ο-ναυτικός-πόλεμος-στα-φόκλαντ-563032744

Ο ναυτικός πόλεμος στα Φόκλαντ

Βρετανία και Αργεντινή αξιοποίησαν πρωτοεμφανιζόμενες τεχνολογίες, αλλά και όπλα του Μεσοπολέμου και του Α΄ Παγκοσμίου

*Ζήσης Φωτάκης
Ακούστε το άρθρο

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σημαδεύτηκε από τη δυνατότητα που ανέπτυξε ο αγγλοσαξονικός κόσμος να διεξάγει πολέμους σύντομους, επιτυχείς και με ολοένα και μικρότερες ανθρώπινες απώλειες. Οι επιχειρήσεις στα Φόκλαντ, το 1982, υπήρξαν η απαρχή της αλλαγής παραδείγματος στην ιστορία του πολέμου και ο απόηχός τους παραμένει επίκαιρος. Το μόνο «αγκάθι» στις σχέσεις μεταξύ Αργεντινής και Βρετανίας ήταν το ζήτημα των νήσων Φόκλαντ, που περιήλθαν οριστικά στη Βρετανία το 1833. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, καταρτίστηκε σχέδιο εισβολής των νήσων από τις ένοπλες δυνάμεις της Αργεντινής, που επικαιροποιήθηκε μία δεκαετία περίπου αργότερα από τον αγγλόφοβο αρχηγό του πολεμικού ναυτικού, ναύαρχο Ανάγια. Το αναθεωρημένο σχέδιο προέβλεπε μάλλον ότι η Αργεντινή θα επενέβαινε στρατιωτικά στις νήσους Φόκλαντ μεταξύ του Ιουλίου και του Οκτωβρίου του 1982. Εως τότε αναμενόταν ότι θα είχε αποσυρθεί από τα Φόκλαντ το βρετανικό πλοίο συλλογής πληροφοριών «Endurance», θα είχε παραλάβει η Αργεντινή περισσότερα γαλλικά αεροπλάνα ναυτικής συνεργασίας και βλήματα Exocet, ενώ η έλευση του χειμώνα θα δυσχέραινε την όποια βρετανική επέμβαση στο νησιωτικό σύμπλεγμα.

Οι επιχειρήσεις υπήρξαν η απαρχή της αλλαγής παραδείγματος στην ιστορία του πολέμου και ο απόηχός τους παραμένει επίκαιρος.

Τίποτα, όμως, δεν εξελίχθηκε όπως είχε προβλεφθεί. Πενήντα Αργεντινοί έμποροι scrap μετάλλου και πεζοναύτες αποβιβάστηκαν στη νήσο Νότια Γεωργία, τους οποίους διατάχθηκε να απομακρύνει το «Endurance» τον Μάρτιο του 1982. Για να αποφευχθεί η εκδίωξή τους, που πιθανότατα θα οδηγούσε σε κατάρρευση της δικτατορίας στην Αργεντινή, πραγματοποιήθηκε εσπευσμένη εισβολή στα Φόκλαντ τη 2α Απριλίου 1982.

Οι σχεδιασμοί των δύο επιτελείων

Οι ΗΠΑ πρόσφεραν στη Βρετανία τις εγκαταστάσεις τους στη νήσο Ascencion, ασφαλή κανάλια τηλεπικοινωνιών, πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις των ενόπλων δυνάμεων της Αργεντινής, 12,5 εκατομμύρια γαλόνια αεροπορικών καυσίμων, καθώς και βλήματα Sidewinder AIM-9L στα οποία οφείλονταν, άμεσα ή έμμεσα, δεκάδες καταρρίψεις πολεμικών αεροσκαφών της Αργεντινής κατά τις επιχειρήσεις που ακολούθησαν. Συνάμα, η ΕΟΚ ανέστειλε την παροχή πολεμικού υλικού στην Αργεντινή, στερώντας την από πολύτιμους γαλλικούς εξοπλισμούς.

Ο ναυτικός πόλεμος στα Φόκλαντ-1
 H φρεγάτα «Sheffield» λίγο πριν βυθιστεί χτυπημένη από βλήμα Exocet. [ASSOCIATED PRESS]

Παράλληλα, είχε ξεκινήσει η μεγαλύτερη ναυτική βρετανική επιχείρηση μετά το 1956, η οποία αξιοποίησε το γεγονός ότι το βρετανικό ναυτικό μοιραζόταν με το αμερικανικό την πρώτη θέση παγκοσμίως στην ικανότητα ανεφοδιασμού εν πλω. Το βρετανικό ναυτικό εθεωρείτο επίσης το καλύτερο παγκοσμίως στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο γι’ αυτό και το πολεμικό ναυτικό της Αργεντινής αποφάσισε να προσβάλει τον βρετανικό ναυτικό σχηματισμό μόνον όταν αυτός θα έμπαινε και στο βεληνεκές των ηπειρωτικών βάσεων της αεροπορίας του. Η ηγεσία της Αργεντινής δεν απέκλειε ότι οι αεροναυτικές επιχειρήσεις της δεν θα μπορούσαν να εμποδίσουν τους Βρετανούς να πραγματοποιήσουν απόβαση στα Φόκλαντ, καθώς οι τελευταίοι είχαν μεγάλη εμπειρία αποβατικών επιχειρήσεων από τα Δαρδανέλλια και μετά. Ηλπιζαν, όμως, ότι η αριθμητική υπεροχή των στρατευμάτων της Αργεντινής στα κατεχόμενα νησιά θα επιμήκυνε χρονικά τις επιχειρήσεις και θα οδηγούσε σε κατάρρευση τη διοικητική μέριμνα του αντιπάλου.

Με ελάχιστους σχετικά νεκρούς (μόνο 255 Βρετανοί έναντι περίπου 2.000 Αργεντινών), η Βρετανία κατήγαγε περιφανή νίκη.

Καθώς ο βρετανικός ναυτικός σχηματισμός έπλεε προς τα Φόκλαντ με στόχο την απελευθέρωσή τους, η Βρετανία επέβαλε με τα ταχύτατα πυρηνοκίνητα υποβρύχιά της ναυτικό αποκλεισμό σε μια ζώνη 200 ν.μ. γύρω από τα νησιά αυτά στις 12 Απριλίου. Σταθμίζοντας ορθά τις προθέσεις των αντιπάλων του, ο ναύαρχος Γούντγουορντ, διοικητής του βρετανικού ναυτικού σχηματισμού, που είχε ως πυρήνα του τα ελαφρά αεροπλανοφόρα «Hermes» και «Invincible», παρέταξε τις δυνάμεις του κοντά στα Φόκλαντ αλλά μακριά από τις ηπειρωτικές βάσεις της αντίπαλης αεροπορίας. Στις 25 Απριλίου απελευθέρωσε τη νήσο της Νότιας Γεωργίας και στις 30 Απριλίου επέβαλε αεροπορικό αποκλεισμό των Φόκλαντ. Στις αερομαχίες της επόμενης ημέρας καταρρίφθηκαν δέκα αεροσκάφη της Αργεντινής από βρετανικά Sea Harriers. Εκτοτε οι Αργεντινοί απέφευγαν, κατά το δυνατόν, τις αερομαχίες, παραχωρώντας στους Βρετανούς την κυριαρχία των αιθέρων.

Επιβολή της βρετανικής αεροναυτικής κυριαρχίας

Η βρετανική κυριαρχία σε αέρα και θάλασσα διευκολύνθηκε από τον επανάπλου στις βάσεις τους του αργεντινού αεροπλανοφόρου «Veinticinco de Mayο» και των μονάδων επιφανείας μετά τη βύθιση του καταδρομικού «General Belgrano» από το βρετανικό πυρηνοκίνητο υποβρύχιο «Conqueror» στις 2 Μαΐου. Η ενέργεια αυτή, η οποία έλαβε χώρα σε διεθνή ύδατα που ήταν εξαιρετικά ρηχά για πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, πραγματοποιήθηκε για να αποφευχθεί πλήγμα του βρετανικού ναυτικού σχηματισμού από βλήματα Exocet που έφεραν τα αντιτορπιλικά «Piedra Buena» και «Hipolito Bouchard», τα οποία συνόδευαν το «Belgrano».

Ο ναυτικός πόλεμος στα Φόκλαντ-2
Η βρετανική φρεγάτα «Αntelope» ανατινάζεται. [ASSOCIATED PRESS]

Στις 7 Μαΐου, οι Βρετανοί προειδοποίησαν ότι θα αντιμετωπιζόταν ως εχθρικό όποιο πλοίο ή αεροσκάφος της Αργεντινής βρισκόταν σε απόσταση μεγαλύτερη των 12 ν.μ. από την ηπειρωτική χώρα. Παράλληλα, οι βρετανικές ναυτικές μονάδες παρατάχθηκαν σε άμυνα βάθους, στην προσπάθεια να αντισταθμιστούν οι ελλείψεις τους σε αεροσκάφη έγκαιρης προειδοποίησης, μαχητικά μεγάλου βεληνεκούς, σύγχρονα ραντάρ, συστήματα εντοπισμού στόχου και επεξεργασίας δεδομένων καθώς και σε μέσα ηλεκτρονικού πολέμου. Την πρώτη αμυντική ζώνη αποτελούσαν τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια που περιπολούσαν κοντά στις ακτές της Αργεντινής και ειδοποιούσαν τη βρετανική μοίρα για τις κινήσεις των αντιπάλων. Η δεύτερη ζώνη αποτελούνταν συνήθως από τέσσερα Sea Harriers, που ήταν οπλισμένα με μόνο δύο βλήματα αέρος-αέρος και περιπολούσαν για μόνο 20 λεπτά σε αποστάσεις έως 200 ν.μ. από τον βρετανικό ναυτικό σχηματισμό. Η τρίτη ζώνη αποτελούνταν από αντιτορπιλικά τύπου 42, που έφεραν βλήματα Sea Dart και βρίσκονταν σε απόσταση 20 ν.μ. από το κύριο σώμα του βρετανικού ναυτικού σχηματισμού, ενώ η τελευταία γραμμή άμυνας αποτελούνταν από αντιτορπιλικά τύπου 22 που ήταν εξοπλισμένα με τα πλέον αποτελεσματικά βλήματα, τα Sea Wolf, και βρίσκονταν κοντά στα βρετανικά αεροπλανοφόρα.

Το ίδιο διάστημα, οι Αργεντινοί συνέχιζαν να ανεφοδιάζουν με δυσκολία τα στρατεύματά τους στα Φόκλαντ, μέσω μεταγωγικών και ελικοπτέρων. Διαπέρασαν δε κατ’ επανάληψη την άμυνα του βρετανικού ναυτικού σχηματισμού πλήττοντας μονάδες του τρεις φορές με βλήματα Exocet και δεκάδες φορές με βόμβες. Το αποτέλεσμα ήταν να βυθιστούν έξι βρετανικά πλοία, να υποστούν βλάβες άλλα 12 και να καταστραφούν 30 βρετανικά αεροσκάφη και ελικόπτερα. Αν αναλογισθεί κανείς ότι κλάσμα μόνο του αεροπορικού προσωπικού της Αργεντινής ήταν εκπαιδευμένο σε αεροναυτικές επιχειρήσεις, καθώς και ότι πολλές από τις βόμβες που έπληξαν τα βρετανικά πλοία δεν εξερράγησαν λόγω του χαμηλού ύψους από το οποίο τις έρριψαν οι Αργεντινοί πιλότοι, για να αποφύγουν το σύστημα Sea Dart, γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της επιτυχίας τους. Μια επιτυχία που οφείλεται στη γενναιότητα και στην άριστη εκπαίδευσή τους στην Αμερική. Οφείλεται, όμως, και στην εκ κατασκευής μειωμένη ανθεκτικότητα αρκετών βρετανικών πλοίων γιατί στο πλαίσιο ενός πυρηνικού πολέμου, αλλά και για λόγους οικονομίας, αποφασίστηκε τη δεκαετία του 1960 ότι δεν χρειαζόταν το Βασιλικό Ναυτικό πιο ανθεκτικά πλοία, που θα έφεραν και επαρκή αριθμό αντιαεροπορικών πυροβόλων.

Μεγάλες απώλειες των Αργεντινών

Το τίμημα της επιτυχίας της αεροπορίας της Αργεντινής υπήρξε μεγάλο. Οι απώλειές της, που κορυφώθηκαν κατά τις πρώτες ημέρες της βρετανικής απόβασης στο San Carlos του Ανατολικού Φόκλαντ (21-25 Μαΐου), υπερέβησαν τα 100 αεροσκάφη και ελικόπτερα. Οι μεγάλες αυτές απώλειες εξηγούνται από το ότι τα αεροσκάφη της Αργεντινής έπλητταν κατά προτεραιότητα τα πολεμικά πλοία του αντιπάλου, που ήταν πολύ καλύτερα προστατευμένα από τα εμπορικά του. Αν η αεροπορία της λατινοαμερικανικής χώρας είχε πλήξει τα βρετανικά εμπορικά πλοία και λιγότερες απώλειες θα είχε και θα βύθιζε μεγάλο τμήμα του έμψυχου και άψυχου υλικού που χρησιμοποιήθηκε στη βρετανική απόβαση, καθιστώντας την αλυσιτελή. Οι μεγάλες απώλειες της αεροπορίας της Αργεντινής οφείλονταν, τέλος, και στην ανεπάρκεια των καυσίμων των αεροσκαφών της, που καθιστούσε ανέφικτους τους αναγκαίους ελιγμούς για την αποφυγή των βλημάτων των Sea Harriers.

Ο ναυτικός πόλεμος στα Φόκλαντ-3
5.5.1982. Η βύθιση του «Sheffield» δύο ημέρες μετά τη βύθιση του «General Belgrano», στην πρώτη σελίδα της «Κ».

Στην τελευταία περίοδο των επιχειρήσεων στα παγωμένα Φόκλαντ (21.5-14.6.1982) αναμετρήθηκαν, κυρίως, οι σκληρά εκπαιδευμένοι σε επιθετικές επιχειρήσεις στις αρκτικές συνθήκες της Νορβηγίας Βρετανοί πεζοναύτες με κληρωτούς Αργεντινούς που ήταν εκπαιδευμένοι για άμυνα συνόρων και δεν μπορούσαν να αποδώσουν τα μέγιστα λόγω της προέλευσής τους από υποτροπικές περιοχές. Η ποιοτική υστέρηση των Αργεντινών στρατιωτών σε συνδυασμό με την επιτελική σύγχυση και τη διοικητική δυσλειτουργία των ενόπλων δυνάμεων της Αργεντινής οδήγησαν στην παράδοση των στρατιωτών της στους Αγγλους τη 14η Ιουνίου 1982.

Με ελάχιστους σχετικά νεκρούς (μόνο 255 Βρετανοί έναντι περίπου 2.000 Αργεντινών), η Βρετανία κατήγαγε περιφανή νίκη. Και οι δύο αντίπαλοι αξιοποίησαν τεχνολογίες που πρωτοεμφανίζονταν στην παγκόσμια ναυτική ιστορία (πυρηνοκίνητα υποβρύχια και αεροπλάνα καθέτου απονηώσεως οι Αγγλοι, κατευθυνόμενα βλήματα Εxocet οι Αργεντινοί) αλλά και παρωχημένες πλην αξιόπιστες ακόμη τεχνολογίες (τις μεσοπολεμικές βρετανικές τορπίλες που βύθισαν το «Belgrano» και το ναρκοπέδιο σχεδίασης Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου που πόντισαν οι Αργεντινοί στα Φόκλαντ).

Η νίκη στα Φόκλαντ αποκατέστησε την εμπιστοσύνη της βρετανικής κοινής γνώμης στις ένοπλες δυνάμεις της, που είχε συχνά κλονιστεί κατά τον 20ό αιώνα, και αποτέλεσε μεγάλη πολιτική νίκη για τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Κυρίως, όμως, άνοιξε τον δρόμο για την επανάληψη των αμερικανικών επεμβάσεων ανά τον κόσμο, που είχαν ανασταλεί μετά την τραυματική εμπειρία του Βιετνάμ και οι οποίες κλιμακώθηκαν με τους δύο πολέμους του Κόλπου.

*Ο κ. Ζήσης Φωτάκης είναι επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων.

*Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT