Σαν Σήμερα: 26 Αυγούστου 1071 – Η μάχη του Μαντζικέρτ

Σαν Σήμερα: 26 Αυγούστου 1071 – Η μάχη του Μαντζικέρτ

Η είδηση της ήττας των Βυζαντινών στο Μαντζικέρτ έδωσε την κατάλληλη ευκαιρία στους εχθρούς του αυτοκράτορα Ρωμανού Δ' Διογένη να τον καθαιρέσουν

5' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H 26η Αυγούστου έχει μείνει στην Ιστορία ως μία από τις πιο καθοριστικές –και θλιβερές– ημερομηνίες για τον Ελληνισμό, καθώς εκείνη την ημέρα του 1071 έλαβε χώρα η μάχη του Μαντζικέρτ, μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας υπό τον αυτοκράτορα Ρωμανό Δ’ Διογένη και των Σελτζούκων Τούρκων υπό τον σουλτάνο Αλπ Αρσλάν.

Μέχρι τον 11ο αιώνα, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αγωνιζόταν να διατηρήσει τα εδάφη της. Οι αλλεπάλληλες ήττες από τους Νορμανδούς στην Ιταλία και οι ολοένα αυξανόμενες επιδρομές των ξένων φυλών στα Βαλκάνια είχαν αποδυναμώσει την αυτοκρατορία. Από την άλλη, η οικονομία της βρισκόταν σε χρόνια ύφεση, με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, ο τακτικός, επαγγελματικός στρατός να αντιμετωπίζει σοβαρότατη έλλειψη ανδρών, χρημάτων και εξοπλισμού. Επίσης, στη Μικρά Ασία οι Σελτζούκοι Τούρκοι, μια ανερχόμενη δύναμη στον ισλαμικό κόσμο προερχόμενη από την κεντρική Ασία, είχαν καταφέρει να καταλάβουν το 1064 το Ανι, το ανατολικότερο από μια σειρά βυζαντινών οχυρών, δημιουργώντας ρήγμα στην αμυντική γραμμή της αυτοκρατορίας και απειλώντας μια περιοχή ζωτικής σημασίας για τη σταθερότητά της.

Ταυτόχρονα, η πολιτική κατάσταση στην αυτοκρατορία ήταν επίσης κλονισμένη. Τα εξωτερικά και τα εσωτερικά προβλήματα είχαν οδηγήσει στην άνοδο του Ρωμανού Δ’ Διογένη στον θρόνο, μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι’ Δούκα, κατόπιν επιλογής της αυτοκράτειρας Ευδοκίας. Παρότι ο Ρωμανός είχε τη φήμη ικανότατου στρατηγού, ο οποίος μπορούσε να οργανώσει και να εμψυχώσει τον στρατό, επιφανείς πολιτικές προσωπικότητες της Κωνσταντινούπολης όπως ο λόγιος Μιχαήλ Ψελλός και ο θείος του ανήλικου γιου της Ευδοκίας, Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα, Ιωάννης Δούκας, προέβαλαν σφοδρές αντιρρήσεις στην ανάρρησή του στον θρόνο. Οι διαμαρτυρίες αυτές μπορούν να εξηγηθούν από την ευρύτερη αντιπαλότητα που επικρατούσε στο Βυζάντιο του 11ου αιώνα, ανάμεσα στην «πολιτική αριστοκρατία» που εξέφραζαν οι Δούκες και στη στρατιωτική αριστοκρατία της Μικράς Ασίας, που εν προκειμένω εξέφραζε ο καταγόμενος από την Καππαδοκία Ρωμανός.

Οταν, λοιπόν, ο Ρωμανός ξεκίνησε την εκστρατεία του, άφηνε πίσω του μια πρωτεύουσα που σε μεγάλο βαθμό συνωμοτούσε εναντίον του, ενώ οι 40.000 άνδρες στους οποίους βασιζόταν για να αντιμετωπίσει τους Τούρκους, ήταν ένα μείγμα από αυτοκρατορικά τάγματα, νεοσύλλεκτους, βασιλικούς φρουρούς, ιδιωτικά στρατεύματα γαιοκτημόνων και μισθοφόρους, με επικεφαλής όπως ο Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ και ο Μάγιστρος Ιωσήφ Ταρχανειώτης, στους οποίους δεν μπορούσε στην πραγματικότητα να βασιστεί, καθώς ήταν αναξιόπιστοι και συμφεροντολόγοι.

Ωστόσο, σημαντικότερο ήταν πως η οπισθοφυλακή του στρατεύματος διοικούνταν από τον Ανδρόνικο Δούκα, γιο του θανάσιμου εχθρού του αυτοκράτορα, Ιωάννη Δούκα. Πάντως, παρά το δύσκολο κλίμα στις τάξεις του στρατού, ο Ρωμανός παρέμενε αισιόδοξος, θεωρώντας ότι οι Σελτζούκοι, οι οποίοι τότε διεξήγαν πόλεμο στο Χαλέπι κατά των Φατιμιδών, θα αιφνιδιάζονταν από τον ερχομό των βυζαντινών στρατευμάτων και συνέχισε την πορεία του.

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη. Ο σουλτάνος Αλπ Αρσλάν είχε πληροφορηθεί την πορεία του Ρωμανού και είχε εγκαταλείψει το Χαλέπι, κατευθυνόμενος βόρεια για να τον αντιμετωπίσει. Μερικοί από τους στρατηγούς του Ρωμανού τον συμβούλεψαν να οχυρωθεί στη Θεοδοσιούπολη (εκεί όπου είχε μάθει για τις κινήσεις των Τούρκων) και να δώσει εκεί τη μάχη. Ο αυτοκράτορας, όμως, επέλεξε να μπει στα κατεχόμενα από τους Σελτζούκους εδάφη, με προορισμό το Μαντζικέρτ (σημερινό Μαλαζγκίρτ).

Στην πορεία όμως, σχεδόν ο μισός στρατός του είχε ουσιαστικά λιποτακτήσει, καθώς, με διαταγή των επικεφαλής τους, άρχισαν να επιστρέφουν πίσω στα βυζαντινά εδάφη, αφού απέτυχαν να καταλάβουν ένα φρούριο το οποίο είχε μετατραπεί σε τουρκικό ορμητήριο και το οποίο τους είχε υποδείξει ο Ρωμανός προς ανακατάληψη. Ο αυτοκράτορας δεν είχε πλέον κάποιον να προστατεύει τα νώτα του, ενώ δεν είχε ενημερωθεί από τους διοικητές ότι τα στρατεύματα αυτά είχαν αποχωρήσει.

Ετσι, όταν έφτασε στο Μαντζικέρτ, παρότι αρχικά το κατέλαβε, αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες όταν εκδηλώθηκε αιφνιδιαστική επίθεση από τον σελτζουκικό στρατό. Οι μισθοφόροι επίσης εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης, αφήνοντας τον αυτοκράτορα εκτεθειμένο. Μετά τις πρώτες συγκρούσεις με τους Σελτζούκους, ο Αλπ Αρσλάν έκανε προτάσεις για ειρήνη, τις οποίες ο Ρωμανός απέρριψε, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Πόλη χωρίς μια νίκη.

Στις 26 Αυγούστου, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας παρέταξε τον στρατό του για μάχη. Ο ίδιος διοικούσε το κέντρο, ενώ ο Νικηφόρος Βρυέννιος και ο Θεόδωρος Αλυάτης την αριστερή και τη δεξιά πτέρυγα, αντίστοιχα. Την οπισθοφυλακή διοικούσε ακόμα ο Ανδρόνικος Δούκας. Επειτα από μια μακρά ημέρα σκληρής μάχης, εν τέλει οι Τούρκοι κατάφεραν καίριο πλήγμα στην ήδη καταπονημένη δεξιά πτέρυγα. Ο Ρωμανός διέταξε να επέμβει η οπισθοφυλακή, ο Ανδρόνικος Δούκας όμως, όχι μόνο δεν εκτέλεσε τη διαταγή αλλά διέδωσε τη φήμη ότι ο Ρωμανός είχε σκοτωθεί. Πανικός ξέσπασε τότε στον βυζαντινό στρατό, ο οποίος διαλύθηκε. Οι Βρυέννιος και Αλυάτης κατάφεραν να διαφύγουν, ο Ρωμανός όμως αποκόπηκε από το υπόλοιπο στράτευμα, μένοντας μόνο με τη φρουρά του, μερικούς Βαράγγους και περίπου 2-3.000 μισθοφόρους. Παρά τη γενναία μάχη του, ο Ρωμανός κατάλαβε ότι είχε περικυκλωθεί και αναγκάστηκε να παραδοθεί.

Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν πλέον αιχμάλωτος των Τούρκων, αυτοί όμως τον μεταχειρίστηκαν με τον καλύτερο τρόπο. Μάλιστα, παρά την ταπείνωση της αιχμαλωσίας, κατάφερε να εξασφαλίσει μια σχετικά ευνοϊκή ειρήνη με την οποία υποχρεωνόταν μεν να πληρώσει ένα μεγάλο ποσό στους Σελτζούκους και να εκκενώσει ορισμένα συνοριακά φυλάκια, όμως ως αντάλλαγμα επανακτούσε την Αρμενία και ο Αρπ Αρσλάν θα εμπόδιζε τις επιδρομές Τούρκων ατάκτων.

Στο μεταξύ, όμως, η είδηση της ήττας στο Μαντζικέρτ έδωσε την κατάλληλη ευκαιρία στους εχθρούς του Ρωμανού να τον καθαιρέσουν. Ο Ψελλός και ο Ιωάννης Δούκας, με τη συνδρομή επιφανών συγκλητικών, κήρυξαν έκπτωτο τον Ρωμανό και ανέβασαν στον θρόνο τον 20χρονο πλέον Μιχαήλ Ζ’ Δούκα, ακριβώς έναν μήνα μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ. Η Ευδοκία καθαιρέθηκε διά της βίας και εστάλη σε μοναστήρι, ενώ εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο ο Ρωμανός θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως στασιαστής.

Μετά την εδραίωση της εξουσίας του Μιχαήλ, ο Ιωάννης Δούκας συγκέντρωσε στρατό και κατευθύνθηκε στη Μικρά Ασία για να εξασφαλίσει ότι ο Ρωμανός δεν θα αποτελούσε εμπόδιο. Ο τελευταίος κατάφερε να συγκεντρώσει μερικούς οπαδούς του προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του, όμως οι συγκρούσεις που ακολούθησαν με τις δυνάμεις του Ιωάννη Δούκα δεν κατέληξαν ευνοϊκά για τον ίδιο. Περικυκλωμένος, τον Μάρτιο του 1072, ο Ρωμανός αναγκάστηκε να παραδοθεί, αφού έλαβε διαβεβαιώσεις για τη σωματική του ακεραιότητα. Ωστόσο, οι διώκτες του δεν τήρησαν τη συμφωνία και ο Ρωμανός τυφλώθηκε βίαια και κλείστηκε σε μοναστήρι. Δεδομένου ότι οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες έπρεπε να είναι αρτιμελείς για να αναρρηθούν στον θρόνο, ο Ρωμανός είχε αποκλειστεί από κάθε πιθανότητα να σταθεί υπολογίσιμο εμπόδιο στους Δούκες. Πέθανε άδοξα τον Αύγουστο του 1072.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε αποδυναμωθεί ακόμα περισσότερο, τόσο στρατιωτικά όσο και λόγω των εσωτερικών πολιτικών ερίδων, ενώ οι Τούρκοι είχαν καταφέρει να αγκιστρωθούν στη Μικρά Ασία και την Ανατολία.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT