Ο αιματηρός πόλεμος στα Φόκλαντ

Η εντυπωσιακή νίκη της Βρετανίας ενισχύει τη θέση της Θάτσερ και οδηγεί στην κατάρρευση της χούντας στην Αργεντινή

7' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Πόλεμος των Φόκλαντ του 1982 αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της νεότερης ιστορίας. Αυτή η σύγκρουση, που εκτυλίχθηκε στην απώτερη γωνιά του κόσμου, συγκλόνισε την παγκόσμια κοινότητα και είχε ενδιαφέρουσες πτυχές που συνδέονται άμεσα και με τις εξελίξεις στο εσωτερικό των χωρών που ενεπλάκησαν. Η σύγκρουση ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Αργεντινή αναφέρεται συνήθως ως ο Πόλεμος των Φόκλαντ λόγω του γεωγραφικού τόπου όπου διεξήχθη – μια ομάδα νησιών στον νότιο Ατλαντικό που αποτέλεσε το μήλον της Εριδος ανάμεσα στις δύο χώρες. Τα γεγονότα που σχετίζονται με τη σύγκρουση του 1982 ξεκίνησαν στις 2 Απριλίου, όταν οι αργεντίνικες δυνάμεις κατέλαβαν τα νησιά που υπόκειντο σε βρετανική κυριαρχία από τον 19ο αιώνα. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, με την κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ (που είχε ανέλθει στην εξουσία τρία χρόνια νωρίτερα) να αποφασίζει να απαντήσει δυναμικά στην εισβολή. Ο πόλεμος κράτησε περίπου τρεις μήνες και οδήγησε σε στρατιωτικές συγκρούσεις και σημαντικές απώλειες σε πολεμικό υλικό εκατέρωθεν. Το Ηνωμένο Βασίλειο υπερασπίστηκε με επιτυχία τα νησιά Φόκλαντ, με τον πόλεμο να ολοκληρώνεται στις 14 Ιουνίου, με την απόσυρση των αργεντίνικων δυνάμεων.

Τα κίνητρα των αντιπάλων

Το νησιωτικό σύμπλεγμα που οι Βρετανοί αποκαλούν Φόκλαντ και οι Αργεντινοί «Νήσους Μαλβίνες», βρίσκεται στον νότιο Ατλαντικό, 400 χιλιόμετρα από τις ακτές της Αργεντινής και 12.700 χιλιόμετρα από το Λονδίνο, σε μια περιοχή που οι δύο χώρες είχαν ιστορικές διεκδικήσεις. Οι απαρχές της σύγκρουσης μπορούν να εντοπιστούν στον 19ο αιώνα, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο απέστειλε εποίκους στα Φόκλαντ, ενώ η Αργεντινή διεκδικούσε τον έλεγχο της περιοχής λόγω γεωγραφικής και ιστορικής συνάφειας. Το ζήτημα των Φόκλαντ είχε παραμείνει ανοιχτό επί δεκαετίες, και η κρίση εντατικοποιήθηκε τον Απρίλιο του 1982, με την αιφνίδια εισβολή των Αργεντινών στρατιωτών και την απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

Ο αιματηρός πόλεμος στα Φόκλαντ-1
[ASSOCIATED PRESS]

Τα κίνητρα των Αργεντινών για την εισβολή στα Φόκλαντ στις 2 Απριλίου 1982 είναι καλά τεκμηριωμένα: αντιμετωπίζοντας αυξανόμενη αντίσταση στη χώρα του λόγω των εσωτερικών πολιτικών του, ο στρατηγός Λεοπόλδος Γκαλτιέρι, ηγέτης της στρατιωτικής χούντας που κυβερνούσε την Αργεντινή από το 1976, ανέλαβε το ρίσκο της εισβολής με σκοπό να αυξήσει τη δημοτικότητα του καθεστώτος που είχε τρωθεί μετά την επιβολή οικονομικών μεταρρυθμίσεων και το «πάγωμα» των μισθών. Η χούντα πίστευε ότι η Βρετανία δεν θα έμπαινε σε πόλεμο για τόσο απομακρυσμένα νησιά. Επίσης, πίστευε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν με το μέρος τους λόγω της υποστήριξης της Αργεντινής στις αμερικανικές αντικομμουνιστικές επιχειρήσεις στη Νότια Αμερική. Ωστόσο, τρεις ημέρες μετά την εισβολή, η Βρετανία απέστειλε δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων 70 πολεμικών πλοίων και 6.000 επίλεκτων στρατιωτών. Αρχικά, οι δυνάμεις στάλθηκαν μόνο για να υποστηρίξουν τις βρετανικές διαπραγματεύσεις και το ψήφισμα 502 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο απαιτούσε την απόσυρση της Αργεντινής. Καθώς η Αργεντινή αρνήθηκε να αποχωρήσει, το Λονδίνο επικαλέστηκε το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ –το δικαίωμα της αυτοάμυνας– και η κατάσταση εξελίχθηκε σε πόλεμο.

Ο αιματηρός πόλεμος στα Φόκλαντ-2
2 Απριλίου 1982. Αργεντινοί πολίτες πανηγύριζαν για την εισβολή των ενόπλων δυνάμεων της χώρας τους στις νήσους Μαλβίνες, όπως τις αποκαλούν. [ASSOCIATED PRESS]

Αντιθέτως, τα βρετανικά κίνητρα είναι λιγότερο σαφή. Μετά τις γενικές εκλογές του Μαΐου του 1979, η Μάργκαρετ Θάτσερ, ηγέτις του Κόμματος των Συντηρητικών, ανέλαβε τα καθήκοντα της πρωθυπουργού. Οταν η Θάτσερ εισήλθε στην Ντάουνινγκ Στριτ, είχε αποφασίσει να αντιμετωπίσει τα πολλά δεινά που ταλάνιζαν τη χώρα, καθώς και να εδραιώσει μια ισχυρή εθνική πολιτική και να επαναφέρει τη χαμένη αίγλη του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι αρχές της δεκαετίας του 1980 ήταν μια περίοδος βαθιάς οικονομικής κρίσης, με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, υψηλό πληθωρισμό και χαμηλή παραγωγικότητα. Εκείνη την εποχή, η εντύπωση της κοινής γνώμης και των σχολιαστών ήταν ότι η Μάργκαρετ Θάτσερ πήρε την απόφαση να ανακτήσει τα Φόκλαντ για να σώσει την πολιτική της καριέρα, η οποία είχε χαρακτηριστεί από εσωτερική αντιπάθεια.

Από τις αδιέξοδες διεθνείς διαμεσολαβήσεις στη σφοδρή σύγκρουση

Κατά τη διάρκεια του πολέμου πραγματοποιήθηκαν σημαντικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, με τον έλεγχο των νησιών να αλλάζει αρκετές φορές. Οι βρετανικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στα νησιά και διεξήγαγαν μια επιτυχή αντεπίθεση. Οι σφοδρές συγκρούσεις οδήγησαν σε αιματοχυσία, με τον θάνατο περίπου 900 ατόμων, κυρίως Αργεντινών στρατιωτών. Ορισμένοι στον βρετανικό στρατό πίστευαν ότι τα νησιά βρίσκονταν απέναντι από τις σκωτσέζικες ακτές όταν άκουσαν για αυτά για πρώτη φορά, σε πολλές περιπτώσεις λίγο πριν από τη μετάβασή τους εκεί. Αντίθετα, οι Αργεντινοί στρατιώτες είχαν μεγαλώσει πιστεύοντας ότι αυτά τα νησιά αποτελούσαν μέρος των εδαφών τους που είχαν κλαπεί από Βρετανούς «πειρατές».

Στη Βρετανία, η Μάργκαρετ Θάτσερ κατ’ αρχάς ενδυνάμωσε τη θέση της στο εσωτερικό του υπουργικού συμβουλίου της και το προετοίμασε για τον πόλεμο. Στη συνέχεια επικεντρώθηκε στην εξασφάλιση διεθνούς υποστήριξης, απευθυνόμενη στα Ηνωμένα Εθνη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Θάτσερ επικοινώνησε με τον Αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν ζητώντας την άμεση παρέμβασή του, εξηγώντας ότι η Βρετανία δεν θα μπορούσε ποτέ να συμφωνήσει σε οποιαδήποτε αργεντίνικη κατοχή. Ο Βρετανός πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον, σερ Νίκολας Χέντερσον, συναντήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Αλεξάντερ Χέιγκ για να διασφαλίσει την άμεση αντίδραση του Λευκού Οίκου. Δεδομένου ότι ο στρατηγός Γκαλτιέρι αρνήθηκε να διαπραγματευτεί και αποφάσισε να συνεχίσει τις ενέργειές του, η βρετανική κυβέρνηση διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την Αργεντινή και επέβαλε οικονομικές κυρώσεις. Η Θάτσερ προέβη στη σύσταση πολεμικού συμβουλίου και διέταξε τον αρχηγό του ναυτικού επιτελείου να σχηματίσει ένα επιχειρησιακό σώμα με την ονομασία «Επιχείρηση Κόρπορεϊτ» ανεξαρτήτως του αν θα αποπλεύσει ή όχι.

Ο αιματηρός πόλεμος στα Φόκλαντ-3
14 Απριλίου 1982. Η πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ φεύγει από την Ντάουνινγκ Στριτ 10 για να ενημερώσει το Κοινοβούλιο επί της κρίσης των Φόκλαντ. [ASSOCIATED PRESS]

Οι αρχικές αμερικανικές προσπάθειες να πεισθεί ο στρατηγός Γκαλτιέρι να λήξει η διαμάχη ειρηνικά και να αποφύγει την εισβολή απέτυχαν. Η κυβέρνηση Ρέιγκαν δίσταζε να υποστηρίξει ενεργά το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω των βρετανικών αποικιακών φιλοδοξιών και, ακόμη περισσότερο, λόγω της σχέσης της με την Αργεντινή ως σύμμαχο που υποστήριζε αντικομμουνιστικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες φοβούνταν τη σοβιετική συμμετοχή στη σύγκρουση. Στις 7 Απριλίου, ο υπουργός Εξωτερικών Αλεξάντερ Χέιγκ έφθασε στο Λονδίνο για να ξεκινήσει διαμεσολαβητικές προσπάθειες μεταξύ Μπουένος Αϊρες και Λονδίνου. Σύμφωνα με τον σερ Νίκολας Χέντερσον, «η κυρία Θάτσερ ήταν εξαιρετικά αρνητική απέναντι σε αυτό, καθώς θεωρούσε πως ήταν τερατώδες να διαπραγματευόταν κανείς για κάτι τόσο απαράδεκτο όπως η κατάληψη των Φόκλαντ, αλλά πίστευε ότι ήταν απαραίτητο να έχουμε την Αμερι-κή στο πλευρό μας».

Οι αρχικές αμερικανικές προσπάθειες να πεισθεί ο στρατηγός Γκαλτιέρι να λήξει η διαμάχη ειρηνικά και να αποφύγει την εισβολή απέτυχαν.

Οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις και προσπάθειες για επίτευξη ειρηνικής λύσης απέτυχαν, με τη Θάτσερ, που είχε δεσμευτεί για τη συνέχιση του πολέμου, να επιδίδεται σε προσπάθειες να τον κάνει αποδεκτό από τη βρετανική κοινή γνώμη. Παρ’ όλα αυτά, το κοινό στη Βρετανία δεν είχε την αίσθηση ότι η Θάτσερ είχε διαχειριστεί καλά την κρίση και δίσταζε να υποστηρίξει μια στρατιωτική επέμβαση· σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν στις 14 Απριλίου, μόλις το 34% των Βρετανών ήταν ικανοποιημένο με την κυβέρνηση, με το 58% να απαντά αρνητικά. Επίσης, ο δείκτης δημοφιλίας της Θάτσερ δεν ήταν ικανοποιητικός, καθώς υποστηριζόταν μόνο από το 40% των ψηφοφόρων. Στις 24 Απριλίου, μόνο το 33% των Βρετανών υποστήριζε την απόφαση βομβαρδισμού αργεντίνικων στρατιωτικών και ναυτικών βάσεων.

Οι επιπτώσεις στις δύο χώρες

Η σύγκρουση προκάλεσε έντονη παγκόσμια ανησυχία και αναμετρήσεις σε διάφορα επίπεδα. Η βρετανική νίκη στον πόλεμο των Φόκλαντ αντιπροσώπευε το σημαντικότερο επίτευγμα για τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Επειτα από δεκαετίες παρακμής λόγω της κατάρρευσης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, η Μεγάλη Βρετανία ανακτούσε την αυτοπεποίθησή της, αποκαθιστούσε την εθνική της υπερηφάνεια και κέρδιζε μεγαλύτερο σεβασμό στο παγκόσμιο στερέωμα. Στο εσωτερικό, η Θάτσερ κατάφερε να χρησιμοποιήσει τον νικητήριο πόλεμο για να εδραιώσει τη δημόσια εικόνα της και να εξασφαλίσει τη θέση της εντός του Συντηρητικού Κόμματος, καταλήγοντας στη μεγαλύτερη νίκη για αυτό από το 1945 στις γενικές εκλογές του 1983, με 397 έδρες έναντι 209 για τους Εργατικούς. Η Σιδηρά Κυρία χρησιμοποίησε το «πνεύμα των Φόκλαντ» για να συνεχίσει τις πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις της.

Ο αιματηρός πόλεμος στα Φόκλαντ-4
28.5.1982. Την προέλαση των βρετανικών δυνάμεων προς την πρωτεύουσα των Φόκλαντ προβάλλει η «Κ» στην πρώτη σελίδα.

Η κατάσταση ήταν διαφορετική στην Αργεντινή. Ο στρατηγός Γκαλτιέρι παραιτήθηκε από τη θέση του προέδρου της Αργεντινής στις 17 Ιουνίου και στη συνέχεια, μαζί με άλλα μέλη της χούντας, συνελήφθη. Μετά τις γενικές εκλογές του 1983, η Αργεντινή επανήλθε σε μια δημοκρατική κυβέρνηση. Το 1982 ψηφίστηκε η τροποποίηση του Νόμου Εθνικότητας του Ηνωμένου Βασιλείου (Φόκλαντ), που επέτρεπε σε όλους τους νησιώτες των Φόκλαντ να αποκτήσουν πλήρη βρετανική υπηκοότητα, και το 1985 συμφωνήθηκε ένα νέο Σύνταγμα που εξασφάλιζε την αυτοδιοίκηση των νησιών. Στο δημοψήφισμα του 2013 για τη διατήρηση των νησιών υπό βρετανική κυριαρχία, μόλις τρεις από τους 1.517 κατοίκους που ψήφισαν εξέφρασαν την αντίρρησή τους. Παρά το γεγονός αυτό, το Μπουένος Αϊρες εξακολουθεί να διεκδικεί τα νησιά περισσότερο από 40 χρόνια μετά τον πόλεμο με τη Βρετανία.

*Ο κ. Αλέξανδρος Ναυπλιώτης είναι διδάκτωρ Διεθνούς Ιστορίας του London School of Economics and Political Science και διδάσκει διπλωματική ιστορία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

*Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT