Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη

«Η ιστορία των πράξεων του μεγάλου τούτου προεστώτος της Ύδρας κατά την επανάστασιν είναι ολόκληρος η της επαναστάσεως αυτής ιστορία». Ευστάθιος Σίμος

λάζαρος-κουντουριώτης-η-ήρεμη-δύναμ-562961197

Ο Λάζαρος Κουντουριώτης κατά γενική ομολογία υπήρξε μία από τις επιδραστικότερες φυσιογνωμίες της Επανάστασης του 1821. Έμπορος και πλοιοκτήτης της Ύδρας, πρώτος μεταξύ ίσων πρόκριτος του νησιού σχεδόν όλη του τη ζωή, δεν πολέμησε σε στεριά ή θάλασσα, δεν πολιτεύτηκε, δεν κατέλαβε δημόσιο αξίωμα στην ελεύθερη Ελλάδα, ελάχιστα απομακρύνθηκε από το νησί του. Αν και απλός ιδιώτης, διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στην πορεία και την εξέλιξη του ελληνικού Αγώνα της Ανεξαρτησίας, καθώς οι θέσεις του είχαν τεράστια βαρύτητα και ο ίδιος κατείχε τον τρόπο και τα μέσα ώστε να πείθει ή να τις επιβάλει. Γεννήθηκε το 1769 σε οικογένεια ιδιαίτερα εύπορη και απέκτησε αξιόλογη μόρφωση. Έγραφε και μιλούσε πολύ καλά τα ελληνικά, καθώς η καθομιλουμένη γλώσσα της εποχής στην Ύδρα ήταν τα αρβανίτικα. Από πολύ νεαρή ηλικία ανέλαβε τις οικογενειακές επιχειρήσεις και με την ευφυΐα και τη σύνεσή του κατέληξε να είναι ο πλουσιότερος νοικοκύρης της Ύδρας τις παραμονές της Επανάστασης. Ίσως η πιο οξυδερκής παρατήρηση ανήκει στον λόγιο Ευστάθιο Σίμο, πρώτο βιογράφο του Λάζαρου Κουντουριώτη, που έζησε χρόνια κοντά στους Κουντουριώτηδες και εκφώνησε επιμνημόσυνο λόγο γι’ αυτόν το 1854, δύο χρόνια μετά τον θάνατό του: «Περί του Λαζάρου Κουντουριώτου είναι αδύνατον να λαλήση τις, χωρίς να λαλήση συγχρόνως και περί της Ύδρας· τόσον τα δύο ταύτα φαίνονται συνδεδεμένα και αχώριστα […]. Ούτε η Ύδρα χωρίς του Κουντουριώτου, ούτε ο Κουντουριώτης χωρίς της Ύδρας ήθελαν δειχθή όπως εδείχθησαν». Ποιος ήταν λοιπόν ο άνθρωπος αυτός και πώς μπόρεσε να επηρεάσει τόσο τις τύχες των συγχρόνων του;

Η οικογενειακή ζωή του

Η καταγωγή, ο γάμος, το επιβλητικό αρχοντικό και η καθημερινή ζωή της οικογένειας.

Ο Κουντουριώτης κρατάει από δύο από τις πιο παλιές ναυτικές οικογένειες της Ύδρας, αρβανίτικης καταγωγής, όπως οι περισσότερες του νησιού. Η πατρική του οικογένεια ονομαζόταν αρχικά Ζέρβα και μετοίκησε στην Ύδρα περί το 1580. Ο Σίμος αναφέρει πως ο ίδιος ο Λάζαρος συνήθιζε να διηγείται τα σχετικά με την καταγωγή της οικογένειας, διαψεύδοντας την εύλογη υπόθεση ότι κατάγονταν από τα Κούντουρα της Αττικής, μεγαλοχώρι στους πρόποδες του όρους Πατέρας στη ∆υτική Αττική, το οποίο ερημώθηκε σταδιακά μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.

Σύμφωνα με τον Λάζαρο, η οικογένεια ήταν από τους πρώτους οικιστές της Ύδρας, με καταγωγή από το Κρανίδι της Πελοποννήσου. Υποστήριζε ότι ο πρώτος που απέκτησε το επώνυμο «Κουντουριώτης» ήταν ο παππούς του Γεώργιος, μετέπειτα Χατζή Γεώργιος Κουντουριώτης. Όταν αυτός και ο μεγαλύτερος αδελφός του έμειναν νωρίς ορφανοί από πατέρα, πήγε να ζήσει στα Κούντουρα μαζί με έναν άκληρο «σύντεκνο» του πατέρα του. Η χήρα μητέρα του Γεωργίου, που αρχικά το είχε δεχτεί, του μήνυσε να επιστρέψει όταν μετά από χρόνια έχασε τον άλλο της γιο. Έτσι ο Γεώργιος γύρισε στην Ύδρα με την παραδοσιακή φορεσιά των Κουντούρων, εξαιτίας της οποίας ξεχώριζε. Το παρατσούκλι «Κουντουριώτης» τού έμεινε, το «Ζέρβας» ξεχάστηκε.

Γιος του ήταν ο πατέρας του Λάζαρου, Ανδρέας, περισσότερο γνωστός με το παρανόμι «Αναγνώστης», δηλωτικό ιδιότητας, με το οποίο υπέγραφε. Από την πλευρά της μητέρας του, ο Λάζαρος Κουντουριώτης είναι απόγονος της οικογένειας Κοκκίνη, που πέρασε στην Ύδρα την ίδια εποχή με τους Ζερβαίους από την Κοκκινιά της Τροιζηνίας, κοντά στο Κιάτο.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-1
Άποψη της οικίας Λ. Κουντουριώτη στην Ύδρα, από τη βορειοανατολική γωνία της αυλής.

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1802, τις μέρες που γίνονταν οι ετοιμασίες για τον γάμο του Λάζαρου, ο πατέρας του Αναγνώστης δολοφονήθηκε μέσα στο σπίτι του, που το είχε ολοκληρώσει λίγα χρόνια νωρίτερα. ∆ύο Υδραίοι, οι Ατέσης και Νικολοδήμος, επιτέθηκαν σε έναν από τους μουσικούς και όταν τους επέπληξε ο γερο-Κουντουριώτης, δεν δίστασαν να τον σκοτώσουν. Οι δολοφόνοι κατάφεραν να διαφύγουν. Μέχρι σήμερα, στο αρχοντικό εκτίθεται ένα χάλκινο μαγκάλι με χαραγμένη την επιγραφή «ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΙ 1801», δίχως άλλο σιωπηλός μάρτυρας της δολοφονίας του κατόχου του.

Ο Λάζαρος κληρονόμησε το επιβλητικό αρχοντικό που δεσπόζει ψηλά στο λιμάνι της Ύδρας. Εξαιρετικά το περιγράφει η Χριστιάνα Λυτ: «Αύγουστος 1847. […] Τη ∆ευτέρα το πρωί βρισκόμασταν έξω από την Ύδρα […]. Το απόγευμα επισκεφτήκαμε το γερο-Λάζαρο Κουντουριώτη, τον οποίον όλοι σέβονται και εκτιμούν σα βασιλιά του νησιού. […] Μένει σ’ ένα μεγάλο, υπέροχο σπίτι, το ωραιότερο μέσα στη μικρή πολιτεία. Και να σκεφτεί κανείς πως η σύγκριση γίνεται με τις άλλες κατοικίες του νησιού που είναι κτισμένες πολύ όμορφα και με φαρδιές μαρμάρινες σκάλες. Στο εσωτερικό τους τα δωμάτια είναι μεγάλα, ψηλοτάβανα και το πάτωμα στρωμένο με μάρμαρα που σχηματίζουν διάφορα σχέδια».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η καθημερινή ζωή της οικογένειας Κουντουριώτη, όπως τη διηγείται στο ημερολόγιό του ο Αμερικανός φιλέλληνας W. T. Washington (1800-1827), συγγενής του πρώτου προέδρου των ΗΠΑ. Ο νεαρός φιλέλληνας, που σκοτώθηκε στο Ναύπλιο και τάφηκε στην Ύδρα, φιλοξενήθηκε συχνά από τον Λάζαρο Κουντουριώτη το 1825, όταν ήρθε στην Ελλάδα.

Μερικές ωραίες βραδιές όταν ο προύχων δεχόταν στην ταράτσα, η οικοδέσποινα έμενε μαζί μας.

«Αρχαϊκή πραγματικά εικόνα, που βαθιά χαράχτηκε στην καρδιά μου. Μπροστά ο περίφημος πατριώτης [Λάζαρος Κουντουριώτης], δίπλα του οι καθ’ ομάδες προσερχόμενοι πρόκριτοι και δεξιά η πόρτα που έμενε πάντα ανοιχτή. Πόσες ευχάριστες ώρες πέρασα συνομιλώντας για πολιτικά και πολεμικά ζητήματα με τον σκυθρωπό και αξιοπρεπή πρόκριτο, ενώ τα μάτια μου κρυφά γύριζαν προς την πόρτα αναζητώντας την αιθέρια μορφή [εννοεί τη Μάρω, μεγαλύτερη κόρη του Λάζαρου] που συνεχώς περιφερόταν στο διάδρομο…

»Εν τούτοις, περισσότερο από τη θαυμασία αυτή θέα, με συγκινούσε η παρουσία των παρευρισκομένων. Κοντά μου καθόταν η νοικοκυρά. ∆έσποινα άξια των καλυτέρων χρόνων της αρχαίας Ελλάδος. Η αξιοπρέπειά της, η μεγαλοπρέπεια της εμφανίσεώς της, η προς τον άνδρα της και τα παιδιά της αφοσίωσις και η υπό των αυστηρών υδραίικων ηθών επιβαλλομένη συστολή απέναντι του οικοδεσπότου και των φιλοξενουμένων του όλα αυτά βαθιά με συγκλόνιζαν. […] Τα αγόρια του Κουντουριώτη στέκονταν μεταξύ αυτού και της μητέρας τους. Εθαύμαζα την ελληνική τους κατατομή και τα κατάμαυρα μαλλιά που έπεφταν με φιλαρέσκεια ως το λαιμό τους, θαύμαζα επίσης τα εύρωστα σώματά τους και τις λεπτές μετάξινες φορεσιές τους. Τα πόδια τους ήσαν γυμνά ως το γόνατο, αλλά τούτο πρόσθετε στην ιδιορρυθμία και τη γραφικότητα της όλης τους εμφανίσεως. Ο νεότερος προσφέρθηκε να με διδάξει ελληνικά. […] Έσφιξα το χέρι του καλού παιδιού και γύρισα προς τους προκρίτους που υπό το φως του φεγγαριού συζητούσαν και αποφάσιζαν για τις τύχες του έθνους τους. […]

»Ιδιαιτέρως παρακολουθούσα τον Κουντουριώτη, τον αρχηγό αυτόν των Υδραίων, ενός φιλελεύθερου, ηρωικού και ηθικού λαού. Επηρεασμένος βαθιά από την ευγένεια του χαρακτήρος του και την ηγεμονική του μορφή, σκέφτηκα: “Θεέ μου! Ποτέ άλλοτε δεν αντίκρισα έναν τόσο μεγαλοπρεπή άνθρωπο”.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-3
Η κόρη του Λαζάρου Κουντoυριώτη, Ελένη. Ελαιογραφία που αποδίδεται στον Διονύσιο Τσόκο (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

»Τη μεγαλύτερη κόρη του Κουντουριώτη είδα για πρώτη φορά από κοντά, κατά τη δεύτερη επίσκεψή μου στην Ύδρα. Ο ήλιος έγερνε αργά προς τη δύση όταν χτύπησα την πόρτα του προύχουντος. Ω, ευτυχία! Μου άνοιξε εκείνη. Βρισκόταν στην αυλή και καθώς ήταν η ώρα που γύριζε ο πατέρας της φαντάστηκε πως ήταν αυτός. Χρυσά νομίσματα στόλιζαν τα μαλλιά της. Ωραία και ταραγμένη στεκόταν μπροστά μου. Αμέσως την αναγνώρισα. Έβαλα το χέρι μου στο στήθος, είπα την τυπική “καλησπέρα σας” και προχώρησα. Αυτή χαιρέτησε με κλίση του κεφαλιού και μπήκε στο σπίτι».

«Θεέ μου! Ποτέ άλλοτε δεν αντίκρισα έναν τόσο μεγαλοπρεπή άνθρωπο».

Η οικοδέσποινα είναι η Σταματίνα ∆ημητρίου Ευαγγελίδη (Βαγγελίθη). Παντρεύτηκε τον Λάζαρο Κουντουριώτη το 1803 και απέκτησαν 13 παιδιά, σύμφωνα με χειρόγραφη σημείωση του Λάζαρου: Ο πρωτότοκος Ανδρέας γεννήθηκε το 1805. Ακολουθούν οι: Μαρία (1806), ∆ημήτριος (1808), Γεώργιος (1811), Παντελής (1812), Ευάγγελος (Αγγελής) το 1814, Ελένη (1824) και Κονδύλω (1828). Μεταξύ 1809 και 1823 γεννήθηκαν άλλα πέντε παιδιά, που πέθαναν νωρίς, γεγονός που έχει ενδιαφέρον για την παιδική θνησιμότητα της εποχής, ειδικά σε μια οικογένεια που δεν στερούνταν τα μέσα για να μεγαλώσει τα παιδιά της.

Οι γιοι του Κουντουριώτη σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης παρέμειναν στο πλευρό του πατέρα τους. Το 1827 οι τρεις μεγαλύτεροι εστάλησαν για σπουδές στη Γενεύη. Εκεί έχασε τη ζωή του ο Γεώργιος, με αποτέλεσμα οι άλλοι δύο να υποχρεωθούν να γυρίσουν στην Ύδρα. Ο ∆ημήτριος διετέλεσε δήμαρχος Ύδρας και γερουσιαστής, ο Παντελής αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, βουλευτής και δήμαρχος Ύδρας. Η Μαρία, την οποία ερωτεύτηκε ο Washington, παντρεύτηκε τον ∆ημήτριο Βούλγαρη (Τζουμπέ), μετέπειτα πρωθυπουργό.

Προεπαναστατικές περιπέτειες και ρωσικός δάκτυλος

Η αντίθεση με την τουρκόφιλη διοίκηση και η φυγή από την Ύδρα.

«Ο γέρος δεν έχει φύγει ποτέ από το νησί του. Κάποτε σκέφτηκε να κάνει ένα ταξιδάκι με ατμόπλοιο για να επισκεφτεί το Ναύπλιο, τον έπιασαν όμως οι κάτοικοι και τον έκλεισαν στη Μονή του Προφήτη Ηλία, γιατί φοβήθηκαν ότι κάποιο κακό θα έβρισκε το νησί αν ο γερο-αετός εγκατέλειπε τη φωλιά του», σημειώνει το 1847 για τον Κουντουριώτη η Χριστιάνα Λυτ.

Η αλήθεια είναι ότι ο Λάζαρος Κουντουριώτης αναγκάστηκε προεπαναστατικά να εγκαταλείψει την Ύδρα, καθώς ήρθε σε αντίθεση με την τουρκόφιλη διοίκηση του νησιού. Η περιπέτεια αυτή είναι αποτέλεσμα του διχασμού που κυριάρχησε στην Ύδρα στις αρχές του 19ου αι. μεταξύ των οπαδών της νομιμότητας και των οπαδών της Ρωσίας, η οποία προβαλλόταν ως η ομόδοξη δύναμη που προστάτευε τους χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-4
Χάρτης του Λακωνικού κόλπου με το νησί των Κυθήρων. Από το Κιτάμπ Μπαχρίγιε του Τούρκου ναυάρχου και συγγραφέα Πίρι Ρέις (16ος αι., Alamy/Visual Hellas.gr).

Ο ίδιος ήταν ρωσόφιλος, καθώς τα πλοία του έπλεαν υπό ρωσική σημαία, όπως και πολλών άλλων Υδραίων καραβοκυραίων και προκρίτων. Μέχρι σήμερα, εκτός από τα ναυτικά όπλα και όργανα –τρομπόνια, πιστόλες, τηλεσκόπιο– της οικογένειας, τους τοίχους του αρχοντικού του στολίζει «αυτοκρατορική βούλα», κέρινη σφραγίδα σε ορειχάλκινη θήκη με ανάγλυφο δικέφαλο αετό, η οποία προέρχεται από προεπαναστατική άδεια ελεύθερης ναυσιπλοΐας υπό ρωσική προστασία, μακρινή ανάμνηση από την εποχή της ναυτικής ακμής της Ύδρας.

Τόσο ο παππούς του Λάζαρου, Γεώργιος, όσο και ο πατέρας, Αναγνώστης, διετέλεσαν τοπικοί πρόξενοι της Ρωσίας. Αλλά και τα καράβια του εκ μητρός παππού του, Λάζαρου Κοκκίνη, ήταν υπό ρωσική προστασία· ο Κοκκίνης είχε τη ρωσική υπηκοότητα και ήταν υποπρόξενος της Ρωσίας στην Ύδρα το 1792. Από το 1804 έως το 1807 τη θέση κατείχε ο γιος του Αναστάσιος, όπως πιστοποιείται από επιγραφή του 1805 σε μαρμάρινη πλάκα στο κωδωνοστάσιο του οικογενειακού ναού της Υπαπαντής: «Περί πλείονος δόξης της Υπαπαντής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και μνήμης του ποτέ Λαζάρου Κοκκίνη σούντιτου [υπηκόου] Ρώσσου του πρώην κτήτορος του ναού ήγερται νυν τούτο το καμπαναρίον δι’ επιστασίας και δαπάνης αφθόνου του υιού αυτού Αναστασίου Κοκκίνη και εκλάμπρου κονσόλου [προξένου] των Ρώσσων».

Βρισκόμαστε στην ταραγμένη εποχή των Ναπολεόντειων Πολέμων, οι οποίοι αναστάτωσαν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, επωφελούμενη από την εμπλοκή της Ρωσίας, βρίσκει την ευκαιρία να ανοίξει μέτωπο εναντίον της, ξεκινώντας έναν ακόμη Ρωσοτουρκικό Πόλεμο το 1806. Ο Ρώσος ναύαρχος Σινιάβιν, επικεφαλής ναυτικής μοίρας, μεταβαίνει από τα Επτάνησα, που τελούν υπό ρωσική κατοχή, προς το Αιγαίο, με σκοπό να ξεσηκώσει τους νησιώτες κατά του σουλτάνου και να ζητήσει τη συνδρομή τους σε πλοία, ναύτες και χρήματα. Σε συνάντηση με τους Υδραίους προκρίτους, αξιωματούχος που τον συνοδεύει ισχυρίζεται με αυτοπεποίθηση ότι η Ρωσία θα κατάπινε την Τουρκία με την ευκολία που ο ίδιος ρουφούσε μία πρέζα ταμπάκο.

Ο Κουντουριώτης αντιμάχεται διοίκηση διορισμένη και εξαρτημένη από την οθωμανική Αρχή, επιζητώντας «διοίκησιν αριστοκρατικήν, τυγχάνουσα της κοινής επιδοκιμασίας».

Οι πρόκριτοι παραμένουν ιδιαίτερα επιφυλακτικοί. Τα αντικρουόμενα συμφέροντα όσων δεν θέλουν να εμπλακούν σε ταραχές και όσων το συμφέρον συμπλέει με της Ρωσίας, δημιουργούν ταραχές στο νησί. Ανάμεσα στους δεύτερους και ο Λάζαρος Κουντουριώτης, όπως και ο εξάδελφός του πρόξενος Αναστάσιος Κοκκίνης, ο Γιακουμάκης Τομπάζης, ο ∆ημήτριος Τσαμαδός κ.ά. Μάλιστα λέγεται ότι ο Λάζαρος Κουντουριώτης και ο Αναστάσιος Κοκκίνης πρόσφεραν 45.000 ολλανδικά φλωρία στις ρωσικές δυνάμεις.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-5
Ρωσική αυτοκρατορική βούλα από προεπαναστατική άδεια ελεύθερης ναυσιπλοΐας (Ιστορική Οικία Λ. Κουντουριώτη).

Οι αρχικές νίκες της Ρωσίας στις ναυτικές επιχειρήσεις αναγκάζουν τον Γεώργιο Βούλγαρη, χριστιανό διοικητή του νησιού, να καταφύγει στην Αθήνα. Ακολουθεί τεράστια αντίδραση των οπαδών του, που εξαναγκάζει σε προσωρινή φυγή τον Λάζαρο Κουντουριώτη και τους υπόλοιπους ρωσόφιλους για τις Σπέτσες. Οι εχθροπραξίες όμως έληξαν σύντομα και ο Σινιάβιν αναχώρησε για τη βάση του στα Επτάνησα, αφήνοντας εκτεθειμένους έναντι των τουρκικών αρχών όσους τον υποστήριξαν. Ο Κουντουριώτης και αρκετοί από τους αποστάτες τον ακολούθησαν, καθώς κανείς δεν εγγυόταν την ασφάλειά τους, καταλήγοντας στην Τήνο. Τελικά εξασφάλισαν αμνηστία καταβάλλοντας μεγάλο τίμημα στον καπουδάν πασά, τον Οθωμανό αρχηγό του στόλου.

Με την επιστροφή όλων στην Ύδρα όμως, οι ταραχές συνεχίστηκαν, καθώς οι ρωσόφιλοι συνέχισαν να κινούνται κατά της απολυταρχικής διοίκησης του Βούλγαρη. Ο Κουντουριώτης αντιμάχεται διοίκηση διορισμένη και εξαρτημένη από την οθωμανική Αρχή, επιζητώντας «διοίκησιν αριστοκρατικήν, τυγχάνουσα της κοινής επιδοκιμασίας, διοίκησιν της οποίας θ’ απέβαινεν εκείνος αρχηγός, ως απέβη βραδύτερον. ∆εν δύναταί τις να μεμφθή αυτόν επί φιλαρχία, διότι πιθανόν να ενεπνέετο μόνον και μόνον υπό αισθημάτων αγνής ελευθεροπρεπείας», γράφει ο ιστορικός της Ύδρας Αντώνιος Λιγνός.

Ως αποτέλεσμα της κατάστασης αναρχίας που επικράτησε, ο καπουδάν πασάς γνωστοποιεί την πρόθεσή του να αποστείλει αξιωματούχους να επιβάλουν την τάξη. Προ του κινδύνου, οι αποστάτες κατά της διοίκησης Βούλγαρη κατέφυγαν στα Κύθηρα, όπου παρέμειναν αρκετό διάστημα.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-6
Υδραίικη ενδυμασία της Σταματίνας Λαζάρου Κουντουριώτη (Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη/Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

Σαν να μην έφταναν αυτά, όσοι κατέφυγαν στα Κύθηρα χρεώθηκαν και την κατάσχεση από τον Σινιάβιν φορτίου λαδιού που μετέφερε υδραίικο πλοίο. Το φορτίο ανήκε στον Γάλλο πρόξενο στην Αθήνα Ιλαρίωνα Κουτυριέ, ο οποίος κίνησε γη και ουρανό για να αποζημιωθεί, επιτυγχάνοντας και την κατάσχεση υδραίικων πλοίων. Καθώς τα Επτάνησα –μαζί και τα Κύθηρα– εκχωρήθηκαν στη Γαλλία το 1807, οι φυγάδες φυλακίστηκαν στο κάστρο των Κυθήρων περιμένοντας να δικαστούν στη Γαλλία. Με την άνοδο νέου σουλτάνου στον οθωμανικό θρόνο επήλθε αμνηστία για τα γεγονότα του Σινιάβιν, οι φυγάδες όμως δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στην Ύδρα λόγω της υπόθεσης Κουτυριέ.

Τον ∆εκέμβριο του 1808, ο Λάζαρος Κουντουριώτης, φοβούμενος την κατάσχεση των πλοίων του, δραπετεύει από το κάστρο των Κυθήρων και κατορθώνει να επιστρέψει στο νησί του. Το θέμα έληξε με συμβιβασμό και την αποζημίωση του Κουτυριέ με μεγάλο χρηματικό ποσό και ίσως δύο καράβια. Η τάξη αποκαταστάθηκε στην Ύδρα μέχρι τον θάνατο του μπέη (διοικητή) Γεωργίου Βούλγαρη το 1812. Ακολούθησε νέος διοικητής και, όπως σημειώνει ο Λιγνός, πλέον «τα πάντα διεξήγοντο ομαλώς· αλλά πράγματι διοικητής ήτο ο Λάζαρος Κουντουριώτης».

Πλούτος και προσφορά στην Επανάσταση

Από την πολύμορφη στήριξη του Αγώνα, στην απογοήτευση.

Η διαδρομή της οικογένειας Κουντουριώτη αντανακλά την εξέλιξη της ιστορίας της Ύδρας ανά τους αιώνες. Από τα μέσα του 18ου αι. οι κάτοικοι του νησιού κατασκεύαζαν σταδιακά όλο και μεγαλύτερα καράβια που έφταναν έως την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, τη Βενετία και την Τεργέστη. Οι διεθνείς συγκυρίες τούς ευνόησαν. Οι Ρωσοτουρκικοί Πόλεμοι, η Γαλλική Επανάσταση και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι αποτέλεσαν ευκαιρία για τους ριψοκίνδυνους Υδραίους, που διασπούσαν αποκλεισμούς και τροφοδοτούσαν τα λιμάνια της Μεσογείου με σιτάρι. Στα τέλη του αιώνα ήταν θαλασσοκράτορες. Τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης η Ύδρα συγκέντρωνε τα περισσότερα καράβια από όλους τους άλλους ναυτότοπους του Αιγαίου. Γενική είναι η παραδοχή ότι, χωρίς τη συμβολή του Ναυτικού γενικά και ειδικότερα του υδραίικου Ναυτικού, πιθανότατα άλλη θα ήταν η έκβαση της Επανάστασης.

Ο Λάζαρος Κουντουριώτης γεννήθηκε σε οικογένεια καραβοκυραίων. Ο πατέρας του Αναγνώστης, ευυπόληπτος παράγοντας του νησιού, γιος πλοιοκτήτη, εμπόρου και επιφανούς προκρίτου, προς το τέλος της ζωής του ήταν σε θέση να συνεισφέρει σημαντικά ποσά στο ταμείο της Κοινότητας Ύδρας. Φαίνεται πάντως ότι τεράστιο πλούτο απέκτησε με τον γάμο του με τη Μαρία, θυγατέρα του πλοιοκτήτη και εμπόρου Λάζαρου Κοκκίνη.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-7
Ελαιογραφία με υδραίικα πλοία στα χρόνια της Επανάστασης (ΓΑΚ/Ιστορικό Αρχείο – Μουσείο Ύδρας).

Μαρτυρείται ότι ο Λάζαρος Κοκκίνης ήταν ο πρώτος που το 1745 ναυπήγησε λατινάδικο (τύπος πλοίου) διπλάσιας χωρητικότητας από αυτά που κατασκευάζονταν έως τότε. Ακόμη, κατέπληξε τους συμπατριώτες του φτάνοντας πρώτος στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας χωρίς πυξίδα. Γεγονός είναι ότι απέκτησε αμύθητη περιουσία από τα πλοία του, τα οποία έπλεαν υπό ρωσική σημαία.

Από τον γάμο του Αναγνώστη Κουντουριώτη με τη Μαρία Κοκκίνη γεννήθηκαν οκτώ παιδιά: ο Λάζαρος, η Καλή, η Κονδύλω, η Σκεύω, η Ελένη, η Αικατερίνη, η Φλωρού (Φλώρα) και ο Γεώργιος. Το γεγονός ότι ο πρωτότοκος γιος πήρε το όνομα του εκ μητρός παππού του είναι δηλωτικό της ιδιαίτερης σημασίας που είχε ο γάμος αυτός για τον Αναγνώστη Κουντουριώτη, καθώς αποτέλεσε το θεμέλιο της δημιουργίας της περιουσίας του. Άλλο γεγονός που ενισχύει την υπόθεση είναι πως ο Αναγνώστης έχτισε το αρχοντικό του στη δυτική πλευρά του λιμανιού, δίπλα στον Ιερό Ναό της Υπαπαντής, οικογενειακή εκκλησία της οικογένειας Κοκκίνη, όπως φαίνεται από την κτητορική επιγραφή της εκκλησίας: «∆έησις του δούλου του Θεού Λαζάρου του ∆ημήτρη Κοκκίνη κτήτορος 1780».

Για την αμύθητη περιουσία του Κοκκίνη υπάρχει μαρτυρία που την αποδίδει στο ότι σ’ ένα από τα ταξίδια του στην Τεργέστη, του έγινε η πρόταση να διασώσει και να πάρει κρυφά στο καράβι του και να απομακρύνει από την περιοχή δύο Εβραίους που διώκονταν για κιβδηλοποιία. Πράγματι ο Κοκκίνης πήρε το ρίσκο, έφερε τους δύο απατεώνες στην Ύδρα και από εκεί τους έστειλε στη Θεσσαλονίκη. Για το κατόρθωμά του αυτό ανταμείφθηκε πλουσιοπάροχα με δύο κιβώτια ολλανδικά φλωρία, χάρη στα οποία δεν χρειάστηκε να ξαναταξιδέψει, επενδύοντας και αξιοποιώντας το κεφάλαιο που είχε συσσωρεύσει. Η φήμη που επικρατούσε στην Ύδρα για τον Κοκκίνη έλεγε πως τα πλούτη του γέμιζαν τη στέρνα του σπιτιού του. Πριν από τον θάνατό του λέγεται ότι τα μοίρασε ακριβοδίκαια ανάμεσα στον γιο του Αναστάσιο και στους έξι γαμπρούς του, ανάμεσά τους και στον Αναγνώστη Κουντουριώτη.

Από πολύ νωρίς, ο Λάζαρος Κουντουριώτης ανέλαβε τις ευθύνες του πρωτότοκου. Στην ηλικία των 14 ετών, περί το 1783, ο πατέρας του αναγκάστηκε «ένεκα καταδρομής της εξουσίας» να εγκατασταθεί στη Γένοβα, ισχυρό ναυτιλιακό και εμπορικό κέντρο της εποχής, απ’ όπου συνέχισε τις επιχειρήσεις του. Τότε ο Λάζαρος ανέλαβε τη διεύθυνση του πατρικού εμπορικού οίκου στο νησί, καθώς και την πλήρη διαχείριση της οικογενειακής περιουσίας.

Με τη διαθήκη του ο Αναγνώστης Κουντουριώτης κληροδότησε στους δύο γιους του, Λάζαρο και Γεώργιο, δύο σπίτια και τα καράβια του, ενώ άφησε μεγάλη κινητή περιουσία στις κόρες του. Επιδεικνύοντας εξαιρετικές διοικητικές και επιχειρηματικές ικανότητες, σωφροσύνη και ζήλο, ο Λάζαρος Κουντουριώτης, πάντα με τη σύμπραξη του αδελφού του Γεωργίου, κατάφερε να επαυξήσει την περιουσία της οικογένειάς του. Ο ίδιος δεν χρειάστηκε ποτέ να μπει καπετάνιος στα καράβια του ή να ταξιδέψει για τις υποθέσεις του. ∆εν υπήρξε δηλαδή ποτέ ναυτικός ή πλοίαρχος, αλλά εφοπλιστής και επιχειρηματίας. Για τις επόμενες δεκαετίες συνέχισε να χειρίζεται τις υποθέσεις του, φτάνοντας στο να καταστεί η πλουσιότερη και πιο ισχυρή οικογένεια της Ύδρας. Ο βιογράφος του υπολογίζει την περιουσία του σε 800.000 δίστηλα το λιγότερο.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-8
Ναυμαχίαι γενικαί των Ελλήνων. Σκέψις Ιωάννη Μακρυγιάννη – Έγο Παναγιώτη Ζωγράφου (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

Στην Ύδρα η ναυπήγηση ενός πλοίου ήταν μια εταιρεία, μια συμμετοχική επιχείρηση. Ανάλογα με τα χρήματα που επένδυε κάθε μέτοχος, είχε μερίδιο στα κέρδη και στις ζημίες του καραβιού, μετά την αφαίρεση ποσοστών για το ταμείο της κοινότητας, την εκκλησία και τις οικογένειες των ναυτικών που έχρηζαν βοηθείας, καθώς και για τις χήρες και τα ορφανά. Κάθε μεγαλοκαραβοκύρης, με τους συμμετόχους του πλοίου, τον καπετάνιο και τους συντροφοναύτες του, ήταν μια κοινότητα δεμένη με κοινά συμφέροντα. Οι Κουντουριώτηδες στον κατάλογο των πλοίων της Κοινότητας Ύδρας αναφέρονται με τον μεγαλύτερο αριθμό πλοίων.

Ο πλούτος των Κουντουριώτηδων περιγράφεται με χαρακτηριστικά λόγια σε γραπτό της Σοφίας Τρικούπη, αδελφής του Χαριλάου, με αναμνήσεις από τη μητέρα τους, Αικατερίνη Τρικούπη, αδελφή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, που βρέθηκε στην Ύδρα στη διάρκεια της Επανάστασης: «Η Μήτηρ μας εθαύμασε τον πλούτον της οικογενείας Κουντουριώτη λέγουσα ότι διαμερίσματα μεγάλα της οικίας των ήσαν πλήρη άλλο μεν αργυρών σκευών, άλλο χαλκών, άλλο βαρύτιμων υφασμάτων και ούτω εφ’ εξής. Αι οικοδέσποιναι της Ύδρας είχον την συνήθειαν να διέρχωνται ώρας πολλάς και να δέχωνται εις τα μαγειρεία των. Τοιαύτα ήσαν μεγαλοπρεπή και λάμποντα εκ καθαριότητος, έχοντα εις το βάθος των ανάκλιντρα όπως αι Αίθουσαι, και η λέξις Μαγειρεία εφαίνετο ως παραφωνία».

Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε τα μαγειρεία με τους μεγάλους φούρνους στο κατώι του αρχοντικού Κουντουριώτη να σφύζουν από ζωή στη διάρκεια των πυρετωδών ετοιμασιών κάθε άνοιξη και καλοκαίρι, τις παραμονές της αναχώρησης των πλοίων για εμπορικό ταξίδι ή πολεμική εκστρατεία: Η οικοδέσποινα με τις γυναίκες του σπιτιού και τις συζύγους των μελών του πληρώματος θα έψηναν, θα ετοίμαζαν τις προμήθειες και θα φρόντιζαν για τα απαραίτητα. Παράλληλα, στις σάλες, οι άνδρες θα έκαναν τους υπολογισμούς τους, σε κάθε επιστροφή θα μοίραζαν τα κέρδη και τις ζημιές και θα κανόνιζαν τις επισκευές και τα χρέη τους.

Ως γνήσια πατριαρχική μορφή, ο πάμπλουτος Κουντουριώτης συμπεριφερόταν με φιλευσπλαχνία και φιλανθρωπία: Έτσι περιγράφεται η στάση του στην εφημερίδα Αθηνά στις 13 Ιουνίου 1852, με το άκουσμα της είδησης του θανάτου του: «Την ειδοποίησιν της αποβιώσεως δημοσιεύοντες, εκφράζομεν δημοσίως την βαθείαν λύπην την οποίαν άφησεν η στέρησις του ανδρός τούτου […] και προ πάντων εις τους πτωχούς της Ύδρας, οίτινες και προ της επαναστάσεώς μας και καθ’ όλον τον χρόνον της διαρκείας αυτής, και μετά την αποκατάστασιν της πατρίδος, εις την οικίαν του Λαζάρου Κουντουριώτου εύρισκον παρηγορίαν, και υπό της δαψιλώς χορηγουμένης εις αυτούς ελεημοσύνης του εθεραπεύοντο αι ανάγκαι των, και διά τούτο μάλιστα την οικίαν αυτού ωνόμαζον οικίαν του Αβραάμ».

Τις παραμονές της Επανάστασης, ο Κουντουριώτης είναι 52 ετών, στην ακμή του πλούτου και της δύναμης. Η κήρυξη της Επανάστασης στο νησί συνάντησε αρχικά την αντίθεσή του, όπως και των υπόλοιπων προκρίτων. Ωστόσο, σύντομα αποδέχτηκε και στήριξε τον Αγώνα με όλες του τις δυνάμεις, με τη χρηματοδότηση εκστρατειών και με την παραχώρηση καραβιών και έμπειρων πληρωμάτων για την ενίσχυση της ελληνικής ναυτικής δύναμης, δαπανώντας τελικά τα τρία τέταρτα τουλάχιστον της περιουσίας του για τους σκοπούς του Αγώνα. Υπολογίζεται ότι οι Κουντουριώτηδες προσέφεραν το ένα δέκατο του ποσού που προσέφεραν τα τρία ναυτικά νησιά μαζί.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-9
Προσωπογραφία του Λαζάρου Κουντουριώτη με Μεγαλόσταυρο. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Ανδρέα Κριεζή (1866, Ιστορική οικία Λαζάρου Κουντουριώτη/Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

Μετά την Επανάσταση, ο Κουντουριώτης εμφανίζεται βαθιά απογοητευμένος από το γεγονός ότι οι νησιώτες δεν αποζημιώθηκαν για τη συμμετοχή τους στην Επανάσταση. Προς το τέλος της ζωής του είναι ίσως η μόνη στιγμή που ήλθε σε ρήξη με τον αδελφό του, σύμφωνα με μαρτυρία που διασώζει ο Βλαχογιάννης: Λέγεται ότι, ως διαχειριστής της κοινής περιουσίας, αδίκησε ως προς τις αποζημιώσεις τον αδελφό του Γεώργιο και την οικογένειά του, ακολουθώντας τη συμβουλή του γαμπρού του, ∆ημητρίου Βούλγαρη. Γεγονός είναι ότι μετά την Επανάσταση η οικογένεια Κουντουριώτη ακολούθησε τη μοίρα του νησιού, που πέρασε σε μια περίοδο οικονομικού μαρασμού για δεκαετίες.

Αυτό αποτυπώνεται χαρακτηριστικά σε ένα περιστατικό που αναφέρει ο Τύπος από την κηδεία του Γεωργίου Κουντουριώτη (εφημερίδα Αθηνά, 19 Μαρτίου 1858): «Ασθενής και μη δυναμένη να υπάγη κατά την ώραν της κηδείας του μακαρίτου Γεωργίου η χήρα του αοιδίμου Λαζάρου, παρακάλεσε θερμώς να περάσουν τον νεκρόν από την οικίαν της, διά να τον ασπασθή. Όλοι λοιπόν οι Υδραίοι, μηδενός εξαιρουμένου, άνδρες, γυναίκες ή παιδία, οι συνοδεύοντές τον, έσπευσαν να εκπληρώσουν την παράκλησιν της γενναίας εκείνης γυναικός, την οποίαν ως μητέρα εθεώρει και θεωρεί όλη η Ύδρα διά τας προς τους Υδραίους αγαθοεργίας της. Κομίσαντες δε τον νεκρόν του μακαρίτου Γεωργίου εις την οικίαν του Λαζάρου, τον παρακατέθεσαν εν τω μέσω της αυλής, όπου φερθείσα η ρηθείσα χήρα ετέθη πλησίον του κραββάτου του και, αφού τον ησπάσθη και τον εθρήνησε, έβαλεν επί του λειψάνου του δύω ανθοδέσμας, λέγουσα προς αυτόν: Λάβε ταύτα, και την μεν μίαν έχε μαζή σου προς ενθύμησίν μου, την δ’ άλλην δος προς τον αδελφόν σου και άνδρα μου, και παράστησέ τω, ΠΩΣ ΜΑΣ ΕΙΧΑΤΕ, ΚΑΙ ΠΩΣ ΜΑΣ ΑΦΗΣΑΤΕ».

-Ο Λάζαρος Κουντουριώτης ούτε επί της Ελληνικής διοικήσεως προεκάθησε ποτέ, αν και πολλάκις προσεκλήθη εις τούτο, ούτε θαλάσσιον στόλον διεύθυνε προσωπικώς, ούτε εις τας κατά ξηράν μάχας ωδήγησε ποτέ τον στρατόν, και όμως γενναίως και φρονίμως διεύθυνε τα πάντα, και τίποτε σπουδαίον κατά θάλασσαν ή κατά ξηράν, εσωτερικόν ή εξωτερικόν δεν εγίνετο χωρίς της γνώμης αυτού.
Εφημ. Αθηνά, 13 Ιουνίου 1852

Επιρροή και επιβολή

Επιβλητική, πατριαρχική μορφή, με καθοριστικό λόγο στις κρίσιμες αποφάσεις.

Ο Λάζαρος Κουντουριώτης είχε επιβολή και χαρακτηριστικά ηγέτη, «έσυρε πάντοτε μεθ’ εαυτού τον λαόν». Μορφή επιβλητική, πατριαρχική, προξενούσε δέος στον συνομιλητή του· στο ίδιο συγκλίνουν όλες οι μαρτυρίες. «Όλοι όσοι έτυχαν να γνωρίσωσιν εκ του πλησίον τον εξαίσιον τούτον άνδρα, και να τον ιδώσιν εν μέσω του λαού της Ύδρας, εφύλαξαν εξάπαντος την βαθυτέραν εντύπωσιν του απεριορίστου εκείνου σεβασμού όστις πανταχού τον υπεδέχετο. Ο Κυρ Λάζαρος ήτον φωνή μαγική, διεγείρουσα πανταχού την ευλάβειαν. Ότε με το κομβολόγιον εις τας χείρας, τον έβλεπαν σεμνώς και οπωσούν κυρτός προσερχόμενον, κανείς δεν έμενε καθήμενος, και βαθυτάτη σιωπή προηγείτο και είπετο αυτού».

Ακλόνητος σε ό,τι πίστευε σωστό, ήξερε παρά ταύτα πότε η οπισθοχώρηση ήταν αναγκαία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η κήρυξη της Επανάστασης στην Ύδρα, που αρχικά συνάντησε την αντίθεσή του, όπως και των υπόλοιπων προκρίτων. Ωστόσο, ήταν ο πρώτος που αποδέχτηκε την κατάσταση και την υπηρέτησε μέχρι τέλους, αν και πρωτοστάτησε στην εξολόθρευση του ναύτη Αντώνη Οικονόμου, που είχε ξεσηκώσει το νησί. Μαζί με αυτό, έδωσε την εντολή εξόντωσης ενός από τους συντρόφους του Οικονόμου, που δεν ήταν άλλος από τον ένα δολοφόνο του πατέρα του…

«Το πιο ενδιαφέρον αξιοθέατο της Ύδρας ήταν, βέβαια, ο αξιοπρεπέστατος πολίτης, ο Λάζαρος Κουντουριώτης, ο κυρ Λάζαρος [ελληνικά στο πρωτότυπο]», αναφέρει ο Γερμανός ελληνιστής Ludwig Ross, που τον γνώρισε το 1832. Ο Σίμος τον περιγράφει: «Ήτο ανήρ ενάρετος, και θεοσεβής εις άκρον· πράος και ήπιος την καρδίαν, ήσυχος και ατάραχος το ήθος, γλυκύς και λιτός την συμπεριφοράν, βραχύς και εμβριθής τους λόγους, απτόητος μέχρι στωικής απαθείας εις όλα τα είδη των κινδύνων […]. Είχε γλυκείαν και ιλαράν την μορφήν· αυτή του η σωματική έλλειψις, η στέρησις του οφθαλμού του, αν έβλαπτεν αφ’ ενός την αρμονίαν του προσώπου του, έδιδεν αφ’ ετέρου χροιάν τινα θελκτικής μελαγχολίας και, ούτως ειπείν, ταπεινοφροσύνης εις την φυσιογνωμίαν του ελκύουσαν έτι μάλλον την συμπάθειαν και το σέβας των ανθρώπων. Εφύλαττε άκραν απλότητα, αλλά και άκραν καθαριότητα εις την ενδυμασίαν· είχε δε εις τοιούτον βαθμόν την αρχαϊκήν εκείνην προσοχήν εις την τήρησιν της εξωτερικής του σώματος αξιοπρεπείας, ώστε κανείς ποτέ δεν τον είδε διατρίβοντα επί πολύ εις συμποσιακήν ευθυμίαν».

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-10
Πολυθρόνα, τιμητική σπάθη και Μεγαλόσταυρος του Σωτήρος του Λαζάρου Κουντουριώτη. Το μαγκάλι δεξιά κάτω ανήκε στον Αναγνώστη Κουντουριώτη (Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη).

Χαρακτηριστική ήταν η συμβιβαστική στάση του σε διάφορες πολιτικές κρίσεις που συντάραξαν την Ύδρα κατά την Επανάσταση. Με την εμφάνισή του, «εφάνη θέαμα παράδοξον και απροσδόκητον. Αι φωναί εσίγησαν, το πλήθος εσχίσθη εις δύω, αφήσαν ευρύ διάστημα εν τω μέσω, δι’ ού διήλθεν ο σεβαστός ανήρ, όστις λαλήσας τα δέοντα και προς τα δύω διαμαχόμενα μέρη, τα εσυμφιλίωσεν ευθύς, και μετέβαλεν εν ακαρεί τα πάντα εις ειρήνην», αναφέρει σε μια περίσταση ο Σίμος.

Ένα περιστατικό που δείχνει την επιρροή του αξίζει να σημειωθεί: Το 1826 πάλι, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, όταν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ σάρωναν την Πελοπόννησο και η υπόθεση της Επανάστασης φαινόταν χαμένη, η επίθεση των Οθωμανών κατά της Ύδρας ήταν αναπόφευκτη και αναμενόμενη. Ο λαός της Ύδρας, πανικόβλητος, ετοιμαζόταν να την εγκαταλείψει. Τότε ο Κουντουριώτης πήρε τον λόγο: «“Κατευόδιον, είπεν, αδελφοί· εύχομαι να ευτυχήσετε εις την ξένην γην, και καλήν εντάμωσιν εις τούτον ή εις τον άλλον κόσμον. Εγώ, η οικογένειά μου, οι συγγενείς μου, οι πλοίαρχοί μου και αι οικογένειαι των πλοιάρχων μου δεν έχομεν σκοπόν να μετατοπίσωμεν”. Οι λόγοι ούτοι ηλέκτρισαν διά μιάς τα πλήθη. Αι φωναί “Και όλοι ημείς δεν φεύγομεν – κανείς δεν φεύγει” αντήχησαν εις τον αέρα. Και τω όντι κανείς δεν έφυγε, και η Ύδρα εσώθη, και εσώθη ολόκληρος η Ελλάς διά της αποφάσεως εκείνης».

Στη διάρκεια του Αγώνα, καμία απόφαση δεν υλοποιούνταν, καμία ναυτική επιχείρηση δεν ξεκινούσε χωρίς την έγκριση του Κουντουριώτη. Με δική του προτροπή ο Μιαούλης ανέλαβε ναύαρχος των Υδραίων. Από την παράτολμη απόπειρα του Κανάρη να καταστρέψει τον αιγυπτιακό στόλο στην Αλεξάνδρεια μέχρι την κάθε εκστρατεία, όλα έπαιρναν την άτυπη έγκρισή του.

Η φράση «θοτ Λάζαρι» (το είπε ο Λάζαρος), παροιμοιώδης στην Ύδρα, σήμαινε ότι το γεγονός δεν επιδεχόταν αντίρρησης, όπως αναφέρει ο Φιλήμων στο ∆οκίμιον περί της Ελληνικής Επαναστάσεως. Στην πολιτική δεν ανακατεύτηκε ενεργά, ήταν όμως ο ιθύνων νους πίσω από τις πράξεις του αδελφού του Γεωργίου. ∆εκατρία χρόνια νεότερος, ο Γεώργιος τον αντιμετώπιζε περισσότερο ως πατέρα, με βαθύ σεβασμό. Υπήρξε ο βασικός συνεργάτης του Λάζαρου στις εμπορικές και ναυτιλιακές υποθέσεις της οικογένειας. ∆ιατηρούσαν στενή συνεργασία και πυκνή αλληλογραφία, ενώ έως το 1816 συγκατοικούσαν στην πατρική κατοικία. Έκτισαν ισχυρά δίκτυα με επιγαμίες, όπως συνηθιζόταν, ενώ στη διάρκεια του εμφυλίου συγκρότησαν πολιτικές συμμαχίες με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-11
Ο Γεώργιος Κουντουριώτης. Λιθογραφία από το λεύκωμα του Karl Krazeisen, Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen… (1831, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Η κυβέρνηση Γεωργίου Κουντουριώτη ευθύνεται για την κακοδιαχείριση του πρώτου αγγλικού δανείου, που την έφερε σε πλεονεκτική θέση έναντι της αντίπαλης φατρίας, αφού το χρησιμοποίησε σε μεγάλο βαθμό για να προσεταιριστεί τα ρουμελιώτικα στρατεύματα που έσπειραν την καταστροφή στις μάχες κατά των Πελοποννησίων στον δεύτερο εμφύλιο. Ας σημειωθεί ότι ένας απεσταλμένος για τη σύναψη του δανείου, ο Ιωάννης Ορλάνδος, ήταν γαμπρός των Κουντουριώτηδων από την αδελφή τους Φλώρα.

Επίσης, η κυβέρνηση Γεωργίου Κουντουριώτη ήρθε σε πλήρη αντίθεση με τους Μοραΐτες αρχηγούς· το 1825 δεν δίστασε να φυλακίσει τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, αδιαφορώντας για τις εκκλήσεις του να αφεθεί ελεύθερος να υπερασπιστεί την Πελοπόννησο από τον Ιμπραήμ. «Οι λόγοι του από το εν αυτί μας εμβαίνουν και από το άλλο βγαίνουν», γράφει ο Λάζαρος στον αδελφό του. Οι ολιγωρίες και τα λάθη της κυβέρνησης ευθύνονται για την καθυστέρηση της ελληνικής αντεπίθεσης.

Επί Καποδίστρια, ακλόνητος στη βεβαιότητά του για τις αποζημιώσεις που δικαιούνταν οι συντοπίτες του, ο Λάζαρος Κουντουριώτης ήρθε σε αντίθεση μαζί του, ενώ η Ύδρα έγινε ισχυρός πόλος της αντικαποδιστριακής αντιπολίτευσης.

Ένα μυστικό και το τέλος

Οι υποθέσεις για το καλυμμένο μάτι.

Τον Ιούλιο του 1842, ο Βέλγος πρόξενος στην Ελλάδα, Benjamin Mary, επισκέπτεται την Ύδρα και θεωρεί υποχρέωσή του να συναντήσει τον Κουντουριώτη. Όπως συνηθίζει, ζητά από τον οικοδεσπότη του να του ποζάρει και σκιτσάρει το πορτρέτο του, στο οποίο ο Λάζαρος βάζει κατόπιν την υπογραφή του. Ο Mary τον αποδίδει κατ’ ενώπιον, σε αντίθεση με τις άλλες γνωστές προσωπογραφίες του Κουντουριώτη.

Οι προσωπογραφίες αυτές βασίζονται σε ελαιογραφία του Ζακυνθινού ζωγράφου ∆ιονυσίου Τσόκου, φιλοτεχνημένη το 1859, μόλις λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Κουντουριώτη. Για το συγκεκριμένο πορτρέτο, ο Τσόκος χρησιμοποίησε ως πρότυπο ένα προσχέδιο της μορφής του Κουντουριώτη που ανακάλυψε όταν επισκέφθηκε την κατοικία του· το σχέδιο αυτό φυλάσσεται εκεί μέχρι σήμερα. Καμωμένο με μολύβι και κάρβουνο, φέρει επίσης χειρόγραφη την υπογραφή του Λάζαρου Κουντουριώτη, τεκμηριώνοντας την αυθεντικότητά του και τη γνησιότητα της αποτύπωσης. Ο άγνωστος καλλιτέχνης τον απεικονίζει προφίλ με ιδιαίτερη οξυδέρκεια.

Και τα δύο αυτά έργα εκ του φυσικού παρουσιάζουν τον Λάζαρο Κουντουριώτη με καλυμμένο το δεξί μάτι. Μυστήριο καλύπτει αυτή την ιδιομορφία, στην οποία ο ίδιος δεν αναφερόταν ποτέ. Πολλές υποθέσεις έχουν γίνει σχετικά με αυτό το χαρακτηριστικό. Τοπική παράδοση της Ύδρας συσχετίζει την απώλεια του ματιού με υπόθεση ερωτικής αντιζηλίας. Ο βιογράφος του Κουντουριώτη το αποδίδει σε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του, χωρίς να κάνει μνεία σε αίτια: «Κατά τας θυελλωδεστέρας της επαναστάσεως ημέρας, εκινδύνευσε να γείνη θύμα δολοφονίας. Η μέθη άραγε ή μισητότερον τι πάθος εκίνησε την δολοφόνον χείρα; Ο ίδιος ηγάπησε να ρίψη κάλυμμα επί του πεπραγμένου».

Υπάρχει όμως μια οικογενειακή μαρτυρία, τελείως διαφορετική. Σύμφωνα με τον πρέσβη Ανδρέα Κουντουριώτη, απόγονο του Γεωργίου, ο Κουντουριώτης δεν ήταν μονόφθαλμος, αλλά ετερόφθαλμος. Είχε ένα σπάνιο γενετικό χαρακτηριστικό: διαφορετικό χρώμα στα δύο μάτια. Το γεγονός αυτό θεωρούνταν κακό σημάδι για τα καράβια από τους δεισιδαίμονες Υδραίους ναυτικούς εκείνη την εποχή. Προκειμένου να προστατεύσει τα πλοία του και τους ανθρώπους του από αυτό που πίστευαν εκείνοι «γρουσουζιά», ο Λάζαρος προτιμούσε να μην αποχωρίζεται το μαύρο κάλυμμα.

Ο Λάζαρος Κουντουριώτης πέρασε ολόκληρη τη ζωή του μαζί με την οικογένειά του στην οικία του στην Ύδρα. Εκεί δεχόταν μέχρι τα βαθιά του γεράματα την επίσκεψη προσωπικοτήτων της εποχής, περιηγητών, φιλελλήνων, αφού κανείς δεν νοείτο να βρεθεί στην Ύδρα και να μην του υποβάλει τα σέβη του. Εκεί τον επισκέφθηκε ο κυβερνήτης Καποδίστριας, οι αντιβασιλείς, ακόμη και οι βασιλείς Όθων και Αμαλία. «Μείναμε στο σπίτι του γερο-Λάζαρου Κουντουριώτη. Ο οικοδεσπότης, ογδόντα ετών, έντονα κυρτωμένος από τα χρόνια, μας υποδέχτηκε ο ίδιος. Η θέα προς το λιμάνι και την πόλη ήταν πολύ ωραία […]. Το βράδυ, αργά, μετά το diner στο οποίο είχαν καλέσει τον Γεώργιο Κουντουριώτη, τους βουλευτές της Ύδρας, μερικούς αξιωματικούς και άλλους πολλούς, επιβιβαστήκαμε στο πλοίο», γράφει η βασίλισσα τον Ιούνιο του 1850 σε επιστολή προς τον πατέρα της.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-12
Μερική άποψη της Οικίας Λαζάρου Κουντουριώτη από τα βόρεια, με την είσοδο για το κατώι αριστερά και την κεντρική εξώθυρα στο τέρμα του κλιμακωτού δρόμου του οικισμού.

Ο Λάζαρος Κουντουριώτης πέθανε στις 6 Ιουνίου 1852 στην Ύδρα, σε ηλικία 83 ετών, πλήρης ημερών και τιμών. Με την είδηση του θανάτου του, η κυβέρνηση διέταξε πενθήμερο πένθος. Ο ενταφιασμός έγινε στον περίβολο του Ιερού Ναού της Υπαπαντής, την εκκλησία του Κοκκίνη δίπλα στο αρχοντικό του. Έτσι περιγράφεται στο φύλλο της 17ης Ιουνίου 1852 της εφημερίδας Αθηνά το κλίμα που επικρατούσε στην κηδεία του: «Και ο Έπαρχος, και η ∆ημοτική Αρχή, και όλος ο λαός επέμενον να καταβιβασθή το λείψανον εις τον εγνωσμένον υπό το όνομα Μοναστήριον, ιερόν ναόν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου διά να γείνη εκεί η θρησκευτική τελετή και ταφή εντός του περιβόλου αυτού […], αλλ’ η οικογένεια επροτίμησε να ταφή εις τον παρακείμενον τη οικία αυτού συγγενειακόν ναόν, την Υπαπαντήν, διά να ήναι εις θέσιν να βλέπη τουλάχιστον τον τάφον ευκολώτερα, και διά να εκπληρώση την οποίαν είχεν ο μακαρίτης επιθυμίαν να ταφή εις τον ρηθέντα προπατορικόν του ναόν, όπου είναι τεθαμμένοι οι γονείς, τέκνα και συγγενείς του. […] Όλοι οι κάτοικοι πάσης ηλικίας και φύλου παρηκολούθουν με εζωγραφημένην εις τα πρόσωπα λύπην, και οι πλειότεροι δακρυρροούντες, δια να ίδωσι και ασπασθώσι διά τελευταίαν φοράν τον ευεργέτην και σωτήρα […] αποκαλούντες αυτόν κοινόν πατέρα. Ο ναός, ο περίβολος αυτού, και όπου εκτός του περιβόλου ηδύνατο να ίσταται άνθρωπος, σαν πλήρη ανθρώπων τοιουτοτρόπως πεπυκνωμένων, ώστε ήτον αδύνατον να διασχίση τις το πλήθος. Και επί του κωδωνοστασίου αυτού είχον αναβή πολλοί».

Τα οστά του με την ανακομιδή απετέθησαν στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα. Αργότερα η κοινότητα της Ύδρας, για να τιμήσει τον νεκρό, φιλοτέχνησε στον περίβολο του ναού του Μοναστηριού της Παναγίας μαρμάρινη λάρνακα, με σκοπό να τοποθετηθούν εκεί τα οστά του, πράγμα όμως που δεν έγινε ποτέ.

Τελευταίος ιδιοκτήτης του αρχοντικού του Λάζαρου Κουντουριώτη ήταν ο δισέγγονός του, Παντελής Λαζ. Κουντουριώτης (1900-1978), που το κληροδότησε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, της οποίας ήταν μέλος, με σκοπό τη λειτουργία του ως μουσείου. Από το 2001 η Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη έχει ανοίξει για το κοινό ως παράρτημα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.

Την παρουσία και τη δράση του Λάζαρου Κουντουριώτη θυμίζει μέχρι σήμερα στον χώρο η επιβλητική ξύλινη πολυθρόνα του, φλωρεντινής προέλευσης, με ψάθα στη ράχη και στο κάθισμα, καθώς και με χρυσοποίκιλτες ζωγραφικές φυτικές διακοσμήσεις σε βαθυκόκκινο φόντο. Στο πρώτο έντυπο όπου δημοσιεύεται (στον κατάλογο του Ιστορικού Μουσείου του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου το 1868), η πολυθρόνα περιγράφεται ως εξής: «Ο θρόνος του Λαζάρου Κουντουριώτου, εφ’ ου εκάθητο της μεγάλης ελληνικής επαναστάσεως ο ακάματος αυτός ηγεμών, συνεδριάζων μετά των νοικοκυραίων εν τη της Ύδρας Μονή, εξ ης διά κήρυκος εδίδετο το περιβόητον εκείνο πρόσταγμα, “Όρδινο κα νοικοκύρτε” […]» ‒ όπως χαρακτηρίζονταν οι αποφάσεις των προκρίτων: με τη διαταγή των νοικοκυραίων του νησιού.

Bιβλιογραφία
Σίμος Ε. Α., Λάζαρος Κουντουριώτης, Βιβλιοθήκη της Εστίας αρ. 4, Αθήνα, 1877.
Ζέη Ελ., Κανάρης, Κουντουριώτης, Τομπάζης. Ο Αγώνας στη θάλασσα, Τα Νέα – Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2010.
Η Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη, Ύδρα. Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα 2002.
Δημακοπούλου Χ. (επ.), Η Ιστορία έχει πρόσωπο. Μορφές του 1821 στην Ελ­­λάδα του Όθωνα από τον Βέλγο διπλωμάτη Benjamin Mary, Ίδρυμα Sylvia Ioannou – Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα 2020.

Λάζαρος Κουντουριώτης – Η ήρεμη δύναμη-13
Προτομή του Λαζάρου Κουντουριώτη στην είσοδο του ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου στο μοναστήρι της Ύδρας. Φιλοτεχνήθηκε το 1886 από τον γλύπτη Δημήτριο Φιλιππότη.
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT