Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας

«Έχασα τον σύζυγόν μου· ευλογητός ο Θεός! Ο πρεσβύτερος υιός μου έπεσε με τα όπλα ανά χείρας· ευλογητός ο Θεός! Ο δεύτερος και μόνος υιός 14ης την ηλικίαν, μάχεται μετά των Ελλήνων και πιθανόν να εύρη ένδοξον θάνατον· ευλογητός ο Θεός! Υπό το σημείον του σταυρού θα ρεύση επίσης το αίμα μου· ευλογητός ο Θεός! Αλλά θα νικήσωμεν ή θα παύσωμεν μεν ζώντες, αλλά θα έχωμεν την παρήγορον ιδέαν ότι εν τω κόσμω δεν αφήσαμεν όπισθεν ημών δούλους τους Έλληνας»

λασκαρίνα-μπουμπουλίνα-η-ατίθαση-αμ-563190511

«Μπουμπουλίνα! Ποίον ένδοξον όνομα, και ποίας εξεγείρει συγκινήσεις! Είναι η μεγάλη θαλασσία ηρωίς του ’21. Πατρίς και ελευθερία ήσαν το σύμβολόν της. Το όνομά της συμβολίζει ό,τι γενναίον έχει να επιδείξη η ιστορία της γυναικός, αγωνιζομένης υπέρ της ελευθερίας της πατρίδος της, κατά του ζυγού της τυραννίας! Μόσχω, Χάιδω, Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Κωνσταντία Ζαχαριά… Ονόματα ένδοξα και μεγάλα, συμβολίζοντα τας υψίστας αρετάς της φιλοπατρίας, του θάρρους, της γενναιοψυχίας της γυναικός. Εις πάσαν γωνίαν, εις κάθε βράχον της ελληνικής γης και του γαλανού αρχιπελάγους, αι Ελληνίδες ήγειραν βωμόν εις την πατρίδα, και έστησαν μνημεία της αυταπαρνήσεως και του ηρωισμού των», αναφέρει η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη στο έργο της με τίτλο Αι ηρωίδες της Ελληνικής Επαναστάσεως. Η Λασκαρίνα Μπούμπουλη το γένος Πινότση, γνωστή ως «Μπουμπουλίνα», αποτελεί εξέχουσα γυναικεία ηγετική ελληνική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Για την εποχή την οποία έζησε και έδρασε, εποχή προκαταλήψεων και ανισοτήτων, υπήρξε μια προοδευτική γυναίκα με επαναστατική προσωπικότητα και δυναμισμό. ∆εν δίστασε να λάβει η ίδια μέρος στον Αγώνα, αλλά και να προσφέρει την περιουσία της στις υπηρεσίες του. Αναμφίβολα, ήταν μία από τις σημαντικότερες γυναίκες του Αγώνα, η οποία αφιέρωσε όλη της τη ζωή στην απελευθέρωση του έθνους και έμεινε γνωστή χάρη στη γενναιότητα, στη μαχητικότητα και στο θάρρος της. Πολύτιμη ήταν η συνδρομή του πλοίου της «Αγαμέμνων» τόσο στον αποκλεισμό των περιοχών όσο και στον εφοδιασμό των αγωνιστών, καθώς και στη μεταφορά των αιχμαλώτων.

Το πρώιμο στάδιο της ζωής και οι δύο γάμοι

Η αγάπη για τη θάλασσα και τα πρώτα δείγματα θάρρους και αποφασιστικότητας.

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα γεννήθηκε στις 11 Μαΐου 1771, στην Κωνσταντινούπολη. Η οικογένειά της καταγόταν από την Ύδρα. Μητέρα της ήταν η Σκεύω (Παρασκευή) Κοκκίνη, πρωτότοκη θυγατέρα του ναυτικού Γεωργίου Κοκκίνη, ενώ πατέρας της ο πλοίαρχος Σταυριανός Πινότσης.

Ο τελευταίος συνελήφθη το 1771 από τους Οθωμανούς για τη συμμετοχή του στην επανάσταση του 1769 (Κίνημα των Ορλωφικών) και οδηγήθηκε στο δεσμωτήριο. Όταν έμαθε η γυναίκα του ότι ήταν έτοιμος να πεθάνει, μετέβη σε προχωρημένη εγκυμοσύνη στην Κωνσταντινούπολη και, αφού ξεπέρασε ανυπέρβλητες δυσκολίες, κατάφερε να εξασφαλίσει την άδεια προκειμένου να συναντήσει τον σύζυγό της.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-1
Μοντέλο του πλοίου «Αγαμέμνων», ναυαρχίδας της Μπουμπουλίνας (Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες).

Τότε η Σκεύω, λόγω της κούρασης και της εξάντλησής της, καθώς και λόγω των δυσχερών συνθηκών της φυλακής, γέννησε πρόωρα –λίγο πριν φύγει από τη ζωή ο σύζυγός της– την Μπουμπουλίνα μέσα στο δεσμωτήριο. Νονός της έγινε ο συγκρατούμενος του πατέρα της και οπλαρχηγός της Μάνης, Παναγιώτης Τρουπάκης Μούρτζινος, ο οποίος επέλεξε και έδωσε στο νεογέννητο κορίτσι το όνομα της μητέρας του, Λασκαρίνα.

Στη συνέχεια, η λεχώνα μάνα και χήρα Σταυριανού Πινότση μαζί με το βρέφος της, που είχε προλάβει να το βαπτίσει Λασκαρίνα, επέστρεψαν στην Ύδρα και κατόπιν, λόγω περιουσιακών περιπλοκών, αναγκάστηκαν να μετεγκατασταθούν στις Σπέτσες.

Εκεί η Σκεύω συνήψε τον δεύτερο γάμο της με τον Σπετσιώτη καπετάνιο και πρόκριτο ∆ημήτριο Λαζάρου Ορλώφ. Απέκτησαν μαζί έξι γιους, τους Αντώνιο, Εμμανουήλ, Θεοδόσιο, Νικόλαο, Γεώργιο και Αθανάσιο, οι οποίοι σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες κατά τη διάρκεια του Αγώνα, και δύο κόρες, τη Μάρω, η οποία παντρεύτηκε τον Παναγιώτη Μέξη, και την Ελένη, που είχε σύζυγο τον Γεωργάκη Λάμπρου.

Η Λασκαρίνα κέρδισε την αγάπη και την προστασία του πατριού της, καθώς και των ετεροθαλών αδελφών της. Για την πρώιμη αυτή περίοδο της ζωής της η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη υπογραμμίζει: «Εκ νεαράς, και παιδικής ακόμη ηλικίας, η Λασκαρίνα έδειξε με ποία εξαιρετικά προσόντα η φύσις την είχε προικίσει· ιδίως το έκτακτον θάρρος της, την επιβολήν, και τον ισχυρόν μέχρι πείσματος και αποφασιστικόν χαρακτήρα της. Ο μητρυιός και οι αδελφοί της την ηγάπων. Χωρίς να διακρίνεται επί κάλλει, ήτο ευειδής, με μεγάλους, ζωηρούς και νοήμονας οφθαλμούς, οι οποίοι εξέπεμπον φλόγας. Ήτο μελαχροινή, είχεν υψηλόν και επιβλητικόν παράστημα. Ηγάπα μέχρι πάθους την θάλασσαν. ∆ιήρχετο ώρας ολοκλήρους, αλιεύουσα, κωπηλατούσα ή κρατούσα το τιμόνι και ιστιοπλοούσα. Ήκουεν απλήστως τας ιστορικάς διηγήσεις περί της πατρίδος της, και η φαντασία της και το αίσθημά της ετρέφοντο με τα κλέφτικα τραγούδια και τα θούρια του Ρήγα».

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-2
Μπουμπουλίνα, η ξακουστή ηρωίδα από τις Σπέτσες. Σχέδιο εκ του φυσικού, έκδ. A. Friedel (1824, Συλλογή Ευστάθιου Φινόπουλου).

Το 1788, σε ηλικία 17 ετών, παντρεύτηκε στον ναό της Αγίας Τριάδος τον Σπετσιώτη πλοίαρχο ∆ημήτριο Γιάννουζα, με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά: δύο γιους, τον Ιωάννη και τον Γεώργιο, και μία κόρη, τη Μάρω, η οποία είχε άνδρα τον Νικόλαο Μέξη. Το 1797 η Λασκαρίνα έμεινε χήρα, καθώς ο σύζυγός της, κατευθυνόμενος προς την Ισπανία, έχασε τη ζωή του σε μια ναυμαχία με τους Αλγερινούς πειρατές.

Ύστερα από τέσσερα έτη, το 1801, ενώθηκε για δεύτερη φορά με τα δεσμά του γάμου με τον πλούσιο καπετάνιο των Σπετσών ∆ημήτριο Μπούμπουλη, από τον οποίο έλαβε και το όνομα «Μπουμπουλίνα». Και από αυτόν τον γάμο είχε τρία παιδιά, τη Σκεύω, η οποία είχε σύζυγο τον πλοίαρχο Νικόλαο Κούτση, την Ελένη, η οποία παντρεύτηκε τον Πάνο Κολοκοτρώνη και κατόπιν τον Θεόδωρο Γρίβα, και τον Νικόλαο, ο οποίος νυμφεύθηκε τη Σοφία Κομνηνού. Ο δεύτερος άνδρας της Μπουμπουλίνας είχε το ίδιο μοιραίο τέλος με τον πρώτο, καθώς και ο Μπούμπουλης στις 10 Μαΐου 1811 σκοτώθηκε σε μια σύγκρουση με Αλγερινούς πειρατές.

Είναι γεγονός πως τόσο η καταγωγή της όσο και οι δύο γάμοι που έκανε η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα με τους δύο πλούσιους Σπετσιώτες συνέβαλαν στο να ενταχθεί και η ίδια στην τοπική ελίτ των αρχόντων του νησιού. Πιο συγκεκριμένα, ύστερα από τον θάνατο του Μπούμπουλη κληρονόμησε μεγάλη περιουσία: το αρχοντικό της Ντάπιας, μετρητά, καθώς και πλοία.

Ωστόσο, εκείνη κατόρθωσε, μέσω της κατάλληλης διαχείρισης και με τις εμπορικές δραστηριότητες, να διατηρήσει την περιουσία και μάλιστα να την αυξήσει. Χαρακτηριστικά η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη επισημαίνει: «Έχουσαν νουν επιχειρηματικόν, η Μπουμπουλίνα δεν περιωρίσθη εις το να διατηρήση την περιουσία του συζύγου της, αλλά διά συνετής διαχειρίσεως, την ηύξησεν».

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-3
Απεικόνιση της Μπουμπουλίνας σε επιχρωματισμένο χαρακτικό της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα (Alamy/Visualhellas.gr).

Ο Ανάργυρος Α. Χατζηαναργύρου στο έργο του Τα Σπετσιώτικα, ήτοι συλλογή ιστορικών εγγράφων και υπομνημάτων αφορώντων τα κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821 σημειώνει για την Μπουμπουλίνα: «Την στέρησιν τοιούτου ανδρός η αξία σύζυγος διεκδικήθη πληρέστατα κατά τον υπέρ ανεξαρτησίας αγώνα, γαλακτοτροφήσασα δύω ήρωας υιούς, πεσόντας εις το πεδίον της μάχης, πλοία και θησαυρούς προσενεγκούσα εις τον βωμόν της Πατρίδος, και αυτή δε κατά γην και κατά θάλασσαν αγωνισαμένη αξιοπρεπώς».

Παράλληλα, η Μαρία Γ. Μαυροκορδάτου στη μελέτη της «Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα», που έχει δημοσιευθεί στην εβδομαδιαία εφημερίδα Εφημερίς των Κυριών, επισημαίνει για την Μπουμπουλίνα τα ακόλουθα: «Μικρά παις η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα ηρέσκετο μάλλον εις την συναναστροφήν και τας παιδιάς των αρρένων ομηλίκων της ή εις τας των θηλέων τοιαύτας. Κόρη γενομένη, ην μεν ηθών αυστηρών, αλλ’ όλως ιδιόρρυθμος. Το αρρενωπόν του ύφους της, η επιβλητική και υπερήφανος στάσις της, το αποφασιστικόν και τραχύ, αν θέλητε, των λόγων της δεν επέτρεπον εις ουδένα να μεμφθή αυτής διά το ιδιόρρυθμον και ιδιότροπον των πράξεών της. Ην αναστήματος πελωρίου, εύσαρκος, με παρειάς ηλιοκαείς ερυθράς και οφρείς μελαίνας πυκνοτάτας, με οφθαλμούς πυρ και φλόγας εκπέμποντας, ων η έκφρασις εν στιγμή οργής έκαμνε να τρέμη προ αυτής ολόκληρον παληκαριών τάγμα, με ρίνα ελληνικήν και στόμα εν ω μάλλον περιφρόνησις ή μειδίαμα επλανάτο. Τοιαύτη η κόρη Λασκαρίνα, η θέλγουσα και μαγεύουσα πάντα, όστις ηυτύχησε να γνωρίση αυτήν. ∆ιότι με όλον το ανδρικόν αυτής και ολίγον απότομον ύφος η Λασκαρίνα εν τω στήθει αυτής περιέκλειε καρδίαν αγαθωτάτην, καρδίαν όντως ανδρικήν⸱ διότι όσον η αντίστασις καθίστα αυτήν θηριώδη, τόσον η καρδία της εμαλάσσετο, και τα δάκρυα έρρεον από των οφθαλμών της προ της θέας γυναικός πασχούσης ή βρεφών απωρφανισμένων».

Ταξίδια στην Πόλη

Η εύνοια της μητέρας του σουλτάνου και η άδεια για τη ναυπήγηση του «Αγαμέμνονα».

Το 1814, τρία χρόνια ύστερα από τον θάνατο του συζύγου της Μπούμπουλη, η Λασκαρίνα μετέβη για πρώτη φορά στην Πόλη, προκειμένου να επιλύσει μια διαφορά με την οικογένεια Μπόταση.

Λέγεται ότι λίγο αργότερα, το 1816, η Μπουμπουλίνα πήγε με πλοίο που κληρονόμησε από τον θανόντα σύζυγό της για δεύτερη φορά στην Κωνσταντινούπολη, με σκοπό να διευθετήσει μια προσωπική της υπόθεση. Πιο συγκεκριμένα, η Υψηλή Πύλη ήθελε να δημεύσει την περιουσία που είχε αφήσει ο Μπούμπουλης, έχοντας ως αφορμή το γεγονός ότι εκείνος είχε πάρει μέρος στον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο (1806-1812). Για την ενέργειά του αυτή ο Μπούμπουλης είχε ανακηρυχθεί επίτιμος Ρώσος πολίτης.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-4
Η Μπουμπουλίνα. Επιχρωματισμένο χαρακτικό από έκδοση του Adam Friedel (1832, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη – Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα).

Τότε, η Μπουμπουλίνα αμέσως κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, για να συναντήσει τον φιλέλληνα Ρώσο πρεσβευτή, κόμη Grigory A. Strogonov, στον οποίο κατέθεσε έγγραφο του ναυάρχου Σενιάβιν με το οποίο αναγνωρίζονταν οι υπηρεσίες που είχε προσφέρει ο νεκρός σύζυγός της προς τη Ρωσία. Ο ισχυρισμός που πρόβαλε ο Ρώσος πρεσβευτής, ωστόσο, ότι δηλαδή ο θανών ήταν Ρώσος αξιωματικός, δεν έγινε αποδεκτός από την Υψηλή Πύλη.

Όμως, η Μπουμπουλίνα δεν πτοήθηκε και κατόρθωσε να συναντηθεί με τη μητέρα του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, τη Βαλιδέ σουλτάνα. Η Λασκαρίνα, όπως υπογραμμίζει η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη: «Με το μεγαλοπρεπές παράστημά της, και την στωμυλίαν της, εκέρδισε την εύνοιαν της Βασιλομήτορος, ετέθη υπό την προστασία της» και με την αρωγή της μπόρεσε να εξαιρεθεί από την απόφαση του Μαχμούτ Β΄ να δημευθεί η περιουσία της και να μη συλληφθεί.

Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι η Σπετσιώτισσα καπετάνισσα, προκειμένου να μην κινδυνεύσει όσο χρόνο χρειαζόταν για την έκδοση του ομόλογου φιρμανιού του σουλτάνου με το οποίο θα κατοχύρωνε την περιουσία της, στάλθηκε από τον Ρώσο πρεσβευτή στην Οδησσό ή στην Κριμαία, σε χώρο που είχε εξασφαλισθεί από τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄.

«Το ωραίον τούτο πλοίον, ηγόρασεν η Κυβέρνησις του Ιω. Καποδιστρίου παρά των κληρονόμων Μπούμπουλη, χωρίς μέχρι σήμερον να τοις πληρωθή το τίμημα, και μετονομασθέν η Εθνική Κορβέτα “Αι Σπέτσαι”, επυρπολήθη και αυτό τω 1832 εν Πόρω».

Το 1819 η Μπουμπουλίνα επισκέφθηκε για μία φορά ακόμα την Πόλη, πιθανότατα προκειμένου να λάβει την άδεια για τη ναυπήγηση του περίφημου πλοίου της «Αγαμέμνων», ενός πλοίου από τα μεγαλύτερα της εποχής εκείνης, το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στον Αγώνα. Είναι φανερό ότι η διαφοροποίηση των προδιαγραφών κατασκευής του πλοίου κατέστη η αφορμή ώστε να καταγγελθεί η Σπετσιώτισσα καραβοκύρισσα προς την Υψηλή Πύλη από τους συμπατριώτες της.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-5
Φιρμάνι-άδεια κατασκευής του «Αγαμέμνονα» με το σχέδιο του πλοίου (Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες).

Για τον λόγο αυτόν, ο ναύαρχος Χουσεΐν πασάς επισκέφθηκε τις Σπέτσες, προκειμένου να εξακριβώσει την αλήθεια σχετικά με το πλοίο. Τα σχέδια της Μπουμπουλίνας είχαν αποτέλεσμα, καθώς κατάφερε να ολοκληρώσει τη ναυπήγηση του πλοίου της, εξαγοράζοντας μάλιστα με μεγάλο χρηματικό ποσό τον απεσταλμένο της Πύλης, ώστε ο τελευταίος να γράψει στην έκθεσή του προς την προϊσταμένη αρχή ότι ο λόγος ναυπήγησης του πλοίου ήταν εμπορικός και για μεγάλα ταξίδια. Ταυτόχρονα, η Μπουμπουλίνα πέτυχε να εξορίσει τους αντιπάλους της από τις Σπέτσες.

Έχει ιδιαίτερη σημασία στη συνάφεια αυτή να υπογραμμιστεί ότι το φημισμένο αυτό πλοίο της Μπουμπουλίνας, το οποίο ήταν το πρώτο πολεμικό πλοίο της Ελλάδας, κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία των Σπετσών από τον ναυπηγό ∆ημήτριο Περδίκα Σκοπελίτη και στις 10 Φεβρουαρίου 1820 καθελκύστηκε. Ήταν μια φρεγάτα μήκους 48 πήχεων, που έφερε 18 τηλεβόλα και κόστισε 25.000 ισπανικά δίστηλα.

Το 1828, ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας αγόρασε το σκαρί αυτό, το μετασκεύασε και το ονόμασε «Νήσος των Σπετσών», γνωστό ως «Σπέτσαι». ∆υστυχώς, το 1831 επήλθε το μοιραίο τέλος του πλοίου από τον δαυλό του Υδραίου Λάζαρου Πινότση, ύστερα από εντολή του Ανδρέα Μιαούλη, ώστε να μην περάσει στους Καποδιστριακούς και στην εποπτεία των Ρώσων.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-6
Ο «Αγαμέμνων» σε ελαιογραφία του Αντώνη Μιλάνου (2004, Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες).

Ο Αναστάσιος Κ. Ορλάνδος στο έργο του Ναυτικά, ήτοι ιστορία των κατά τον υπέρ ανεξαρτησίας της Ελλάδος αγώνα πεπραγμένων υπό των τριών ναυτικών νήσων, ιδίως δε των Σπετσών υπογραμμίζει: «Το ωραίον τούτο πλοίον έχον μέγεθος πολεμικής κορβέτας, ηγόρασεν η Κυβέρνησις του Ιω. Καποδιστρίου παρά των κληρονόμων Μπούμπουλη, χωρίς μέχρι σήμερον να τοις πληρωθή το τίμημα, και μετονομασθέν η Εθνική Κορβέτα “Αι Σπέτσαι”, επυρπολήθη και αυτό τω 1832 εν Πόρω, μετά της εθν. φρεγάτας “Η Ελλάς” και όλων των λοιπών εθνικών πλοίων, υπό του Ανδρέου Μιαούλη!».

Θα ήταν παράλειψη σε αυτό το σημείο να μη γίνει λόγος για τη μύηση της Σπετσιώτισσας καραβοκύρισσας στη Φιλική Εταιρεία, η οποία έγινε σε κάποιο από τα ταξίδια της στην Κωνσταντινούπολη.

Η έναρξη της Επανάστασης και ο αποκλεισμός του Ναυπλίου

«Η αρειμάνιος οπλοφορούσα γυνή», που έλαβε το προσωνύμιο «Μεγάλη Κυρά».

Στις 13 Μαρτίου 1821, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα ύψωσε στο μεσαίο ιστίο του πλοίου της «Αγαμέμνων» το λάβαρο της Επανάστασης και η ύψωσή του χαιρετίστηκε με κανονιοβολισμούς. Λίγο αργότερα, στις 3 Απριλίου 1821, ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων, στο πλαίσιο μιας ακτινοβολούσας τελετής, ξεκίνησε ο Αγώνας και στον θαλάσσιο χώρο και ειδικότερα στις Σπέτσες, χάρη στη συμβολή της Μπουμπουλίνας.

Ύστερα από τον πανηγυρισμό για την κήρυξη της Επανάστασης, σημαντική δύναμη του ναυτικού στόλου των Σπετσών έπλευσε προς την Ύδρα, τα Ψαρά, τη Χίο, τη Σάμο, τη Μήλο και αλλά νησιά του Αιγαίου Πελάγους, ενώ άλλη κινήθηκε προς τα φρούρια των ακτών της Πελοποννήσου: Μονεμβασιά, Επίδαυρο Λιμηρά και Ναύπλιο. Όσον αφορά το Ναύπλιο, το οποίο από τις 4 Απριλίου 1821 πολιορκούνταν από Αργείους και άλλους επαναστάτες, ο σπετσιώτικος στόλος δεν έχασε χρόνο και μετέβη, προκειμένου να συνδράμει στην προσπάθεια εξόντωσης του εχθρού.

Ειδικότερα, στον Αργολικό Κόλπο, με σκοπό να αποκλειστεί το Ναύπλιο από τη θάλασσα, πρώτη έκανε την εμφάνισή της η Σπετσιώτισσα καπετάνισσα με δύο πλοία της, εκ των οποίων το ένα ήταν το «Αγαμέμνων», έχοντας ως κυβερνήτη τον γιο της, Ιωάννη Γιάννουζα. Ακόμη, μαζί τους ήταν και ο ετεροθαλής αδελφός της, Μανώλης ∆. Λαζάρου Ορλώφ.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-7
Ακρόπρωρο του «Αγαμέμνονα» (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Ο ∆ιονύσιος Α. Κόκκινος στο έργο του Η Ελληνική Επανάστασις σημειώνει: «Κατά την ιδίαν ημέραν έφθασαν εις τον μυχόν του Αργολικού Κόλπου διά να ενισχύσουν την πολιορκία του Ναυπλίου δύο σπετσιώτικα πλοία. Ο “Αγαμέμνων” της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, η οποία επέβαινε του πλοίου, με κυβερνήτην τον υιόν της Γιάννουζαν, και το πλοίον του Μανώλη ∆. Λαζάρου Ορλώφ, ετεροθαλούς αδελφού της Μπουμπουλίνας.

»Η γενναία Σπετσιώτισσα επεκοινώνησεν αμέσως με τους αρχηγούς. Η άφιξίς της εκεί επροκάλεσεν άμετρον ενθουσιασμόν, αλλά εκρίθη απαραίτητος η ενίσχυσης και με άλλα πλοία».

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο εχθρός, οι δυνάμεις του ελληνικού στόλου δεν ήταν αρκετές και έγινε έκκληση για την αποστολή επιπλέον καραβιών. Ας παρατεθεί εδώ απόσπασμα από επιστολή που εντοπίζεται στο πόνημα του Αναργύρου Α. Χατζηαναργύρου. Αυτή εστάλη στις 4 Απριλίου 1821 από τον Στάικο Σταϊκόπουλο, τον Αθανάσιο Ασημακόπουλο και άλλους αγωνιστές προς τους Σπετσιώτες, με την οποία, μεταξύ άλλων, γίνεται έκκληση για την αποστολή πλοίων:

«Εις τους εντιμοτάτους αδελφούς Άρχοντας και Καπεταναίους, και λοιπούς αδελφούς της νήσου Σπετσών, ασπαζόμεθα αδελφικώς.

»Μετά τους αδελφικούς μας προσκυνησμούς, σας δηλοποιούμεν να λάβητε το έσωθεν της αρχόντισσας καπετάνισσας Μπουμπουλίνας, και πληροφορηθήτε τα πάντα, ως σας γράφει, και δόσατε πίστιν εις τα γραφόμενά της. Σας παρακαλούμεν και ημείς οι δούλοι σας και αδελφοί θερμώς, διά να ξεκινήσητε τα καράβιά σας, τα όσα κρίνετε εύλογον διά το εδώ Ανάπλι, και ελπίζομεν πρώτον η βοήθεια του Θεού και η δύναμις η εδική σας, όπου χωρίς να πέση κανόνι να παραδοθούν, κατά την ολιγοκαρδίαν όπου εβεβαιώθημεν παστρικά πως έχουν, και άμποτε ο Κύριος να βοηθήση, αμήν. […]

»Αριβάροντας το καράβι της αρχόντισσας Μπουμπουλίνας, διεσκορπίσαμεν εις όλα τα μέρη γράμματα, να βεβαιώσωμεν εις τους αδελφούς μας την γενναιότητα και αγάπην σας, όπου έχετε διά τους αδελφούς, διά να ελευθερωθή το γένος των Γραικών. Όθεν ευχόμενοι προς Θεόν να σας χαρίζη υγείαν ν’ απολαύσητε τους κόπους των μεγάλων ανδραγαθημάτων σας, τα οποία διαφημίζουν το όνομά σας εις κάθε μέρος, ως απογόνους των μεγάλων εκείνων ηρώων, μη αποκάμητε διά να κερδήσωμεν την ελευθερίαν του Γένους μας, όπου οι αγαρινοί μάς κατετυράννουν τόσους αιώνας, και είθε ο Κύριος να μας χαρίζη το ποθούμενόν μας. Αμήν.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-8
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα συμβάλλει με τα πλοία της στον αποκλεισμό των Οθωμανών στο φρούριο του Ναυπλίου. Λιθογραφία του Peter von Hess (1852, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

»Εάν ευρίσκεται ακόμη αυτού ο Κύριος Νικόλαος Σπυλιωτόπουλος, του λέγετε τους εκ μέρους μας προσκυνησμούς, του οποίου προχθές του εγράφαμεν τα πάντα εις το να σας βεβαιώση, και του εγράφαμεν να έλθη εδώ όπου χρησιμεύει, και παρακαλούμεν να τον αναγκάσητε να έλθη.

»Και η Κόρινθος σήμερον ελπίζομεν, ως εβεβαιώθη μεν, να πάρη τέλος. Πληροφορήσατέ μας με τον πεζόν τα πάντα.

1821 τη 4 Απριλίου, Άργος.

Μένομεν οι δούλοι σας και αδελφοί εις τας προσταγάς σας

Καπετάν Στάικος Σταϊκόπουλος,

Αθανάσιος Ασημακόπουλος και

λοιποί αδελφοί.

∆ιά το ακριβές της αντιγραφής

Εν Σπέτσαις, τη 15 Φεβρουαρίου 1852.

Ο ∆ήμαρχος

(Τ. Σ.) Νικόλαος Β. Γκίνης».

Οι Σπετσιώτες ανταποκρίθηκαν αμέσως στο κάλεσμα και έσπευσαν στο Ναύπλιο σπετσιώτικα πλοία. Ακόμη, σπετσιώτικες δυνάμεις συνέβαλαν στην πολιορκία του Ναυπλίου και από την ξηρά.

Ήταν φανερό ότι η πολιορκία του Ναυπλίου θα ήταν μια δύσκολη υπόθεση και θα είχε σημαντικές απώλειες για τους Έλληνες. Στις 10 Απριλίου 1821, ανήμερα το Πάσχα, πραγματοποιήθηκε η πρώτη πολιορκία του Ναυπλίου στην ξηρά. Με άλλα λόγια, οι Τούρκοι κάτοικοι του Ναυπλίου πραγματοποίησαν έξοδο, καθώς θεώρησαν ότι λόγω της εορτής θα έπιαναν απροετοίμαστους τους Έλληνες. Τότε προκλήθηκε πανικός στους Αργείους, με αποτέλεσμα να τραπούν σε άτακτη φυγή, κίνηση η οποία υπέπεσε στην αντίληψη της Μπουμπουλίνας, του γιου της Ιωάννη Γιάννουζα και του Γκίκα Μπόταση.

Εκείνοι χωρίς να χάσουν χρόνο κινήθηκαν προς τους Μύλους, απέναντι από το Ναύπλιο, και στη συνέχεια μετέβησαν στο Άργος, με σκοπό να ενθαρρύνουν τους Αργείους, προσκομίζοντάς τους εφόδια και οικονομική ενίσχυση για τη συνέχιση της πολιορκίας του Ναυπλίου.

Ο ∆ιονύσιος Α. Κόκκινος επισημαίνει: «Ελύθη κατ’ αυτόν τον τρόπον η πολιορκία. Αλλ’ αμέσως τότε απεβιβάσθη εις τους Μύλους και μετέβη εις το Άργος η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα συνοδευομένη από τον υιόν της Γιάννουζα και τον Γκίκα Μπότασην. Έφεραν χρήματα, πολεμοφόδια και το πολεμικόν των θάρρος. Η εμφάνισις της Μπουμπουλίνας εφίππου και οπλοφορούσης επροκάλεσεν ενθουσιασμόν εις τους αποχωρήσαντας εκ της πολιορκητικής περί το Ναύπλιον γραμμής και τους συνηθροισμένους εις το Άργος σωματάρχας και οπλίτας».

Επιπρόσθετα, ο Σπυρίδων Τρικούπης στο έργο του Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως αναφέρει ότι: «Εν των επί πολιορκία του Ναυπλίου καταπλευσάντων πλοίων ήτο και το της χήρας Μπουμπουλίνας, εφ’ ου επέβη και η ανδρόφρων αύτη και αρειμάνιος γυνή οπλοφορούσα και ενθουσιώσα υπέρ του αγώνος· συνοδευομένη δε υπό του αξίου τοιαύτης μητρός υιού της και άλλων συμπολιτών της ανέβη την τετράδην της διακαινησίμου εις Άργος, όπου υπεδέχθη ως βασίλισσα· ανέβη κατόπιν εις την αυτήν πόλιν ευφημούντος του λαού και ο πρόκριτος των Σπετσών, Γκίκας Μπότασης, συμπολιορκητής και αυτός του Ναυπλίου. Η ανάβασις αυτού και έτι μάλλον η πρωτοφανής παρουσία γυναικός εν των σταδίων του πολέμου, καθ’ ον καιρόν οι άνδρες έφευγαν απέμπροσθεν των εχθρών, ανεθάρρυναν τους Αργείους προς επανάληψιν της λυθείσης πολιορκίας του Ναυπλίου· την δε 23 Απριλίου μαθόντες την θριαμβευτικήν είσοδον του κεχαγιά εις Κόρινθον ητοιμάσθησαν να τον αντικρούσωσιν αναβαίνοντα εις Άργος».

Επίσης, ο Αναστάσιος Κ. Ορλάνδος σημειώνει: «Κατά τον αυτόν χρόνον η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα χήρα του ∆ημητρίου Μπούμπουλη εκ δευτέρου γάμου, γυνή πολύτολμος και πολυπράγμων, και εις ουδέν λογιζομένη, ούτε την ασθένειαν του γένους της, ούτε τους κατά θάλασσαν πλους, ούτε τας κατά ξηράν ταλαιπωρίας, κάτοχος δε μεγάλης χρηματικής περιουσίας (εκτός και πολλών μετοχών επί διαφόρων πλοίων) επιβάσα και αυτή επί του υπό την διοίκησιν του υιού της Γιάννου ∆. Γιάννουζα πολεμικού πλοίου της, καλουμένου “ο Αγαμέμνων” διευθύνθη εις Ναύπλιον, και αποβάσα εις την πλησίον της παλαιάς Λέρνης παραλίαν Μύλοι Ναυπλίου ήδη καλουμένην, ανέβη θριαμβευτικώς εις την πόλιν του Άργους, έχουσα μεθ’ εαυτής τους υιούς της και πολλούς οπλοφόρους Σπετσιώτας· τοιαύτην δε εντύπωσιν επροξένησεν εις τα πνεύματα των Αργείων η παρουσία της υπό τοιούτον χαρακτήρα εμφανισθείσης εν τω μέσω αυτών εκτάκτου ταύτης γυναικός, ώστε υποδεχθέντες αυτήν οι Αργείοι με τιμάς ασυνήθεις μέχρι τότε εις γυναίκας, απεκάλουν αυτήν άπαντες Κυρά των».

Στις 13 Απριλίου 1821, την Τετάρτη της διακαινησίμου εβδομάδας, η Σπετσιώτισσα καπετάνισσα εισήλθε θριαμβευτικά έφιππη και αρματωμένη στο Άργος, όπου έγινε αποδεκτή με τιμές, έχοντας μαζί της τον γιο της, τους αδελφούς Νέστορα και Αναστάσιο Κουτρουμπή, καθώς και ένα μέρος από ενόπλους Σπετσιώτες.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-9
Πιστόλες της Μπουμπουλίνας (ΓΑΚ/Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Ύδρας).

Χαρακτηριστικά ο Ιωάννης Φιλήμων απαθανατίζει τις στιγμές εκείνες: «Οι εν Ναυπλία Τούρκοι, ή ως γνωρίζοντες τας επί του Πάσχα συνήθεις ευθυμίας των Ελλήνων, ή ως παρατηρούντες την κατά την εορτήν ταύτην γινομένην κραιπάλην, εξώρμησαν, αίφνης επιπεσόντες, και εικοσιτρείς μεν εφόνευσαν, εν οις και τον ηγούμενον της μονής Αυγού, όλους δε διεσκόρπισαν κακώς έχοντας, και τον εκ Μάσητος (Κρανιδίου) Γεώργιον Λεμπέσην ζωγρήσαντες ανεσκολόπισαν. Τούτο μαθόντες οι πλοίαρχοι της θαλασσίας πολιορκίας Λασκαρίνα Πούπλη και Γκίκας Βότασης, ανέβησαν εις το Άργος, όπως ενεργήσωσι την επανάληψιν της γηίνης πολιορκίας. Εκεί υπεδέχθησαν παρά των Αργείων διά τιμής μεγάλης και ως θεοί σωτήρες. Η Λασκαρίνα ήτο φαινόμενόν τι κατά τον αγώνα και προϊόν της φύσεως έκτακτον. Παρά τοις νεωτέροις Αργείοις εθεωρήθη ως άλλη Τελέσιλλα επί του πολέμου των αρχαίων Αργείων κατά της Σπάρτης. Καθώς εκείνη, γυνή μεγάλης παιδείας και γενναίας καρδίας, έσωσε την πατρίδα αυτής παραταχθείσα κατά του βασιλέως Κλεομένους· ούτω και αύτη, απαίδευτος μεν όλως, αλλά μεγαλόφρων και ελευθεριάζουσα, ενδεδυμένη ως γυνή και ωπλισμένη ως ανήρ, ήλθεν εν τω μέσω των Αργείων, και όλων την νέαν προς τον πόλεμον ορμήν εξήψε. Η Λασκαρίνα, αναπληρούσα τον σύζυγον ως χηρεύουσα, μόνη εδιοίκει ήδη το πολεμικόν μετασχηματισθέν πλοίον αυτής, και πρώτη ενέπνεε τοις πάσι και σέβας προς εαυτήν και φιλοτιμίαν προς τον πόλεμον. Ενώπιον ταύτης ο άνανδρος ανήρ ησχύνετο, και ο ανδρείος υπεχώρει. Ούτω και εν τω προσώπω της γυναικός ταύτης απεδείχθη, ότι το γυναικείον φύλλον, όπερ “ο Θεός παρασκεύασεν επί τα ένδον έργα” κατά τον Ξενοφώντα, άξιον εστίν εργασιών ανωτέρων, καθ’ α επί διαφόρων εποχών έδοσε παραδείγματα. Τέλος δε, ανδρώδης και υπερμαζώσα, πλήρης δε πνεύματος, ετοιμότητος λόγου και θάρρους, η Λασκαρίνα, τρεις προσενεγκούσα ήρωας υιούς θύματα υπέρ της πατρίδος, επέβαλε τότε τοις οπλαρχηγοίς το καθήκον, όπως επανελθώσιν ευθύς εις τας προτέρας θέσεις αυτών και επαναλάβωσι την πολιορκίαν Ναυπλίας».

Είναι γεγονός ότι η Μπουμπουλίνα με τα λόγια της παρακινούσε τους Αργείους να συνεχίσουν την πολιορκία του Ναυπλίου. Μάλιστα η ίδια δέχθηκε πρόσκληση από τα πολεμικά συμβούλια των αρχηγών να πάρει μέρος και τότε είναι που της εδόθη ο τίτλος «Μεγάλη Κυρά».

Σε αυτή τη συνέλευση ελήφθη η απόφαση να συνεχιστεί ο Αγώνας υπό τον Στάικο Σταϊκόπουλο και να επαναληφθεί η πολιορκία του Ναυπλίου μαζί με δύναμη 900 Αργείων και χωρικών της Αργολίδας. Κατόπιν, η Μπουμπουλίνα, αφού άφησε τον γιο της μαζί με ένοπλους άνδρες και δύο πυροβόλα στο Άργος, γύρισε πίσω στους Μύλους με το πλοίο της «Αγαμέμνων».

Κατά την περίοδο αυτή, ο Μόρα Βαλεσής, Χουρσίτ πασάς είχε εκστρατεύσει στην Ήπειρο, για να καταπνίξει την εξέγερση του Αλή πασά εναντίον της Υψηλής Πύλης. Μόλις ο Χουρσίτ πασάς πληροφορήθηκε τα δρώμενα στον Μοριά, διέταξε τον Κεχαγιάμπεή του να μεταβεί στο Άργος επικεφαλής 3.500 Τουρκαλβανών, προκειμένου να καταστείλει την Επανάσταση και να προφυλάξει την Τριπολιτσά. Πράγματι, ο Κεχαγιάμπεης, αφού πέρασε από τη Βοστίτσα (Αίγιο) και την Κόρινθο, λεηλατώντας και καθυποτάσσοντας τους κατοίκους, έφτασε στο Άργος.

Αξίζει στη συνάφεια αυτή να υπογραμμιστεί μια προσπάθεια αντιμετώπισης του εχθρού, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 24-25 Απριλίου 1821 από τον γιο της Μπουμπουλίνας, Ιωάννη Γιάννουζα, και τον έμπορο Νικόλαο Σπηλιωτόπουλο. Η ελληνική πλευρά δεν κατάφερε να αποκρούσει τον εχθρό, με αποτέλεσμα να σημειωθούν σφαγές και λεηλασίες. Ακόμη, ορισμένοι Έλληνες βρήκαν καταφύγιο στα βουνά, κάποιοι στο μοναστήρι της Παναγιάς Κεκρυμμένης, ενώ άλλοι στο στρατόπεδο των Μύλων, όπου βρισκόταν η Μπουμπουλίνα μαζί με άλλους οπλαρχηγούς.

Στη συμπλοκή αυτή κοντά στα περίχωρα του Άργους, ο Γιάννουζας μαζί με τον Σπηλιωτόπουλο και τους άνδρες τους οχυρώθηκαν σε έναν μαντρότοιχο στην κοίτη του χειμάρρου Ξεριά (Χάραδρο), πολεμώντας γενναία. Στις 25 Απρίλιου 1821, ο γιος της Μπουμπουλίνας, Ιωάννης Γιάννουζας, σκοτώθηκε μαζί με άλλους 50 Υδραίους και Σπετσιώτες και, δεδομένου ότι δεν υπήρχε αρκετά μεγάλη αντίσταση, ο εχθρός κατάφερε να εισέλθει στο Άργος.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-10
Ελληνικό χαρτονόμισμα πενήντα δραχμών με τη μορφή της Μπουμπουλίνας κατά την πολιορκία του Ναυπλίου (Getty Images/Ideal Image).

Στο άκουσμα του θανάτου του γιου της, η Σπετσιώτισσα καραβοκύρισσα μετέβη στο σημείο, προκειμένου να περισυλλέξει το άψυχο σώμα του, και στη συνέχεια ενημέρωσε τη ∆ιοίκηση των Σπετσών τόσο για τον χαμό του γιου της, όσο και για το ότι το Άργος παρέμενε στα χέρια των εχθρών. Κατόπιν, επέστρεψε στην πολιορκία του Ναυπλίου, θέλοντας να πάρει εκδίκηση για τον χαμό του γιου της, διαθέτοντας την περιουσία της στον Αγώνα.

Για τη δράση της «Μεγάλης Κυράς» ο ∆ιονύσιος Α. Κόκκινος σημειώνει:

«Από της εμφανίσεώς της εις τον Αργολικόν επί ιδίου πλοίου διά την πολιορκίαν του Ναυπλίου και έπειτα εις το Άργος, η φυσιογνωμία της Μπουμπουλίνας καθίσταται η αμαζόνιος διακόσμησις του πολεμικού πίνακος του 1821. Η δόξα της, που έφθασε μέχρι της εκπλήκτου διά την δράσιν της Ευρώπης της εποχής εκείνης, οφείλεται εις πραγματικάς πολεμικάς πράξεις.

«Από της εμφανίσεώς της εις τον Αργολικόν επί ιδίου πλοίου διά την πολιορκίαν του Ναυπλίου και έπειτα εις το Άργος, η φυσιογνωμία της Μπουμπουλίνας καθίσταται η αμαζόνιος διακόσμησις του πολεμικού πίνακος του 1821».

»Το φαινόμενον της Μπουμπουλίνας εξηγείται αν ενθυμηθή κανείς και τον τόπον εκ του οποίου προήρχετο. Είχεν αναπτυχθή εν μέσω ενός λαού νησιωτών που δεν εγνώρισαν την υποταγή και αντέταξαν πάντοτε πείσμονα αντίστασιν προς τους δυνάστας, μη ανεχόμενοι επί πολύ ούτε τους εξ αυτών των ιδίων προερχομένους άρχοντας, και των οποίων η ζωτικότης, η ενισχυομένη από την σκληράν πάλην της ζωής της θαλάσσης, έδιδεν εις τον φιλελεύθερον χαρακτήρα των την ριψοκίνδυνον διάθεσιν διά τους μεγάλους αγώνας, όπως κατά το 1769, οπότε παρέβλεψαν τα ασφαλή των συμφέροντα διά την επιδίωξιν της εθνικής ανεξαρτησίας. Λαός όπως αυτός παρήγαγε την αμαζόνα του».

Ακόμη, ο ίδιος επισημαίνει: «Η από των πρώτων ημερών εξόρμησις της Μπουμπουλίνας εις τον αγώνα και η ζωηρά της ενέργεια εις το στρατόπεδον του Άργους διά την πολιορκίαν του Ναυπλίου εσχημάτισαν την πολεμικήν της προσωπικότητα ευθύς εξ αρχής. Ώριμος πλέον, εις ηλικίαν 45 χρόνων τότε, με σωματικήν διάπλασιν γυναικός καμωμένης διά να γεννά και να θηλάζει παιδιά, αλλά με αδρά χαρακτηριστικά του προσώπου, με αυστηράν και αρρενωπήν έκφρασιν, με πιστόλας υπό τον ευρύν στηθόδεσμόν της, με σπαθί κρεμάμενον από τον μετάλλινον ζωστήρα της, με φωνήν συνηθισμένην να διατάσση, με γλώσσα πολεμικήν, αποκαλουμένη από όλους, αρχηγούς και στρατιώτας, Κυρά ή Καπετάνισσα, ήσκησεν επί των Ελλήνων πολεμιστών την μαγγανείαν της ηρωίδος».

Η πολιορκία και η άλωση της Τριπολιτσάς

Η συνάντηση με τη γυναίκα του Χουρσίτ για προστασία της ίδιας και του χαρεμιού.

Ύστερα από τις νικηφόρες μάχες των Ελλήνων στο Βαλτέτσι και στα ∆ολιανά, επιθυμία του Κολοκοτρώνη και των Ελλήνων, έχοντας αποκτήσει τη δυναμική της νίκης, ήταν να κυριεύσουν και την Τριπολιτσά. Έτσι, οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου μαζί με τα στρατεύματά τους άρχισαν τις μεγάλες προετοιμασίες για την πολιορκία της πρωτεύουσας του Μοριά, καταλαμβάνοντας τις πλησιέστερες περιοχές.

Ανάμεσα στους οπλαρχηγούς, λίγες ημέρες πριν από την άλωση, συγκαταλεγόταν και η Μπουμπουλίνα, συνοδευόμενη από ένοπλους Σπετσιώτες. Είναι γνωστό ότι μετά την πολιορκία της Μονεμβασιάς η Λασκαρίνα γύρισε πίσω στους Μύλους και από εκεί κινήθηκε προς την Τριπολιτσά, όπου οι οπλαρχηγοί την υποδέχθηκαν με τιμές. Ακόμη, τους μετέφερε και τα πολεμοφόδια που της είχε παραγγείλει με επιστολή του ο Κολοκοτρώνης.

Οι πολιορκούμενοι, βλέποντας την κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα, ζητούσαν από τον Μουσταφά μπέη να προβεί σε συνθηκολόγηση. Παρ’ όλα αυτά, οι προσπάθειές του έπεσαν στο κενό.

Λέγεται μάλιστα ότι η σύζυγος του Χουρσίτ, μόλις έμαθε την άφιξη της Σπετσιώτισσας καπετάνισσας, θέλησε να τη συναντήσει, προκειμένου να της ζητήσει προστασία όταν οι πολιορκητές θα εισέρχονταν στην Τριπολιτσά. Η Μπουμπουλίνα δέχθηκε την πρόσκληση και πήγε να τη συναντήσει, συνοδευόμενη από σπετσιώτικη φρουρά. ∆εν δεσμεύθηκε, διαβεβαιώνοντάς την πως θα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-11
Η Μπουμπουλίνα στην πρόσθια όψη ελληνικής δραχμής που εκδόθηκε το 1988 (Shutterstock).

Το πρωί της 23ης Σεπτεμβρίου 1821 οι πολιορκητές, με τη βοήθεια των Μανώλη ∆ούνια, Γκίκα Ρουμάνη και Αναστάσιου Αυραντίνη, εισήλθαν στην πόλη. Οι επόμενες ημέρες ήταν διάστημα σφαγών και λεηλασίας.

Χαρακτηριστικά ο Φωτάκος στα Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως αναφέρει: «Η σφαγή άρχισε εις όλα τα μέρη της πόλεως, το τουφέκι εδούλευε πανταχού και ανηλεώς κατά τρεις ολοκλήρους ημέρας εσκοτώνοντο πάσης ηλικίας άνθρωποι άνδρες, γυναίκες, παιδιά ανήλικα. Οι Έλληνες εδώ εξεδικήθησαν δι’ όσα τόσους χρόνους είχαμεν πάθει από τους τυράννους μας. Πολλοί δε Τούρκοι όπου εκλείσθησαν εις τα σπίτια των, επροτίμησαν και εκάησαν μέσα εις αυτά με ταις φαμιλίαις των παρά να παραδοθούν εις τους δούλους των».

Η Μπουμπουλίνα εισήλθε στην Τριπολιτσά στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, έφιππη και με τα άρματά της, και κατευθύνθηκε προς τη γυναίκα του Χουρσίτ και το χαρέμι, προκειμένου να τους προστατεύσει. Έτσι εκείνοι σώθηκαν και παραδόθηκαν για προστασία στον γιο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Αναστάσιο, ο οποίος κατά τη διάρκεια της πολιορκίας κρατούνταν όμηρος στην Τριπολιτσά. Αργότερα ανταλλάχθηκαν στην Κόρινθο με την οικογένεια του Μάρκου Μπότσαρη, η οποία είχε αιχμαλωτισθεί από τον Χουρσίτ πασά.

Για τη μετάβαση της Σπετσιώτισσας καπετάνισσας στην Τρίπολη ο Ανάργυρος Α. Χατζηαναργύρου σημειώνει: «Ιδίως δε περί το Ναύπλιον αμέσως συνήλθον οι λιποτακτήσαντες και συνεσπείρωσαν την πολιορκίαν αυτού, συντελεσάντων εις τούτο του τε Γκίκα Μπόταση και της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας εκ των ενόντων, μεθ’ ο ο μεν μετέβη εις Σπέτζας ως αναγκαίος εκεί διά τα ναυτικά επιχειρήματα, η δε Μπουμπουλίνα συμπαραλαβούσα και τους όσους προαναφέραμεν συμπολίτας αυτής μετέβη εις Τρίπολιν και αυτή μένεα πνέουσα κατά του Κεχαγιά μπέγη διά την στέρησιν του υιού της· αυτόσε δε διέμεινε μέχρι της αλώσεως επισυμβάσης τη 23 Σεπτεμβρίου μηνός, θαυμαζομένη μεν παρά πάντων των ενόπλων χερσαίων ομογενών διά το θάρρος της και την επιμονήν, επαινεθείσα δε προσηκόντως διότι μετά την παράδοσιν των πολιορκουμένων ενεφανίσθη ως απλή οικοδέσποινα Ελληνίς και εχαιρέτησε τας εις αιχμαλωσίαν περιπεσούσας δεσποινίδας των σημαινόντων Οθωμανών (τα χαρέμια των Πασάδων, εν αις συμπεριελαμβάνοντο και αι του Χουρσήτ πασά), εγκλείστους ούσας κατά το σύνηθες, τας επαρηγόρησεν επί τοις συμβεβηκόσι και προσέφερεν αυταίς πάσαν φιλόφρονα περιποίησιν αρμόζουσαν εις την θέσιν των».

Μπροστά στο κάστρο του Ναυπλίου

Από την έφοδο του 1821 στην κατάληψη του 1822.

Ύστερα από την άλωση της Τριπολιτσάς και την πτώση των φρουρίων της Μονεμβασιάς και του Νεοκάστρου, οι ελληνικές δυνάμεις είχαν επικεντρωθεί στην πολιορκία του Ακροκορίνθου και του Ναυπλίου.

Ήδη από την έναρξη της πολιορκίας του Ναυπλίου η Μπουμπουλίνα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο. Επίσης, έκανε και μια ανδρεία απόπειρα να καταλάβει το Ναύπλιο τον ∆εκέμβριο του 1821.

Η έφοδος του ελληνικού στόλου είχε προγραμματιστεί για τα ξημερώματα της 4ης/16ης ∆εκεμβρίου 1821, ενώ το βράδυ πριν από την ενέργεια αυτή οι Έλληνες διασκέδαζαν, προκειμένου να τονωθεί το ηθικό τους και να προετοιμαστούν ψυχολογικά.

Αναφορικά με την προσπάθεια κατάληψης του Ναυπλίου, ο Ανάργυρος Α. Χατζηαναργύρου αναφέρει: «Μάρτυς δε των λόγων μας πλείστα τε, μάλιστα δε αυτό το σπάνιον γεγονός εις τα χρονικά των εθνών, μία γυνή να εκστρατεύσῃ, γυνή πλουσία, αποφασίσασα και πλοία και χρήματα και υιούς ολοκαύτωμα εις τον βωμόν της πατρίδος να προσενέγκη· αύτη δε η γυνή είναι η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, την οποίαν όλα τα έθνη ανευφήμησαν και εχαιρέτησαν ως ηρωίδα. Ήτο δε πραγματικώς λεοντόθυμος. Τω 1821 ∆εκεμβρίου 4 εις την πολιορκίαν του Ναυπλίου, το ενθυμούμεθα, επιβαίνουσα εις το ίδιον πλοίον της, μόνη διέταξε την έφοδον εις τας λέμβους κατά του φρουρίου, αύται δ᾽ επιτίθενται, αλλ᾽ αι σφαίραι και οι μύδροι από των επιθαλασσίων προμαχώνων τας κανονοστοιχίας χαλαζηδὸν επιπίπτοντα, υποχρεούν τους ανδρείους της να υποχωρήσουν προς ολίγον. Εξανίσταται τότε η αμαζών επισκοπούσα από των εδωλίων της νηός, και τοις αναβοά “είσθε λοιπόν γυναίκες και ουχί άνδρες, εμπρός!”. Οι αξιωματικοί την υπακούουσι, μάχονται, θνήσκουν επανελθόντες εις την τάξιν, αλλά εις μάτην· το φρούριον διά θαλάσσης ήτο απόρθητον, διό μετέβη εις την ξηράν και εκεί εστρατήγει μέχρι της παραδόσεως του Ναυπλίου, τη 30 Νοεμβρίου 1822, συμμετέχουσα των έργων της πολιορκίας, οδηγούσα τα παλληκάρια της, χορηγούσα τους θησαυρούς της».

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-12
Η Μπουμπουλίνα κατά την πολιορκία του Ναυπλίου, καθώς προσπαθεί να διασπάσει τον τουρκικό αποκλεισμό. Ελαιογραφία αγνώστου (περ. 1880, Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες).

Ύστερα από την αποτυχία της εφόδου από τη θάλασσα, η πολιορκία συνεχίσθηκε. Όμως οι πολιορκούμενοι, όταν έμειναν χωρίς τρόφιμα, παραδόθηκαν και η συμφωνία της παράδοσης υπεγράφη στις 18 Ιουνίου 1822. Με αυτήν οι Έλληνες όφειλαν να μεταφέρουν τους Τούρκους στα παράλια της Μικράς Ασίας, ενώ οι Τούρκοι παρέδωσαν ομήρους από κάποιες σημαντικές οικογένειες, καθώς και το Μπούρτζι στην ελληνική κυβέρνηση. Η συνθήκη όμως δεν πραγματώθηκε τότε και σε αυτό συνέβαλε και η εκστρατεία του ∆ράμαλη.

Τελικά, το πρωί της 30ής Νοεμβρίου 1822 καταλήφθηκε το Παλαμήδι. Συγκεκριμένα, ο Σταϊκόπουλος σε συνεννόηση με τον διοικητή του τακτικού σώματος, Γκουβερνάτη, αφού πήρε μαζί του στρατιωτική δύναμη, κινήθηκε προς το Παλαμήδι. Τότε οι εχθροί, βλέποντας ότι κάθε αντίσταση δεν θα είχε αποτέλεσμα, αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να παραδοθούν. Τα ξημερώματα οι Έλληνες, αφού ύψωσαν το λάβαρο της Επανάστασης, άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.

Ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος βρισκόταν στα ∆ερβενάκια, όταν άκουσε τους κανονιοβολισμούς, έσπευσε έφιππος στο Ναύπλιο και εισήλθε στο φρούριο. Στη συνέχεια, έστειλε διαταγή προς τους Τούρκους να παραδώσουν την πόλη εντός τριών ωρών. Καθώς παρήλθε η διορία χωρίς να εκτελεστεί η εντολή του, ξεκίνησε τους κανονιοβολισμούς. Κατόπιν, οι ντόπιοι μπέηδες ζήτησαν συμβιβασμό και ο Κολοκοτρώνης τούς υποσχέθηκε την ασφάλειά τους, καθώς και τη μεταφορά τους στα παράλια της Μικράς Ασίας. Εκείνοι συμφώνησαν, υπέγραψαν τη συνθήκη και παρέδωσαν την πόλη στους Έλληνες.

Η Μπουμπουλίνα εισήλθε θριαμβευτικά εκεί και μερίμνησε για τη μεταφορά των τουρκικών οικογενειών με τα σπετσιώτικα πλοία στη Μικρά Ασία.

Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, όπου παρέμεινε έως τα μέσα του 1824, έχοντας μεγάλη ισχύ στην περιοχή. Η κυβέρνηση, προκειμένου να την ανταμείψει για τη συμμετοχή της και τις θυσίες της κατά τον αγώνα της πολιορκίας, της παραχώρησε δωρεάν κατοικία. Επίσης, φρούραρχος του Ναυπλίου ορίστηκε ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ο οποίος νυμφεύθηκε την κόρη της, Ελένη.

Η επιστροφή στις Σπέτσες και το τέλος

Η σύμπραξη με τον Θ. Κολοκοτρώνη και ο θάνατος λόγω μιας οικογενειακής διαμάχης.

Οι διαμάχες και οι διαφωνίες που προέκυψαν ανάμεσα στους στρατιωτικούς και πολιτικούς αρχηγούς της Επανάστασης μετά τη Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος, καθώς και οι εμφύλιες συγκρούσεις ανάγκασαν την Μπουμπουλίνα, η οποία είχε συνεργαστεί με τον Κολοκοτρώνη και συνδεόταν μαζί του με εξ αγχιστείας συγγένεια, να καταστεί αντίπαλος των κυβερνητικών, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει το Ναύπλιο και να εγκατασταθεί στις Σπέτσες. Επίσης, ας αναφερθεί ότι, με εντολή της κυβέρνησης, της αφαιρέθηκε το εθνικό κατάλυμα.

Ειδικότερα, όταν ο Πάνος Κολοκοτρώνης κλήθηκε από την κυβέρνηση να παραδώσει τα φρούρια του Ναυπλίου, αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί, όπως αναφέρει η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη, «αποστάτης και εχθρός του ελληνικού έθνους». Ταυτόχρονα, καταδιώχθηκαν οι αντικυβερνητικοί που είχαν συγκεντρωθεί στην Αρκαδία με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Έπειτα από την ήττα των τελευταίων, ο Πάνος Κολοκοτρώνης αναγκάστηκε να αποχωρήσει από το Ναύπλιο.

Όσον αφορά την αναχώρηση της Μπουμπουλίνας από το Ναύπλιο, ο ∆ιονύσιος Α. Κόκκινος αναφέρει: «Έτσι εξηναγκάσθη κατά την 12ην Ιουνίου η καπετάνισσα των Σπετσών να απέλθη ως ανεπιθύμητον πρόσωπον εκ του Ναυπλίου, διά την πολιορκίαν και ελευθέρωσιν του οποίου, όταν τούτο κατείχετο υπό των Τούρκων, είχε σπεύσει με το πλοίον της, ακράτητος θαλασσινή αμαζών, από των πρώτων ημερών της κηρύξεως της Ελληνικής Επαναστάσεως».

Ας σημειωθεί ότι, ύστερα από την άνανδρη δολοφονία του Πάνου Κολοκοτρώνη στις 13 Νοεμβρίου 1824, η γυναίκα του Ελένη εγκαταστάθηκε με τη μητέρα της στις Σπέτσες. Εκείνη παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, έξι μήνες μετά τον χαμό του Πάνου, τον στρατηγό Γεώργιο Γρίβα.

Στις 6 Φεβρουαρίου 1825, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης φυλακίστηκε στη Μονή του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Ύστερα όμως από την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, η κυβέρνηση τον αποφυλάκισε, αναθέτοντάς του την αρχηγία του ελληνικού στρατεύματος στον κλεφτοπόλεμο εναντίον του Ιμπραήμ.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-13
Η Μπουμπουλίνα σε επιχρωματισμένη ρωσική χαλκογραφία του 19ου αιώνα (Μουσείο Μπουμπουλίνας, Σπέτσες).

Είναι γεγονός ότι η «Μεγάλη Κυρά» ως φιλόπατρις προετοιμαζόταν να συνδράμει στον Αγώνα, στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, όμως δεν πρόλαβε, διότι σκοτώθηκε ξαφνικά λόγω κάποιας οικογενειακής διαμάχης στις Σπέτσες.

Πιο συγκεκριμένα, ο γιος της από τον πρώτο της γάμο, Γεώργιος Γιάννουζας, αγαπούσε κρυφά την κόρη του καπετάν Χριστόδουλου Ι. Κούτση, Ευγενία. Αλλά η οικογένεια της κοπέλας δεν ήθελε αυτόν τον γάμο, καθώς ο αδελφός της Μπουμπουλίνας, ο Μανώλης ∆. Λαζάρου Ορλώφ, είχε ως γυναίκα του τη μεγαλύτερη αδελφή της Ευγενίας. Και η Ευγενία ήταν αρραβωνιασμένη με τον Παναγή Μέξη, χωρίς να τον θέλει.

Ένα βράδυ λοιπόν ο Γιάννουζας έκλεψε την κοπέλα και την έκρυψε στην οικία της μητέρας του. ∆εδομένου του γεγονότος ότι η απαγωγή ήταν ένα ασυνήθιστο φαινόμενο για τις αυστηρές συνήθειες της εποχής εκείνης και αποτελούσε προσβολή για την οικογένεια, οι συγγενείς της κοπέλας προσβλήθηκαν και θέλησαν να πάρουν εκδίκηση από την οικογένεια της Μπουμπουλίνας. Έτσι, η οικογένεια Κούτση, οπλοφορούσα και συνοδευόμενη από τον αδελφό της Μπουμπουλίνας, γαμπρό του Χριστόδουλου Ι. Κούτση, κινήθηκαν προς την κατοικία της Μπουμπουλίνας.

Εκείνη βρισκόταν στο σπίτι και, όπως υπογραμμίζει ο Γιάννης Βλαχογιάννης στο έργο του Ιστορική Ανθολογία, «ψυχραμένη από πριν με τους Κούτσηδες κι’ αθυρόστομη γυναίκα, απαντούσε από μέσα πως δεν είχε κανένα κορίτσι κι’ ο γυιος της έλειπε». Μόλις τη φώναξε ο αδελφός της, ανταποκρινόμενη, βγήκε στο παράθυρο.

Εν συνεχεία ακολούθησε μια σφοδρή και έντονη λογομαχία ανάμεσα σε εκείνη, στον αδελφό της και στην οικογένεια Κούτση. Ξαφνικά κάποιος από το πλήθος σήκωσε το όπλο του και πυροβόλησε την Μπουμπουλίνα. Λέγεται ότι ίσως αυτός που σκότωσε την Μπουμπουλίνα να ήταν ένα από τα αδέλφια της Ευγενίας, ο Γιάννης Κούτσης. Η σφαίρα καρφώθηκε στο μέτωπό της και πέθανε το βράδυ της 22ας Μαΐου 1825. Προκειμένου να αποτραπούν τα χειρότερα, παρενέβησαν κάποιοι ψύχραιμοι Σπετσιώτες, με σκοπό να παρεμποδίσουν τη διαμάχη των δύο οικογενειών που είχε ξεκινήσει.

Μετά το τραγικό γεγονός της εν ψυχρώ εκτέλεσης της Μπουμπουλίνας, η οικογένεια Κούτση δέχτηκε να παντρευτεί η κόρη της τον Γιάννουζα και ύστερα από λίγες ημέρες πραγματοποιήθηκε ο γάμος τους.

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-14
Άποψη από το εσωτερικό του Μουσείου Μπουμπουλίνας, στις Σπέτσες, το οποίο στεγάζεται στο αρχοντικό της οικογένειας Μπούμπουλη (Alamy/Visualhellas.gr).

Την επόμενη ή μεθεπόμενη ημέρα του οδυνηρού συμβάντος, έλαβε χώρα η κηδεία της καπετάνισσας του Αγώνα στον ιδιόκτητο οικογενειακό Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη στην Κουνουπίτσα, ο οποίος βρισκόταν στο κτήμα Γιάννουζα.

Χαρακτηριστικά η Σωτηρία Ι. Αλιμπέρτη σημειώνει: «Εις την δίδυμον της Ύδρας αδελφήν, εις την μυρωμένην νήσον των Σπετσών έκειτο, επί πολλά έτη, εις τον περίβολον του Αγ. Ιωάννου, σεμνόν και απέριττον μνήμα γυναικείας δόξης. ∆εν το είχε λαξεύσει η σμίλη του καλλιτέχνου. Η χλόη το εκάλυπτε, και ο Χρόνος το ηυλαβείτο, παρεχόμενος. Ο απέριττος και σεμνός ούτος τάφος ενέκλειε τα οστά της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, τα οποία μετεφέρθησαν κατόπιν εις τον ναόν του Αγίου Νικολάου».

Ο Γεώργιος Γιάννουζας, έπειτα από τη δολοφονία της μητέρας του, δεν ήθελε να νυμφευθεί την Ευγενία και ο πεθερός του τού έταξε να του δώσει μεγάλη προίκα, καθώς και να μοιράσει την κληρονομιά του ισότιμα στον ίδιο και στους τρεις γιους του. Ο γάμος τελικά πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουνίου 1825.

Εν κατακλείδι, αξίζει να επισημανθεί ότι η Ρωσία απένειμε στην Μπουμπουλίνα μεταθανάτια τον τιμητικό τίτλο του ναυάρχου. Επίσης, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της χώρας μας με το από 6.3.2018 Προεδρικό ∆ιάταγμα, το οποίο δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμ. ΦΕΚ 373/11.4.2018 (Τεύχος Γ΄) αποφάσισε:

«Απονέμονται στην κορυφαία ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, για τον απαράμιλλο ηρωισμό της, την αυτοθυσία και την αφοσίωση που επέδειξε προς το Ελληνικό Έθνος, τα οποία την κατέστησαν στη μνήμη όλων των Ελλήνων και Ελληνίδων ως Εθνικό ιδεώδες:

α. Ο βαθμός του υποναυάρχου επί τιμή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν. 3883/2010

β. Ο Πολεμικός Σταυρός Α΄ Τάξεως

γ. το Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων».

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα – Η ατίθαση αμαζόνα της Εθνεγερσίας-15
Το ορειχάλκινο άγαλμα της Μπουμπουλίνας στο λιμάνι των Σπετσών, έργο της Ναταλίας Μελά (Shutterstock).
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT