Σαν σήμερα: 9 Απριλίου 1948 – Δολοφονείται ο Χόρχε Ελιέσερ Γκαϊτάν

Σαν σήμερα: 9 Απριλίου 1948 – Δολοφονείται ο Χόρχε Ελιέσερ Γκαϊτάν

4' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την εποχή μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Κολομβία διερχόταν μια περίοδο έντονης πολιτικής πόλωσης, η οποία χαρακτηριζόταν από το χάσμα μεταξύ της άρχουσας ελίτ και των φτωχών λαϊκών μαζών. Στο πολιτικό σύστημα της χώρας κυριαρχούσαν παραδοσιακά πολιτικά κόμματα, όπως το Συντηρητικό Κόμμα και το Φιλελεύθερο Κόμμα, τα οποία διατηρούσαν επί μακρόν τον ασφυκτικό έλεγχο της εξουσίας. Ωστόσο, η απογοήτευση από το υπάρχον πολιτικό σύστημα αυξανόταν, ιδίως μεταξύ των ατόμων της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, που ένιωθαν περιθωριοποιημένα και αποκλεισμένα από την πολιτική διαδικασία.

Η οικονομική ανισότητα ήταν τεράστια, με ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού να έχει στα χέρια του την πλειονότητα της γης και των πόρων της χώρας, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Κολομβιανών ζούσε στη φτώχεια. Οι ακτήμονες αγρότες και οι αγρότες της υπαίθρου αντιμετώπιζαν συστηματική καταπίεση και εκμετάλλευση, γεγονός που επιδείνωνε τις εντάσεις στην ύπαιθρο. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί, ότι η Κολομβία εξερχόταν από έναν άλλο κύκλο πολιτικής αστάθειας ο οποίος σημαδεύτηκε από τη βίαιη καταστολή των εργατικών απεργιών και των κοινωνικών κινημάτων. Η κληρονομιά προηγούμενων συγκρούσεων, όπως ο Πόλεμος των Χιλίων Ημερών (1899-1902), παρέμενε, τροφοδοτώντας τα παράπονα και τη δυσαρέσκεια του λαού.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ήταν που αναδείχθηκε ως χαρισματικός ηγέτης ο Χόρχε Ελιέσερ Γκαϊτάν. Έχοντας ζήσει τη φτώχεια στην κακόφημη συνοικία Egipto της Μπογκοτά –παρότι η οικογένειά του ανήκε μάλλον στη μεσαία τάξη, καθώς οι γονείς του ήταν μορφωμένοι, και μάλιστα απλά μέλη του Φιλελεύθερου Κόμματος– ο Γκαϊτάν εμφανίστηκε ως ένας μαχητικός πολιτικός ήδη από τη δεκαετία του 1920. Υποστηρίζοντας τα αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη, εδαφική μεταρρύθμιση και εργασιακά δικαιώματα, βρήκε απήχηση σε εκατομμύρια Κολομβιανούς που ένιωθαν περιθωριοποιημένοι και παραμελημένοι από το πολιτικό κατεστημένο. Αξιοσημείωτη ήταν και η άνεση που διέθετε στον λόγο, αν και η ρητορική του περί μιας Κολομβίας χωρισμένης ανάμεσα στους διεφθαρμένους ολιγάρχες, από τη μία, και στον άξιο και ηθικό λαό, κάνει σύγχρονους μελετητές να τον χαρακτηρίζουν λαϊκιστή και να τον παρομοιάζουν ακόμη και με τον Χουάν Περόν της Αργεντινής. Παρά τη δυσαρέσκεια ή την αμηχανία που προκαλούσε στους πολιτικούς του αντιπάλους –εσωκομματικούς και εξωκομματικούς–, το σίγουρο είναι ότι ο Γκαϊτάν αναδείχθηκε σε έναν σημαντικό πολιτικό στοχαστή της Κολομβίας, κινούμενο στον χώρο του φιλελεύθερου σοσιαλισμού.

Ο Γκαϊτάν εξελέγη δήμαρχος της Μπογκοτά το 1936, υπηρετώντας κάτι λιγότερο από έναν χρόνο στη θέση αυτή. Αργότερα, διορίστηκε υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση του Εντουάρντο Σάντος Μοντέχο, εισάγοντας πολυάριθμες μεταρρυθμίσεις με στόχο τον αλφαβητισμό των Κολομβιανών. Το 1943 διορίστηκε υπουργός Εργασίας, Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας, ενώ το 1947 έγινε επικεφαλής του Φιλελεύθερου Κόμματος. Πλέον, είχε ανοίξει ο δρόμος για να θέσει υποψηφιότητα για το αξίωμα του προέδρου της χώρας.

Πιστεύεται ότι ο Γκαϊτάν θα είχε κερδίσει εκείνες τις προεδρικές εκλογές. Όμως, δεν θα προλάβαινε. Λίγο μετά τη μία το μεσημέρι, στις 9 Απριλίου 1948, ο Χόρχε Ελιέσερ Γκαϊτάν δολοφονήθηκε έξω από το γραφείο του, όσο ετοιμαζόταν να πάει για μεσημεριανό με ορισμένους φίλους του και έναν πολιτικό υποστηρικτή του. Δύο σφαίρες του δολοφόνου διαπέρασαν τους πνεύμονές του ενώ μία ακόμη καρφώθηκε στη βάση του κρανίου του. Πριν περάσει μία ώρα, άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο.

Η δολοφονία του Γκαϊτάν παραμένει ακόμα ένα μυστήριο. Παρότι ο δολοφόνος του εντοπίστηκε –επρόκειτο για τoν 26χρονο Χουάν Ρόα Σιέρρα–, κυνηγήθηκε από το εξαγριωμένο πλήθος και λιντσαρίστηκε, χωρίς να αποκαλύψει ποτέ το κίνητρό του. Είναι πολλές οι θεωρίες σχετικά με τους λόγους και τους εντολείς της δολοφονίας. Αρκετοί αποδίδουν ευθύνες στο Συντηρητικό Κόμμα της Κολομβίας, στο Κομμουνιστικό Κόμμα, σε δυσαρεστημένους ολιγάρχες, ακόμα και στις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, υποστηρίζοντας ότι λειτουργούσαν υπέρ των συμφερόντων αμερικανικών εταιρειών που εμπορεύονταν μπανάνες, όπως η United Fruit Company, οι οποίες θα ζημιώνονταν από την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που σχεδίαζε ο Γκαϊτάν. Από την άλλη, υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν ότι ο Σιέρρα δεν ήταν καν ο δολοφόνος, αλλά ότι απλώς έτυχε να βρίσκεται στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. 

Πάντως, οι διάφορες εικασίες σχετικά με τη δολοφονία του Γκαϊτάν έχουν επισκιαστεί από τα γεγονότα που ακολούθησαν αμέσως μετά: στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του πολλά υποσχόμενου υποψήφιου προέδρου, ξέσπασε ένοπλη εξέγερση, η οποία έμεινε γνωστή ως Bogotazo. Διήρκεσε δέκα περίπου ώρες και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο περίπου 5.000 ανθρώπων. Το Bogotazo ήταν το πρώτο επεισόδιο μιας δεκαετούς περιόδου πολιτικής αστάθειας και εμφύλιας σύγκρουσης, που πήρε το όνομα La Violencia. Η Κολομβία βυθίστηκε σε μια δίνη αιματοχυσίας, καθώς αντίπαλες φατρίες, συχνά ταυτιζόμενες με συγκεκριμένες πολιτικές και ιδεολογικές αντιλήψεις επιδόθηκαν σε έναν βίαιο αγώνα για κατάληψη της εξουσίας. Εμφανίστηκαν παραστρατιωτικές ομάδες -γνωστές ως “bandas criminales” ή “chulavitas”- οι οποίες έσπειραν τον τρόμο στον άμαχο πληθυσμό και διέπραξαν εκτεταμένες φρικαλεότητες.

Ο κύκλος βίας της Violencia χαρακτηρίστηκε από σφαγές, δολοφονίες και αναγκαστικές εκτοπίσεις, με αποτέλεσμα τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Κολομβιανών και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων άλλων. Ολόκληρες κοινότητες αποδεκατίστηκαν καθώς η σύγκρουση εξαπλώθηκε από την ύπαιθρο στα αστικά κέντρα. Η αντίδραση της κολομβιανής κυβέρνησης στη Violencia ήταν σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική, καθώς οι διαδοχικές κυβερνήσεις δυσκολεύτηκαν να περιορίσουν τη βία και να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα αίτια της σύγκρουσης. Οι προσπάθειες για τη μεσολάβηση ειρηνευτικών συμφωνιών μεταξύ των αντιμαχόμενων φατριών συχνά δεν ήταν επιτυχείς, παρατείνοντας περαιτέρω την αιματοχυσία.

Τελικά, η Violencia έλαβε τέλος με τη σύναψη, το 1958, μιας συμφωνίας κατανομής της εξουσίας, γνωστής ως «Εθνικό Μέτωπο», η οποία επιδίωξε να τερματίσει την πολιτική βία με την εναλλαγή της προεδρίας μεταξύ του Φιλελεύθερου και του Συντηρητικού κόμματος. Ενώ το Εθνικό Μέτωπο πέτυχε να μειώσει την ένταση της σύγκρουσης, εδραίωσε επίσης την κυριαρχία των παραδοσιακών πολιτικών ελίτ και απέτυχε να αντιμετωπίσει τα βαθύτερα αίτια της βίας. Η κληρονομιά της Violencia συνεχίζει να επηρεάζει την κολομβιανή κοινωνία μέχρι σήμερα, συμβάλλοντας σε συνεχείς κύκλους συγκρούσεων, εκτοπίσεων και κοινωνικής αναταραχής, ενώ ταυτόχρονα η μορφή του Χόρχε Ελιέσερ Γκαϊτάν επιβιώνει ως σύμβολο αντίστασης και υπερασπιστής της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT