Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος

«Εις τον τόσον μακρόν χρόνον, όπου εμπόρεσα να δουλεύσω διά την δόξαν και το συμφέρον της ακριβούς Ελλάδος μας, εμερίσθην με ηδονήν τας στερήσεις και τους κόπους σας». Κάρολος Φαβιέρος προς τους Έλληνες στρατιώτες του, 1828

κάρολος-νικόλαος-φαβιέρος-η-φιλελλη-562995091

Ο Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας Κάρολος-Νικόλαος Φαβιέρος (Charles-Nicolas Fabvier), ιστορική μορφή του 19ου αιώνα, έχει συνδέσει τη ζωή του με σπουδαία γεγονότα και συναρπαστικές ιστορίες, καθώς και με τη «γέννηση» του σύγχρονου ελληνικού κράτους. ∆ιέσχισε την εποχή του με θάρρος, πάθος και πείσμα, πολεμώντας, κυριολεκτικά, για τις ύψιστες αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, σε στιγμές που αυτές δεν ήταν εδραιωμένες, ή επιθυμητές από όλους, ούτε στις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον μας για το πρόσωπο και τη δράση του ενισχύεται από το γεγονός ότι βρέθηκε να μάχεται στο πλευρό των εξεγερμένων Ελλήνων στη διάρκεια του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Υπήρξε, μάλιστα, ο στρατιωτικός που επιχείρησε, περισσότερο ίσως από όλους τους φιλέλληνες, να ανασυγκροτήσει τον Τακτικό Στρατό των εξεγερμένων, θεωρώντας ότι η δημιουργία οργανωμένου στρατού ήταν ένα πρώτο, σημαντικό βήμα για τη συγκρότηση ενός ελεύθερου και ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Αξίζει συνεπώς να αφηγηθούμε ορισμένες σημαντικές στιγμές από την πορεία ενός προσώπου που φαντάστηκε τη σύγχρονη Ελλάδα, πριν εκείνη πάρει τη μορφή ενός οργανωμένου κράτους. Και πολέμησε με όλες του τις δυνάμεις, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή του, όπως και τόσοι άλλοι φιλέλληνες, για να δει αυτή τη χιμαιρική ιδέα να γίνεται πραγματικότητα.

Η άνδρωση με το ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών

Ακολουθώντας μια ιδιοσυγκρασιακή πολιτική κι έναν δικό του αξιακό κώδικα.

Ο Γάλλος φιλέλληνας γεννήθηκε στις 10 ∆εκεμβρίου 1782 στην κοινότητα Ποντ α Μουσόν, στη διοικητική περιφέρεια της Λωρραίνης, σε μια εποχή μεγάλων πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών, επτά χρόνια πριν από το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης. Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στις 14 σεπτεμβρίου του 1855, στο Παρίσι.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-1
Αναμνηστικό μετάλλιο για τη Συνθήκη των Παρισίων, τον Μάιο του 1814 (Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη). Ο Φαβιέρος είχε το θλιβερό προνόμιο να υπογράψει τη συνθήκη, ύστερα από τις εντολές των ανωτέρων του.

Η οικογένεια Fabvier, γνωστή από τον 17ο αιώνα στις περιοχές της Αλσατίας και της Λωρραίνης, ασπαζόταν με συνέπεια τις κυρίαρχες πεποιθήσεις του Παλαιού Καθεστώτος. Τα άρρενα μέλη της διακρίνονταν, από πατέρα σε γιο, σε υψηλές θέσεις στο δικηγορικό και στο δικαστικό σώμα. Οι απαρχές αυτής της οικογενειακής παράδοσης εντοπίζονται, μάλιστα, στα χρόνια της βασιλείας του Λουδοβίκου Ι∆΄. Το 1736, ο τελευταίος ανεξάρτητος δούκας της Λωρραίνης παραχώρησε, όπως σημειώνει ο Γάλλος ιστορικός Antonin Debidour, τίτλους ευγενείας στην οικογένεια Fabvier.

Ο πατέρας του φιλέλληνα, Jean-Charles Fabvier, υπήρξε ένας συνετός, έντιμος, καλλιεργημένος άνθρωπος, προσκολλημένος στη μοναρχία λόγω οικογενειακής παράδοσης. ∆ιετέλεσε, άλλωστε, για ένα μεγάλο διάστημα βασιλικός εισαγγελέας (Procureur du Roi), νομικός εκπρόσωπος των συμφερόντων του βασιλιά, υπεύθυνος για τον έλεγχο των υδάτων και των δασών στην περιοχή του. Η μητέρα του, Anne-Catherine Richard –την οποία ο φιλέλληνας υπεραγαπούσε και η ίδια τού είχε επίσης μεγάλη αδυναμία–, ήταν μια θεοσεβούμενη γυναίκα που δυσκολευόταν να αποδεχθεί και να κατανοήσει τις θρησκευτικές καινοτομίες της ταραγμένης εποχής της.

Η Γαλλική Επανάσταση έφερε, πράγματι, μεγάλη αναστάτωση στη φιλήσυχη και συντηρητική οικογένεια Fabvier. Την εποχή της Πρώτης ∆ημοκρατίας, ειδικότερα κατά την περίοδο της Τρομοκρατίας, οι γονείς του Φαβιέρου φυλακίστηκαν. Ο μεγαλύτερος γιος τους και αδελφός του φιλέλληνα, Nicolas Fabvier, ο οποίος ακολουθούσε τις συντηρητικές πεποιθήσεις των γονιών του, αναγκάστηκε, ύστερα από ένα σύντομο πέρασμα από τον αντεπαναστατικό «Στρατό των Εμιγκρέδων», να ζήσει εξόριστος μέχρι και το 1802 στην Αγγλία. Εκεί, σε συνθήκες ένδειας, για να επιβιώσει, παρέδιδε μαθήματα γαλλικών.

«Γιος των υπόπτων και αδερφός ενός εξoρίστου…»

Η παιδική ηλικία του φιλέλληνα, που αφιέρωσε τα πιο δημιουργικά του χρόνια στον Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, σημαδεύτηκε από την ταλαιπωρία της οικογένειάς του εξαιτίας των φιλομοναρχικών της καταβολών. Εκείνος, «ο γιος των υπόπτων και ο αδερφός ενός εξορίστου», αν και διατηρούσε πάντοτε σεβασμό προς τους γονείς του και αγαπούσε υπερβολικά τον αδερφό του, μεγαλώνοντας απομακρύνθηκε, μέσα από πολλές περιπέτειες και ζυμώσεις, από τις πολιτικές πεποιθήσεις της οικογένειάς του.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-2
Ο Φαβιέρος σε χαρακτικό του πρώτου μισού του 19ου αι. (McCool/Alamy/Visualhellas.gr).

∆ιατήρησε σχεδόν σε όλη του τη ζωή μια εντελώς ιδιοσυγκρασιακή πολιτική στάση, ακολουθώντας πεισματικά έναν δικό του αξιακό κώδικα, που περιλάμβανε σαφώς τον πατριωτισμό, την υποστήριξη της συνταγματικής μοναρχίας, όταν έκρινε ότι μπορεί να ωφελήσει τη χώρα του, υπερασπιζόμενος, με πάθος επίσης, τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής του. Όταν θεώρησε, μετά τη θητεία του στη Μεγάλη Στρατιά του Ναπολέοντα, ότι η επιστροφή των Βουρβόνων συνιστούσε οπισθοδρόμηση, που επιχειρούσε να επαναφέρει τις ισορροπίες της απόλυτης μοναρχίας, δεν δίστασε να συγκρουστεί με το καθεστώς, να γίνει συνωμότης, να ενωθεί με τους φιλελεύθερους και με τους καρμπονάρους, να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να βρεθεί, τελικά, στο πλευρό των Ελλήνων που πολεμούσαν για την ελευθερία τους.

Ρομαντική ορμή

Ο Κάρολος Φαβιέρος ανδρώθηκε στο ρομαντικό πνεύμα των υψηλών ιδανικών, των ηρωικών πράξεων και της λατρείας του πολέμου του 19ου αιώνα, με τις αξίες δηλαδή οι οποίες συγκροτούσαν, τότε, τα υψηλότερα πρότυπα για νέους όπως ήταν εκείνος: εύρωστους, με ορμητική ψυχή, που περιφρονούσαν την ξεκούραση, τη μαλθακή ζωή και τα προνόμια της κοινωνικής τους τάξης και ελκύονταν από τη δράση και τον κίνδυνο.

Αρνούμενος σθεναρά να ακολουθήσει τις νομικές σπουδές, που ονειρευόταν για εκείνον ο πατέρας του, κυνήγησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Ο ανιψιός του αφηγήθηκε, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στον ιστορικό Antonin Debidour, ότι ο φιλέλληνας σε νεαρή ηλικία είχε ανέβει στην οροφή του σπιτιού του και απειλούσε να αυτοκτονήσει, αν ο πατέρας του συνέχιζε να τον πιέζει να ακολουθήσει τις σπουδές που θα διατηρούσαν τη νομική παράδοση της οικογένειας (Le général Fabvier: sa vie militaire et politique, A. Debidour, σελ. 3). Επιλέγοντας τον δικό του δρόμο, αποφοίτησε, τελικά, από τη διακεκριμένη Πολυτεχνική Σχολή του Παρισιού, η οποία θεωρούνταν προπύργιο της στρατιωτικής σταδιοδρομίας. Σύντομα, επέλεξε να ενταχθεί στο Πυροβολικό Σώμα, καθώς οι κίνδυνοι αλλά και οι ευκαιρίες για στρατιωτικές διακρίσεις σε αυτό ήταν μεγαλύτερες.

Στον αναβρασμό της προετοιμασίας των Ναπολεόντειων Πολέμων βρέθηκε στο πεδίο της μάχης. Μία από τις σημαντικότερες, πρώτες, πολεμικές επιχειρήσεις στην οποία έλαβε μέρος, ως υπολοχαγός του Πυροβολικού, ήταν το 1805 στη μάχη του Dürenstein. Εκεί είχε την ευκαιρία να δείξει τις στρατιωτικές του ικανότητες, εντυπωσιάζοντας τους ανωτέρους του που τον τίμησαν (ως τον νεότερο αποδέκτη αυτής της αναγνώρισης) με τη διάκριση της Λεγεώνας της Τιμής. Τραυματίας, αργότερα, δεν έλαβε μέρος στη διάσημη μάχη του Αούστερλιτς, στην οποία ο Ναπολέοντας εδραίωσε, με τη νίκη του, τη φήμη του κορυφαίου στρατηλάτη.

Η πορεία του Φαβιέρου στη ναπολεόντεια παραζάλη συνεχίστηκε σε αρκετές ακόμα μάχες και αποστολές, εντός και εκτός Γαλλίας (στην Περσία, στην Ισπανία στο πλευρό του στρατάρχη Marmont, στη Ρωσία κ.α.), και διακρίσεις (έγινε συνταγματάρχης και έλαβε τον τίτλο του βαρόνου από τον Ναπολέοντα) μέχρι που βίωσε την πτώση της ναπολεόντειας κυριαρχίας με τον πιο οδυνηρό τρόπο. Το 1814 είχε το θλιβερό προνόμιο να υπογράψει, ύστερα από τις εντολές των ανωτέρων του, τη Συνθηκολόγηση του Παρισιού και είδε με οδύνη τα στρατεύματα των εχθρών να παρελαύνουν κομπάζοντας στις παρισινές λεωφόρους.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-3
Ο Ναπολέων διατάσσει το Β΄ Σώμα της Μεγάλης Στρατιάς να αναλάβει δράση στο Άουγκσμπουργκ, στις 12 Οκτωβρίου 1805. Πίνακας του Pierre-Claude Gautherot (The Picture Art Collection/Alamy/Visualhellas.gr).

Αργότερα, στη διάρκεια του Πολέμου των Εκατό Ημερών, ο Φαβιέρος δεν στήριξε τον Ναπολέοντα, αλλά βρέθηκε απλώς επικεφαλής ενός σώματος πατριωτών να υπερασπίζεται τη γενέτειρά του Λωρραίνη. Γρήγορα ήρθε αντιμέτωπος, όπως αρκετοί μαχητές της Μεγάλης Στρατιάς, με την απαξίωση που επιφύλασσε στη στρατιωτική τάξη το καθεστώς της Παλινόρθωσης των Βουρβόνων.

Συνωμότης για την ελευθερία

Η πρώτη μεγάλη ρήξη του με το καθεστώς, που δοκίμασε το υψηλό πατριωτικό του αίσθημα, ήρθε μετά την επιμονή του να αποκαλύψει τη συνωμοσία των υπερσυντηρητικών μοναρχικών (Ultras) στην πόλη της Λυών («Υπόθεση Κανυέλ»), η οποία οδήγησε, στη διάρκεια της Λευκής Τρομοκρατίας, αρκετούς αθώους πολίτες και στρατιωτικούς στη φυλακή και στην γκιλοτίνα. Αυτή ήταν η αιτία που προκάλεσε, στην ουσία, την απομάκρυνσή του από τον γαλλικό στρατό (τέθηκε σε διαθεσιμότητα με μειωμένη αμοιβή) και τον ώθησε να γίνει ένας από τους σφοδρότερους πολέμιους των Βουρβόνων στα χρόνια της ∆εύτερης Παλινόρθωσης.

Από εκεί και έπειτα, ο Φαβιέρος, αεικίνητος, φρενήρης και πεπεισμένος ότι η Γαλλία ακολουθεί λανθασμένη πορεία, κάνει ό,τι μπορεί για να αντιταχθεί στο βασιλικό καθεστώς. Προσχωρεί στα συνωμοτικά δίκτυα των καρμπονάρων, των βοναπαρτιστών και των φιλελευθέρων, κυρίως ως σύνδεσμος μεταξύ των πολιτικών εκπροσώπων τους με τους αντιμοναρχικούς στρατιωτικούς. Το 1820 συμμετέχει στην αποτυχημένη αντιβασιλική συνωμοσία, γνωστή ως «Γαλλικό Παζάρι», και, παρά το ότι η γαλλική αστυνομία τον έχει υπό συνεχή παρακολούθηση, εκείνος δεν κάμπτεται. Το 1822, το όνομά του εμπλέκεται στην απόπειρα απελευθέρωσης, από τη φυλακή, των αντιμοναρχικών Τεσσάρων Λοχιών της Λα Ροσέλ – νέοι άνδρες κάτω από 26 ετών, που αποκεφαλίστηκαν, τελικά, στην Πλας ντε Γκρεβ στο Παρίσι, το απόγευμα της 21ης Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς, φωνάζοντας από το ικρίωμα «Ζήτω η ελευθερία!»

Η τελευταία αντιμοναρχική αποκοτιά του, λίγο καιρό πριν ταξιδέψει στον ελληνικό χώρο, ήταν η προσπάθειά του να στηρίξει τους Ισπανούς επαναστάτες στον αγώνα τους εναντίον των Βουρβόνων. Ο Φαβιέρος συγκρότησε ένα μικρό στρατιωτικό σώμα και επιχείρησε να αποτρέψει τον γαλλικό μοναρχικό στρατό (με ήπιο τρόπο, αφού δεν είχε καμία πρόθεση να ανοίξει πυρ εναντίον των συμπατριωτών του) τη στιγμή που εισερχόταν στην Ισπανία για να στηρίξει με τα όπλα τη βασιλεία των Βουρβόνων. Η προσπάθειά του δεν απέφερε κανένα αποτέλεσμα. Κυνηγημένος, απαξιωμένος από τους μοναρχικούς συμπατριώτες του, ξεκίνησε μια μεγάλη περιπλάνηση στην Ευρώπη, που τον οδήγησε το 1823 στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο, σε έναν πρωτόγνωρο, για εκείνον, τόπο και σε ένα άναρχο, σχεδόν πρωτόγονο, πεδίο μάχης.

Στο πλευρό των εξεγερμένων Ελλήνων

Η αφοσίωσή του στην ελληνική υπόθεση, συνέχιση του προσωπικού του αγώνα για ζητήματα ελευθερίας.

Ο Κάρολος Φαβιέρος δεν κατήλθε στον ελληνικό χώρο ως τυπικός φιλέλληνας, με την «αιθέρια», ασαφή ιδέα να απαλλάξει τους «απογόνους των αρχαίων Ελλήνων» από την οθωμανική σκλαβιά. Η ελληνική του περιπέτεια δεν ξεκίνησε, δηλαδή, ως ταξίδι στην «Ελλάδα» της φαντασίας του, όπως συνέβη, εν πολλοίς, με το όνειρο αρκετών νεαρών φιλελλήνων, που φτάνοντας ανυποψίαστοι στον προορισμό τους ήρθαν αντιμέτωποι με μια χαοτική κοινωνική και στρατιωτική κατάσταση και με κακουχίες αδιανόητες. Σαφώς, η θρησκευτική, χριστιανική πίστη των εξεγερμένων βάρυνε στην απόφασή του να εμπλακεί στον αγώνα τους εναντίον των μουσουλμάνων.

Ως έμπειρος και κοσμογυρισμένος στρατιωτικός, γνώριζε τις δυσκολίες που τον περίμεναν και την αγριότητα του πολέμου. Ίσως η υπερβολική αυτοπεποίθησή του, σε στρατιωτικά ζητήματα, και ο ατρόμητος χαρακτήρας του να του είχαν δώσει, αρχικά, την εντύπωση ότι θα διαδραμάτιζε έναν σπουδαιότερο ρόλο, από εκείνον που μπόρεσε τελικά να έχει, στον Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Όσα κατάφερε όμως ήταν εξόχως σημαντικά και προετοίμασαν ένα μέρος της θεσμικής συγκρότησης του μελλοντικού νεοελληνικού κράτους.

∆εν έφτασε, επίσης, στον ελληνικό χώρο ως τυχοδιώκτης, για να κερδίσει χρήματα ή στρατιωτικούς τίτλους. Η αφοσίωσή του στην ελληνική υπόθεση σηματοδοτεί, κατά κάποιον τρόπο, τη συνέχιση του προσωπικού του αγώνα για ζητήματα ελευθερίας, ανεξαρτησίας και δικαιοσύνης, των ιδανικών που διαμόρφωσαν τη συνείδησή του στη δίνη των φιλελεύθερων ευρωπαϊκών εξεγέρσεων στις οποίες είχε λάβει μέρος. Το «ελληνικό ζήτημα» μοιάζει να ήταν για εκείνον το ύστατο πεδίο δοκιμασίας, από το οποίο θα μπορούσε να αναδυθεί και να εξαπλωθεί το φιλελεύθερο όραμά του για τον κόσμο, το οποίο επλήγη στη χώρα του, τη Γαλλία, με την επιστροφή των Βουρβόνων. Αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής ηπείρου, ύστερα από την ανασύνταξη των συντηρητικών δυνάμεων την οποία πέτυχαν οι νικητές των Ναπολεόντειων Πολέμων με τη δημιουργία της «Ιεράς Συμμαχίας».

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-4
Φαβιέρος. Μολύβι σε χαρτί του Karl Krazeisen (1826, Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου/Φωτογράφιση: Σταύρος Ψηρούκης).

Ο Γάλλος φιλέλληνας, ερχόμενος στον ελληνικό χώρο, είχε στο μυαλό του όμως και τη φροντίδα, την τύχη των εξόριστων συντρόφων του (Γάλλοι βοναπαρτιστές, Ιταλοί επαναστάτες, φιλελεύθεροι κ.ά.) με τους οποίους είχε συμπορευτεί στις εξεγέρσεις της Ισπανίας και είχε συναναστραφεί στους κύκλους των μυστικών δικτύων στην Αγγλία.

Γι’ αυτό, φτάνοντας στη Μεσσηνία, το 1823 (το πιθανότερο τον ∆εκέμβριο εκείνης της χρονιάς) με το ψευδώνυμο «Borel», επεξεργαζόταν την πρόταση που θα συζητούσε, αργότερα, με ορισμένα ηγετικά πρόσωπα της ελληνικής πλευράς για τη δημιουργία μιας ημιαυτόνομης (με ειδικούς όρους λειτουργίας) γεωργικής, βιομηχανικής και εμπορικής αποικίας. Η πρωτοβουλία αυτή θα συνέβαλλε, εκτός των άλλων, στην αγροτική, βιομηχανική και στρατιωτική ανάπτυξη του μελλοντικού, ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε, αλλά η διάθεση του Γάλλου στρατιωτικού να προσφέρει δεν έμεινε αναξιοποίητη.

Η πρώτη του επίσκεψη είχε περισσότερο αναγνωριστικό χαρακτήρα. Επί περίπου έναν χρόνο περιπλανήθηκε στις περιοχές των εξεγερμένων, άρχισε να μαθαίνει ελληνικά, να μελετά τη γεωγραφία, τα ήθη και τις παραδόσεις των ντόπιων, να παρατηρεί και να προσπαθεί να κατανοήσει τη συμπεριφορά των στρατιωτικών και των πολιτικών αρχηγών, τις πρωτοβουλίες των εκπροσώπων των ξένων δυνάμεων που είχαν σπεύσει να βοηθήσουν τους Έλληνες, κυρίως εκείνες της Αγγλίας και της Ρωσίας. Ταυτόχρονα ήταν πρόθυμος να συνδράμει σε όποιο στρατιωτικό ζήτημα προέκυπτε, να επισκευάσει οχυρά, να λάβει μέρος στις πιο επικίνδυνες μάχες.

Ο παράτολμος χαρακτήρας του δεν κάμφθηκε από την πρόκληση και έτσι δέχτηκε να τεθεί επικεφαλής της ανασυγκρότησης του Τακτικού Στρατού των επαναστατημένων Ελλήνων, «λαβών την αρχηγίαν του Τακτικού Σώματος, τη 30 Ιουλίου 1825».

Στα μέσα του 1824, απομακρύνθηκε για ένα διάστημα από τον ελληνικό χώρο και ξεκίνησε μια μεγάλη περιοδεία στην Ευρώπη, για να αναζητήσει εθελοντές και οικονομική βοήθεια για τον Αγώνα των Ελλήνων από τα Φιλελληνικά Κομιτάτα των δυτικοευρωπαϊκών πόλεων. Με την επιστροφή του, το 1825, η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στην ελληνική πλευρά ήταν δραματική και κρίσιμη. Οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των Ελλήνων και η απόβαση στον Μοριά των δυνάμεων του στρατιωτικού ηγέτη της Αιγύπτου, Ιμπραήμ πασά, με πολλές χιλιάδες άνδρες (ύστερα από τη συμφωνία που συνήψε ο πατέρας του Μεχμέτ Αλή πασάς με τους Οθωμανούς), έθεταν σε κίνδυνο τις περισσότερες κατακτήσεις της Ελληνικής Επανάστασης.

Οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις, αν και διασκορπισμένες και ανοργάνωτες, είχαν καταφέρει, με τη γενναιότητα και το πάθος τους, πολλά έως τότε. Σε εκείνη τη συγκυρία όμως, έμοιαζαν ανήμπορες και ακατάλληλες να συγκρουστούν με τον πολυάριθμο και καλά εκπαιδευμένο, σύμφωνα με τα δυτικά στρατιωτικά πρότυπα, τουρκο-αιγυπτιακό στρατό. Τότε, η πολιτική ηγεσία των επαναστατημένων Ελλήνων ζήτησε από τον Φαβιέρο να ανασυγκροτήσει με ευρωπαϊκό τρόπο τον στρατό, ώστε να αντιμετωπιστούν οι εκπαιδευμένες δυνάμεις του εχθρού.

Η προσπάθεια δημιουργίας ελληνικού Τακτικού Στρατού είχε ξεκινήσει βέβαια αρκετές φορές στο παρελθόν με τη συμβολή Ελλήνων και φιλελλήνων στρατιωτικών (Joseph Baleste, Παναγιώτης Ρόδιος κ.ά.), αλλά ποτέ δεν είχε ολοκληρωθεί. Οι λόγοι για την αδυναμία συγκρότησης οργανωμένου στρατού και της επικράτησης ενός άτακτου ανταρτοπολέμου είναι σύνθετοι. Συνδέονται, πρώτα από όλα, με τον αρχικό τρόπο οργάνωσης της ελληνικής εξέγερσης, καθώς και με την αποτελεσματικότητα, τουλάχιστον στην αρχή, του «αρχαϊκού» τρόπου πολέμου των Ελλήνων. Αυτή η επιλογή είχε σχέση, ενδεχομένως, και με τον περιορισμένο αριθμό των ελληνικών πολεμικών δυνάμεων και των ανεκπαίδευτων εθελοντών έναντι των πολυπληθέστερων οθωμανικών στρατευμάτων, με τη μορφολογία του εδάφους όπου διεξάγονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις, με την ανυπαρξία, εν γένει, στρατηγικής και στρατιωτικής κουλτούρας στους εξεγερμένους. Αλλά πολύ περισσότερο με τα εμπόδια που πρότασσαν, στην προοπτική συγκρότησης Τακτικού Στρατού, οι οπλαρχηγοί της Επανάστασης, που θεωρούσαν ότι διατηρούν, με την άρνηση της ένταξής τους σε οργανωμένο στρατό, τα «προνόμιά» τους (ανεξαρτησία αποφάσεων, εξουσία, λαφυραγωγία κ.ά.).

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-5
Άσκηση του «τυπικού» στην Πρόνοια του Ναυπλίου. Από το λεύκωμα του Eugène Peytier, Liberated Greece and the Morea Scientific Expedition (Magite Historic/Alamy/Visualhellas.gr).

Είχε έρθει όμως η στιγμή που η έλλειψη οργάνωσης και πειθαρχίας στον στρατό ήταν καίριο ζήτημα για τη συνέχιση του Αγώνα. ∆εν ήταν εύκολο να επιτευχθεί όμως εσπευσμένα, επειδή απλώς το πρότασσε η ανάγκη. Η απουσία μιας ισχυρής, ενιαίας, κεντρικής διοίκησης με ξεκάθαρους στόχους και στρατηγική, σε συνδυασμό με την έλλειψη οικονομικών πόρων και υλικοτεχνικών υποδομών, έκαναν το έργο του Φαβιέρου ακόμα πιο δύσκολο και περίπλοκο. Ο παράτολμος χαρακτήρας του δεν κάμφθηκε, όμως, από την πρόκληση και έτσι δέχτηκε να τεθεί επικεφαλής της ανασυγκρότησης του Τακτικού Στρατού των επαναστατημένων Ελλήνων, «λαβών την αρχηγίαν του Τακτικού Σώματος, τη 30 Ιουλίου 1825».

Η ελληνική ιστοριογραφία δεν έχει αφιερώσει πολλές ή τις ενδοξότερες σελίδες της στη δράση του Τακτικού Στρατού στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, επειδή, πράγματι, η συνεισφορά του στο πεδίο της μάχης ήταν, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών, επικουρική. Η περίπτωση του Φαβιέρου, όμως, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη.

Ο έντονος χαρακτήρας του, η επιβλητική προσωπικότητα ενός Γάλλου με ανατολίτικο σαρίκι στο κεφάλι και παχύ μουστάκι, που έμοιαζε περισσότερο με τυπικό Έλληνα οπλαρχηγό και όχι με Γάλλο ευγενή, καθώς και η ανιδιοτελής αφοσίωσή του στον ελληνικό Αγώνα ήταν χαρακτηριστικά που, όταν δεν αντιμετωπίζονταν με καχυποψία και σκεπτικισμό, προκαλούσαν μεγάλο θαυμασμό.

Παρά, λοιπόν, τις δυσκολίες του εγχειρήματος που είχε αναλάβει, ο Φαβιέρος ξεκίνησε με μεγάλη όρεξη να ανασυγκροτεί το Τακτικό Σώμα και να εκπαιδεύει τους Έλληνες στρατιώτες και τους φιλέλληνες σύμφωνα με τα γαλλικά στρατιωτικά πρότυπα. Συνεπικουρούμενος αρχικά από τη στήριξη της ελληνικής πλευράς, με την υπόσχεση χρημάτων που περίμενε να φτάσουν από νέα δάνεια. Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, στα τέλη του 1825, είχε δημιουργήσει ένα Τακτικό Σώμα με περίπου 3.500 άνδρες, το οποίο συγκροτούσαν τέσσερα τάγματα, διαιρεμένα σε αρκετούς λόχους (Πεζικό, Ιππικό και Πυροβολικό), και μία στρατιωτική μουσική μπάντα. Η ελληνική «κυβέρνηση» υποσχέθηκε να μισθοδοτεί και να συντηρεί το νέο στρατιωτικό σώμα, καθώς και να φροντίζει για την αύξηση των ανδρών του, θέτοντας σε ισχύ τον νέο νόμο στρατολόγησης που είχε μόλις θεσπίσει και αφορούσε όλες τις κοινότητες της επαναστατημένης Ελλάδας.

Στο πεδίο της μάχης

Εκρηκτικός και γενναίος, αλλά πείσμων, βρέθηκε στη δίνη ενός συγκρουσιακού κλίματος.

Η αρχική ευφορία όμως του Γάλλου στρατιωτικού για την ανασυγκρότηση και την ενδυνάμωση του Τακτικού Σώματος άρχισε να κλονίζεται, επίσης πολύ σύντομα, από τις φανερές και υπόγειες αντιδράσεις διαφορετικών κέντρων εξουσίας και ομάδων της ελληνικής πλευράς, που είχαν ως στόχο την απαξίωση του Τακτικού Στρατού και του ξένου αρχηγού του. Ο εκρηκτικός και πείσμων χαρακτήρας του Φαβιέρου δεν διευκόλυνε πάντοτε την τεταμένη και σύνθετη κατάσταση, και τον ωθούσε να λαμβάνει, ορισμένες φορές, παράτολμες αποφάσεις. Όπως εκείνη που πήρε τον Μάρτιο του 1826 και οδήγησε το νέο Τακτικό Σώμα, χωρίς καλή προετοιμασία και υπό μεγάλη πίεση, στην πρώτη του εκστρατεία στην Κάρυστο, η οποία στέφθηκε με αποτυχία.

Η ευθύνη της αποτυχίας δεν αποδίδεται μονομερώς στον χαρακτήρα του Φαβιέρου. Εκείνη τη χρονική περίοδο, η συντήρηση του Τακτικού Σώματος από την κυβέρνηση ήταν αδύνατη, καθώς τα χρήματα που είχαν φτάσει από το αγγλικό δάνειο είχαν σπαταληθεί. Ο Φαβιέρος, εκτός από το ότι ήθελε να αποδείξει στους επικριτές του τη χρησιμότητα του Τακτικού Στρατού, αναζητούσε και πόρους για να συντηρήσει τα στρατεύματά του, και η κατάκτηση της Εύβοιας θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει. Η εκστρατεία στην Κάρυστο ήταν μια απόφαση, όπως σημειώνει ο ίδιος σε επιστολή του προς τον ∆. Ρώμα τον Μάιο του 1826 (Ιστορία του Τακτικού Στρατού 1821-1833, Χρήστος Βυζάντιος, σελ. 397), «[…] ήτις έμελλε να σώση διά παντός την Ελλάδα, ήθελον, καταλαμβάνων την Εύβοιαν, να καταστήσω αυτήν καταφύγιον παντών των προσφύγων της Σμύρνης, της Χίου, των Ψαρών κλπ. […]. Μετά την αποτυχία της εκστρατείας, οι Έλληνες επικριτές του βρήκαν την ευκαιρία να απαξιώσουν ανοιχτά τον Φαβιέρο και να αμφισβητήσουν την ανάγκη ύπαρξης Τακτικού Στρατού. Εκείνος υπέβαλε στην κυβέρνηση την παραίτησή του, η οποία δεν έγινε όμως δεκτή.

Παρά την εγνωσμένη γενναιότητα του Φαβιέρου και των στρατιωτών του, και την ουσιαστική βοήθεια που προσέφεραν στις κρισιμότερες μάχες της περιόδου, η παρουσία του Τακτικού Σώματος και του αρχηγού του στο πεδίο της μάχης βρισκόταν, σχεδόν πάντα, στη δίνη ενός συγκρουσιακού κλίματος. Οι διαφορετικές στρατιωτικές αντιλήψεις των άτακτων πολεμικών δυνάμεων με εκείνες του Τακτικού Σώματος, σε οριακές στιγμές της προσπάθειας, δυσκόλευαν και έβλαπταν τελικά τον αγώνα. Αυτό συνέβη και στις αρχές Αυγούστου του 1826 στη Μάχη του Χαϊδαρίου, όπου οι διαφωνίες ανάμεσα στον Γεώργιο Καραϊσκάκη και στον Κάρολο Φαβιέρο, για τον τρόπο διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων, συνέβαλαν στην αποτυχία της κρίσιμης πολεμικής αναμέτρησης.

Ο Χρήστος Βυζάντιος (Ιστορία του Τακτικού Στρατού 1821-1833, σελ. 170-171) αναφέρεται εκτενώς στην πρώτη, έντονη διαφωνία μεταξύ των δύο στρατιωτικών. Ο Φαβιέρος, ύστερα από την αρχική νίκη των ελληνικών δυνάμεων, που έτρεψε σε φυγή τον τουρκικό στρατό, επέμενε ότι έπρεπε να συνεχίσουν αμέσως την καταδίωξη του τουρκικού στρατού και να απαλλάξουν οριστικά την Αττική και την Αθήνα από τις εχθρικές δυνάμεις.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-6
Η πολιορκία της Ακρόπολης το 1827. Έργο του Π. ή Δ. Ζωγράφου με την καθοδήγηση του Ιω. Μακρυγιάννη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Ο Καραϊσκάκης, που γνώριζε τον τρόπο πολέμου των άτακτων στρατευμάτων, διαφώνησε με τον Φαβιέρο, λέγοντάς του ότι «τα άτακτα στρατεύματα δεν εδύναντο να ακολουθήσωσιν αυτόν, ως φοβούμενα το ιππικόν εν τη πεδιάδι». Οι άτακτες δυνάμεις, συμπεραίνουμε, δεν είχαν εκπαιδευτεί να πολεμούν τον εχθρό σε ανοιχτό πεδίο, και γι’ αυτό ο Καραϊσκάκης προσπαθούσε να εξηγήσει στον Φαβιέρο «το αδύνατον της εκτελέσεως του σκοπού τούτου, ως εκ του χαρακτήρος και των έξεων των άτακτων στρατευμάτων».

Μια ανάλογη διαφωνία σημειώθηκε, σε διαφορετικό χρονικό πλαίσιο, το 1827, μετά την πρόταση των Μεγάλων ∆υνάμεων για την ανεξαρτησία των Ελλήνων (Συνθήκη του Λονδίνου, 24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1827). Ο Φαβιέρος επιχείρησε, μετά την προτροπή της «Επιτροπής των Ελευθέρων Χίων» να ξεκινήσει δυναμικά, χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει τη συναίνεση όλων και τα απαραίτητα μέσα, την εκστρατεία απελευθέρωσης της Χίου. Η επιχείρηση αυτή δυσαρέστησε, τότε, και τις Μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες δεν ήθελαν, εκείνη τη χρονική στιγμή, να ανοίξουν ένα ακόμη μέτωπο σύγκρουσης με τους Οθωμανούς, και ο Φαβιέρος βρέθηκε τελικά να μάχεται αβοήθητος και να δέχεται, αργότερα, σκληρή κριτική και κατηγορίες για το εγχείρημά του σχεδόν από όλες τις πλευρές.

Η πιο γενναία πράξη του Γάλλου στρατιωτικού είχε καταγραφεί μερικούς μήνες νωρίτερα, το φθινόπωρο του 1826, σε μια δραματική στιγμή του ελληνικού αγώνα. Ο Κάρολος Φαβιέρος έφερε εις πέρας μία από τις δυσκολότερες και συνάμα ευγενέστερες αποστολές στην ιστορία του φιλελληνισμού. Κατάφερε, τη νύχτα της 29ης προς την 30ή Νοεμβρίου, μια αττική βραδιά με πανσέληνο όπου «άκρα σιγή της νυκτός επεκράτει πανταχού», όπως σημειώνει ο συμπολεμιστής του Χρήστος Βυζάντιος, να διαπεράσει μαζί με τους άνδρες του τα εχθρικά τουρκικά στρατεύματα, που βρίσκονταν γύρω από την Ακρόπολη, και να ενισχύσει με πολεμοφόδια και στρατό τη φρουρά των πολιορκημένων Ελλήνων που παρέμεναν οχυρωμένοι στον Ιερό Βράχο.

Η τολμηρή πράξη του παρέτεινε για αρκετούς μήνες την παραμονή των Ελλήνων στην Ακρόπολη, η οποία έληξε, τελικά, άδοξα με τη συνθηκολόγηση και την παράδοση του «φρουρίου» στον εχθρό.

Περισσότεροι από 500 άνδρες του Τακτικού Σώματος, με επικεφαλής τον Φαβιέρο, ανέβηκαν στον λόφο ζωσμένοι κυριολεκτικά με πάνινους, αυτοσχέδιους σάκους γεμάτους πυρίτιδα. Ο κίνδυνος να δεχτούν εχθρικά πυρά, και να γίνουν παρανάλωμα, τους συνόδευε σε κάθε τους βήμα. Η τολμηρή πράξη του φιλέλληνα παρέτεινε για αρκετούς ακόμη μήνες την παραμονή των Ελλήνων στην Ακρόπολη, η οποία έληξε, τελικά, άδοξα με τη συνθηκολόγηση και την παράδοση του «φρουρίου» στον εχθρό. Η παράταση όμως της παραμονής τους στον Ιερό Βράχο, τη στιγμή που οι περισσότερες κατακτήσεις των Ελλήνων είχαν χαθεί, έστρεψε και πάλι τα μάτια της Ευρώπης στον ελληνικό χώρο. Οι Μεγάλες ∆υνάμεις είχαν ξεκινήσει πλέον να συζητούν σοβαρά, και να διαπραγματεύονται διαφορετικές λύσεις, για την ανεξαρτησία των Ελλήνων, η οποία άρχισε να αναδύεται, λίγο καιρό αργότερα, μετά τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου.

Η ελληνική περιπέτεια του Γάλλου φιλέλληνα συνεχίστηκε για λίγο διάστημα ακόμη στο ίδιο αμφίθυμο κλίμα, με παράτολμες και γενναίες πράξεις, με απογοητεύσεις, παρανοήσεις και στιγμές αισιοδοξίας. Ο Τακτικός Στρατός διήνυε, πάντως, μια φθίνουσα πορεία, καθώς η έλλειψη μέσων και οι σύνθετες πολιτικές εξελίξεις δεν έδιναν προτεραιότητα στην τύχη του.

Το 1828, η σχέση του Φαβιέρου με τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον νεοαφιχθέντα κυβερνήτη των Ελλήνων, ενώ φαινόταν αρχικά αρμονική, οδηγήθηκε γρήγορα σε αδιέξοδο. Τα πολιτικά σχέδια, αλλά κυρίως η άποψη του κυβερνήτη για την οργάνωση του στρατού, δεν συμπορευόταν με εκείνη του Φαβιέρου. Επιπλέον, οι φιλελεύθερες απόψεις και ο τραχύς χαρακτήρας του Γάλλου φιλέλληνα μάλλον ενοχλούσαν τον Καποδίστρια, ο οποίος προσπαθούσε με ήπιο τρόπο (επειδή προσέβλεπε, γενικότερα, στην οικονομική και στρατιωτική βοήθεια της Γαλλίας) να αποκλείσει τον Γάλλο στρατιωτικό από τα σχέδιά του. Ο Φαβιέρος, περήφανος και ισχυρογνώμων καθώς ήταν, κατάλαβε τις προθέσεις του κυβερνήτη και προτίμησε να παραιτηθεί από την αρχηγία του Τακτικού Στρατού και να επιστρέψει στη Γαλλία.

Λίγους μήνες αργότερα, μετά την αποστολή του Γαλλικού Εκστρατευτικού Σώματος στην Πελοπόννησο (Εκστρατεία του Μοριά υπό τον Γάλλο στρατηγό Nicolas-Joseph Maison), ο Φαβιέρος επανήλθε στον ελληνικό χώρο δριμύτερος. Και άρχισε να συζητά (με τη σύμφωνη πλέον γνώμη της πατρίδας του, έχοντας δηλαδή την επίσημη στήριξη της γαλλικής πλευράς, που ήθελε να διαδραματίσει τον δικό της ρόλο στις εξελίξεις) ξανά με τον Καποδίστρια την πιθανότητα να αναλάβει την ηγεσία του ελληνικού Τακτικού Στρατού, αυτή τη φορά με την επίσημη οικονομική στήριξη της Γαλλίας. Και πάλι όμως δεν μπόρεσαν να βρουν μεταξύ τους ένα κοινό πλαίσιο συνεργασίας. Έτσι, στις αρχές του 1829, θυμωμένος με τον κυβερνήτη και πικραμένος από τις εξελίξεις, εγκατέλειψε την πολυαγαπημένη του Ελλάδα και επέστρεψε οριστικά στη Γαλλία.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-7
Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Θεόδωρου Βρυζάκη (1855, Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου/Φωτογράφιση: Σταύρος Ψηρούκης). Ο Φαβιέρος διακρίνεται πίσω από τον Καραϊσκάκη.

Ο Κάρολος Φαβιέρος μπορεί όσο βρισκόταν στον ελληνικό χώρο να προκαλούσε εντάσεις με τον εκρηκτικό του χαρακτήρα, τις τολμηρές ή τις ριψοκίνδυνες αποφάσεις του, έχαιρε όμως σχεδόν καθολικού σεβασμού για την αφοσίωσή του στον αγώνα της απελευθέρωσης των Ελλήνων. Υπήρχαν σαφώς και εκείνοι που αμφισβητούσαν τα φιλελληνικά του αισθήματα από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε στον ελληνικό χώρο, και υποψιάζονταν σε κάθε του κίνηση κρυμμένες προσωπικές φιλοδοξίες και σκοτεινά σχέδια, τα οποία όμως, μέχρι στιγμής, δε στοιχειοθετούνται, από αξιόπιστα τεκμήρια. Η αγωνιώδης προσπάθειά του να δει την Ελλάδα ελεύθερη, με τη μορφή ενός οργανωμένου κράτους, αναγνωρίστηκε αρκετά χρόνια αργότερα.

∆ιαφορετική άποψη για την προσωπικότητά του είχαν σχηματίσει προφανώς οι στρατιώτες του, οι οποίοι τον αγαπούσαν, όπως καταγράφουν οι μαρτυρίες της εποχής, μέχρι λατρείας, αποκαλώντας τον «πατέρα». Και εκείνος μοιραζόταν ανάλογα συναισθήματα γι’ αυτούς, τους αποκαλούσε «παιδιά» του, και ήταν έτοιμος, ανά πάσα στιγμή, να τους προστατεύσει και να τους φροντίσει με κάθε τίμημα. Όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ελλάδα, τους αποχαιρέτησε με δάκρυα στα μάτια, ενώ εξέδωσε και δύο σχετικές ημερήσιες διαταγές, στη δεύτερη εκ των οποίων (Ιστορία του Τακτικού Στρατού 1821-1833, Χρήστος Βυζάντιος, σελ. 303), με ημερομηνία 14 Μαΐου 1828, γράφει:

«Εις τον τόσον μακρόν χρόνον, όπου εμπόρεσα να δουλεύσω διά την δόξαν και το συμφέρον της ακριβούς Έλλάδος μας, εμερίσθην με ηδονήν τας στερήσεις και τους κόπους σας· σήμερον, όπου πρέπει να σας αφήσω, σας ευχαριστώ. Προ τριών ετών η διαγωγή σας εστάθη τοιαύτη, ώστε ενόμιζον τον εαυτόν μου εν μέσω στρατιωτών Γάλλων. Εκείνοι, που δεν σας τιμούν τόσον καλά, ας εκστρατεύσωσι μαζί σας εναντίον του εχθρού διά να σας γνωρίσουν. Υγιαίνετε· η καρδία μου πάσχει, πλην ενόσω ζω θέλετε μου είσθε ακριβοί!»

Τα ίχνη της κληρονομιάς του στη σύγχρονη Ελλάδα

Δρόμοι, μαρμάρινες στήλες αλλά και απομεινάρια κάστρου θυμίζουν τη συμβολή του στην Επανάσταση.

Η δράση του Φαβιέρου, ξεχασμένη εν πολλοίς σήμερα τόσο στην πατρίδα του τη Γαλλία όσο και στην Ελλάδα, απασχολεί κυρίως τους ιστορικούς, όσους ερευνούν τις εξεγέρσεις του 19ου αιώνα, το φιλελληνικό κίνημα, τη γαλλική ή την ελληνική ιστορία. Ορισμένα ίχνη, όμως, του περάσματός του από τον τόπο μας διακρίνονται ακόμη και σήμερα στο υπόστρωμα της σύγχρονης ζωής και, φευγαλέα, στην καθημερινότητά μας.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-8
Γραμματόσημο με τη μορφή του Φαβιέρου που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1930 (Lefteris Papaulakis/Alamy/Visualhellas.gr).

Όσοι μεγάλωναν στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’80 ίσως διατηρούν στο μυαλό τους, ως μουσική ραδιοφωνική ανάμνηση, τη φράση από τους στίχους του Μάνου Ελευθερίου, «Οδός Φαβιέρου και Βίκτωρος Ουγκώ, ένα σεντόνι σάπιο η πλατεία Βάθης…». Προέρχεται από το τραγούδι (Οδός Φαβιέρου και Βίκτωρος Ουγκώ) που μελοποίησε και ερμήνευσε ο Θέμης Ανδρεάδης. Οι στίχοι, αναφορά στις κεντρικές αθηναϊκές οδούς με τα ονόματα των φιλελλήνων, στα πέριξ της πλατείας Ομονοίας, ενώνουν ποιητικά μια παρακμιακή όψη της αστικής ζωής με το φιλελληνικό παρελθόν της πόλης και το υπαρξιακό άλγος των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων.

Υπήρχαν όμως και πιο απτά σημάδια της παρουσίας του φιλέλληνα στην Αθήνα, όπως η μαρμάρινη, τριγωνική στήλη που στεκόταν, μέχρι το καλοκαίρι του 2015, δίπλα στον προαύλιο χώρο του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού. Ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Φαβιέρου και του, επίσης φιλέλληνα, συμπατριώτη του Φραγκίσκου Ροβέρτου (François Robert), υπενθυμίζοντας την ηρωική ανάβαση των δύο Γάλλων φιλελλήνων στην Ακρόπολη το 1826 για να ενισχύσουν με πολεμοφόδια τους πολιορκημένους Έλληνες. Σε αυτή τη στρατιωτική επιχείρηση ο Φραγκίσκος Ροβέρτος βρήκε βίαιο θάνατο: κόπηκαν τα πόδια του από βλήμα πολυβόλου και κατακρεουργήθηκε από τα ξίφη και τα γιαταγάνια του εχθρού. ∆υστυχώς, τον Ιούνιο του 2015, η φιλελληνική στήλη βανδαλίστηκε. Ράγισε από τα άγρια χτυπήματα αγνώστων. Έκτοτε δεν έχει επιστρέψει στη θέση της. Η βάση της παραμένει κενή, χρησιμεύοντας ενίοτε, σήμερα, και ως «τραπεζάκι» για να εναποθέτουν τις τσάντες και τους καφέδες τους οι περιπατητές.

Άλλη μία τιμητική στήλη, στη μνήμη του Φαβιέρου, βρίσκεται στον περίβολο της έπαυλης «Παλατάκι» στο Χαϊδάρι, για να υπενθυμίζει τη συμμετοχή του στις μάχες του Χαϊδαρίου τον Αύγουστο του 1826, ενώ το πιο επιβλητικό αποτύπωμα της φιλελληνικής του περιπέτειας εντοπίζεται στον λόφο του στενού των Μεθάνων. Εκεί διακρίνονται, σήμερα, τα απομεινάρια του «Κάστρου Φαβιέρου», ενός κτίσματος με τέσσερις πυργίσκους στις άκρες του, σε υψόμετρο περίπου 80 μ. το οποίο αποτέλεσε καταφύγιο και πεδίο ανασύνταξης του Τακτικού Σώματος υπό την ηγεσία του φιλέλληνα. Χτίστηκε με δική του πρωτοβουλία, το 1826, πάνω στα ερείπια παλαιότερων οχυρώσεων που είχαν χτίσει οι Αθηναίοι στην εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου. Απέναντι από το κάστρο βρίσκεται και η Τακτικούπολη, (ή Fabvieropolis, όπως αναφέρεται κυρίως σε αρκετά γαλλικά ιστορικά κείμενα), ένας οικισμός του ∆ήμου Τροιζηνίας που πήρε το όνομά του από την παραμονή του Τακτικού Στρατού στην περιοχή τα χρόνια της Επανάστασης.

Η συμβολή του Φαβιέρου στον ελληνικό αγώνα αναγνωρίστηκε και ενόσω εκείνος βρισκόταν στη ζωή, καθώς η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας τον ανακήρυξε Έλληνα πολίτη, ενώ αργότερα ο βασιλιάς Όθωνας τον τίμησε, μέσω μιας χειρονομίας ευγνωμοσύνης του έθνους προς το πρόσωπό του, με την απονομή του Μεγάλου Σταυρού του Τάγματος του Σωτήρος.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-9
Προσωπογραφία του Καρόλου Φαβιέρου. Eλαιογραφία σε μουσαμά του Ε. Πανταζόπουλου (1928, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο/Συλλογή Ζωγραφικών, Αθήνα).

Η είδηση του θανάτου του, το φθινόπωρο του 1855, προκάλεσε θλίψη σε όλους τους Έλληνες. Ο βασιλιάς Όθων διέταξε τριήμερο πένθος στον Στρατό, έγινε δημόσιο μνημόσυνο στη μνήμη του στον Καθολικό Ναό της Αθήνας, ενώ μετά την εκκλησιαστική τελετή αρκετοί πολίτες ανέβηκαν στην Ακρόπολη, η οποία φωταγωγήθηκε πένθιμα, και ο ποιητής Γ. Παράσχος εκφώνησε επικήδειο λόγο για να τον τιμήσει. Στα Πρακτικά της Βουλής από τη συνεδρίαση της 24ης Σεπτεμβρίου 1855 καταγράφεται (τόμ. Β΄, σελ. 125-126) μακροσκελής ομιλία για τον θάνατο του φιλέλληνα, στην οποία, εκτός των άλλων, διαβάζουμε: «[…] Ατρόμητος εν ταις μάχαις, καρτερικός εις τας δυστυχίας, έναν μόνον σκοπόν και ευχήν είχε, την απελευθέρωσιν της Ελλάδος. Ιδίως δε εις αυτόν οφείλεται ή παρ’ ημών ανάπτυξις τού τακτικού στρατού […] Άνδρα τοιούτον η ιστορία δικαίως αναγράφει μεταξύ των ευεργετών της Ελλάδος […]».

Ο Φαβιέρος στη λογοτεχνία

Η έξαρση του φιλελληνικού «πυρετού» και η ρομαντική εικόνα του.

Οι αναφορές του ονόματος του Φαβιέρου μέσα σε ιστορικά μυθιστορήματα, ποιήματα και ωδές άρχισαν να εμφανίζονται από την εποχή που πολεμούσε στον στρατό του Ναπολέοντα. Και να πληθαίνουν μετά τη συμμετοχή του στον ελληνικό Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Η ρομαντική έξαρση του φιλελληνικού κινήματος σε ολόκληρη την Ευρώπη, που αναζητούσε και πρόβαλλε εξιδανικευμένα πρότυπα ηρωικών και σπουδαίων πράξεων, δεν μπορούσε να αγνοήσει, προφανώς, τον Φαβιέρο. Έναν γενναίο στρατιωτικό της Μεγάλης Στρατιάς που αντιτάχθηκε στους Βουρβόνους και βρέθηκε στην εσχατιά της ευρωπαϊκής ηπείρου να μάχεται για την ελευθερία των Ελλήνων. Η πορεία του ενσαρκώνει θαυμάσια το επαναστατικό πρότυπο του φιλελεύθερου αγωνιστή στον πρώιμο 19ο αιώνα.

Μια από τις πρώτες εμφανίσεις του ονόματός του στη λογοτεχνία εντοπίζεται στο επικό, ιστορικό μυθιστόρημα Πόλεμος και Ειρήνη του Λέοντος Τολστόι (τόμος 3ος, κεφάλαιο 25) το οποίο προσεγγίζει την περίοδο της γαλλικής εισβολής στη Ρωσία μέσω μιας διεξοδικής ανάλυσης της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα και της εποχής του Ναπολέοντα. Ο Τολστόι, στο κορυφαίο έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που γράφτηκε την τετραετία 1865-1869, παρουσιάζει μια μάλλον αμήχανη συνάντηση του Φαβιέρου με τον Ναπολέοντα, όταν ο πρώτος ταξίδεψε στη Ρωσία από το μέτωπο της Ισπανίας για να ενημερώσει τον Γάλλο στρατηλάτη για την αποτυχία στη Μάχη της Σαλαμάγκας.

Ο Τολστόι τοποθετεί τη σύντομη συνάντηση των δύο ανδρών στη σκηνή του Ναπολέοντα, την παραμονή της μάχης του Μποροντίνο, λίγα λεπτά μετά το πρωινό ξύπνημα του Αυτοκράτορα, όπου οι βοηθοί του προσπαθούν να τον ντύσουν και να τον αρωματίσουν. Ο Φαβιέρος, εισερχόμενος στη σκηνή, επαινεί τον ηρωισμό των Γάλλων στρατιωτών στη Σαλαμάγκα, ενώ ο Αυτοκράτορας τον ακούει συνοφρυωμένος, αφού η έκβαση της μάχης δεν ήταν επιτυχής. Ο Ναπολέων σχολιάζει, με κοφτές, ειρωνικές φράσεις, την αναφορά του Φαβιέρου και διαπιστώνει, με μια δόση υπεροχής και αυστηρότητας στο τέλος, ότι δεν περίμενε τίποτε καλύτερο από τους Γάλλους στρατιώτες, αφού εκείνος δεν βρισκόταν εκεί!

Αργότερα, στην έξαρση του φιλελληνικού «πυρετού», ο Φαβιέρος κερδίζει επάξια μια λαμπρή θέση στις σελίδες της λογοτεχνίας και της ποίησης. Η εποχή που βρισκόταν στη σκιά του Ναπολέοντα έχει παρέλθει. Είναι πια αυτόφωτο και ενεργό μέλος του ορμητικού φιλελληνικού κινήματος που κατακλύζει την Ευρώπη. Η προσωπικότητα και οι πράξεις του συνυφαίνονται πλέον και με μυθικά υλικά. Τότε αναδύεται η ρομαντική εικόνα του φιλέλληνα Φαβιέρου η οποία, τουλάχιστον στη Γαλλία του 19ου αιώνα, είχε μεγάλη απήχηση. Το αποτύπωμα αυτής της προσέγγισης της προσωπικότητάς του αναγνωρίζεται στην περίφημη ποιητική συλλογή με φιλελληνικό θέμα Les Οrientales (1829) (Τα Ανατολίτικα ή Ανατολικά σε άλλες ελληνικές μεταφράσεις) του σπουδαίου ρομαντικού συγγραφέα, και επίσης φιλέλληνα, Βίκτωρος Ουγκώ. Σε ένα απόσπασμα από το ποίημα Ενθουσιασμός, ο Ουγκώ υμνεί τον Φαβιέρο γράφοντας:

«[…] Έμπα εμπρός εσύ, Φαβιέρε, συ που μοιάζεις βασιλιάς,

όπου ντρόπιασες τους άλλους βασιλιάδες της Φραγκιάς,

αρχηγέ των τακτικών που πειθαρχούν. [σκιά Μες΄ στους Έλληνας σε βλέπω σαν αρχαίου Ρωμαίου πολεμάρχη, και γενναίε που τα χέρια σου τραχιά

ενός έθνους τη σκληρή τύχη βαστούνε […]»

(μετάφραση Κ. Αθ. Κωνσταντινίδη-Ξενάκη, Αθήνα 1921)

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-10
Από την εικονογράφηση του Léon Benett στην πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος του Ιουλίου Βερν, Το Αιγαίο στις φλόγες, το οποίο αναφέρεται στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης και στη δράση του Φαβιέρου (UtCon Collection/Alamy/Visualhellas.gr).

Σε αυτό το απόσπασμα, ο Ουγκώ μοιάζει να εξυψώνει τον Φαβιέρο («συ που μοιάζεις βασιλιάς» αποδίδει ο μεταφραστής τον στίχο «comme un prince invoqué !») στο ρόλο του μυθολογικού, ευγενούς ήρωα, που καλείται από υπερβατικές δυνάμεις, την κρίσιμη στιγμή, να παρέμβει και να αλλάξει τη ροή της Ιστορίας. Στη συνέχεια, ο Ουγκώ στον στίχο «[..]όπου ντρόπιασες τους άλλους βασιλιάδες της Φραγκιάς […] («Tois qui seul fus au poste où les rois ont manqué» στο πρωτότυπο) μοιάζει να αντιπαραβάλει την αποφασιστική συμβολή του Φαβιέρου στον ελληνικό αγώνα με την αρχική αμφιθυμία των ισχυρών δυνάμεων και των μοναρχικών κρατών της Ευρώπης (και της Γαλλίας σαφώς) να στηρίξουν δυναμικά τους εξεγερμένους Έλληνες. Η συμβολή του Φαβιέρου στην οργάνωση του Ελληνικού Τακτικού Στρατού είναι προφανής στον στίχο «αρχηγέ των τακτικών που πειθαρχούν» («Chef des hordes disciplinées»).

Η ρομαντική έξαρση του φιλελληνικού κινήματος σε ολόκληρη την Ευρώπη, που αναζητούσε και πρόβαλλε εξιδανικευμένα πρότυπα ηρωικών και σπουδαίων πράξεων, δεν μπορούσε να αγνοήσει, προφανώς, τον Φαβιέρο.

Στο ίδιο πνεύμα του υπερβατικού φιλελληνισμού εντάσσεται και η ωδή, που συνέθεσε το 1828 για τον φιλέλληνα ο Γάλλος γιατρός και συγγραφέας Auguste Debay (1802-1890), με τίτλο L’Ombre de Léonidas à Fabvier. Η ωδή ξεκινά με μια ειδυλλιακή εικόνα στην οποία ο Λεωνίδας και οι γενναίοι στρατιώτες του απολαμβάνουν νέκταρ και αμβροσία στα μυθικά Ηλύσια Πεδία, δρέποντας, μακάριοι, τους καρπούς των ηρωικών τους πράξεων. Ξαφνικά, ένας αγγελιαφόρος, τους ενημερώνει ότι η αγαπημένη τους πατρίδα βρίσκεται ξανά σε μεγάλο κίνδυνο από τους Οθωμανούς. Ο Λεωνίδας ξεκινά από τον Άδη, διασχίζει το έρεβος και τα σκοτεινά λιβάδια και επισκέπτεται μία νύχτα τον Φαβιέρο στον ύπνο του, ο οποίος κοιτάζει ατρόμητος, κατάματα, τον γενναίο ήρωα της αρχαιότητας. Ο Λεωνίδας εμψυχώνει τον Γάλλο στρατιωτικό, λέγοντάς του ότι ακόμη και ο ∆ίας θαυμάζει τη γενναιότητά του, και του ζητά να φέρει και πάλι την ελευθερία στην Ελλάδα.

Η ωδή του Debay οδηγεί τον Φαβιέρο στην περιοχή των διαχρονικών ηρώων. Τον συνδέει με μυθικές μορφές και με τους θεούς της ελληνικής αρχαιότητας, εκπληρώνοντας, την ίδια στιγμή, ορισμένες βασικές αισθητικές και ιδεολογικές κατευθύνσεις τόσο του ρομαντικού όσο και του φιλελληνικού ιδεώδους. Η εξιδανίκευση των ιστορικών προσώπων, οι ηρωικές πράξεις, η ατομική προσπάθεια, η πίστη σε υψηλά και ευγενή ιδανικά συμφύρονται με τη θνητή φύση του Φαβιέρου και τον μετουσιώνουν σε μυθική προσωπικότητα.

Μια παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε σήμερα, με την απόσταση που μάς χωρίζει, φυσικά, από τον 19ο αιώνα, είναι η διάσταση που υπήρχε μεταξύ της ιδεαλιστικής προσέγγισης του ελληνικού ζητήματος στην Ευρώπη της εποχής και της σκληρής και περίπλοκης κατάστασης που επικρατούσε στον ελληνικό χώρο. Τη στιγμή, για παράδειγμα, που ο Φαβιέρος ενσάρκωνε στα φιλολογικά σαλόνια του Παρισιού τη φασματική μορφή του φιλελληνισμού, ο ίδιος πάσχιζε, μέσα από δεκάδες εμπόδια στο πεδίο της μάχης, απαξιωμένος συχνά από ένα μέρος των συμπολεμιστών του, να κρατήσει, απλώς, όρθιο τον Τακτικό Στρατό.

Ξεχωριστή θέση δίνει στον Φαβιέρο και ο Ιούλιος Βερν στο ιστορικό μυθιστόρημα «Το Αιγαίο στις φλόγες» (1884). Ο Γάλλος μυθιστοριογράφος τοποθετεί τη δράση της ιστορίας του στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, αναμειγνύοντας πραγματικά ιστορικά γεγονότα και αληθινά πρόσωπα, όπως ο Φαβιέρος, με μυθιστορηματικούς ήρωες και καταστάσεις. Η περιπέτεια, ο εξωτισμός της Ανατολής, ο πατριωτισμός και ο φιλελληνισμός, η πειρατεία, οι προδοσίες, ο έρωτας και οι ηρωικές πράξεις είναι στοιχεία που δίνουν πνοή και χρώμα στην αφήγησή του. Οι περισσότερες αναφορές του στον Φαβιέρο έχουν αντληθεί από ιστορικές πηγές και ανταποκρίνονται στα ιστορικά γεγονότα, περίπου όπως τα γνωρίζουμε. Η ανασυγκρότηση του Τακτικού Στρατού από τον Γάλλο φιλέλληνα, η συμμετοχή του στη Μάχη του Χαϊδαρίου, η ηρωική του ανάβαση στην Ακρόπολη, και γενικότερα όλη η πορεία του φιλέλληνα στον ελληνικό Αγώνα μνημονεύεται πειστικά στο μυθιστόρημα.

Κάρολος Νικόλαος Φαβιέρος – Η φιλελληνική περιπέτεια ενός φλογερού πνεύματος-11
Χαρακτικό με τη μορφή του Φαβιέρου επάνω και τον ίδιο σε σκηνή μάχης κάτω (1824-1826, Piemags/Alamy/Visualhellas.gr).
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT