Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός

«Αν ήξερα πόσο εύκολο είναι να κυβερνάς την Ελλάδα θα το έκανα από τότε που ήμουν λοχίας»

γεώργιος-κονδύλης-από-έφεδρος-επιλο-562917256

Ο Γεώργιος Κονδύλης γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1879 στον Προυσό Ευρυτανίας και στα 18 του χρόνια κατατάχθηκε ως εθελοντής στον στρατό, για να συμμετάσχει στην Κρητική Επανάσταση του 1896. Ακολούθως πολέμησε ως εύζωνας στον ατυχή Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, όταν και έλαβε τον βαθμό του επιλοχία. Το 1900 δεν κατάφερε να γίνει δεκτός στη Σχολή Υπαξιωματικών λόγω του άστατου χαρακτήρα του και της ροπής του στα γλέντια, στο ποτό και στη χαρτοπαιξία, έλξη την οποία και ο ίδιος παραδεχόταν. Λίγα χρόνια μετά, κατά τον Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908), έδρασε ως υπαρχηγός υπό τη διοίκηση του ανθυπίλαρχου Βασιλείου Παπά (Βρόντα) με το ψευδώνυμο Ζαγκάς, στην περιοχή του Μοριχόβου, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά στις 8 Σεπτεμβρίου 1905 (∆ιεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, ΓΕΣ/∆ΙΣ, 1979, σελ. 244-245). Λόγω της γενναιότητάς του κατά τον Μακεδονικό Αγώνα, έλαβε τον βαθμό του ανθυπασπιστή το 1905 και συμμετείχε ενεργά στις συνωμοσίες που οδήγησαν στην Επανάσταση στου Γουδή το 1909. ∆ιακρίθηκε για τη στρατιωτική του επίδοση στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους, οδηγώντας επιθέσεις του λόχου του διά της λόγχης στις μάχες της Κρέσνας, του Λαχανά και της Τζουμαγιάς. Για τη γενναιότητα που επέδειξε στις μάχες αυτές προήχθη σε λοχαγό επ’ ανδραγαθία στις 21 Μαΐου 1914. Ακολούθως στρατεύτηκε στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα και ως διοικητής τάγματος του Στρατού της Αυτόνομης Ηπείρου έδρασε με επιτυχία κυρίως στην περιοχή Κορυτσάς, υπό τη γενική αρχηγία του ταγματάρχη Γεωργίου Τσόντου-Βάρδα.

Από τη Φαιά Πέτρα στο Σκρα ντι Λένγκεν

Η συμμετοχή στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας, η αμφιλεγόμενη δράση στη Χαλκιδική και η μάχη του Σκρα.

Στον Εθνικό ∆ιχασμό τάχθηκε ανεπιφύλακτα με την πλευρά του Βενιζέλου και πρωταγωνίστησε στο περίφημο επεισόδιο της Φαιάς Πέτρας τον Αύγουστο του 1916, όπου ως διοικητής λόχου του 17ου Συντάγματος αρνήθηκε να παραδώσει το οχυρό στους Γερμανοβούλγαρους επί δύο ημέρες, παρά τις διαταγές της κυβέρνησης Σκουλούδη. Ο Κονδύλης υπεραπίστηκε το οχυρό για δύο ημέρες και το εγκατέλειψε μόνο όταν του τελείωσαν τα πυρομαχικά. Αποχώρησε από το οχυρό ανοίγοντας τον δρόμο του με μάχη, σώζοντας την τιμή των ελληνικών Όπλων. Στις 23 Αυγούστου 1916, λίγο πριν από την παράδοση του ∆΄ Σώματος Στρατού και τη μεταφορά του στο Γκαίρλιτς, ο Κονδύλης προσχώρησε οριστικά στο βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Άμυνας, υπηρετώντας στη Μεραρχία Σερρών υπό τον συνταγματάρχη Χριστοδούλου, του οποίου η μονάδα απέφυγε την αιχμαλωσία μεταφερόμενη με συμμαχικά πλοία στη Θεσσαλονίκη. Κατά την επόμενη περίοδο μέχρι τo 1919, διατηρούσε αλληλογραφία απευθείας με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η οποία περιλάμβανε όχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και πολιτικά ζητήματα.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-1
22 Αυγούστου 1926, Αθήνα. Ο Γεώργιος Κονδύλης με συνεργάτες του έξω από το Υπουργείο Στρατιωτικών την ημέρα που ανατράπηκε η δικτατορία του Θ. Πάγκαλου (Ullstein Bild/Getty Images/Ideal Image).

Αλλά η κατεξοχήν αμφιλεγόμενη δράση του Κονδύλη εκείνη την περίοδο συνέβη στη Χαλκιδική, όπου ως εντολοδόχος της κυβέρνησης της Άμυνας διεξήγαγε στρατολογία και οι ενέργειές του σκιαγραφήθηκαν σε εισαγγελική έρευνα του 1921 με πάνω από 70 ένορκες καταθέσεις μαρτύρων. Ο Κονδύλης έφτασε στη Γαλάτιστα στις 7 Σεπτεμβρίου, όπου συνάντησε όμως τη σθεναρή άρνηση των κατοίκων –που ήταν στην πλειοψηφία τους αντιβενιζελικοί– να στρατευθούν. Η αντίδραση του Κονδύλη ήταν να συλλάβει τους σημαντικότερους προκρίτους που αντιστέκονταν στην επιστράτευση, τους οποίους φυλάκισε αφού τους διαπόμπευσε στους δρόμους της πόλης κρεμώντας στους λαιμούς τους πινακίδες με τη λέξη προδότης. Ο Κονδύλης συνέχισε την πορεία του μέχρι τον Πολύγυρο, όπου έμαθε ότι βασιλόφρονες επίστρατοι είχαν επιτεθεί στα μετόπισθέν του και είχαν αφοπλίσει τους στρατιώτες που είχε αφήσει στη Γαλάτιστα. Ενισχυμένος με 200 άνδρες που του στάλθηκαν από τη Θεσσαλονίκη, επέστρεψε ανατρέποντας εύκολα τους ανοργάνωτους επίστρατους που είχαν 11 νεκρούς. Αφού ανακατέλαβε τη Γαλάτιστα, ο Κονδύλης εκτέλεσε με συνοπτικές διαδικασίες τρεις επίστρατους που συνέλαβε (Σαραφιανός, Κυμουρτζής, Πανέλας), ενώ συνέλαβε μέχρι και μητέρες και γυναίκες επιστράτων (Αν. Ζαμπάνη, Τρ. Τσακνή, Μαρία Κοτσάνη, Μαρία Χαλάτη), ώστε να εξαναγκάσει όσους είχαν καταφύγει στα όρη, να παραδοθούν.

Στις τελευταίες μέρες του Σεπτεμβρίου, ο Κονδύλης είχε μάλλον χάσει τον έλεγχο των πράξεών του, καθώς δεν πετύχαινε το αποτέλεσμα που ήθελε να δείξει ως νέος φέρελπις αξιωματικός που μόλις είχε αναδειχθεί. Υπήρχαν ένορκες μαρτυρίες για τη χρησιμοποίηση βασανιστηρίων στους αντιφρονούντες, φαίνεται ότι και ο ίδιος ο Κονδύλης χειροδικούσε και κακοποιούσε αιχμαλώτους, ενώ στις δημόσιες ομιλίες εξύβριζε τον βασιλιά Κωνσταντίνο (Η Καθημερινή, 17 και 18 Νοεμβρίου 1935). Έτσι, στις 18 Σεπτεμβρίου απαγχόνισε τον επικεφαλής των επιστράτων Γρηγόριο Συνάπαλο από τη Βάβδο, παλαιό Μακεδονομάχο, τον αντιβενιζελικό 70χρονο ιερέα του χωριού Σταυρός παπα-∆ημήτρη και τον αντιβενιζελικό χωροφύλακα από την Ορμύλια, Αντώνιο Πατριαρχέα [Χρ. Βήττος, Ο Εθνικός ∆ιχασμός και η γαλλική κατοχή (1915-1920), Όλυμπος, 2008, σελ. 133].Σύμφωνα με τις αντιβενιζελικές πηγές της εποχής, τον απαγχονισμό του Συνάπαλου έκανε ο ίδιος ο Κονδύλης περνώντας τον βρόχο στον λαιμό του μελλοθάνατου και κλοτσώντας το σκαμνί όπου αυτός στεκόταν όρθιος. Τον χορό του αίματος έκλεισε η εκτέλεση του έφεδρου λοχία Σταύρου Χαρδαλιά από την Επανομή. Το τελευταίο κατασταλτικό μέτρο που δοκιμάστηκε ανεπιτυχώς από τον Κονδύλη ήταν η απομόνωση της Χαλκιδικής και η στέρηση ανεφοδιασμού της σε τρόφιμα, ώστε να λυγίσουν από την πείνα όσοι αντιστέκονταν στη στρατολογία.

Η αντίδραση του Κονδύλη ήταν να συλλάβει τους σημαντικότερους προκρίτους που αντιστέκονταν στην επιστράτευση, τους οποίους φυλάκισε αφού τους διαπόμπευσε στους δρόμους της πόλης.

Παρά τις ακρότητες του Κονδύλη, η επιστράτευση στη Χαλκιδική δεν προχωρούσε ικανοποιητικά κι έτσι αντικαταστάθηκε από τον συνταγματάρχη Χατζηιωάννου. Καθώς ήταν απολύτως αφοσιωμένος στον Βενιζέλο και είχε την απαιτούμενη πυγμή, προβλήθηκε ως πιθανός διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας που θα είχε έδρα στην Αθήνα, θέση που κατέλαβε ο Γύπαρης. Τελικά, τοποθετήθηκε στο Μακεδονικό Μέτωπο όπου διακρίθηκε στη μάχη του λόφου Σεμέν ντε φερ στις 22 Απριλίου 1917, ηγούμενος της ελληνικής επίθεσης στην πρώτη γραμμή και λαμβάνοντας τον βαθμό του ταγματάρχη στις 25 Απριλίου 1917, μετά από εισήγηση αξιωματικών της Αντάντ [ΓΕΣ, Η Ελλάς και ο πόλεμος εις τα Βαλκάνια (1914-1918), ∆ΙΣ, 1958, σελ. 234].

Ακολούθως διακρίθηκε στη μεγάλη νικηφόρα μάχη του Σκρα ντι Λένγκεν στις 17 Μαΐου 1918, όταν και ο ελληνικός στρατός άλωσε το φρούριο με μια κεραυνοβόλο επική έφοδο υπό το εχθρικό πυρ. Ο Κονδύλης διοικούσε το 1ο Σύνταγμα Σερρών και έφερε το βάρος της βασικής ενέργειας όλου του τομέα στο κέντρο της ελληνικής παράταξης. Την παραμονή της μάχης, έδωσε διαταγή να αφαιρεθούν τα φυσίγγια από τις θαλάμες των όπλων τους και να διατηρήσουν μόνο τις λόγχες και τις χειροβομβίδες. Αυτό το έκανε αφενός για να μην καθυστερούν την προέλασή τους οι στρατιώτες του για να πυροβολήσουν και αφετέρου για να τους εμφυσήσει το πνεύμα ότι το ύψωμα θα καταληφθεί διά της λόγχης οπωσδήποτε.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-2
Ο στρατηγός Εμ. Ζυμβρακάκης (αριστερά), επικεφαλής του στρατού Εθνικής Άμυνας, και ο συνταγματάρχης Ν. Χριστοδούλου επιθεωρούν το πρώτο ελληνικό σύνταγμα της Μεραρχίας Σερρών [Αρχείο Ιδρύματος Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και της Νεότερης Ιστορίας της Μακεδονίας (ΙΜΜΑ)].

Η πτώση του Σκρα αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιτυχία των ελληνικών Όπλων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Κονδύλης παρασημοφορήθηκε στο πεδίο της μάχης από τους Γάλλους με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, από τους Άγγλους με Πολεμικό Σταυρό για διακεκριμένη πράξη επί του πεδίου της μάχης, από τους Σέρβους με τον Λευκό Αητό μετά ξιφών, ενώ έλαβε τον Πολεμικό Σταυρό Α΄ Τάξεως από την ελληνική στρατιωτική ηγεσία και προήχθη σε αντισυνταγματάρχη τον Νοέμβριο του 1918. Τέλος, ο Κονδύλης συμμετείχε με το σύνταγμά του και στην οριστική διάρρηξη του βαλκανικού μετώπου, καταδιώκοντας τις εχθρικές δυνάμεις μέχρι να κηρυχθεί ανακωχή.

Η εμπλοκή στην πολιτική και τα στρατιωτικά κινήματα

Το προσωνύμιο «Κεραυνός», η Αβασίλευτη Δημοκρατία και η ανατροπή της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου.

Αμέσως μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου το 1922, ο Κονδύλης προσχώρησε στη βενιζελική Επανάσταση Πλαστήρα – Γονατά και έλαβε τη διοίκηση της Μεραρχίας Κρήτης στο μέτωπο του Έβρου, υπό τη γενική διοίκηση του υποστράτηγου Θεόδωρου Πάγκαλου. Μετά την επίτευξη οριστικής συμφωνίας στη Λωζάννη ο Κονδύλης διαφώνησε με τους όρους της και για τον λόγο αυτόν αποστρατεύτηκε μαζί με τους Πάγκαλο και Χατζηκυριάκο. Όταν ξέσπασε το κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου, το οποίο είχε αντιβενιζελική χροιά, ο Κονδύλης βρισκόταν συμπτωματικά στη Θεσσαλονίκη αναλαμβάνοντας τη διοίκηση των πιστών στην κυβέρνηση στρατευμάτων, καθώς ο υποστράτηγος Οθωναίος απουσίαζε.

Αρχικά συνέτριψε κάθε εστία αντιβενιζελικών αξιωματικών μέσα στην πόλη και μετά προώθησε τις δυνάμεις του έξω από τη Θεσσαλονίκη, συντρίβοντας τους αντεπαναστάτες υπό τον συνταγματάρχη Ζήρα στην τοποθεσία Νάρες (σημερινή Νέα Φιλαδέλφεια Θεσσαλονίκης). Ακολούθως μετέφερε αστραπιαία τη Μεραρχία Κρήτης σιδηροδρομικώς στη Θήβα και από εκεί στον Κιθαιρώνα, όπου είχαν προωθηθεί τα υπόλοιπα στρατεύματα των αντεπαναστατών από την Πελοπόννησο. Η απρόσμενη επιτόπια παρουσία του έδωσε την αριθμητική υπεροχή στον Πλαστήρα και εξανάγκασε τους αντεπαναστάτες να παραδοθούν. Για την κεραυνοβόλο αυτή στρατιωτική μετακίνηση έλαβε και το προσωνύμιο Κεραυνός, το οποίο τον συνόδευσε μέχρι το τέλος της ζωής του, αν και άλλοι ανώτατοι βενιζελικοί αξιωματικοί αντίζηλοί του, όπως ο υποστράτηγος Καλογεράς, αμφισβήτησαν τη συμβολή του.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-3
Ο Γεώργιος Κονδύλης το 1926 (Ullstein Bild/Getty Images/Ideal Image).

Στη συνέχεια ο Κονδύλης, πολιτευόμενος, αποτέλεσε μαζί με τους Πάγκαλο και Χατζηκυριάκο τη στρατιωτική εμπροσθοφυλακή των οπαδών της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας, που στήριξε με ένταση την πτώση της βασιλείας, απειλώντας με στρατιωτική εκτροπή σε αντίθετη περίπτωση. Στις εκλογές της 16ης ∆εκεμβρίου 1923 ο Κονδύλης εξελέγη πληρεξούσιος Ροδόπης συνεργαζόμενος με τη ∆ημοκρατική Ένωση και ως αδιάλλακτος αντιβασιλικός έλαβε για πρώτη φορά το νευραλγικό χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Παπαναστασίου τον Μάρτιο του 1924. Στην ορκωμοσία του ως υπουργός έσπασε το πρωτόκολλο του επίσημου ενδύματος, προσερχόμενος με απλή στολή συνταγματάρχη, ενώ σύμφωνα με τον Άγγλο δημοσιογράφο Miller που βρισκόταν στην Ελλάδα, όταν προσερχόταν στην αίθουσα της Βουλής, άφηνε το μαστίγιό του πάνω στο εδώλιο όπου καθόταν (William Miller, Greece, Ernest Benn Limited, 1928, σελ. 158).

Μετά το δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924 και την οριστική έκπτωση του Θρόνου, ο Κονδύλης ίδρυσε νέο πολιτικό φορέα (Εθνικό ∆ημοκρατικό Κόμμα), στον οποίο εντάχθηκε μια μικρή ομάδα πληρεξουσίων. Παραιτήθηκε απρόσμενα από υπουργός στις 10 Ιουνίου 1924 κατηγορώντας τον Παπαναστασίου για αριστερή απόκλιση, με σαφή πρόθεση να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνησή του, που δεν ήταν πλέον ανεκτή από τον βενιζελισμό. Ακολούθως, προέβη σε παρασκηνιακές ενέργειες και συνεννοήσεις για την πτώση της, ακόμη και με τον Πρόεδρο της ∆ημοκρατίας Παύλο Κουντουριώτη, ο οποίος τον εμπιστευόταν καθώς και οι δύο προέρχονταν από τον στρατό και είχαν όμοια νοοτροπία και αντιλήψεις για τα πολιτικά πρόσωπα. Εκείνη την περίοδο ο Κονδύλης συνδέθηκε με στενή φιλία με τον βαθύπλουτο εργοστασιάρχη Μποδοσάκη, ο οποίος υπήρξε βασικός συνεργάτης και χρηματοδότης του τα επόμενα χρόνια.

Τον Μάιο του 1925 δημιούργησε τις παραστρατιωτικές μονάδες των Κυνηγών, ώστε να προλάβει τον Πάγκαλο στον δρόμο για τη δικτατορία και στην πρώτη ευκαιρία να τις χρησιμοποιήσει για να αναλάβει την εξουσία.

Μετά την πτώση της κυβέρνησης Παπαναστασίου, ο Κονδύλης στήριξε κοινοβουλευτικά την περίφημη κυβέρνηση θερινών διακοπών του Σοφούλη και ακολούθως, τον Οκτώβριο του 1924, ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου, επειδή διέθετε ισχυρά ερείσματα στον στρατό, ώστε να αποτελέσει ένα ανάχωμα στον επερχόμενο Πάγκαλο. Το πρώτο εξάμηνο του 1925 ο Κονδύλης διέκρινε τη μεγάλη φθορά της κυβέρνησης αλλά και του πολιτικού συστήματος γενικότερα στη συνείδηση των πολιτών. Έτσι, τον Μάιο του 1925 δημιούργησε τις παραστρατιωτικές μονάδες των Κυνηγών, ώστε να προλάβει τον Πάγκαλο στον δρόμο για τη δικτατορία και στην πρώτη ευκαιρία να τις χρησιμοποιήσει για να αναλάβει την εξουσία. Οι μονάδες αυτές είχαν ιδιαίτερα αυξημένες απολαβές σε σχέση με εκείνες των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων και υποτίθεται ότι είχαν ως αποστολή την καταπολέμηση της ληστείας. Αντί όμως οι Κυνηγοί να μεταφερθούν στην ύπαιθρο για να επιτελέσουν την υποτιθέμενη αποστολή τους, στρατωνίστηκαν στο Γαλάτσι και χρησιμοποιήθηκαν για τη φύλαξη κρατικών κτιρίων, ως η πλέον πιστή στρατιωτική μονάδα της κυβέρνησης.

Πριν εκδηλωθεί το κίνημα του Πάγκαλου τη νύχτα της 25ης Ιουνίου 1925, είχε ήδη μαθευτεί ότι σκόπευε να κινηθεί, και ο Μιχαλακόπουλος είχε αναθέσει στον Κονδύλη την εν λευκώ κατάπνιξή του. Ο Κονδύλης όμως απέτυχε παταγωδώς στην αποστολή του, καθώς οι Κυνηγοί του απρόσμενα αποσκίρτησαν υπέρ του Πάγκαλου χάρη σε ένα τέχνασμα του διοικητή τους, ταγματάρχη Γεωργίου Χριστόπουλου, που ήταν προσωπικός εχθρός του Κονδύλη [Γ. Χριστόπουλος, Κάποιες άλλες εποχές (αναμνήσεις από τον στρατό), 1984, σελ. 169-174). Στη δραματική σύσκεψη των βενιζελικών πολιτικών αρχηγών υπό τον Κουντουριώτη, που έγινε την ημέρα του κινήματος, ο Κονδύλης προσφέρθηκε να αναλάβει την πρωθυπουργία και να χτυπήσει ενόπλως τους στασιαστές του Πάγκαλου, κάτι που τελικά δεν συνέβη λόγω της επέμβασης του Παπαναστασίου, ο οποίος δεν ήθελε να χυθεί δημοκρατικό αίμα στους δρόμους των Αθηνών, γεγονός που ίσως εκμεταλλεύονταν οι βασιλόφρονες. Χάρη στην αδράνεια αυτή ο Πάγκαλος ορκίστηκε πρωθυπουργός και στη συνεδρίαση της ∆΄ Εθνοσυνέλευσης της 30ης Ιουνίου 1925, σε μία από τις πολλές οβιδιακές του μεταμορφώσεις, ο Κονδύλης έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Πάγκαλο συντελώντας στο να νομιμοποιηθεί το στρατιωτικό του κίνημα με κοινοβουλευτικό μανδύα.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-4
Αθήνα, 10 Σεπτεμβρίου 1926. Από τις εκδηλώσεις πολιτών μετά την κατάλυση της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου και τη διάλυση των Δημοκρατικών Ταγμάτων την προηγούμενη ημέρα (Ullstein Bild/Getty Images/Ideal Image).

Καθώς ο Πάγκαλος κήρυξε απροκάλυπτη δικτατορία στις 4 Ιανουαρίου 1926 με τον περίφημο πρώτο περίπατο της Αγίας Παρασκευής, έστρεψε αμετάκλητα εναντίον του τον βενιζελισμό στο σύνολό του, αυξάνοντας τις συνωμοσίες εντός του στρατού για την ανατροπή του καθεστώτος του. Έτσι, στα μέσα Φεβρουαρίου 1926 αποκαλύφθηκε μια νέα, εκτεταμένη στρατιωτική συνωμοσία για την ανατροπή του Πάγκαλου, με επικεφαλής τον Κονδύλη σε συνεννόηση με τον Πλαστήρα και πλαστηρικούς αξιωματικούς. Οι Αρχές επενέβησαν και ακολούθησε ένα κύμα συλλήψεων χαμηλόβαθμων αξιωματικών και ιδιωτών, ενώ συνελήφθησαν και τέθηκαν σε περιορισμό, μεταξύ άλλων, και οι αξιωματικοί Κουσίντας, Λουκίδης, ∆ιάμεσης, Βεντήρης και Σπαής. Από τις ανακρίσεις που έγιναν φάνηκε ότι οι κινηματίες συγκέντρωναν όπλα κοντά στις περιοχές όπου στρατωνίζονταν τα ∆ημοκρατικά Τάγματα, με πρόθεση να τα εξουδετερώσουν την ημέρα του κινήματος (Νέα Ημέρα, 28.2.1926). Ο Κονδύλης συνελήφθη τη στιγμή που φορούσε τη στολή του για να ηγηθεί του κινήματος και ο Πάγκαλος τον εξόρισε αυθημερόν στη Σαντορίνη μαζί με σχεδόν όλους τους βενιζελικούς πολιτικούς αρχηγούς.

Ο Κονδύλης απελευθερώθηκε από τον Πάγκαλο δύο μήνες αργότερα, όταν αποδέχθηκε δημοσίως την εκλογή Πάγκαλου στην Προεδρία της ∆ημοκρατίας ως νόμιμη. Μετά την απελευθέρωσή του, ο Κονδύλης συνέτρωγε τακτικά με τον δικτάτορα, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του, ενώ παράλληλα κατέστρωνε το σχέδιο για την ανατροπή του. Ο Κονδύλης κατάφερε να προσεγγίσει τους διοικητές των δύο ∆ημοκρατικών Ταγμάτων της Αθήνας μέσω του ταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα, κοινού τους γνωστού από την εποχή της Εθνικής Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη, και να τους μυήσει στο κίνημα που ετοίμαζε. Σύμφωνα με τον Σαράφη, ο Κονδύλης φόβισε τους δύο διοικητές των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων υποστηρίζοντας ότι είχε πληροφορίες για επικείμενο κίνημα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με ταυτόχρονη κάθοδο του Πλαστήρα και επερχόμενες εκκαθαρίσεις που θα περιλάμβαναν και τους ίδιους (Στέφανος Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σελ. 264-265). Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ανατροπή του δικτάτορα έμοιαζε θέμα χρόνου, καθώς απέναντί του είχε συνασπιστεί σύσσωμος ο βενιζελισμός και ο στρατιωτικός του βραχίονας, και οι τέως παγκαλικοί δεν ήθελαν να βρεθούν στο στρατόπεδο των ηττημένων, ψάχνοντας εναγωνίως μια άφεση αμαρτιών για την προηγούμενη στήριξή τους στη δικτατορία.

Πρώτη πρωθυπουργία και συμπόρευση με τους βενιζελικούς

Από τη στήριξη των Δημοκρατικών Ταγμάτων στην αιματηρή διάλυσή τους.

Στις 21 Αυγούστου 1926, ο Κονδύλης συνέτριψε το παγκαλικό καθεστώς μέσα σε λίγες ώρες χάρη στη στήριξη των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων, αιφνιδιάζοντας την κοινή γνώμη. Όλοι οι υπουργοί της τελευταίας κυβέρνησης και ο πρωθυπουργός Ευταξίας συνελήφθησαν, ενώ ο Κονδύλης επανέφερε ως θεματοφύλακα της νομιμότητας τον Κουντουριώτη που βρισκόταν στην Ύδρα, με τον οποίο διατηρούσε άριστες σχέσεις. Αυθημερόν επίσης απελευθερώθηκαν από τον ναύσταθμο όπου κρατούνταν και μεταφέρθηκαν στην Αθήνα με βενζινάκατο οι πολιτικοί αρχηγοί Καφαντάρης, Παπαναστασίου και Μεταξάς, στο πλαίσιο της υποτιθέμενης αποκατάστασης των πολιτικών ελευθεριών.

Στις συσκέψεις που ακολούθησαν, οι πολιτικοί αρχηγοί δεν κατάφεραν για άλλη μία φορά να συνεννοηθούν, καθώς δεν υπήρχε μεταξύ τους εμπιστοσύνη για να χαράξουν κοινή γραμμή. Έτσι ο Κουντουριώτης άδραξε την ευκαιρία να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Κονδύλη, τον οποίο άλλωστε ευνοούσε και εμπιστευόταν περισσότερο. Στην κυβέρνηση Κονδύλη, που ορκίστηκε στις 26 Αυγούστου και στην οποία δεν συμμετείχαν γνωστοί πολιτευτές των βενιζελικών, ο ίδιος διατήρησε τα στρατιωτικά χαρτοφυλάκια και ουσιαστικά ήταν ο κυρίαρχος της κατάστασης. Αμέσως ο Κονδύλης προέβη σε διορισμούς δημοσίων υπαλλήλων και ενέκρινε αλόγιστες κρατικές δαπάνες προς δημιουργία κομματικής βάσης.

Η πρόθεση του Κονδύλη ήταν να παραμείνει στην εξουσία τουλάχιστον ένα εξάμηνο και αμέσως μετά να διεξαγάγει εκλογές, ώστε να καρπωθεί ο ίδιος πολιτικά την πτώση του Πάγκαλου και τις παροχές που θα έκανε στο ενδιάμεσο διάστημα. Οι προθέσεις αυτές φάνηκαν τόσο από το πρώτο του διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, στο οποίο αναφερόταν σε οκτάμηνο μέχρι τις εκλογές, όσο και από μια προκήρυξη που εκδόθηκε ανώνυμα (υποτίθεται από τον «Στρατό και τον Στόλο») και η οποία περιείχε παροχές όπως μείωση φορολογίας, εξυγίανση εθνικού νομίσματος, αποκατάσταση των αγροτών προσφύγων κ.τ.λ. (Σκριπ, 23.8.1926).

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-5
Σεπτέμβριος 1926. Ο Γεώργιος Κονδύλης, πρωθυπουργός της χώρας από τις 26 Αυγούστου έως τις 4 Σεπτεμβρίου, έξω από το Υπουργείο Στρατιωτικών (Ullstein Bild/Getty Images/Ideal Image).

Η πραξικοπηματική άνοδος του Κονδύλη στην εξουσία δεν ικανοποίησε τον αντιβενιζελισμό, που τον θεωρούσε άλλον έναν βενιζελικό στρατοκράτη που απλώς θα διαιώνιζε τη βενιζελική συνέχεια στο κράτος και στην πολιτική εξουσία. Όπως εύστοχα δήλωσε και ο Πάγκαλος μετά τη σύλληψή του, η νέα κατάσταση που προέκυψε ήταν ακριβώς ίδια με τη δικτατορία του, απλώς είχε αλλάξει ο επικεφαλής. Ακόμη και ο Βενιζέλος από το Παρίσι με επιστολή του συνιστούσε να γίνουν άμεσα εκλογές για την αποφυγή της επανόδου είτε της στρατοκρατίας είτε της μοναρχίας. Ο Πλαστήρας με συνεχείς δημόσιες δηλώσεις του απειλούσε τον Κονδύλη με νέο στρατιωτικό κίνημα και καθαίρεση αν δεν ξεκαθάριζε την κατάσταση με τους τέως παγκαλικούς στρατιωτικούς, υπονοώντας κυρίως τους διοικητές των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων στην Αθήνα. Λίγες ημέρες μετά, υπό το βάρος των ασφυκτικών πιέσεων που δεχόταν, ο Κονδύλης εξαναγκάστηκε να οργανώσει τη διάλυση των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων που είχαν καταστεί κράτος εν κράτει και είχαν προκαλέσει τη μήνι του υπόλοιπου στρατού. Το απόγευμα της 8ης Σεπτεμβρίου, ο Κονδύλης υπέγραψε την κρίσιμη διαταγή 21815 για τη διάλυση των Ταγμάτων, πλην του Λόχου Τεθωρακισμένων Αυτοκινήτων, που θα υπαγόταν απευθείας στο Α΄ Σώμα Στρατού.

Η πραξικοπηματική άνοδος του Κονδύλη στην εξουσία δεν ικανοποίησε τον αντιβενιζελισμό, που τον θεωρούσε άλλον έναν βενιζελικό στρατοκράτη που απλώς θα διαιώνιζε τη βενιζελική συνέχεια στο κράτος και στην πολιτική εξουσία.

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1926 επιδόθηκε η διαταγή διάλυσης στους διοικητές των δύο ∆ημοκρατικών Ταγμάτων, Ζέρβα και Ντερτιλή, οι οποίοι αρνήθηκαν να συμμορφωθούν και ακολούθησε μεγάλη αιματοχυσία στο κέντρο των Αθηνών. Ταυτόχρονα σημειώθηκε και πρωτοφανής λαϊκή εξέγερση από πολίτες όλων των κομμάτων και τάξεων, με έκτροπα και κατάλυση της δημόσιας τάξης. Είναι, πάντως, γεγονός ότι το αιματοκύλισμα της 9ης Σεπτεμβρίου 1926 θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί και η ευθύνη του βαρύνει σε μεγάλο βαθμό τον Κονδύλη, που προτίμησε την αναμέτρηση με τη βεβαιότητα της νίκης, παρά τον συμβιβασμό με τους δύο διοικητές των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων με την απομάκρυνσή τους ή την ταυτόχρονη σύλληψή τους, που ήταν ευχερής τουλάχιστον σε μία περίπτωση (Πρακτικά δεύτερης ημέρας δίκης των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων, Πολιτεία, 22.9.1926).

Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα για τα οποία θεωρήθηκε εν μέρει υπεύθυνος, ο Κονδύλης έχασε έδαφος στην κοινή γνώμη και δέχτηκε ισχυρές πιέσεις από σύσσωμο τον Τύπο και τους πολιτικούς αρχηγούς να απέχει από τις εκλογές. Στην περίφημη δίκη των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων που ακολούθησε, οι κατηγορούμενοι παρουσίασαν το πρωτόκολλο που είχαν υπογράψει όσοι συμμετείχαν στην ανατροπή του Πάγκαλου και το οποίο προέβλεπε ότι ο Κονδύλης δεν θα λάμβανε μέρος στις εκλογές που θα διεξήγε υπηρεσιακή κυβέρνηση. Το πρωτόκολλο έφερε τις υπογραφές των Κονδύλη, Ζέρβα, Κοκκαλά, Κατσώτα, Βαλασάκη, ∆εμέστιχα, Σκαναβή, Ζουμπουλάκη, Ζούλα, Ματάλα, Σπυράκη και Ντερτιλή. Ένα αντίγραφό του φυλάσσεται στο αρχείο Ζέρβα, που βρίσκεται στο ΕΛΙΑ, ενώ δημοσιεύθηκε αυτούσιο και στον Τύπο της εποχής (Αθηναϊκή, 24.9.1926).

Ο Κονδύλης ήρθε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και αναγκάστηκε να οδηγήσει τη χώρα σε εθνικές εκλογές στις 9 Νοεμβρίου 1926 με απλή αναλογική και ταυτόχρονη αποχή του κόμματός του. Κατά την προεκλογική περίοδο προσπάθησε να ευνοήσει, όσο του επέτρεπαν τα όρια των αρμοδιοτήτων του, τους βενιζελικούς, κατέβαλε προκαταβολές αποζημιώσεων στους πρόσφυγες, ώστε να τους συγκρατήσει στους Φιλελεύθερους και να μην κατέβουν αυτόνομα στις εκλογές, ενώ με ανακοίνωσή του προς τον ελληνικό λαό κατήγγειλε τα αντιβενιζελικά κόμματα για την εμμονή τους στη βασιλεία και στην ανακίνηση του Πολιτειακού (ΕΛΙΑ, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, φάκελος 11, τεκμήριο 51, Ο Κονδύλης μιλάει στον λαό).

Μετά τις εκλογές και τον σχηματισμό της Οικουμενικής Κυβέρνησης το 1926, που άργησε να εφαρμόσει την πολιτική της λόγω εσωτερικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των κομμάτων που την απάρτιζαν, ο Κονδύλης μετάνιωσε για τη μη συμμετοχή του στις εκλογές. Επανίδρυσε το κόμμα του τον Ιούνιο του 1927, με κύριο ακροατήριο τους αγρότες και τους πρόσφυγες της Β. Ελλάδας, και στράφηκε με δριμύτατες δηλώσεις κατά της αναποτελεσματικότητας της κυβέρνησης (Θ. Ζαφειρόπουλος, Ο Γεώργιος Κονδύλης και η εποχή του, 1984, σελ. 356). Μετά την επιστροφή του Βενιζέλου στην Ελλάδα, του πρότεινε να ανατρέψουν την Οικουμενική χωρίς αποτέλεσμα, αλλά στις εκλογές του 1928 συνεργάστηκε με τους Φιλελεύθερους λαμβάνοντας 9 έδρες, ενώ και ο ίδιος εξελέγη βουλευτής.

Η μεγάλη μεταστροφή

Η προσχώρηση στον αντιβενιζελισμό, ο δεύτερος Εθνικός Διχασμός και η καταστολή του κινήματος του 1935.

Σε όλη την τετραετία 1928-1932, ο Βενιζέλος δεν χρησιμοποίησε τον Κονδύλη σε κανένα υπουργείο και πρακτικά τον είχε παροπλισμένο λόγω της κακής του σχέσης με τον Νικόλαο Πλαστήρα. Όταν ξέσπασε η πολιτική κρίση του 1932 λόγω της χρεοκοπίας της xώρας, που επέφερε και την παραίτηση της κυβέρνησης Βενιζέλου, ο Κονδύλης προσπάθησε πάση θυσία να συμμετάσχει στη διάδοχη κυβέρνηση Παπαναστασίου, που έμοιαζε να είναι ανερχόμενος, αλλά την τελευταία στιγμή ο Αρκάς πολιτικός απέρριψε τις προτάσεις του, καθώς δεν τον εμπιστευόταν. Στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 1932, ο Κονδύλης μετονόμασε το κόμμα του σε Εθνικό-Ριζοσπαστικό και, συνεργαζόμενος με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, έλαβε έξι έδρες, ενώ, αν και ο ίδιος απέτυχε να εκλεγεί, τελικά ορκίστηκε βουλευτής μετά την παραίτηση του πολιτευτή ∆ημοσθένη Αναγνωστόπουλου υπέρ αυτού. Ήδη όμως στο προεκλογικό του πρόγραμμα o Κονδύλης υπέβαλε σε αυστηρή κριτική τον Βενιζέλο για την εσωτερική διακυβέρνηση της τετραετίας που είχε προηγηθεί, δείχνοντας τάσεις μεταστροφής.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-6
Ιούλιος 1935. Στιγμιότυπο από την ορκωμοσία της ανασχηματισθείσας κυβέρνησης Π. Τσαλδάρη. Σε πρώτο πλάνο (από αριστερά) ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Γ. Πεσμαζόγλου και ο υπουργός Στρατιωτικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Κονδύλης (Keystone-France/Getty Images/Ideal Image).

Ο Κονδύλης είχε χολωθεί από την περιθωριοποίησή του από τον Βενιζέλο την προηγούμενη τετραετία, ενώ, έχοντας ταλέντο να αντιλαμβάνεται τις αλλαγές στις λαϊκές διαθέσεις, είχε διαπιστώσει την πολιτική φθορά που είχαν υποστεί οι Φιλελεύθεροι και ο Βενιζέλος προσωπικά από τη διακυβέρνηση της προηγούμενης τετραετίας. Έτσι, έκανε τη μεγάλη στροφή συνεργαζόμενος με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα, λαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη στις 4 Νοεμβρίου 1932. Την πρώτη επαφή μεταξύ Τσαλδάρη και Κονδύλη έκανε ο Σταμάτης Μερκούρης, πρόσωπο κοινής εμπιστοσύνης και των δύο, στενός συνεργάτης και βιογράφος του Κονδύλη [Στ. Η. Μερκούρης, Γεώργιος Κονδύλης, ο Κεραυνός (1879-1936), Κυριακίδης, 2009, σελ. 108).

Είναι σαφές ότι ο Τσαλδάρης δεν εμπιστευόταν τον Κονδύλη και λόγω της προϊστορίας του, αλλά και λόγω της άστατης προσωπικότητάς του, όμως τον χρειαζόταν λόγω της επιρροής του σε μερίδα αξιωματικών του στρατού. Η μετατόπιση του Κονδύλη προς τον αντιβενιζελισμό δεν έγινε ομαλά, καθώς ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στις τάξεις των οπαδών του αλλά και στον φιλικό του Τύπο λόγω της βενιζελικής προϊστορίας του Κονδύλη. Ο ίδιος προσπάθησε να απολογηθεί για το παρελθόν, υπογραμμίζοντας ότι στήριξε την εθνική ενότητα και την λήθη την περίοδο των βενιζελικών διώξεων του 1917-1920, ενώ ήταν εναντίον και στην εκτέλεση των Έξι.

Κατά την προεκλογική περίοδο των κρίσιμων εκλογών της 5ης Μαρτίου 1933, ο Κονδύλης περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα, εκφωνώντας ομιλίες με φανατικό αντιβενιζελικό περιεχόμενο, με αποτέλεσμα να του απαντήσει εγγράφως ο Βενιζέλος κατηγορώντας τον ότι ωθεί τη χώρα στον διχασμό και ότι έχει πρόθεση να επιβάλει δικτατορία (ΕΛΙΑ, Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου, φάκ. 300, τεκμ. 22, Ομιλία Βενιζέλου στην οποία αναφέρεται στον προεκλογικό λόγο του Κονδύλη στη Θεσσαλονίκη). Τα αποτελέσματα της κάλπης αύξησαν τις έδρες του κόμματος Κονδύλη σε έντεκα, ενώ ο αντιβενιζελισμός κέρδισε για πρώτη φορά τις εθνικές εκλογές μετά το 1920. Όταν εξερράγη το κίνημα του Πλαστήρα τα ξημερώματα της 6ης Μαρτίου, ο Κονδύλης, ευρισκόμενος στη Λάρισα, απείλησε τους κινηματίες με αντίποινα και άμεση στρατιωτική επέμβαση με όσα στρατεύματα είχε στη διάθεσή του αν δεν κατέθεταν τα όπλα. Ακολούθως στην κυβέρνηση Τσαλδάρη που σχηματίστηκε, ανέλαβε και πάλι το Υπουργείο Στρατιωτικών και σταδιακά ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια παραγκωνισμού των βενιζελικών αξιωματικών που είχαν εδραιώσει τη θέση τους στο στράτευμα μετά τις μαζικές αποστρατεύσεις αντιβενιζελικών αξιωματικών το 1923.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-7
5 Νοεμβρίου 1935. Ο στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης κατά τη διάρκεια παρέλασης στην Αθήνα (AP Photo).

Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου στην οδό Κηφισίας στις 6 Ιουνίου 1933, βάθυνε εκ νέου το χάσμα μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών και η χώρα κλυδωνιζόμενη οδηγήθηκε αργά αλλά σταθερά στον ∆εύτερο ∆ιχασμό. Ο Κονδύλης όχι μόνο προσχώρησε οριστικά στον αντιβενιζελισμό αλλά εναγκαλίσθηκε την πιο ακραία του πτέρυγα, ενώ προσπάθησε ως υπουργός Στρατιωτικών να ενισχύσει τους πλέον φανατικούς αντιβενιζελικούς αξιωματικούς. Ο ίδιος ο Βενιζέλος, από την Κρήτη όπου είχε καταφύγει για λόγους ασφαλείας, κατήγγειλε τον Κονδύλη ότι τορπίλιζε τις συνεννοήσεις μεταξύ των δύο πολιτικών κόσμων και έσπρωχνε την κατάσταση προς μια τελική σύγκρουση ώστε να ξεκαθαρίσει η κατάσταση (ΕΛΙΑ, Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου, φάκ. 11, τεκμ. 119, ∆ήλωση Βενιζέλου 21ης Μαΐου 1934).

Σε όλη την περίοδο Μαΐου-Αυγούστου του 1934, ο Κονδύλης βρισκόταν σε συνεχείς επαφές και διαπραγματεύσεις με τον Ιωάννη Μεταξά (Ιω. Μεταξάς, Το προσωπικό του Ημερολόγιο, τόμ. ∆1, Γκοβόστης, σελ. 95-115) για τη στρατιωτική ανατροπή της κυβέρνησης Τσαλδάρη και τη στήριξη δικτατορίας με βασικό χρηματοδότη της ενέργειας τον Μποδοσάκη, αλλά οι σχετικές διεργασίες διέρρευσαν στον Τύπο και στους βενιζελικούς (ΕΛΙΑ, Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου, φάκ. 3, τεκμ. 14, Επιστολή Ζάννα σε Βενιζέλο 1ης Ιουνίου 1934). Τελικά, μετά από πολλές αναβολές και δισταγμούς της τελευταίας στιγμής, ορίστηκε ως ημερομηνία του κινήματος η 25η Αυγούστου 1934, αλλά τελευταία στιγμή ο Κονδύλης υπαναχώρησε και δεν κινήθηκε, καθώς οι φρουρές στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν απολύτως εξασφαλισμένες.

Ο Βενιζέλος, ο εξόριστος Πλαστήρας στη Γαλλία και σχεδόν όλοι οι ανώτατοι βενιζελικοί αξιωματικοί εκτός του Οθωναίου προετοίμασαν, μάλλον πρόχειρα, ένα στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε την 1η Μαρτίου 1935. Ο Κονδύλης, αν και είχε πληροφορίες από μήνες για την συνωμοσία επέτρεψε να εκδηλωθεί το κίνημα, είτε για να το ενστερνιστεί, είτε για να το καταστείλει αναλόγως της δυναμικής του και των γενικότερων εξελίξεων (Γρ. ∆αφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων, τόμ. Β΄, σελ. 311). Οι κινηματίες, εκτός από τη μεγάλη επιτυχία της κατάληψης του στόλου, απέτυχαν να επικρατήσουν είτε στην Αθήνα είτε στη Θεσσαλονίκη, έτσι ο Κονδύλης εκδηλώθηκε αποφασιστικά για την καταστολή του κινήματος. Πρώτη άμεση ενέργεια του Κονδύλη υπήρξε η κατάπνιξη του κινήματος στην Αθήνα που είχε ασθενείς δυνάμεις υπό τον συνταγματάρχη Στέφανο Σαράφη, χρησιμοποιώντας τους συνταγματάρχες Τρεπεκλή, Κουσίντα και τον λοχαγό Κουρούκλη, βασικούς προσωπικούς υποστηρικτές του στο στράτευμα. Σε έκτακτη σύσκεψή του, το υπουργικό συμβούλιο ανακάλεσε τον Κονδύλη στο στράτευμα με τον βαθμό του αντιστρατήγου, παρέχοντας εν λευκώ εξουσιοδότηση για την καταστολή του βενιζελικού κινήματος. Ο Κονδύλης κινήθηκε με ταχύτητα και τόλμη, συγκέντρωσε κυβερνητικές δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη και τις οδήγησε σε μια νικηφόρο προέλαση στη ∆υτική Θράκη εναντίον των στρατευμάτων των βενιζελικών κινηματιών υπό τον υποστράτηγο Καμμένο, που συνετρίβησαν μέσα σε λίγες ώρες, χωρίς ουσιαστικά να προβάλουν αντίσταση. Η απρόσμενα εύκολη συντριβή των βενιζελικών κινηματιών απογείωσε το γόητρο του Κονδύλη στην αντιβενιζελική παράταξη, που του επεφύλαξε αποθεωτική υποδοχή κατά την επιστροφή του στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου 1935, ενώ ο ίδιος σε δηλώσεις του χαρακτήρισε τον Βενιζέλο «παράφρονα της Χαλέπας» και τον βενιζελισμό «συμμορίαν».

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-8
10 Νοεμβρίου 1935. Ο στρατηγός Γ. Κονδύλης μπροστά από έναν χάρτη της Εγγύς Ανατολής (AP Photo).

Στη συνέχεια, ο μετριοπαθής Τσαλδάρης, ο ∆ιεθνής παράγοντας αλλά και αρκετοί ανώτεροι κρατικοί αξιωματούχοι, όπως ο Μάξιμος και ο Πεσμαζόγλου, προσπάθησαν να επιδειχθεί μετριοπάθεια στη μεταχείριση των κινηματιών και να αποφευχθούν επιβολές θανατικών ποινών. Έτσι, στις πρώτες δίκες πολιτικών και αξιωματικών που έγιναν, οι ποινές ήταν σχετικά επιεικείς, αλλά ο Μεταξάς και οι ακραίοι αντιβενιζελικοί από τις στήλες των εφημερίδων διαμαρτύρονταν έντονα και ζητούσαν εκτελέσεις. Στη δίκη της ∆ημοκρατικής Άμυνας που ακολούθησε, οι Παπούλας και Κοιμήσης καταδικάστηκαν σε θάνατο και, παρά τις παρασκηνιακές ενέργειες που έγιναν για να μην οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο Κονδύλης παρέμεινε έως το τέλος αμετάπειστος με το επιχείρημα ότι, αν αυτές δεν γίνονταν, ίσως να διασαλευόταν η πειθαρχία στον στρατό (Γ. Πεσμαζόγλου, Το χρονικόν της ζωής μου, 1999, σελ. 186). Χάρη στην επιμονή του Κονδύλη, οι δύο στρατηγοί οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα τη Μεγάλη Τετάρτη 24 Απριλίου 1935, σε ένα μακάβριο ξεκαθάρισμα λογαριασμών για τη δίκη των Έξι.

Η Παλινόρθωση και οι εκλογές του 1936

Από τη σύγκρουση Κονδύλη-Τσαλδάρη για την επαναφορά της βασιλείας στο πραξικόπημα.

Μετά τη συντριβή του βενιζελικού κινήματος το 1935, ο Κονδύλης ήδη από το μέτωπο της Θράκης δήλωσε στους παριστάμενους δημοσιογράφους ότι η «Αβασίλευτη ∆ημοκρατία είχε πνιγεί στα παγωμένα νερά του Στρυμόνα». Πριν από τις συντακτικές εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935, ο άλλοτε πρωτεργάτης της έξωσης του Θρόνου από την Ελλάδα τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της επαναφοράς της βασιλείας. Ο Κονδύλης φανερώθηκε ως αδιάλλακτος οπαδός της Παλινόρθωσης, επηρεαζόμενος από τον διεθνή παράγοντα, που ευνοούσε μια τέτοια εξέλιξη, τη λαϊκή μεταστροφή, αλλά και την απόλυτη επικράτηση των αντιβενιζελικών στον στρατό και στις δημόσιες υπηρεσίες που επιζητούσαν να ανταποδώσουν την πολιτική καταπίεση που είχαν δεχτεί την προηγούμενη δεκαετία.

Ακολούθησε μια περίοδος έντονης εσωστρέφειας της αντιβενιζελικής παράταξης, καθώς υπήρχε εντός αυτής μια (ολιγομελής αλλά πολιτικά ισχυρή) μετριοπαθής πτέρυγα υπό τον πρωθυπουργό Τσαλδάρη, που είτε ήθελε να ματαιώσει την Παλινόρθωση είτε να την αναβάλει. Στις εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935, ο Κονδύλης συμμάχησε με τον Τσαλδάρη και ο συνασπισμός τους έλαβε το 65% των ψήφων και συνολικά 287 έδρες σε σύνολο 300 εδρών, ενώ η κοινοβουλευτική ομάδα του Κονδύλη κατέλαβε 33 έδρες. Ήδη στις 21 Ιουνίου ο Κονδύλης προέβη σε δημόσιες δηλώσεις υπέρ της Παλινόρθωσης σε αντίθεση με τη μετριοπαθή θέση του Τσαλδάρη, προμηνύοντας τη σύγκρουση που θα ακολουθούσε.

Η κορύφωση της αντίθεσης Τσαλδάρη-Κονδύλη εκδηλώθηκε με τα πρωτοφανή γεγονότα της 9ης Σεπτεμβρίου 1935, όταν αξιωματικοί των δύο αντιβενιζελικών παρατάξεων συνεπλάκησαν στον προθάλαμο της αίθουσας του Υπουργικού Συμβουλίου, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στο πρόσωπο ο υποστράτηγος Παναγιωτάκος. Ο Κονδύλης είχε φτάσει στο χείλος της παραίτησης και προσπαθούσε εναγωνίως να βρει τρόπο να ανατρέψει τον Τσαλδάρη, που αντιλαμβανόταν ότι δεν μπορούσε πλέον να καθυστερήσει άλλο το δημοψήφισμα. Στις 8 Οκτωβρίου, σε έναν δραματικό ελιγμό για να αποφύγει την πραξικοπηματική πτώση του, ο Τσαλδάρης υποσχέθηκε στους υποστρατήγους Ρέππα και Παπάγο και στους υποναυάρχους Οικονόμου και Σακελλαρίου ότι θα θέσει το θέμα της Παλινόρθωσης στην Εθνοσυνέλευση. Ο Κονδύλης όμως την ίδια ημέρα διαβεβαίωσε μυστικά τους αξιωματικούς πως ο Τσαλδάρης απλώς κέρδιζε χρόνο και πως τελικώς θα ανέβαλλε το ζήτημα. Στις 9 Οκτωβρίου συναντήθηκαν μυστικά οι υποστράτηγοι που βρίσκονταν στην Αθήνα και αποφάσισαν να επέμβουν, ενώ για την απόφασή τους ενημέρωσαν τον Κονδύλη, κάτι που εκ των υστέρων ο ίδιος αρνήθηκε. Στις 10 Οκτωβρίου 1935, ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού στην Αθήνα, ο υποναύαρχος ∆ημήτριος Οικονόμου, αρχηγός ΓΕΝ, και ο υποστράτηγος Αεροπορίας Γεώργιος Ρέππας σταμάτησαν το αυτοκίνητο που μετέφερε στη Βουλή και τον εξανάγκασαν σε παραίτηση. Χάρη στη στρατιωτική αυτή επέμβαση, ο Κονδύλης ανέτρεψε πραξικοπηματικά τον Τσαλδάρη σχηματίζοντας κυβέρνηση από το άνθος των φανατικών βασιλοφρόνων πολιτευτών του Μεσοπολέμου (Ιωάννης Θεοτόκης, Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, Νικόλαος Κρανιωτάκης, Σταμάτης Μερκούρης, Γεώργιος Τσόντος). Στη συνέχεια ο Κονδύλης, με ένα μειοψηφικό ψήφισμα της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης, καθώς απείχαν πολλοί βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος και ο αρχηγός τους Παναγής Τσαλδάρης, κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα, κηρύσσοντας τον στρατιωτικό νόμο, ενώ ο ίδιος ανέλαβε και καθήκοντα αντιβασιλέα.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-9
Ο Γ. Κονδύλης στο γραφείο του το 1935 (Max Ehlert/Ullstein Bild/Getty Images/Ideal Image).

Το πραξικόπημα της 10ης Οκτωβρίου προκάλεσε ισχυρές αναταράξεις στις τάξεις των αξιωματικών του στρατού, αλλά και στα βενιζελογενή κόμματα που βρίσκονταν εκτός Εθνοσυνέλευσης και υποστήριζαν την αβασίλευτη δημοκρατία. Ο κονδυλικός ταγματάρχης Κουσίντας δυσαρεστήθηκε από τις διεργασίες για επιστροφή του βασιλιά και ως διοικητής του τάγματος με τα θωρακισμένα αυτοκίνητα οργάνωσε ένα υποτυπώδες κίνημα, το οποίο όμως έγινε γνωστό στον Κονδύλη. Ο Κουσίντας καθαιρέθηκε αμέσως και συνελήφθη ως συνωμότης, ενώ οι εκκαθαρίσεις στον στρατό επεκτάθηκαν και στους ανώτατους αξιωματικούς με την αποστράτευση των μετριοπαθών βενιζελικών αντιστρατήγων Μαζαράκη και Καθενιώτη, ενώ ο Κονδύλης αποστράτευσε και τους αντιβενιζελικούς αντιστράτηγους Πετρίτη και Παναγιωτάκο επειδή ήταν οπαδοί του Τσαλδάρη. Με άλλο νόμο που ψήφισε η Ε΄ Εθνοσυνέλευση απαγόρευε σε όλους τους αξιωματικούς που είχαν συμμετάσχει στο κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 την ελεύθερη μετακίνηση, ενώ τους έθετε σε αυστηρή επιτήρηση από την αστυνομία.

Η κυβέρνηση Κονδύλη, όμως, δεν εξάντλησε τον αυταρχισμό της μόνο στον στρατό. Κάθε συγκέντρωση ή απλή δημόσια έκφραση υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας απαγορεύτηκε αυστηρά. Στις 15 Οκτωβρίου διοργανώθηκε συλλαλητήριο υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας στο Σύνταγμα, το οποίο διαλύθηκε από την αστυνομία μετά από ανταλλαγή πυροβολισμών με πολλούς διαδηλωτές που είχαν προσέλθει ένοπλοι. Τραυματίστηκαν τέσσερις διαδηλωτές και ένας αστυφύλακας, ενώ όσοι από τους διαδηλωτές συνελήφθησαν παραπέμφθηκαν σε έκτακτο στρατοδικείο, όπου καταδικάστηκαν σε φυλάκιση.

Με έναν αυθαίρετο αναγκαστικό νόμο που ψηφίστηκε στην Εθνοσυνέλευση με την ίδια νόθα διαδικασία στις 22 Οκτωβρίου, ο Κονδύλης παρείχε τη δυνατότητα στους υπουργούς Εσωτερικών και ∆ικαιοσύνης να μπορούν να εξορίζουν με κοινή τους απόφαση οποιοδήποτε άτομο θεωρούσαν ύποπτο για όσο χρόνο έκριναν απαραίτητο. Εξαιτίας αυτού του νόμου εξορίστηκαν εκατοντάδες άτομα, τα οποία ήταν κυρίως κομμουνιστές, ανάμεσά τους και ο ποιητής Κώστας Βάρναλης. Εκτός αυτών λειτουργούσαν συνεχώς στρατοδικεία στα οποία παραπέμπονταν όσοι εκφράζονταν δημοσίως υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας. Ο Κονδύλης είχε εγκαταλείψει κάθε πρόσχημα νομιμότητας και εξέδιδε σωρηδόν αναγκαστικούς νόμους και πράξεις, χωρίς ούτε καν να τους παρουσιάζει στην Εθνοσυνέλευση για την τυπική τους έγκριση.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-10
Οκτώβριος 1935, Θεσσαλονίκη. Ο Γ. Κονδύλης, ως αντιβασιλέας, συμμετέχει στον εορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης (AP Photo).

Μέσα σε αυτό το κλίμα πολιτικής τρομοκρατίας, οι πολιτικοί αρχηγοί των βενιζελικών κομμάτων προσπάθησαν να αντιδράσουν κατά της παλινόρθωσης με δημόσιες δηλώσεις τους αλλά και με προκηρύξεις που περιείχαν απειλές. Η αντίδραση του Κονδύλη ήταν ακαριαία και βίαιη: εξόρισε τον Παπανδρέου και τον Παπαναστασίου στη Μύκονο και απάντησε δημοσίως στην προκήρυξη Παπαναστασίου κατηγορώντας τους οπαδούς της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας ότι είχαν συμμαχήσει με τους κομμουνιστές.

Κατά τα άλλα, η 45ημερη διακυβέρνηση του Κονδύλη δεν ήταν παρά μια ατελείωτη σειρά διαταγμάτων που απένειμαν συντάξεις σε στρατιωτικούς, ανάπηρους πολέμου, οπλαρχηγούς του Μακεδονικού Αγώνα και αδικημένους στρατιωτικούς της δεκαετούς πολεμικής εξόρμησης. Ακολούθως, ο Κονδύλης εκδίωξε τον Ζαΐμη από Πρόεδρο της ∆ημοκρατίας με ένα αντιθεσμικό και άκομψο τρόπο, αυτοανακηρύχθηκε αντιβασιλέας και στις 3 Νοεμβρίου 1935 διενήργησε ένα ολοφάνερα νόθο δημοψήφισμα, στο οποίο το 97,8% των ψηφοφόρων τάχθηκε υπέρ της Βασιλείας.

Υπήρξαν εκλογικά κέντρα με περισσότερες ψήφους από τους εγγεγραμμένους, ενώ οι συνολικά ψηφίσαντες αυξήθηκαν κατά 350.000 περίπου από τις εκλογές του 1932, και αυτό παρά το γεγονός ότι όλα τα κόμματα που στήριζαν την αβασίλευτη δημοκρατία είχαν κηρύξει αποχή. Αρχικώς στα αποτελέσματα που έδινε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εσωτερικών, οι ψήφοι υπέρ της βασιλείας ξεπερνούσαν το σύνολο των ψηφισάντων, ενώ στα τελικά αποτελέσματα δεν γινόταν καμία αναφορά στην αποχή. Η μεγαλύτερη νοθεία σημειώθηκε στον νομό Αττικοβοιωτίας, όπου το 1933 είχαν ψηφίσει 170.609 ψηφοφόροι και στο ∆ημοψήφισμα μόλις δύο χρόνια μετά 310.685, εκ των οποίων μόνο 4.812 ψήφισαν υπέρ της αβασίλευτης!

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-11
25 Νοεμβρίου 1935. Ο Γ. Κονδύλης συνοδεύει τον βασιλιά Γεώργιο Β´ την ημέρα της επιστροφής του στην Ελλάδα (Keystone-France/Getty Images/Ideal Image).

Η έλευση του βασιλιά Γεωργίου στις 25 Νοεμβρίου 1935 στο Φάληρο υποτίθεται ότι ήταν η ολοκληρωτική δικαίωση της πολιτικής του Κονδύλη την τελευταία τριετία, όμως τελικά αποδείχθηκε το ακριβώς αντίθετο. Ήδη κατά την αποβίβασή του στην προβλήτα του Πειραιά ο Γεώργιος, με σειρά συμβολικών χειρονομιών του, έδειξε τη φανερή αποδοκιμασία του στον Κονδύλη. Ο νέος ανώτατος άρχοντας επιθυμούσε τη λήθη και τη συνεννόηση με τους βενιζελικούς αλλά και με τον Βενιζέλο προσωπικά, που βρισκόταν εξόριστος στο Παρίσι και στις 31 Οκτωβρίου 1935 είχε προβεί σε δηλώσεις υπέρ της αναγνώρισης της Παλινόρθωσης. Έτσι, ο νέος βασιλιάς εξέφρασε τη θέλησή του στον Κονδύλη να αμνηστευθούν οι κινηματίες του 1935 χωρίς εξαιρέσεις και τον οδήγησε σε παραίτηση στις 27 Νοεμβρίου 1935.

Στις εθνικές εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 ο Κονδύλης συνέπραξε με την αντιβενιζελική Λαϊκή Ριζοσπαστική Ένωση (Ι. Θεοτόκης, Ι. Ράλλης) των φανατικών βασιλοφρόνων και εξέλεξαν συνολικά 60 βουλευτές. Το αποτέλεσμα των εκλογών οδήγησε σε πολιτική κρίση, καθώς οι δύο αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις είχαν καταλάβει τις ίδιες έδρες και το ΚΚΕ είχε ρόλο ρυθμιστή στη νέα Βουλή. Λίγες μέρες αργότερα, στις 31 Ιανουαρίου, ο Κονδύλης πέθανε απροσδόκητα από εγκεφαλικό σε ηλικία 57 ετών, ενώ συζητούσε με φίλους του στο σπίτι του στο Κολωνάκι την πολιτική κατάσταση όπως αυτή είχε διαμορφωθεί. Είναι σαφές ότι ο θάνατος του Κονδύλη, σε συνδυασμό με τους θανάτους των Τσαλδάρη, Βενιζέλου και Παπαναστασίου το ίδιο έτος, άνοιξε τον δρόμο στον μεγάλο αντίπαλό του Ιωάννη Μεταξά για την κήρυξη δικτατορίας.

Γεώργιος Κονδύλης – Από έφεδρος επιλοχίας, υποστράτηγος και πρωθυπουργός-12
Ο Γεώργιος Κονδύλης με τη μνηστή του, ζωγράφο Θάλεια Διπλαράκου. Φωτ.: Nelly’s (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT