Ανασταίνοντας τη ναυπηγική τέχνη του Αιγαίου

Ανασταίνοντας τη ναυπηγική τέχνη του Αιγαίου

Το ερευνητικό πρόγραμμα Virtual Historic Sailing Ship καταγράφει ιστορικά και τεχνικά στοιχεία για τα σκαριά του 19ου αιώνα, αναδεικνύοντας μια περίοδο ακμής για τη ναυτιλία και τη συνδρομή της στον Αγώνα του 1821

7' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο γραιγολεβάντες φουσκώνει τα σταυρωτά πανιά και το μπρίκι σχίζει γοργά τα γαλανά νερά στο Νταρ-μπογάζ κάτω από τη σκιά της Μυκάλης. Είναι ξημερώματα. Ο καπετάν Αναστάσης στέκεται στην άκρη του αϊνά και κοιτάει περήφανος την αρματωσιά του καραβιού. Η μαΐστρα, η γάπια, ο μπαφίγκος και ο κούντρος, ανοιγμένα το ένα πάνω από το άλλο μπροστά από το μεγάλο άλμπουρο, τραβούν το σκαρί δυτικά. Θα περάσει ανοιχτά από το Τηγάνι και θα ορτσάρει, τεζάροντας την μπούμα, ξέροντας ότι μετά την Κολώνα ο καιρός θα το γυρίσει σε μαϊστράλι. Από κει θα τραβερσάρει για το ιερό νησί της Αποκάλυψης.

Το μπρίκι του καπετάν Αναστάση που φτιάχτηκε στη Σύρο από τους Κουφουδάκηδες είχε «μάκρος είκοσι τρεις ναυπηγικούς πήχεις». Hταν γερό σκαρί και είχε κάνει πολλά ταξίδια φθάνοντας μέχρι την Πόλη. Ο μαστρο-Σταμάτης, που του σκάρωσε το καράβι, είχε πει να μην το φοβάται, είναι φτιαγμένο διπλοσκάρμι με πολλά χοντρώματα και καδένες που θα το κρατάνε γερό για πολλά χρόνια. Πραγματικά το φόρτωνε μέχρι τα μπούνια και το ταξίδευε με όλα τα πανιά, αρμενίζοντας σε όλο το Αιγαίο και ακόμη πιο πέρα.

Ανασταίνοντας τη ναυπηγική τέχνη του Αιγαίου-1
Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση από το βίντεο με τις φάσεις κατασκευής του μπάρκου «Ελλην». Δημιουργία ψηφιακών 3D: Α. Αραπαντώνης, Ε. Παπαδημητρίου.

Σήμερα το πήγαινε φορτωμένο με κερεστέ από τη Σάμο για τα καρνάγια του νησιού και μαζί έφερνε κρασί, καπνά και λάδι για να τα πουλήσει όλα στην Πάτμο. Hθελε να αδειάσει το εμπόρευμα γρήγορα, να σαβουρώσει το καράβι και να σαλπάρει ξανά, το συντομότερο, μπας και προλάβει το πανηγύρι του Αϊ-Παντελεήμονα στο Αγαθονήσι και από εκεί πίσω στο Τηγάνι.

Ταρσανάδες

Το μπρίκι του καπετάν Αναστάση μπορούσε να ήταν ένα από τα χιλιάδες ιστιοφόρα του Αιγαίου που είχαν σκαρωθεί στους ταρσανάδες του Αρχιπελάγους τον 19ο αιώνα. Χτίζονταν κατά δεκάδες κάθε χρόνο, όχι μόνο στη Σύρο αλλά και στις Σπέτσες, στην Yδρα, στο Γαλαξίδι, στη Σκιάθο, στη Σκόπελο και σχεδόν σε όλα τα νησιά και σε πολλές παραλιακές περιοχές. Μεγάλα καράβια με τρία κατάρτια, όπως νάβες, μπάρκα και μπαρκομπέστια, κατασκευάζονταν σχεδόν κάθε χρόνο. Μικρότερα με δύο κατάρτια, όπως μπρίκια, γολέτες, σκούνες και μπομπάρδες, σκαρώνονταν με ευκολία, σχεδόν σε κάθε μέρος, από τους έμπειρους ναυπηγούς του Αιγαίου και του Ιονίου. Ο κερεστές, η ναυπηγήσιμη ξυλεία, ερχόταν από τα δάση της Ελλάδας ή γινόταν εισαγωγή από άλλες βαλκανικές χώρες. Μεταφερόταν πρώτα με ζώα στην πλησιέστερη θάλασσα ή στα ποτάμια, και από εκεί με τα καράβια στα σκέρα (τα ξυλοναυπηγεία) των νησιών και των παραλιακών περιοχών. Καρφιά, τζαβέτες, μάπες, ξαρτόριζες και άλλα σιδερικά φτιάχνονταν στα «γυφταριά» (τα σιδηρουργεία) που υπήρχαν πάντα δίπλα στους ταρσανάδες. Μια σειρά από άλλα επαγγέλματα, καλαφάτες, σχοινοποιοί, ιστιοράφτες, αρμαδούροι και άλλοι, δούλευαν παράλληλα για να ολοκληρωθούν η ναυπήγηση και η αρματωσιά ενός ιστιοφόρου. Τα χρήματα για τις παραγγελίες προέρχονταν συνήθως από τους εμπόρους και τους καραβοκύρηδες που επανεπένδυαν στη ναυτιλία, μια δραστηριότητα που την ήξεραν καλά, ήταν προσοδοφόρος και κυρίως στηριζόταν στην προσφορά εξειδικευμένων νησιωτών στα επαγγέλματα της θάλασσας. Εκείνη την εποχή η ναυπηγική ήταν ίσως ο πιο σημαντικός κατασκευαστικός κλάδος στις παραθαλάσσιες ελληνικές περιοχές, απελευθερωμένες ή μη.

Η πλειονότητα των εμπορικών καραβιών που μετατράπηκαν σε πολεμικά τα χρόνια του Αγώνα ήταν μπρίκια ή αλλιώς πάρονες. Hταν γρή- γορα ιστιοφόρα με δύο κατάρτια και πολλά πανιά.

Τις ναυπηγήσεις και τα ιστιοφόρα εκείνης της εποχής είχε ως αντικείμενο το ερευνητικό πρόγραμμα που ονομάζεται Virtual Historic Sailing Ship (VHSS) και υλοποιήθηκε τα τελευταία τρία χρόνια από το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών του ΙΤΕ, σε συνεργασία με το Τμήμα Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου (Π.Α.-ΤΜΣΠΣ), το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας – Θράκης (ΛΕΜΜ-Θ) και την εταιρεία Tetragon Α.Ε. Το πρόγραμμα, που χρηματοδοτήθηκε από το ΕΠΑνΕΚ και το ΕΣΠΑ, περιλαμβάνει την καταγραφή, μελέτη και ανάδειξη ιστορικών και τεχνικών στοιχείων για τα ιστιοφόρα και τις ναυπηγήσεις της νεότερης περιόδου.

Ξεκινώντας από τα μέσα του 18ου αιώνα στο Ιόνιο και ακολουθώντας στο Αιγαίο αναπτύχθηκαν ναυπηγικά κέντρα και συγκροτήθηκαν τοπικοί στόλοι εμπορικών καραβιών, που αρχικά δραστηριοποιήθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, ενώ στη συνέχεια επέκτειναν τις ρότες τους σε ευρύτερους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους. Στα χρόνια της Επανάστασης οι Eλληνες διαθέτουν σημαντικό αριθμό εμπορικών καραβιών. Αρκετά από τα καράβια τους συμμετέχουν στον αγώνα της απελευθέρωσης και με στοιχειώδεις μετατροπές εξοπλίζονται και συγκροτούν τον επαναστατικό στόλο. Συγκρούονται με τα οθωμανικά και τα αιγυπτιακά πλοία με σημαντικές απώλειες αλλά και μεγάλες επιτυχίες, συμβάλλοντας καθοριστικά στην υπόθεση της απελευθέρωσης και της δημιουργίας του νέου ελληνικού κράτους. Η πλειονότητα των εμπορικών καραβιών που μετατράπηκαν σε πολεμικά εκείνη την περίοδο ήταν μπρίκια ή αλλιώς πάρονες. Hταν γρήγορα ιστιοφόρα με δύο κατάρτια και πολλά πανιά. Δύο από αυτά τα καράβια, με το όνομα «Aρης» και τα δύο, συνδέθηκαν ιστορικά με τον θαλασσινό απελευθερωτικό αγώνα. Ο «Αρης» του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, ένα μπρίκι κατασκευασμένο στην Υδρα γύρω στο 1813, αποτέλεσε τη ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Ο «Αρης» του Αναστασίου Τσαμαδού ήταν ένα άλλο μπρίκι κατασκευασμένο στη Βενετία το 1818. Εγινε ιδιαίτερα γνωστό μετά την ηρωική έξοδό του από τον όρμο του Ναυαρίνου τον Φεβρουάριο του 1825, διασπώντας τον εχθρικό στόλο που το περικύκλωνε. Ο «Αρης» του Τσαμαδού διασώθηκε από το Ελληνικό Ναυτικό, ως εκπαιδευτικό ιστορικό πλοίο, έως το 1921.

Ανασταίνοντας τη ναυπηγική τέχνη του Αιγαίου-2

Για τα δύο αυτά εμβληματικά καράβια του Αγώνα είχαν φτιαχτεί, στην εποχή τους, αξιόπιστα ομοιώματα (μοντέλα) υπό κλίμακα. Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος VHSS έγιναν ψηφιακές αποτυπώσεις των ομοιωμάτων των δύο πλοίων. Το ομοίωμα του «Αρη» του ναυάρχου Μιαούλη είχε κατασκευαστεί τον 19ο αιώνα, πιθανότατα την εποχή του ναυάρχου, και δωρήθηκε από τον απόγονό του Στέφανο Πεσμαζόγλου στο Μουσείο Μπενάκη. Το ομοίωμα του «Αρη» του Τσαμαδού είχε κατασκευαστεί πριν από το 1921 από τον Κωνσταντίνο Δέδε (1859-1935) με εντολή του Βασιλικού Ναυτικού και βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο μαζί με τα ακρόπρωρα των δύο ιστιοφόρων. Οι εργασίες των αποτυπώσεων έγιναν με συμβατικές μετρήσεις, φωτογραμμετρία και ψηφιακές σαρώσεις. Από τα υλικά αυτά δημιουργήθηκαν ψηφιακά μοντέλα και σειρές τεχνικών σχεδίων και για τα δύο ομοιώματα πλοίων, συνυπολογίζοντας και άλλα ιστορικά, τεχνικά και απεικονιστικά στοιχεία που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια του έργου.

Το μπάρκο «Ελλην»

Η έρευνα συμπληρώθηκε με την αποτύπωση και σχεδίαση ενός τρίτου ομοιώματος από την ίδια εποχή που διασώζεται στο Βιομηχανικό Μουσείο της Ερμούπολης. Πρόκειται για το ομοίωμα του μπάρκου «Ελλην» που κατασκευάστηκε από τον Μιχαήλ Κουφουδάκη του Σταματίου και είχε βραβευθεί σε διεθνή έκθεση στο Μπορντό το 1907. Η οικογένεια του Κουφουδάκη ήταν μία από τις πιο φημισμένες οικογένειες καραβομαραγκών στο Αιγαίο. Το παλαιότερο και πιο γνωστό μέλος αυτής της οικογένειας ήταν ο Σταμάτης Κουφουδάκης ή μαστρο-Σταμάτης. Ηταν ο πρώτος που εισήγαγε σύγχρονες τεχνικές ναυπήγησης στα ναυπηγεία της Χίου και των Ψαρών στα τέλη του 18ου αιώνα. Μετά την καταστροφή της Χίου, ο μαστρο-Σταμάτης με κάποια μέλη της οικογένειάς του διέφυγε σε άλλο νησί (πιθανότατα στην Ανδρο) και αργότερα, το 1825, πήγε στη Σύρο μαζί με τον γιο του Ιωάννη Κουφουδάκη που ήταν από τους πρώτους καραβομαραγκούς στη νέα πόλη της Ερμούπολης. Ο Μιχαήλ Κουφουδάκης, που κατασκεύασε το ομοίωμα του «Ελλην», ήταν εγγόνι του μαστρο-Γιάννη και δισέγγονο του μαστρο-Σταμάτη Κουφουδάκη από τη Χίο. Γεννήθηκε το 1844 ή το 1846 και πέθανε το 1911. Το ομοίωμα του «Ελλην» απεικονίζει πολλές τεχνικές λεπτομέρειες ως προς την κατασκευή των μεγάλων ιστιοφόρων του 19ου αιώνα και είναι αναμφίβολα ένα απόσταγμα της εμπειρίας που είχε η οικογένεια των Κουφουδάκηδων στη Σύρο.

Σκαρώνοντας ψηφιακά τα ιστιοφόρα

Στην τελική φάση του ερευνητικού προγράμματος VHSS πραγματοποιήθηκαν ψηφιακές παραγωγές που αναπαριστούν στοιχεία της ναυπήγησης και της λειτουργίας των μεγάλων ιστιοφόρων. Δημιουργήθηκε το τελικό ψηφιακό μοντέλο της διαδικασίας κατασκευής της γάστρας ενός τρίστηλου καραβιού του 19ου αιώνα, βασισμένου στη μελέτη του ομοιώματος του «Ελλην». Ξεκινώντας από το στήσιμο της καρίνας και του αϊνά (της ιδιαίτερης κατασκευής του σκελετού της ελλειψοειδούς πρύμνης στα μεγάλα καράβια) μέχρι το πέτσωμα της γάστρας και της κουβέρτας. Ακόμη δημιουργήθηκε μια διαδραστική ψηφιακή εφαρμογή που επεξηγεί, με κιναισθητική συμμετοχή του επισκέπτη, τον ναυπηγικό σχεδιασμό με τη χρήση της «σάλας» και την κατασκευή των χναριών για τους νομείς του καραβιού.

Μια άλλη ψηφιακή εφαρμογή προσφέρει διάδραση με εμβύθιση σε ένα μπρίκι σαν τον «Αρη» του Τσαμαδού ή τον «Αρη» του ναυάρχου Μιαούλη. Στην εμβύθιση ο επισκέπτης μαθαίνει για τη χρήση των πανιών του μπρικιού και τον χειρισμό τους, τη λειτουργία του εργάτη για την ανέλκυση της άγκυρας, και τη ρόδα του πηδαλίου για την τιμόνευση του ιστιοφόρου. Ακόμη δημιουργήθηκε μια ψηφιακή αναπαράσταση του ταξιδιού ενός μπρικιού με τα πανιά κάτω από διαφορετικές συνθήκες ανέμου. Γι’ αυτή την τελευταία εφαρμογή χρειάστηκε να γίνει μαθηματική μοντελοποίηση της κίνησης των πανιών κάτω από διαφορετικές συνθήκες έντασης και κατεύθυνσης του ανέμου.

Τα αποτελέσματα του ερευνητικού έργου, και ιδιαίτερα οι ψηφιακές εφαρμογές, συμπεριλαμβάνονται στην κινητή έκθεση «Από τον αϊνά στην πλώρη: Ιστιοφόρα του 18ου και του 19ου αιώνα». Η έκθεση παρουσιάστηκε το 2023 στο Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας – Θράκης. Στη συνέχεια με χρηματοδότηση του υπουργείου Πολιτισμού θα παρουσιαστεί στο Βιομηχανικό Μουσείο της Ερμούπολης (30/8-15/10/2024, με την επιπλέον υποστήριξη του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης) και στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος (25/10-30/11/2024).

Το ταξίδι του καπετάν Αναστάση από τη Σάμο στην Πάτμο είναι φανταστικό. Δανειστήκαμε ιστορικές αναφορές και ξεχασμένες ναυτικές λέξεις για να περιγράψουμε μια στιγμή από τη ζωή των χιλιάδων καραβοκύρηδων που αρμένιζαν στα φιλόξενα νερά του Αιγαίου. Είναι ένα ταξίδι που ακόμη και σήμερα κάνουν πολλοί ναυτικοί με τα μικρά, σύγχρονα πλεούμενα και συμπυκνώνει τις μνήμες από όλες τις εποχές της ναυτικής πολιτισμικής κληρονομιάς του Αρχιπελάγους.

*Ο δρ Κώστας Δαμιανίδης είναι συνεργάτης-ερευνητής του Κέντρου Ναυτιλιακής Ιστορίας, ΙΜΣ-ΙΤΕ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT