Τι ήθελε το ΚΚΕ το 1944

Η εκδοχή του κόμματος για τα γεγονότα που σήμαναν την έναρξη του Εμφυλίου

8' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με την έναρξη της Κατοχής, ο βασιλιάς, η κυβέρνηση, μέρος του αστικού πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου και τμήμα του κρατικού μηχανισμού κατέφυγαν στην Αίγυπτο. Συνέδεσαν την ανάκτηση της κυριαρχίας τους με τις εξελίξεις στα πολεμικά μέτωπα, ενώ καλλιέργησαν στάση αναμονής στον λαό, επιδιώκοντας περιορισμένες αντιστασιακές δράσεις (συλλογή πληροφοριών, σαμποτάζ), ενταγμένες στα σχέδια των Βρετανών. Στο ίδιο πνεύμα παρέδωσαν τους κομμουνιστές πολιτικούς κρατούμενους στις Αρχές Κατοχής, ενώ ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ κ.ά. δεν επιδίωξαν ούτε και πέτυχαν τη μαζική λαϊκή συμμετοχή.

Από την άλλη, στην Αθήνα σχηματίστηκαν δωσιλογικές κυβερνήσεις (Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλου, Ράλλη) με τη στήριξη τμήματος του αστικού στρατού και πολιτικού κόσμου, ενώ η Χωροφυλακή, η Ασφάλεια κ.ά. κρατικοί μηχανισμοί συνεργάστηκαν με τους κατακτητές. Οι μεγιστάνες του πλούτου «ανοίχτηκαν» σε επιχειρήσεις με τους κατακτητές και η μαύρη αγορά οργίασε. Η πείνα άφησε πίσω της χιλιάδες νεκρούς και η τρομοκρατία των κατακτητών και των συνεργατών τους περιέλαβε δολοφονίες, ολοκαυτώματα χωριών, φρικτούς βασανισμούς και πλιάτσικα.

Ωστόσο, καθώς κλιμακωνόταν η δράση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και η πολεμική πλάστιγγα έγερνε εις βάρος του φασιστικού Aξονα, οι δύο αστικές πλευρές μοιράζονταν κοινές ανησυχίες για τη μεταπολεμική κατάσταση. Eτσι, τα Τάγματα Ασφαλείας που συγκρότησε η κυβέρνηση Ράλλη αντιμετωπίστηκαν θετικά από τον αστικό κόσμο ως ένοπλη δύναμη υπεράσπισης της καπιταλιστικής εξουσίας.

Το σχολείο της Αντίστασης

Το ΚΚΕ, παρότι βαριά χτυπημένο, δεν φοβήθηκε τον μαζικό και ένοπλο αγώνα. Με πρωτοβουλία του ιδρύθηκαν το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η ΕΠΟΝ και άλλες οργανώσεις που αγκαλιάστηκαν από εκατοντάδες χιλιάδες λαού. Μέσα στο 1942 ο ΕΛΑΣ αναπτύχθηκε ραγδαία και απελευθέρωσε εκτεταμένες περιοχές. Εκεί, τέλη του 1943, διαμορφώθηκαν λαογέννητοι θεσμοί εκπαίδευσης, δικαιοσύνης και τοπικής διοίκησης. Στις 10 Μάρτη 1944 συγκροτήθηκε η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), η οποία διεξήγαγε εκλογές στις ελεύθερες και κατεχόμενες περιοχές για ανάδειξη Εθνοσυνέλευσης.

Στις κατεχόμενες πόλεις, με πρώτη την Αθήνα, η αντιστασιακή δράση είχε τα δικά της επιτεύγματα. Μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις το 1942 ενάντια στην πείνα και την τρομοκρατία, λαϊκά ποτάμια ενάντια στην πολιτική επιστράτευση και την επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής στη Μακεδονία το 1943. Το 1944 ο λαός της Αθήνας έδωσε ηρωικό αγώνα για να κρατήσει τις ελευθερωμένες από τον ΕΛΑΣ συνοικίες, πολέμησε ενάντια στα μπλόκα των Γερμανών, των Ταγμάτων, των Μπουραντάδων κ.λπ.

Oλη η λαϊκή πείρα της Κατοχής και της Αντίστασης απέδειξε τη σύγκρουση δύο κόσμων. Κατά την απελευθέρωση διαμορφώθηκε επαναστατική κατάσταση, αφού οι δυνάμεις που εκπροσωπούσαν το αστικό κράτος ήταν απαξιωμένες στις λαϊκές συνειδήσεις και αδύναμες στρατιωτικά, ενώ το κύρος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχε ανέβει στα ύψη, όπως και οι δυνάμεις και το αξιόμαχο του ΕΛΑΣ.

Σε κλοιό συμβιβασμών

Παρά την ευνοϊκή κατάσταση για τις εργατικές-λαϊκές δυνάμεις, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ δεν την αποτίμησαν αντικειμενικά, όπως και την ενότητα του αστικού κόσμου στην προστασία της καπιταλιστικής εξουσίας. Εγκλωβίστηκαν στην ουτοπική γραμμή της ενότητας του συνόλου των αντικατοχικών δυνάμεων και στη δημιουργία μιας αντίστοιχης κυβέρνησης, που θα εξασφάλιζε την ελεύθερη πολιτική έκφραση και δράση των εργατικών-λαϊκών μαζών, θα ολοκλήρωνε τον απελευθερωτικό αγώνα, θα οργάνωνε ελεύθερες εκλογές για συγκρότηση Συντακτικής Συνέλευσης και δημοψήφισμα για το πολιτειακό, θα τιμωρούσε τους συνεργάτες των καταχτητών και θα δημιουργούσε στρατό και κρατικό μηχανισμό αποκαθαρμένους από φασιστικά στοιχεία. Η συγκρότηση της ΠΕΕΑ υπάκουε σε αυτή την κατεύθυνση.

Στη στόχευση του ΚΚΕ επιδρούσαν ο κίνδυνος διάσπασης του ΕΑΜ και οι επιπτώσεις μιας σύγκρουσης με τη Μεγάλη Βρετανία, που μετείχε στη Μεγάλη Αντιφασιστική Συμμαχία μαζί με ΗΠΑ και ΕΣΣΔ.

Με λίγα λόγια, αντίθετα με όσα υποστηρίζουν διαχρονικά οι επικριτές του και αναπαράγει το αφιέρωμα της «Καθημερινής», το ΚΚΕ δεν επιδίωξε την κατάκτηση της εξουσίας, όπως έπρεπε. Αν επιδίωκε κάτι τέτοιο θα το προσπαθούσε με αξιώσεις την περίοδο της απελευθέρωσης, ακολουθούμενο από τη συντριπτική πλειοψηφία των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων.

Αντίθετα, ακολούθησε πολιτική συμβιβασμών. Επιδιώκοντας ένταξη στην κυβέρνηση Παπανδρέου υπέγραψε το Συμβόλαιο του Λιβάνου (Μάης 1944) και τη Συνθήκη της Καζέρτας (Σεπτέμβρης 1944), σύμφωνα με την οποία ο ΕΛΑΣ απαγορευόταν να μπει στην Αθήνα και δεσμευόταν να διαλυθεί μετά την απελευθέρωση.

Φυσικά, δεν έλειψαν συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με δωσιλογικά ένοπλα σώματα (Μελιγαλάς, Κιλκίς). Oμως, κριτήριο της στάσης του ΕΛΑΣ αποτέλεσε η συνεργασία τους με τις Αρχές Κατοχής και όχι ο διαφορετικός ταξικός τους προσανατολισμός. Ταυτόχρονα, το διάστημα Οκτώβρη – Νοέμβρη 1944, τα στελέχη του ΚΚΕ εμπόδισαν συχνά τον εξαγριωμένο λαό να «λιντσάρει» συνεργάτες των κατακτητών. Στόχος –που αποδείχτηκε αυταπάτη– ήταν να συλληφθούν και να δικαστούν από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Στην πράξη απελευθερώθηκαν, κυκλοφορούσαν ελεύθεροι και τρομοκρατούσαν τον λαό, ενώ μετά την έναρξη των «Δεκεμβριανών», «ντύθηκαν» εθνοφύλακες και πήραν μέρος στις συγκρούσεις.

Αστοί και ιμπεριαλισμός

Ο ΕΛΑΣ αντιπροσώπευε εν δυνάμει εχθρό για την αστική εξουσία, καθώς υπήρχαν οι κοινωνικές προϋποθέσεις για να μετατραπεί σε αιχμή ενός επαναστατικού μετώπου διεκδίκησης της εξουσίας. Επομένως, για να σταθεροποιηθεί η εξουσία του κεφαλαίου έπρεπε να τσακιστεί.

Τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύγκρουση είναι γνωστά, ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε να διαλυθεί πριν από τη διάλυση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, αφού το ΚΚΕ και το ΕΑΜ φοβούνταν βάσιμα ότι θα ακολουθήσει όργιο εναντίον του εργατικού-λαϊκού κινήματος, όπως και έγινε αργότερα μετά τη Βάρκιζα.

Μπροστά στον κοινό ταξικό εχθρό, οι αστικές δυνάμεις παραμέρισαν τις όποιες διαφορές τους (φιλογερμανικές – φιλοβρετανικές, βασιλικές – βενιζελικές κ.λπ.), υποστηριζόμενες άμεσα από τη Μ. Βρετανία, που είχε ισχυρά συμφέροντα στην περιοχή και ήθελε να τα διασφαλίσει. Ο Γ. Παπανδρέου, γνωρίζοντας την ανεπάρκεια των ενόπλων υποστηρικτών της καπιταλιστικής εξουσίας, ζήτησε από τους Βρετανούς στρατιωτική επέμβαση. Σε τηλεγράφημά του (14.9.1944) στον Eλληνα πρέσβη στο Λονδίνο Αγνίδη, ανέφερε: «Κυβέρνησις μεταβαίνουσα Αθήνας και στερούμενη και ιδίας και συμμαχικής δύναμης θα είναι ουσιαστικώς αιχμάλωτος ΕΑΜ».

Ταυτόχρονα, με την αποχώρηση των Γερμανών αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα 5.000-6.000 Βρετανοί στρατιώτες. Ο ίδιος ο Τσώρτσιλ ασχολήθηκε εντατικά με τη συντριβή του ΕΑΜ και τις μέρες των μαχών ήρθε στην Αθήνα μαζί με τον ΥΠΕΞ Iντεν, ενώ ο Μακμίλαν, υπουργός Αποικιών, παρέμεινε για μεγάλο διάστημα. Στα τέλη του Δεκέμβρη ο βρετανικός στρατός αριθμούσε 90.000, μεταφέροντας δυνάμεις ακόμη και από το μέτωπο της Ιταλίας. Μάλιστα ο Τσώρτσιλ, προκειμένου να κάμψει αντιρρήσεις του στρατηγού Ουίλσον, έγραφε: «…βλέπετε την κατάσταση με στενό πνεύμα. (…) Η καταστροφή στην Αθήνα δεν ισοσταθμίζεται με την κατάληψη της Μπολόνιας».

Τα γεγονότα του Δεκέμβρη

Τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύγκρουση είναι γνωστά – ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε να διαλυθεί, πριν από τη διάλυση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, αφού το ΚΚΕ και το ΕΑΜ φοβούνταν βάσιμα ότι θα ακολουθήσει όργιο εναντίον του εργατικού-λαϊκού κινήματος, όπως κι έγινε αργότερα, μετά τη Βάρκιζα.

Οι ΕΑΜικοί υπουργοί παραιτήθηκαν και κάλεσαν σε παλλαϊκό συλλαλητήριο για τις 3 Δεκέμβρη και σε απεργία την επομένη. Το συλλαλητήριο χτυπήθηκε από τις στέγες και τα μπαλκόνια των κτιρίων, με αποτέλεσμα 21 νεκρούς το πρωί και άλλους 7 το βράδυ. Οι δολοφόνοι κινήθηκαν κάτω από τις διαταγές του διευθυντή της Αστυνομίας, Eβερτ, και της κυβέρνησης Παπανδρέου, ενώ τα βρετανικά τεθωρακισμένα προστάτευσαν τους δολοφόνους.

Ακολούθησε την επομένη η κηδεία των θυμάτων και νέα διαδήλωση η οποία επίσης χτυπήθηκε, με αποτέλεσμα 40 νεκρούς. Ως απάντηση, ο ΕΛΑΣ άρχισε να καταλαμβάνει αστυνομικά τμήματα. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ Αθήνας, που ήταν ελλιπώς οπλισμένες, στρέφονταν αποκλειστικά κατά των δυνάμεων της Χ, της Χωροφυλακής, της Ασφάλειας, των ταγματασφαλιτών, της Ορεινής Ταξιαρχίας, επιδιώκοντας να μην εμπλακούν οι Βρετανοί. Oμως, αυτοί συμμετείχαν ενεργά για να σώσουν τους ταγματασφαλίτες και τους χωροφύλακες (όπως στου Μακρυγιάννη).

Τις ημέρες του Δεκέμβρη, στυλοβάτης του ΕΛΑΣ υπήρξαν οι εργατογειτονιές της Αθήνας, που με μεγάλη θέληση και μίσος για ό,τι είχε συμβεί έδρασαν ηρωικά για να ετοιμαστούν πρόχειρα νοσοκομεία, να εξασφαλιστούν τρόφιμα, να αναπληρωθούν οι απώλειες του ΕΛΑΣ. Oμως, το χάσμα δύναμης πυρός εις βάρος του ΕΛΑΣ ήταν τεράστιο και διευρυνόταν όσο περνούσαν οι μέρες. Παράλληλα, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ ακολουθώντας τη γραμμή της πίεσης για την εξασφάλιση δημοκρατικής εξέλιξης δεν μετέφεραν αξιόμαχες δυνάμεις του ΕΛΑΣ ούτε και γενίκευσαν τη σύγκρουση σε όλη τη χώρα.

Τα προηγούμενα καταδεικνύουν το πολιτικό και κοινωνικό-ταξικό υπόβαθρο της σύγκρουσης και απαντούν σε προσεγγίσεις που την αντιμετωπίζουν ως απότοκο ραδιουργιών του ΚΚΕ κ.ο.κ. (βλ. Ι. Ιατρίδη και Ε. Βλάντον στην «Καθημερινή» στις 14.01.2024).

Το αφιέρωμα αναφέρει ότι στηρίζεται σε έγγραφα που κατασχέθηκαν από Βρετανούς αξιωματούχους κατά τη διάρκεια εφόδων στα γραφεία του ΚΚΕ στην Αθήνα, τα οποία μεταφρασμένα κοινοποιήθηκαν στην OSS των ΗΠΑ, ενώ «τα ελληνικά πρωτότυπα (…) μάλλον καταστράφηκαν»!

Είναι εύλογη η αμφισβήτηση της εγκυρότητας ορισμένων αναφορών, καθώς η μεταγραφή από τους Βρετανούς έγινε σε ένα πλαίσιο που δεν ήταν απαλλαγμένο από σκοπιμότητες της πολεμικής προπαγάνδας. Επιπλέον επιφύλαξη πρέπει να υπάρχει στις διπλές μεταφράσεις. Π.χ. η λέξη αντίδραση που στο λεξιλόγιο του ΕΑΜ προσδιόριζε τη συμμαχία των ταγματασφαλιτών, χωροφυλακής, Βρετανών κ.ά., μεταφραζόμενη ως «αντιπολίτευση» δεν αποδίδει την ελληνική πραγματικότητα.

Υπενθυμίζουμε ότι την εποχή εκείνη διακινήθηκαν πολλά fake news (τα τμήματα του ΕΛΑΣ διοικούνταν από Γερμανούς, το ΚΚΕ δούλευε υπέρ των Σλάβων κ.ά.). Σημειώνουμε ορισμένα σημεία:

Το ΕΑΜ με εκκλήσεις (6-7 Δεκέμβρη) γνωστοποίησε στη διεθνή κοινή γνώμη τις υπαρκτές βαναυσότητες των Βρετανών. 6 Δεκέμβρη βρετανικά άρματα εισέβαλαν στα γραφεία του ΕΑΜ. Στο αφιέρωμα υποστηρίζεται στη βάση μεταγεγραμμένων αρχείων ότι ο Δ. Παρτσαλίδης είπε στην Κ.Ε. του ΕΑΜ: «Με την επέκταση και παράταση του αγώνα θα δοθεί η εντύπωση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ότι το κίνημα είναι πολύ διαδεδομένο και υποστηρίζεται από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού…» και ως μέσο για αυτό φέρεται να επιδιώκει «μέγιστο αριθμό θυμάτων στον ελληνικό άμαχο πληθυσμό». Στην πραγματικότητα, όμως, εκείνη την περίοδο το ΚΚΕ και το ΕΑΜ διέθεταν έτσι κι αλλιώς την υποστήριξη της πλειοψηφίας των εργατικών-λαϊκών μαζών.

Ποιος ο σκοπός λοιπόν; Σύμφωνα με το αφιέρωμα, «έτσι θα άνοιγε ο δρόμος για να περιέλθει η Ελλάδα υπό ρωσική επιρροή και να ενταχθεί στη Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία, εις βάρος των βρετανικών συμφερόντων». Η πραγματικότητα είναι ότι το 1944 το ΕΑΜ και το ΚΚΕ δεν είχαν θέση για Βαλκανική Ομοσπονδία ούτε για αυτόνομη Μακεδονία ούτε για παραχώρηση τμήματός της. Παρ’ όλα αυτά, το αφιέρωμα αναφέρεται σε υποτιθέμενο «μήνυμα» του ΚΚΕ (Νοέμβρης 1944) στον Δημητρόφ για παραχώρηση Καστοριάς και Φλώρινας σε αυτόνομη Μακεδονία. Τα παραπάνω αξίζουν μια αντιπαραβολή με το δημοσιευμένο τηλεγράφημα του Τρ. Κοστόφ (Γρ. Κ.Κ. Βουλγαρίας) προς τον Δημητρόφ, όπου ο Κοστόφ αποτυπώνοντας συνομιλία του με τον Στ. Αναστασιάδη (Π.Γ. του ΚΚΕ) καταλήγει: «Εχουν την άποψη ότι η Μακεδονία τώρα μπορεί να υπάρχει μόνο ως αναπόσπαστο τμήμα της Ελλάδας»**.

*Ο κ. Φάνης Παρρής είναι μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και του Τμήματος Ιστορίας.

**Βασίλης Κόντης – Σπυρίδων Σφέτας (επιμ.), «O Εμφύλιος Πόλεμος μέσα από τα Γιουγκοσλάβικα και Βουλγάρικα Αρχεία», Επίκεντρο, σελ. 153.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT