Το κόμμα του αμφίσημου εκσυγχρονισμού

Το κόμμα του αμφίσημου εκσυγχρονισμού

Μέσα στην πασοκική ιδεολογική ηγεμονία, το ριζοσπαστικό και το συντηρητικό, το εθνικιστικό και το διεθνιστικό, το κράτος και η αγορά, το δικαίωμα και το προνόμιο με έναν περίεργο τρόπο δεν αποτελούσαν ξένες μεταξύ τους επιλογές

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ΠΑΣΟΚ σήμερα, περισσότερο από ένα κόμμα, αποτελεί ένα σχήμα λόγου. Ένα σχήμα λόγου που σηματοδοτεί αναμνήσεις, φαντασιώσεις, εκπληρωμένες ή ματαιωμένες προσδοκίες των τελευταίων 50 χρόνων. Ένα από τα δημοφιλέστερα είδη χιουμοριστικών μιμιδίων είναι εκείνα που αναπολούν τα «χρόνια» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ιδίως εκείνα του Ανδρέα Παπανδρέου, και συγκρίνουν το πόσο πολύ έχει αλλάξει η κατάσταση στα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο το διαδικτυακό μιμίδιο που συνοδεύει τη φωτογραφία του ιστορικού ηγέτη του ΠΑΣΟΚ με το εξής κείμενο: «Με το ΠΑΣΟΚ ανοίγαμε τα air-conditions για να σπάσει η ζέστη από τα καλοριφέρ».

H νοσταλγία μιας εποχής απροσδόκητης ευημερίας, ανεπανάληπτης ξεγνοιασιάς, ανέξοδης σπατάλης και δημαγωγικής γενναιοδωρίας αντιπαραβάλλεται με τα χρόνια της λιτότητας, της μιζέριας, της εσωστρεφούς μελαγχολίας που επέφεραν οι αλλεπάλληλες κρίσεις (οικονομική, πανδημική, πολεμική) και η διαχείρισή τους. Το ειρωνικό στοιχείο βέβαια των μιμιδίων αυτών δεν μένει μόνο στην αντιπαραβολή, αφού εμμέσως πλην σαφώς υπονοείται ότι η μία εποχή έφερε την άλλη, ότι η ανέμελη «ουτοπία» της εποχής ΠΑΣΟΚ έφερε τη στενάχωρη «δυστοπία» των τελευταίων χρόνων.

Το ΠΑΣΟΚ σήμερα, λοιπόν, αποτελεί μια αμφίσημη μετωνυμία για ολόκληρη τη μεταπολιτευτική περίοδο, προκαλώντας έναν αμφίθυμο αναστοχασμό για το παρελθόν και το παρόν. Κάτι που δεν είναι καθόλου άσχετο με την καταστατική πολιτική και ιδεολογική ιδιότητα του ΠΑΣΟΚ, που δεν ήταν άλλη από τη συναίρεση πολύ διαφορετικών τάσεων της ελληνικής κοινωνίας.

Όταν το ΠΑΣΟΚ σταμάτησε, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010, να συναρθρώνει αποτελεσματικά τις διάφορες και αντιφατικές λαϊκές διαθέσεις, έπαψε να είναι ο κραταιός πολιτικός φορέας. Το στιλ εξουσίας και ζωής που εξέφρασε τόσο τη δεκαετία του ’80 όσο και τη δεκαετία του ’90, έγινε ο καθρέφτης και ο πολλαπλασιαστής μιας κοινωνικής πραγματικότητας που ναι μεν είχε μεγάλες εσωτερικές αποκλίσεις, αλλά που σε τελική ανάλυση επιζητούσε τη συναίνεση και τη συνεύρεση σε παρόμοιες αξίες και πρακτικές. Τα μεταπολιτευτικά χρόνια, το κράτος –που διαρκώς οι νεοέλληνες αποζητούσαν και μέμφονταν, μέσα από τη χαρακτηριστική έκφραση «δεν υπάρχει κράτος»– υπήρξε σχεδόν το πολιτικό θέσφατο που το ΠΑΣΟΚ υπερασπίστηκε με κάθε τρόπο. Το ίδιο και η μεσαία τάξη, η οποία χάρη και στις πολιτικές του ΠΑΣΟΚ διευρύνθηκε και ανέπτυξε ακόμη μεγαλύτερη οικονομική και θεσμική «ευελιξία».
Μέσα στην πασοκική ιδεολογική ηγεμονία, το ριζοσπαστικό και το συντηρητικό, το εθνικιστικό και το διεθνιστικό, το κράτος και η αγορά, το δικαίωμα και το προνόμιο, το δημοφιλές και το περιθωριακό, το αντισυμβατικό και το καθωσπρέπει με έναν περίεργο τρόπο δεν αποτελούσαν ξένες μεταξύ τους επιλογές, παρότι υπήρχαν ένθερμοι υποστηρικτές της μιας ή της άλλης εκδοχής στο εσωτερικό του κόμματος. Η πολυσυλλεκτική διάσταση του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος και ως ύφους που ξεπερνά τα στενά πολιτικά όρια παρέμεινε έντονη και στις δύο φάσεις της ηγεμονίας του.

Επί ηγεσίας Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80, ταυτίστηκε με τις παραδοσιακές λαϊκές έξεις για να φέρει την «αλλαγή» σε πολλαπλά πεδία (οικογενειακό δίκαιο, κράτος πρόνοιας κ.ά.). Επί ηγεσίας Σημίτη τη δεκαετία του ’90, επιβεβαίωσε την αναπόδραστη ένταξη της Ελλάδας στον δυτικό κόσμο, συγχρονίζοντας κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές πρακτικές. Η αμφιταλάντευση μεταξύ δύο ή περισσότερων τάσεων δεν παρήγαγε πάντοτε εκσυγχρονιστικά αποτελέσματα (π.χ. κρατικός υδροκεφαλισμός της δεκαετίας του ’80 ή άρση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης τη δεκαετία του ’90), όμως υπηρέτησε σχεδόν πάντα μια ισορροπία απαραίτητη για το βασικό ζητούμενο, που υπήρξε ο γενικευμένος εκδημοκρατισμός ηθών και πρακτικών.

Ένας από τους λόγους που το ΠΑΣΟΚ διαλύεται κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης δεν είναι μόνο γιατί επιχείρησε μόνο του να την αντιμετωπίσει, παρότι η χρεοκοπία είχε δρομολογηθεί από την τελευταία τετραετία διακυβέρνησης της ΝΔ του Κώστα Καραμανλή. Δεν είναι μόνο ότι, υπερασπιζόμενο με αίσθημα εθνικής ευθύνης τα μνημόνια, χάνει οριστικά το προνόμιο να επαγγέλλεται την αυξημένη κοινωνική ευαισθησία σε σχέση με τους πολιτικούς του αντιπάλους. Είναι και το γεγονός ότι τη δεκαετία του 2010 χάνει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα να παρακολουθεί ή να συνθέτει τις λαϊκές διαθέσεις, να αποτελεί βασικό άξονα του ύφους της μεταπολιτευτικής ζωής και εξουσίας που το ίδιο εισήγαγε τα προηγούμενα χρόνια. Είναι πια μια άλλη εποχή, που δεν επιτρέπει τον συνδυασμό του παρελθόντος μεταξύ «επαναστατικής» ή «αναδιανεμητικής» ρητορικής και προσαρμογής στις διεθνείς εξελίξεις και στους οικονομικούς καταναγκασμούς. Δεν είναι πια η «εποχή ΠΑΣΟΚ», και όσοι νόμιζαν ότι μπορούσαν να την επεκτείνουν και να τη μιμηθούν επ’ αόριστον έχουν μπει ήδη στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας».
Παρότι η εποχή ΠΑΣΟΚ είναι πια άλλη εποχή από τη σημερινή, ταυτόχρονα η εξιδανικευμένη ή δαιμονοποιημένη θύμησή της μας επαναφέρει σε κάτι κοινό, σε μια κοινή μήτρα αμφισημίας, χάρη στην οποία η μεταπολιτευτική Ελλάδα βάδισε με τρόπο σταθερό στον δρόμο της συνθετικής δημοκρατίας και ενός ιδιόμορφου, αλλά πραγματικού εκσυγχρονισμού. Πέρα από την πολυτέλεια του διττού «ήθους ΠΑΣΟΚ» του παρελθόντος που όλοι κάπως αναπολούν («είμαστε όλοι ΠΑΣΟΚ»), δεν είναι τυχαίο ότι σε κάποια στελέχη του που βρίσκονται εντός ή εκτός του κόμματος βρίσκει κανείς δυναμικές μεταρρυθμιστικές φυσιογνωμίες του 21ου αιώνα.

* Ο Βασίλης Βαμβακάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο ΑΠΘ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT