«Και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις…»

«Και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις…»

Στην αρχή η επικράτηση του κόμματος είχε εκληφθεί ως «αριστερή στροφή» της χώρας, όχι μόνο από την ελληνική Δεξιά, αλλά και από τον διεθνή Τύπο. Πόσο αριστερό ήταν το ΠΑΣΟΚ;

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Κάτι που έλειπε εντελώς από τη σύγχρονη ελληνική πολιτική». Το «κάτι» του σχολιαστή του Le Monde μετά τις ελληνικές εκλογές του 1981 αναφερόταν στον πυρήνα της δημοκρατίας: την εναλλαγή των κομμάτων στην κυβέρνηση. Η νίκη του ΠΑΣΟΚ συνιστούσε μια ριζική τομή σε ένα ιστορικό συνεχές όπου η κυβερνητική εξουσία ανήκε στη Δεξιά. Η κυριαρχία της μεταφραζόταν σε μια καθεστωτική αντίληψη, όπως είχε φανεί τη δεκαετία του 1960, όταν την ήττα της τη διαδέχθηκαν παρασκηνιακές παρεμβάσεις με στόχο την επαναφορά της φυσικής τάξης πραγμάτων. Το 1981 εκπροσωπούσε την πολλαπλή αμφισβήτηση του μέχρι χθες αυτονόητου: ότι η Δεξιά κυβερνά τη χώρα.

Σήμερα, στον δημόσιο διάλογο επικρατεί ένα σχήμα όπου ακόμα και η άνοδος του ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ως μια φυσική εξέλιξη των πραγμάτων υπαγορευμένη από τη σωφροσύνη του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αυτή η θέση παραγνωρίζει δύο κρίσιμα ζητήματα. Το πρώτο αφορά την αντίδραση της ελληνικής Δεξιάς, η οποία αντιμετώπισε αρχικά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ ως μία –ακόμα– παρένθεση στον ιστορικό χρόνο. Στην κοινοβουλευτική ομιλία του για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, ο Ευάγγελος Αβέρωφ αποχώρησε από την αίθουσα, αφού πρώτα υπαινικτικά προειδοποίησε: «Δεν θα αργήσουμε να έρθουμε στην εξουσία». Πήρε χρόνο στη Δεξιά να αποδεχθεί ένα πολιτικό παιχνίδι όπου η κυβέρνηση δεν θα της ανήκε δικαιωματικά.

Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο επίπεδο. Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ συνδέεται με μια δυναμική εκδημοκρατισμού που συνομιλούσε με την ανανέωση των δυτικών δημοκρατιών μετά το 1968. Το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε ως ένα σύγχρονο κόμμα της Αριστεράς, απαλλαγμένο από τις δογματικές διαμάχες και κυρίως τις ήττες του παρελθόντος, το οποίο εγγραφόταν στα διεθνή ρεύματα γύρω από τη μάχη για την επέκταση της δημοκρατίας σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής ζωής. Η λογική της εργατικής αυτοδιαχείρισης, του φοιτητικού ελέγχου, της αποκέντρωσης και του νέου ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης, η grassroots διάσταση της ίδιας της κομματικής οικοδόμησης του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1970 αμφισβητούσαν συντηρητικές δομές που είχαν βάθος στον χρόνο. Η πρώτη περίοδος της Μεταπολίτευσης, αυτή που οδηγεί στο 1981, ήταν μια εποχή κοινωνικών συγκρούσεων με κύριο αίτημα τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της καθημερινότητας.  

Αυτό εξηγεί γιατί η άνοδος του ΠΑΣΟΚ έγινε αντιληπτή ως ένδειξη μιας στροφής προς τα Αριστερά: από το εξώφυλλο του Time «Greece Swings Left» και τη φοβία της Δεξιάς για τους «μαρξιστές» του ΠΑΣΟΚ μέχρι το σύνθημα του ΚΚΕ για «πραγματική αλλαγή» με το ίδιο σε ρόλο καταλύτη αυτής και την παρότρυνση του Λεωνίδα Κύρκου στους θλιμμένους συντρόφους του το βράδυ των εκλογών να πάνε να πανηγυρίσουν. Τα πράγματα σύντομα άρχισαν να γίνονται πιο περίπλοκα. Η εξάντληση μετά το 1983 της πρώτης δέσμης ριζικών μεταρρυθμίσεων συνοδεύτηκε από μια βαθιά ρήξη μεταξύ της Αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ. Η ατμόσφαιρα ενός πληθυντικού χώρου υποχώρησε μέσα από τη νέα καθεστωτική αντίληψη που εξέφρασε το κυβερνητικό κόμμα και αποκρυσταλλώθηκε στο περίφημο «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Αν η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη έκανε λόγο για τον ευγενικό στόχο μιας κοινωνίας όπου «θα πάψει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο», τα νέα κοινωνικά συμβόλαια του ηγεμονικού ΠΑΣΟΚ είχαν άλλους, πιο χειροπιαστούς στόχους που είχαν λαϊκή απήχηση, αλλά δεν συνοδεύονταν από τομές στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.

Η δική μου γενιά –οι σημερινοί 45άρηδες– μεγαλώσαμε με το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση και, σε μια ειρωνεία της Ιστορίας, την κυβερνητική Δεξιά να εκπροσωπεί σύντομες παρενθέσεις στον χρόνο. Αυτό το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ήταν πολλά και αντιφατικά πράγματα. Δεν ανήκε όμως –και δεν ήθελε να ανήκει– στην Αριστερά. Στην οικονομική πολιτική είχε αποδεχτεί τη θεωρία της μεγάλης σύγκλισης και η στιγμή θριάμβου της ήταν ο Κώστας Σημίτης σε ένα ATM να κραδαίνει τα νέα χαρτονομίσματα του ευρώ, την ίδια ώρα που προωθούσε την οριστική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Στην εξωτερική πολιτική ο ιστορικός αντι-ιμπεριαλισμός έδωσε τη θέση του σε εθνικιστικές θέσεις, από το εμπάργκο στην ΠΓΔΜ μέχρι την απόρριψη της συμφωνίας των Πρεσπών. Οι αναφορές στον σοσιαλισμό αποκτούσαν μια γκροτέσκα διάσταση όταν εκφέρονταν από πολιτικά στελέχη που διήγαν πολυτελή –συχνά με αδιαφανείς τρόπους– βίο. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αριστερά επιβίωσε πολιτικά μετά το 1990 κλείνοντας τα αυτιά της στις «Σειρήνες» του εκσυγχρονισμού. Ήταν μια επιλογή που είχε τις δικές της συνέπειες –με κύρια την απουσία εμπειριών διαχείρισης της εξουσίας–, αλλά εξηγεί και τη δυνατότητα της Αριστεράς να εμφανιστεί στις μέρες της κρίσης δίχως τις αμαρτίες του παλιού πολιτικού συστήματος.

Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να νοσταλγεί το παρελθόν του, αλλά καμία επανάληψη της ιδρυτικής του διακήρυξης δεν αρκεί από μόνη της για την παραγωγή πολιτικής. Ίσως αυτό που χρειάζεται είναι ο προβληματισμός γύρω από τη μεθοδολογία του 1974. Διεθνώς βλέπουμε κόμματα της ευρύτερης ιδεολογικής οικογένειας του ΠΑΣΟΚ να ζουν μια δεύτερη νεότητα –όπως το γαλλικό Σοσιαλιστικό αλλά και οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ– επειδή συνδέθηκαν εκ νέου με κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, επενδύοντας σε μια λογική πολιτικής «από τα κάτω». Αλλά αυτό προϋποθέτει πολλαπλές συγκρούσεις. Με την ίδια την ιστορία τους και κυρίως με μια βαθιά καθεστωτική αντίληψη όπου η πολιτική εξαντλείται στον –όλο και συρρικνούμενο– μικρόκοσμο των κάθε λογής επαγγελματιών του χώρου. 

* Ο Κωστής Καρπόζηλος είναι ιστορικός.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT