελούσε μια εξαιρετική ομάδα. Πέρα από υπηρεσιακή επάρκεια, φιλοτιμία, αίσθηση ευθύνης και ναυτικές ικανότητες, οι άνδρες ήταν ιδιαίτερες προσωπικότητες, όπως ο αξιωματικός ναυτιλίας Ματθαίος Ματθαιόπουλος, ιδρυτής της Υδρογραφικής Υπηρεσίας. Στο πλήρωμα περιλαμβάνονταν ο σημαιοφόρος Θεοφανίδης, διακεκριμένος μελετητής του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, ο ανθυποπλοίαρχος Κωνσταντίνος Μελάς, ιδρυτής του ελληνικού προσκοπισμού, ο σημαιοφόρος και ανιψιός του Κουντουριώτη Νικόλαος Βότσης, μετέπειτα τορπιλητής της τουρκικής κορβέτας «Φετίχ Μπουλέντ» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης το 1912, ο ανθυποπλοίαρχος Στέφανος Παπαρρηγόπουλος, πρώτος κυβερνήτης ελληνικού υποβρυχίου.

Μετά την αναχώρησή του από τον Πειραιά, το πλοίο προσέγγισε σε Μάλτα, Γιβραλτάρ, Κανάρια Νησιά, Μαρτινίκα, Άγιο Θωμά και εντέλει σε Φιλαδέλφεια, Νέα Υόρκη και Βοστώνη.

Μέσα από τις περιγραφές του αξιωματικού Β. Καψαμπέλη ανασύρουμε ψηφίδες από το θαυμαστό αυτό ταξίδι: «Αι περισσότεραι των Μαλτέζων φέρουν μίαν μαύρην καλύπτραν από της κεφαλής μέχρι της μέσης… Λέγεται μάλιστα ότι φέρουσι το ένδυμα τούτο εις ένδειξιν πένθους αφ’ ης εποχής η Μάλτα κατελήφθη υπό των Άγγλων. […] Από την Μάλταν απεπλεύσαμεν την πρωίαν της 10ης Ιουλίου με μίαν γαλήνην αμίμητον, σχεδόν άπνοιαν. Την πρωίαν της επομένης διήλθομεν παρά την Παντελλαρίαν […] Αριστερά είχομεν την απέραντον έκτασιν της Αφρικανικής γης, η οποία τώρα με την τομήν του Σουέζ μπορεί κανείς να πει ότι αποτελεί μίαν μεγάλην νήσον […].

«Έπρεπεν όλοι οι Έλληνες, από του ανωτάτου άρχοντος μέχρι του τελευταίου Έλληνος πολίτου να ευρεθώσιν επί του “Μιαούλη” καθ’ ην στιγμήν πλησίστιος διέπλεε τον Τροπικόν του Καρκίνου και να ίδωσι την έξοχον, την αλησμόνητον εκείνην σκηνήν του πλησιέστατα αντιπλέοντος αγγλικού ατμοπλοίου, οι επιβάται και το πλήρωμα του οποίου φρενιτιωδώς επευφήμουν και χαιρετώντες ανέκραζον “Ελλάς, Ελλάς”!…»

«Ούτω εντός ενός μηνός διέπλευσεν ο “Ν. Μιαούλης” την Μεσόγειον και εν μέγα μέρος του Ωκεανού· εν όλω δηλαδή περί τα 3.500 μίλια. Και όλον αυτό το διάστημα με συνεχή γυμνάσια ιστίων, με συνεχείς παρατηρήσεις και υπολογισμούς, με θαυμαστήν ακρίβειαν πορειών, με τάξιν και με πειθαρχίαν αξίαν παντός επαίνου. Πάντες, από του κυβερνήτου μέχρι του τελευταίου ναύτου, αυστηροί του καθήκοντος και της πειθαρχίας εκτελεσταί. Και ήδη ο “Μιαούλης” ανθρακεύει και προπαρασκευάζεται διά τον διάπλουν του μεγάλου τμήματος του απεράντου Ωκεανού. Και το μέχρι τούδε θεωρούμενον χίμαιρα και όνειρον διά την μικράν μας Ελλάδα, να κυματίσει η πολεμική μας σημαία εις τα ύδατα του Νέου Κόσμου, εκπληρούται, συν Θεώ».

«Τώρα πια, πάνε κι έρχουνται τα καράβια απ’ τον Παλιό στο Νέο Κόσμο. Όμως, είναι πλεούμενα μεγάλα. Χτισμένα για θάλασσες ανοιχτές. Για κύμα χοντρό και καταιγίδες. Ο “Μιαούλης”, με τα ογδόντα μέτρα μάκρος και φάρδος έντεκα, μοιάζει με αυθάδικο κοκόρι που ξεκινάει να μετρηθεί με τα θεριά του δάσους. Όμως παληκαριά και πείσμα δεν ψηφάνε τον κίνδυνο… Μονάχα στη γέφυρα, που τρίζει απ’ τις θεομηνίες, στέκει μερόνυχτα ξάγρυπνος κι ατάραχος ο Κουντουριώτης. Με τη ματιά να πηγαινόρχεται ανάμεσα ορίζοντα, μπούσουλα και βαρόμετρο. Με τ’ αυτί στυλωμένο στο σφύριγμα τ’ ανέμου και στο ρυθμικό βογγητό της μηχανής. ∆ιαταγές κι οδηγίες… Μίλλι στο μίλλι ζυγώνει στον Νέο Κόσμο».

Του Νέου Κόσμου ιδέα προσδοκούσε να αποκτήσει κι ο Παναγιωτάκης Κελεπούρης, απλός ναύτης του πλοίου, για να αφήσει τις σχετικές διηγήσεις ως «μόνη κληρονομιά στους απογόνους του».

Κυριακή 3/16 Σεπτεμβρίου: «Σήμερον περί την 8ην πρωίας εφάνη ο φανός της Φιλαδελφείας. Περί την 9ην π.μ. παρελάβομεν πιλότον και εισήλθομεν εν τω ποταμώ Delaware. Έξοχον εις κάλλος το θέαμα της διόδου».

«Εις το όνομα “Μιαούλης” σκιρτά σήμερον η καρδία παντός Έλληνος εν Αμερική. Το υπερήφανον εύδρομον, φέρον την επίσημον της φιλτάτης πατρίδος σημαίαν, το λάβαρον τούτο του ελευθέρου και δούλου Ελληνισμού, την ελπίδα του ευρυτέρου μέλλοντος, καταπλέει εντός ολίγων ημερών εις τον λιμένα της Νέας Υόρκης».

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-4
Το πλήρωμα του θωρακισμένου καταδρομικού «Γεώργιος Αβέρωφ» στο κατάστρωμα. Αξιωματικός στο πηδάλιο, άλλος με κιάλια, δύο παρακολουθούν και ναύτες πλάι στο πυροβόλο (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Πέμπτη 14/27 Σεπτεμβρίου: «Ώρα 11η π.μ. κατεπλεύσαμεν εις Νέαν Υόρκην προ του αγάλματος της Ελευθερίας. Μετά μίαν ώραν κατεπλεύσαμεν ενδότερον εις τον 35ον δρόμον της Ν. Υόρκης. Απερίγραπτος η ενθουσιώδης υποδοχή των Ελλήνων. Εν ατμόπλοιον κατάμεστον Ελλήνων».

Ο Κουντουριώτης θα γίνει δεκτός με ενθουσιασμό από την ελληνική ομογένεια της Φιλαδέλφειας, της Νέας Υόρκης και της Βοστώνης. Οι εκδηλώσεις στα τρία λιμάνια υπήρξαν κορυφαίες και ξεχωριστής σημασίας. Θερμή υπήρξε και η υποδοχή των Αρχών των ΗΠΑ, με κορωνίδα την απρόσμενη και ασυνήθιστη για επισκέψεις ξένων πολεμικών πλοίων υποδοχή του κυβερνήτη του «Μιαούλης» στον Λευκό Οίκο από τον πρόεδρο Μακ Κίνλεϊ.

Όλες όμως οι τελετές και οι πανηγύρεις υπολείπονταν μπροστά στην αγνότητα του πατριωτισμού και του ενθουσιασμού ενός μικρόσωμου Κρητικού με κάτασπρα μαλλιά, που μέσα στην κατάμεστη από επισκέπτες αίθουσα των αξιωματικών του πλοίου μίλησε με φωνή που έτρεμε: «Τώρα πια μπορώ να πεθάνω ευχαριστημένος. Εκείνο που πόθησε η ψυχή μου το είδα και το απόλαυσα», εκφράζοντας τον μύχιο πόθο του να δει την ελληνική σημαία να κυματίζει σε πολεμικό πλοίο και να πατήσει πάνω του. Κι ακόμα, μιας Ελληνίδας από τη Θράκη που, από την ημέρα που ακούστηκε ότι ο «Μιαούλης» αποπλέει για την Αμερική, άρχισε να κατασκευάζει μια πανέμορφη, υπερμεγέθη μεταξωτή σημαία. Υπέβαλε δε μόνο μία ταπεινή παράκληση, να παραστεί ένα πρωί στο πλοίο κατά την έπαρση της σημαίας και ει δυνατόν να σύρει και η ίδια το συρματόσχοινο.

H μεγάλη σημασία που απέδωσε η κυβέρνηση στο υπερωκεάνιο αυτό ταξίδι, αποτυπώνεται στα λόγια με τα οποία ο υπουργός των Ναυτικών χαιρέτισε την επιστροφή του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά: «Κύριε Κυβερνήτα, εξ ονόματος του βασιλέως και της κυβερνήσεως συγχαίρω υμάς και τους αξιωματικούς και το πλήρωμα του “Μιαούλη” διά την εξαίρετον και λαμπράν διαγωγήν την οποίαν επεδείξατε καθ’ όλην την διάρκειαν του μακρού πλου του “Μιαούλη”, δι’ ου εφέρατε υπερήφανον την γαλανόλευκον εκεί πέραν του ωκεανού όπου ζώσι προσφιλή τέκνα της Ελλάδος».

Κουντουριώτης και «Αβέρωφ»: το νικηφόρο δίδυμο

Οι ναυτικοί αγώνες στο Αιγαίο το 1912-1913.

Βρισκόμαστε στο 1911. Στον ορίζοντα έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται τα σύννεφα που εγκυμονούν την πολεμική σύγκρουση με τη γείτονα χώρα. Ο Κουντουριώτης τοποθετείται κυβερνήτης του νεότευκτου θωρακισμένου καταδρομικού «Γεώργιος Αβέρωφ» με τον βαθμό του πλοιάρχου. Μόνο τότε φάνηκαν τα πραγματικά προσόντα του ως ηγήτορα. Ήταν 56 ετών και άρχιζε το σπουδαιότερο μέρος της σταδιοδρομίας του. Παράλληλα, άρχιζε και η ζωή του θωρηκτού.

Το πλοίο αυτό, που είχε κατασκευαστεί το 1909 στο ναυπηγείο Orlando στο Λιβόρνο της Ιταλίας, εθεωρείτο επαναστατικό, γιατί μπορούσε να συνδυάζει τη θωράκιση και τον βαρύ εξοπλισμό των θωρηκτών με την ταχύτητα και την ευελιξία των καταδρομικών.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-5
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» στην Κωνσταντινούπολη μετά την Ανακωχή του Μούδρου (Δεκέμβριος 1918). Ελαιογραφία του Λυκούργου Κογεβίνα (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Παράλληλο ενδιαφέρον έδειξε αμέσως και η Τουρκία, οπότε άρχισε ένας αγώνας διεκδίκησης, στον οποίο τελικά νίκησε η Ελλάδα χάρη στη γενναιοδωρία του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο πλούσιος ομογενής από την Αίγυπτο προσέφερε την τελευταία στιγμή ένα μεγάλο μέρος της ολικής αξίας, που τότε ανερχόταν σε ένα εκατομμύριο λίρες Αγγλίας. Προς τιμήν του, το πλοίο έλαβε το όνομά του.

«Στην ιστορία των κατά θάλασσαν πολέμων είναι αμφίβολο εάν θα βρει κανείς ένα μοναδικό πλοίο που επηρέασε τόσο πολύ την τύχη μιας χώρας, της χώρας μου, της οποίας μάλιστα το Πολεμικό Ναυτικό έχει και το μοναδικό παγκόσμιο προνόμιο να μην έχει ποτέ υποστείλει την σημαία του, ενώπιον του εχθρού […] όλη η έκταση των Ελληνικών θαλασσών στην Ανατολή και τον Νοτιά οφείλεται αποκλειστικά στη δράση του Στόλου του Αιγαίου, του οποίου ναυαρχίς ήταν αυτό το πλοίο», μαθαίνουμε από τον αντιπλοίαρχο Παύλο Θ. Κουντουριώτη ΠΝ, εγγονό του ναυάρχου και κυβερνήτη του «Αβέρωφ» (1990).

Τον Σεπτέμβριο του 1912, ο Παύλος Κουντουριώτης ήρθε αντιμέτωπος με την Ιστορία όταν ακριβώς η πατρίδα τον είχε μεγάλη ανάγκη. Βρέθηκε εκεί κι έγινε ο σωτήρας της.

Όταν στις πολύωρες προπολεμικές συζητήσεις ανώτεροι αξιωματικοί προέβαλλαν τους ψυχρούς υπολογισμούς της αριθμητικής υπεροχής του τουρκικού στόλου έναντι του ελληνικού, εκείνος παίρνοντας τον λόγο απαντούσε πολλές φορές με οργή και αγανάκτηση: «Και την ψυχή, μωρέ, την ψυχή πού τη βάζετε; Μήπως νομίζετε ότι οι παππούδες μας του Εικοσιένα έκαναν τέτοιους λογαριασμούς; Με την ψυχική υπεροχή ενίκησε πάντοτε το Έθνος μας και με αυτήν θα νικήσωμεν πάλιν!».

Η πρόσφατη επιλογή του ως αρχηγού του Στόλου, απολύτως ορθή όπως αποδείχθηκε, ήταν βασισμένη στη ναυτική εμπειρία που διέθετε, σε συνάρτηση με την απαράμιλλη ψυχραιμία του, καθώς και την ανεξάρτητη, αλλά πειθαρχημένη σκέψη του.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-6
Το πλήρωμα του «Αβέρωφ» παραταγμένο στο κατάστρωμα, στο φουγάρο και στον κεντρικό ιστό (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Σ’ ένα από τα συμβούλια ο Κουντουριώτης εξέφρασε με παρρησία τη γνώμη του στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο: «Εγώ, κύριε Πρόεδρε, δεν καταγίνομαι με το χι συν ψι και τας γωνίας αποκλίσεως. Ξεύρω να πω ένα πράγμα. Καράβια άνευ ικανού εμψύχου υλικού είναι μόλυβδος βαρύς βυθιζόμενος εντός ύδατος. Σας διαβεβαιώ ότι με τα καράβια που έχομε θα κάμομε καλά τη δουλειά μας».

Τη μέρα εκείνη σημείωσε ο Κουντουριώτης την πρώτη του νίκη. Ο κυβερνήτης της χώρας βρήκε στη ρωμαλέα ευψυχία του την ψυχική διαπασών που χρειαζόταν. Η αδάμαστη αποφασιστικότητα και η πίστη του στην κατά θάλασσα νίκη συνέβαλαν καταλυτικά στην απόφαση του πρωθυπουργού να λάβει η χώρα μέρος στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο.

Στις 5 Οκτωβρίου 1912 κηρύσσεται ο πόλεμος. Ο Κουντουριώτης ονομάζεται υποναύαρχος.

Ο χειμώνας της χρονιάς εκείνης υπήρξε τόσο τρομερός, ώστε αποτέλεσε ορόσημο στη μετεωρολογία. Εκτός από τους θυελλώδεις βοριάδες, που σάρωναν το Αιγαίο, το χιόνι ήταν τόσο πυκνό, ώστε ακόμα και στο Φάληρο η θάλασσα είχε παγώσει μέχρι 50 μέτρα από την ακτή.

Ο Κουντουριώτης όμως, που τη στιγμή εκείνη βρισκόταν στο ωριμότερο σημείο της ναυτικής του καριέρας, εκτός από το απαιτούμενο κύρος, διέθετε και την εκ βαθέων γνώση των δυνατοτήτων του προσωπικού και του υλικού, ώστε να διοικήσει με τόλμη αλλά και ρεαλισμό, εξαντλώντας όλα τα περιθώρια του όπλου που είχε στη διάθεσή του. Χάρη στην αδιάκοπη παρουσία του στόλου στην περιοχή των ∆αρδανελίων και στις επιτυχείς ναυμαχίες της «Έλλης» και της Λήμνου, εξασφαλίστηκε η απόλυτη επικυριαρχία στη θάλασσα. Παράλληλα, με επιτυχείς αποβατικές επιχειρήσεις καταλήφθηκαν και απελευθερώθηκαν στη σειρά το Άγιον Όρος, η Θάσος, η Σαμοθράκη, η Ίμβρος και η Τένεδος, στις αρχές δε του 1913, η Λέσβος, η Χίος, τα Ψαρά, η Σάμος και η Ικαρία, χωρίς να χαθεί ούτε ένα ελληνικό σκάφος και με ελάχιστες απώλειες ανθρώπινων ζωών, παρόλο που δεν έλειψαν οι κατηγορίες ότι σε πολλές περιπτώσεις κινήθηκε παράτολμα.

Αφού κατέλαβε τη Λήμνο, ο ναύαρχος χρησιμοποίησε ως μόνιμη βάση του ελληνικού στόλου τον τεράστιο όρμο της, τον Μούδρο, μόλις 44 μίλια από την έξοδο των ∆αρδανελίων.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-7
Λαϊκή λιθογραφία: ΠΑΥΛΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ Ο ΔΑΦΝΟΣΤΕΦΗΣ ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ 5ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1913 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

∆ύο μέρες μετά κατέπλευσε στη Σαμοθράκη. ∆ιαβάζουμε σε περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα: «Χαρακτηριστικόν του ενθουσιασμού των κατοίκων είναι όταν μερικοί λεμβούχοι της Σαμοθράκης επλησίασαν εις την Ναυαρχίδα, ήρχισαν να καταφιλούν τας πλευράς του πλοίου, εις δε γέρων αναγνωρίσας τον ένδοξον Ναύαρχόν μας, τον παρεκάλεσε μετά δακρύων να ανέλθη επί του “Αβέρωφ” όπως τον ασπασθή, λέγων: “Καπτάν Παύλο μου, άφησέ με να φιλήσω τον πόδα σου διότι σήμερα μας έσωσες”, εννοών τον τουρκικόν στρατόν».

Στις 3 ∆εκεμβρίου 1912, λίγη ώρα προτού ξεκινήσει η ναυμαχία που έμεινε στην ιστορία γνωστή ως «ναυμαχία της Έλλης», ο ναύαρχος θα συντάξει και θα στείλει προς όλα τα πλοία του στόλου το ακόλουθο μήνυμα: «Με την βοήθειαν του Θεού, τας ευχάς του Βασιλέως και εν ονόματι του δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης, προς συνάντησιν του εχθρού του γένους».

«Μέσ’ απ’ το σήμα αυτό που φτερούγισε στους αιθέρες, μέσα από τούτες τις λίγες αράδες, ξεπηδάνε οι πόθοι της ζωής του ολάκερης. Πενήντα εφτά χρόνων όνειρα συναχτήκαν στάλα-στάλα και ορμήσανε τώρα, σαρωτικός τυφώνας, να πνίξουνε τον τύραννο».

Απομονώνουμε ένα μικρό τμήμα από τη γλαφυρή περιγραφή ανωνύμου, που συμμετείχε στη ναυμαχία της «Έλλης»: «Το θέαμα, εκείνην την στιγμήν, της Ναυαρχίδος μας ήτον αληθινά υπέροχον… Φρούρια και πλοία είχαν συγκεντρώσει την ώραν εκείνη όλον το πυρ τους εναντίον του τρομερού αυτού πλοίου, που σαν πύρινος δαίμων έπλεε ακάθεκτον, μη λογαριάζον τίποτε, και εξαπέστειλε εύστοχες και αποτελεσματικές βολές κατά του εχθρού. Σ’ αυτόν τον δρόμον της ∆όξης εφάνταζε σαν κάτι έμψυχον, σαν ένας ∆ιγενής Ακρίτας στην ψυχή του οποίου είχε συμπυκνωθεί όλη η γενναιότης και θεληματικότητα του Ναυάρχου».

Πράγματι, η τόλμη του Υδραίου στολάρχου ίππευσε την ταχύτητα του χαλύβδινου κέλητα, για να κυνηγήσει δύο φορές τους Τούρκους. Ο «τυχερός μπαρμπα-Γιώργης» για τους Έλληνες, το «σεϊτάν παπόρ» (διαβολοκάραβο) για τους Τούρκους, στα επιδέξια χέρια του Κουντουριώτη έσπασε τα τουρκικά καράβια και έγραψε με χρυσά γράμματα μια από τις ενδοξότερες σελίδες της νεότερης ναυτικής ιστορίας του τόπου μας.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-8
Ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης στο κατάστρωμα του «Αβέρωφ» (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Τρεις ημέρες αργότερα, ο τουρκικός στόλος ηττήθηκε στη ναυμαχία της Λήμνου, με την οποία τερματίστηκαν οι ναυτικοί αγώνες στο Αιγαίο την περίοδο 1912-1913, εδραιώθηκε η ναυτική κυριαρχία της χώρας και ο Κουντουριώτης έγινε ο άνθρωπος που συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία της Ελλάδας «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών».

Πολεμώντας τον ανθρώπινο πόνο

Πρωτοπόρος, όπως και στον θαλάσσιο αγώνα, στη φιλανθρωπική δράση.

Βαθιά ανθρώπινος ο Κουντουριώτης, αφήνοντας πίσω του την ενεργό δράση στη θάλασσα, βάλθηκε να αναμετρηθεί με άλλου είδους τρικυμίες, μεγαλύτερες από τις πραγματικές. Στις αρχές του 1921 τον συναντάμε πρόεδρο φιλανθρωπικού σωματείου να μοιράζει ο ίδιος οικονομικά βοηθήματα σε τραυματίες πολέμου σε ένα μικρό γραφείο στη γειτονιά της Πλάκας.

«Η τύχη μ’ έφερε, στα πρώτα μου νιάτα, σιμά του. Τότε, που έγινε ο ξερριζωμός, που μαυροφόρεσαν τα μικρασιατικά περιγιάλια και που πλήθος πολύ, λαός αμέτρητος, ήρθε, μ’ όποιον τρόπο μπόρεσε, να ζητήσει καταφυγή και αποκούμπι στην άλλη πατρίδα… Τότε ήταν που πήρε απάνου του την ευθύνη, τη γύμνια, την αρρώστια, το θάνατο, να χτίσει σπίτια για τους ξεσπιτωμένους, να συμμαζώξει βοήθειες από τους ξενιτεμένους, να γλυκάνει τους αμέτρητους πόνους».

Στη βοήθεια πρωτοστάτησε, συμμετέχοντας μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Μελέτιο στην Επιτροπή διαχείρισης του απολυτρωτικού εράνου των Ελλήνων της Αμερικής.

∆ιαβάζουμε στον Εθνικό Κήρυκα Νέας Υόρκης: «Η Μ. Ασία έχει μεταβληθεί εις σωρόν ερειπίων. Ερήμωσις τελεία εκεί, όπου άλλοτε ήκμαζεν ο Ελληνικός Πολιτισμός… από ημάς εξαρτάται να σώσωμεν τους αδελφούς μας και να σώσωμεν και το Έθνος… ο Ελληνισμός της Αμερικής δεν είναι επιτετραμμένον να σταυρώσει απαθώς τας χείρας… Ο έρανος αυτός είναι ο αγιώτερος των μέχρι τούδε διεξαχθέντων».

Ο Κουντουριώτης επιστατούσε στο ειρηνικό και φιλανθρωπικό έργο, φροντίζοντας για τη διάθεση των χρημάτων που προέρχονταν από τον έρανο, άοκνος συντονιστής του τεράστιου έργου, χρόνο με τον χρόνο. «Άνοιγε την πόρτα του το πρωί, σμάριαζε στην ψηλή μαρμάρινη σκάλα, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι, από κεφαλόσκαλο σε κεφαλόσκαλο, η προσφυγιά. Σ’ εκείνο το σπίτι της οδού Νικοδήμου. Η πρώτη του αντίδραση ήταν βίαιη: τι συμμαζώνονταν εκεί πέρα τόσο πολλοί, γυναίκες με σκισμένα φουστάνια, με τα μωρά στην αγκαλιά, γέροι, άκουροι κι αχτένιστοι, ντυμένοι δέρμα χαρακωμένο καθώς η φλούδα του χειμωνιάτικου δέντρου, νεόφυτες κοπέλες με μια υπόνοια δροσιάς στα μαραμένα χείλη… Και σαν τον άκουγε τον κόσμο τούτο να ξεστομίζει αλλόκοτα… τα ελληνικά, η αρβανίτικη ψυχή του ξεθηκάρωνε την αντίρρηση. Φρούμαζαν τ’ άσπρα του μεγάλα μουστάκια κι άνοιγε τόπο ανάμεσα στους πεσμένους κατάχαμα στα σκαλιά, να περάσει, να φύγει. Και τότες ήταν που το θάμα γινόταν μέσα του και ξαστέρωνε η καρδιά του κι η συμπόνια ανάβρυζε ανεβάσταγη… καταπλημμυρούσε από πατρική στοργή κι έβανε κι έγραφον ονόματα και τον φρόντιζε τον καθένα καθώς γονιός δε φρόντισε ποτέ το κατατρεγμένο παιδί του…».

Όλοι προσέτρεχαν σ’ εκείνον. Επιφανείς και αφανείς μαζί. Αδιάψευστους μάρτυρες αποτελούν οι επιστολές και τα αιτήματα:

«Κύριε Ναύαρχε,

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-9
Ο Παύλος Κουντουριώτης σε προχωρημένη ηλικία (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Ως και προφορικώς ελάβομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν Υμίν ιδρύσαμεν ήδη το ‘‘Άσυλον του Αγίου Ανδρέου’’ υπέρ των απόρων προσφύγων γυναικών, εγκαταστήσαντες τούτο προσωρινώς εν ευρεί ξυλίνω παραπήγματι, εν τη οδώ Κηφισίας… μοναδικός σκοπός του φιλανθρωπικού τούτου Ιδρύματος ετάχθη η εξυπηρέτησις… των απείρων αναγκών των ατυχών θυμάτων της οικτροτέρας δυστυχίας… Ως πρώτη οικονομική βάσις του Ασύλου ετέθη δωρεά εκ δύο χιλιάδων δολλαρίων, τα οποία απέστειλαν ημίν υπέρ των προσφύγων αι Ελληνίδες της Βοστώνης. Αλλά και η Επιτροπή αποκαταστάσεως των Προσφύγων… μεγάλην παρέχει εις ημάς ενίσχυσιν… Μετά μεγάλης δε συγκινήσεως αποδεχόμεθα ήδη και την ευγενή συνδρομήν Υμών, ην ετάξατε προς προμήθειαν των μάλλον αναγκαιούντων μηχανημάτων του Ασύλου… Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος, εν Αθήναις τη 21 Απριλίου 1924».

«Ελληνική Ορθόδοξος Κοινότης/ Φοίνιξ, Arizona, Η.Π.Α./ ∆εκ. 1-1924

Εξοχώτατον Παύλον Κουντουριώτην/ Πρόεδρον Ελληνικής ∆ημοκρατίας/ Αθήνας

Ο Κουντουριώτης επιστατούσε στο ειρηνικό και φιλανθρωπικό έργο, φροντίζοντας για τη διάθεση των χρημάτων που προέρχονταν από τον έρανο, άοκνος συντονιστής του τεράστιου έργου, χρόνο με τον χρόνο.

Εξοχώτατε,

Η ενταύθα ολιγομελής Ελλ. Παροικία, ενεργήσασα έρανον υπέρ των εν Ελλάδι προσφύγων, συνέλεξε ποσόν εκ δολλαρίων 55 πεντήκοντα πέντε, το οποίον απεφασίσθη όπως αποσταλεί προς την εξοχώτητά σας ίνα τα διαθέσητε όπου δει».

«Αίτησις Σταυρούλας Τσιβήκου/ χήρας πρόσφυγος εκ Θράκης/ κατοίκου Πειραιώς/αποθήκη Στρίγκου

Προς την κυρίαν Ναυάρχου Κουντουριώτου/ Ενταύθα

Η υποφαινομένη τυγχάνουσα πρόσφυξ εκ Θράκης χήρα μετά των 2 τέκνων μου αναμένουσα ενταύθα άνευ μιας προστασίας άπορος εν αθλία καταστάσει και έχων ανάγκην περιθάλψεως και οιασδήποτε απάσης βοηθείας σας, όθεν παρακαλώ όπως ευαρεστούμενος, μετά προθυμίας με ευκολίνητε διότι έχω ανάγκην μεγάλην από κάθε αφιερουμένην βοήθειαν σας».

«Εξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε της Ελληνικής ∆ημοκρατίας Παύλε Κουντουργιώτη.

Ων εν τη Μικρά Ασία περιοδεύων βιβλιοπώλης θρησκευτικών βιβλίων και περιοδικών, ιστορικών και ωφελίμων, εγνώρισα την ιστορίαν των Προγόνων Σου Υδραίων Κουντουριωτών των θυσιασάντων τα πάντα διά την σωτηρίαν της Πατρίδος, ους εμιμήθης και εδόξασες κατά τους πολέμους και ναυμαχίας και το όνομα της οικογενείας Σου και την Πατρίδα έσωσες!

∆ιό περιελθών ως Πρόσφυξ πάμπτωχος και άστεγος εις ανέχειαν και εις στέρησιν στέγης και ενδυμάτων καταφεύγω προς τον εγγονόν του Κουντουριώτη, τον Παύλον Κουντουριώτην, και ζητώ τουλάχιστον να με ενδύση, ίνα ευπρεπώς ενδεδυμένος έχω είσοδον ως περιοδεύων βιβλιοπώλης, εις τας οικογενείας και καταστήματα… Εάν, εξοχώτατε, αποφασίσητε να με ευεργετήσητε η διεύθυνσίς μου είναι Ευριπίδου 7, Βιβλιοπωλείον “Αναπλάσεως”… Ο πτωχός Πρόσφυξ και άστεγος Γεώργιος Καμπέρογλου 30/1/26».

Όλη αυτή η κινητοποίηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, σε μεγάλο μέρος της οποίας πρωτοστάτησε ο Κουντουριώτης, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πάμπολλων προσφυγικών συνοικισμών στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις.

«Προς θεραπείαν του προσφυγικού ολέθρου έδωσαν και εξακολουθούν να δίδουν χρηματικά βοηθήματα οι Έλληνες της Αμερικής. Η χρηματική βοήθεια των Ελλήνων της Αμερικής αποστέλλεται εις τον ένδοξον ναύαρχον κ. Παύλον Κουντουριώτην, ο οποίος εργάζεται χωρίς θόρυβον, με συγκίνησιν και στοργήν διά την ανακούφισιν των προσφύγων. Εκτός των άλλων βοηθειών, απεφασίσθη, ως γνωστόν, η κατασκευή διαφόρων προσφυγικών συνοικισμών πέριξ των Αθηνών, εις τους οποίους θα εγκατασταθούν πολλαί προσφυγικαί οικογένειαι προ της ανοίξεως… Το ανθρωπιστικόν έργον του ναυάρχου παρακολουθούν με πολύ ενδιαφέρον και αι ξέναι ενταύθα προσφυγικαί αποστολαί και οργανώσεις και δεικνύουν θερμόν ενδιαφέρον διά τα αποτελέσματά του. Απόδειξις αυτού είναι η γενομένη προ μηνών δήλωσις του ευγενούς Ελβετού Βαρώνου ντε Ρέντινγκ-Μπίμπερεγκ, ότι θ’ ανελάμβανεν ευχαρίστως την ανοικοδόμησιν και επίβλεψιν ενός συνοικισμού προσφύγων. Ο ναύαρχος κ. Κουντουριώτης και η μετ’ αυτού συνεργαζομένη επιτροπή εδέχθησαν την πρότασιν και εχορήγησαν τα χρηματικά μέσα διά την πραγματοποίησιν του ανωτέρω σκοπού».

Κάποιοι από τους συνοικισμούς έφεραν το όνομά του, όπως τα «Κουντουριώτικα», σημερινή συνοικία της Αθήνας. Όντας Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας, με διάταγμα που υπέγραψε, απέδωσε μεγάλο μέρος της εκτάσεως για τη δημιουργία συνοικισμού προσφύγων και τη στέγαση όσων έφτασαν στην Ελλάδα μετά το τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Το τελευταίο ταξίδι

«Εμπρός εις τον νεκρόν του Κουντουριώτη ημπορεί να υπογραφεί μιας ώρας ανακωχή και να σταματήσει η εμφύλιος μάχη», είχε γράψει στην Καθημερινή ο Γ. Βλάχος.

«Ο Κουντουριώτης δε στάθηκε τυχαία φυσιογνωμία. Έζησε και πρωταγωνίστησε σε χρόνια θύελλας και πάθους που συγκλόνιζαν την Ελλάδα. Πόλεμοι απανωτοί, επαναστάσεις, δόξες, καταστροφές, γκρεμίσματα θρόνων, μεγάλοι οραματισμοί, εθνικές συφορές, πολιτειακά αναποδογυρίσματα. Ένας ατέλειωτος και φοβερός στεριανός αντικυκλώνας, που μπροστά του οι αντάρες της θάλασσας θυμίζανε ακίνδυνα μπουρίνια. Και στις φουρτούνες αυτές, ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, ψύχραιμος και συνετός θαλασσόλυκος, να παίρνει το πηδάλιο στα χέρια του, για να οδηγήσει τη χώρα στην απανεμιά και στη γαλήνη».

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε αποσυρθεί από τα κοινά, περιορισμένος σε μια απλή καθημερινότητα μεταξύ του σπιτιού του στην οδό Παρθενώνος στο Παλαιό Φάληρο και της αγαπημένης του Ύδρας. Προσκολλημένος πια στη γαλήνια ζωή του νησιού του, τη θαλπωρή της οικογένειας και την αναπόληση των περασμένων, βρισκόταν σε “προετοιμασία απάρσεως” για το μεγάλο, στερνό του ταξίδι.

Ο ναύαρχος άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 80 ετών, τα ξημερώματα της 22ας Αυγούστου 1935, στο Π. Φάληρο.

Ο θάνατός του προκάλεσε βαθιά αίσθηση όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη. Οι βρετανικές εφημερίδες στο Λονδίνο με τον τίτλο «Greek Nelson dies» απέτισαν ύστατο φόρο τιμής στον άνθρωπο που τα πληρώματα αναγνώριζαν ως άντρα, θαύμαζαν ως ναύτη και σέβονταν ως ηγήτορα.

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-10
Θεσσαλονίκη, 1916. Η κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας. Σε πρώτο πλάνο η τριανδρία Κουντουριώτη, Βενιζέλου, Δαγκλή (Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Όπως ήταν φυσικό, το άγγελμα του θανάτου του προκάλεσε μεγάλη θλίψη σε ολόκληρη την Ύδρα. Αμέσως οι καμπάνες των εκκλησιών άρχισαν να χτυπούν πένθιμα, ενώ όλα τα καταστήματα και τα ιστιοφόρα στο λιμάνι ύψωσαν μεσίστια σημαία. Η σορός του μεταφέρθηκε την επόμενη μέρα στο νησί από το ατμόπλοιο «Ύδρα», το οποίο συνοδευόταν από το αντιτορπιλικό «Λέων». Την παρέλαβαν φτωχοί, ξυπόλυτοι ψαράδες, που τη μετέφεραν στο αρχοντικό των Κουντουριωταίων.

Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Υδραίου ζωγράφου και ακαδημαϊκού Παναγιώτη Τέτση: «Το φέρετρο είχε τοποθετηθεί ξέσκεπο όπως συνηθιζόταν, στη μέση της σάλας, όπου προσήλθε και πέρασε όλη η Ύδρα να τον ασπασθεί, καταθέτοντας φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στον μεγάλο και άδολο γόνο της. Μεταξύ εκείνων ήμουν και εγώ. Επειδή το φέρετρο ήταν τοποθετημένο σε κάποιο ύψος, για να τον ασπασθώ ή με σήκωσαν ή πάτησα σε ένα σκαμνί. Είχε τη γαλήνη του ανθρώπου που έκανε αυτό που έπρεπε, το χρέος του. Τότε μόνο τον είδα τόσο πλησίον. Η ηρωική προσωπικότητα έκλεινε την ιστορία της εποχής».

∆ιαβάζουμε στη διαθήκη του, που συντάχθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1926: «Έζησα πιστός εις την Χριστιανικήν θρησκείαν και εις την Ανατολικήν Ορθόδοξον Ελληνικήν Εκκλησίαν. Ηγάπησα δι’ όλης της ψυχής μου την Πατρίδαν μου. Κατά το μέτρον των δυνάμεών μου και τη βοηθεία του Θεού εξετέλεσα το καθήκον μου. Ατενίζω ήρεμος την κρίσιν της ιστορίας… Όλη μου η στοργή ανήκει εις την Ύδραν, όλη μου δε η ψυχή εύχεται προς τον Θεόν διαπύρως να φυλάττη την Ελλάδα». Την τελευταία πρόταση όρισε να γράψουν σαν επιτύμβιο πάνω στο μνήμα του που ο ίδιος διάλεξε να φτιαχτεί λίγο πιο χαμηλά από το πατρογονικό του, σ’ ένα σημείο που αγναντεύει το πέλαγος.

Κατά το παρελθόν, όταν τα καράβια του Ναυτικού παρέπλεαν την πόλη της Ύδρας, απένειμαν τιμητικό χαιρετισμό με σήμανση «Γενικής Ακινησίας» προς τον πέτρινο σταυρό του λιτού τάφου του Ναυάρχου.

Ακολουθούν τα λόγια του αρχηγού του ∆ημοκρατικού κόμματος Γεωργίου Παπανδρέου για την απώλεια: «Ο ναύαρχος Κουντουριώτης ανήκει εις τας επικάς φυσιογνωμίας του Γένους. Ο απλούς βίος του, το ψυχικόν μεγαλείον, ο γαλήνιος πατριωτισμός και ο αβίαστος, ο πηγαίος, ο φυσικός ηρωισμός του, απαρτίζουν μίαν από τας πρώτας προσωπικότητας του αιώνος της ελληνικής ελευθερίας και ασφαλώς την πρώτην στρατιωτικήν φυσιογνωμίαν… Η γενναία ψυχή του έμεινε πάντοτε αφελής και απλή, αντλούσα το μεγαλείον αυτής από την βαθείαν πίστιν προς τα αιώνια ιδανικά της ελληνικής πατρίδος… ανήκει εις τας μορφάς, αι οποίαι δεν ακτινοβολούν μόνον ζώσαι, καταυγάζουσαι τον ορίζοντα των συγχρόνων. Γίνονται, μετά τον θάνατον αυτών, σύμβολα και ηθικά κεφάλαια της εθνικής ιστορίας. Ο θαυμασμός και η ευγνωμοσύνη ολοκλήρου του Γένους τον συνοδεύουν εις την τελευταίαν του κατοικίαν».

Ο γνωστός για τα αντιβενιζελικά του αισθήματα δημοσιογράφος, λόγιος, αρθρογράφος και ιδρυτής της εφημερίδας Η Καθημερινή Γεώργιος Βλάχος, αν και δεν δίστασε να αποστείλει επικριτική επιστολή στον Κουντουριώτη όταν αυτός ήταν Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας, εντούτοις εξήρε την τιμιότητα και τη γενναιοψυχία του στη νεκρολογία την οποία δημοσίευσε στην Καθημερινή στις 23 Αυγούστου 1935, την επομένη του θανάτου του μεγάλου ναυάρχου.

«Εμπρός εις τον νεκρόν του Κουντουριώτη ημπορεί να υπογραφεί μιας ώρας ανακωχή και να σταματήσει η εμφύλιος μάχη. Αν επιμένουν εκείνοι να κηδεύουν τον άνθρωπόν των, τον τρίτον της τριανδρίας, τον Υπουργόν, τον Αντιβασιλέα, τον Πρόεδρον, […] ημείς οι άλλοι θα κηδεύσωμεν τον ένδοξον Ναύαρχον, τον νικητήν της Ναυμαχίας της Έλλης, τον γόνον της μεγάλης οικογενείας εις την οποίαν τόσα οφείλει το Έθνος και θα ενθυμηθώμεν ότι και αυτός, όπως οι πρόγονοί του, έσωσε κάποτε την τιμήν της Ελλάδος».

Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης – Στα κύματα της Ιστορίας-11
Φωτογραφικό Αρχείο ΙΕΕΕ – Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα.
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT