Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό

«Η Ελλάς η προορισθείσα να είναι πρόδρομος πάσης μεγάλης ιδέας και παντός γενναίου έργου». Παναγιώτης Σούτσος (1834)

παναγιώτης-σούτσος-από-τον-ουτοπικό-563261707

«Σοφολογιώτατε Κύριε Αδαμάντιε Κοραή! ∆ύο αδελφοί νεώτατοι, Αλέξανδρος και Παναγιωτάκης, παμφίλτατοι ημίν ανεψιοί, επιθυμούντες και αυτοί το αναγκαιότερoν εφόδιον εις την παρούσαν ζωήν, τα καλά μαθήματα της Ευρώπης, έρχονται εις την σοφήν των Γάλλων μητρόπολιν». Αυτά έγραφε στις 26 Απριλίου 1820 ο ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας, Αλέξανδρος Σούτσος, στον Κοραή. Τη χρονιά εκείνη, οι αδελφοί Αλέξανδρος και Παναγιώτης Σούτσος φεύγουν για σπουδές στο Παρίσι. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1825, θα βρεθούν στην επαναστατημένη Ελλάδα και θα πρωταγωνιστήσουν στη μάχη των ιδεών, που θα δοθεί παράλληλα με εκείνη των όπλων. Γεννήθηκαν στο Αρναούτκιοϊ, ένα αριστοκρατικό προάστιο της Κωνσταντινούπολης, ο Αλέξανδρος το 1803 και ο Παναγιώτης το 1806. Ήταν Φαναριώτες, από ηγεμονική οικογένεια. Γιοι του διπλωμάτη Κωνσταντίνου Σούτσου και της Ελένης, αδερφής του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού. Έχασαν τους γονείς τους σε παιδική ηλικία και έμαθαν τα πρώτα γράμματα στο σπίτι του θείου τους Θεοδώρου Νέγρη. Πιο συγκεκριμένα, ο Παναγιώτης ήταν λυρικός ποιητής και θερμός υποστηρικτής του μυθιστορήματος. ∆ιετέλεσε νομάρχης και γραμματέας της Γερουσίας στην κυβέρνηση Καποδίστρια. Απομακρύνθηκε αργότερα λόγω της αντικυβερνητικής του στάσης, καθώς τον Ιούλιο του 1831 αποκαλύφθηκε ότι έστελνε τα απόρρητα της Γερουσίας για δημοσίευση στην αντιπολιτευόμενη εφημερίδα Απόλλων του Αναστασίου Πολυζωίδη. Αρχικά, υπήρξε θερμός υποστηρικτής του Όθωνα, αλλά στη συνέχεια άλλαξε τη στάση του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη έντονης αντιοθωνικής δράσης. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν ήταν καθόλου εύκολα. Το 1857 πεθαίνει ο γιος του. ∆ύο χρόνια αργότερα λαμβάνει χώρα η δίκη του αδερφού του, Αλεξάνδρου Σούτσου, εξαιτίας του έργου του Περιπλανώμενος. Το 1861 τον εγκαταλείπει και η τρίτη σύζυγός του. Πέθανε το 1868, κατεστραμμένος οικονομικά. Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.

Ουτοπικός χριστιανικός σοσιαλισμός

Συστήνοντας τις ιδέες του σαινσιμονισμού και του «ουτοπικού σοσιαλισμού».

Αν κάποιος βρισκόταν στο Ναύπλιο του 1833, εκτός από τους πολίτες του νεόκοπου βασιλείου, δεν θα ήταν απίθανο να συναντούσε και κάποιους παράξενους Γάλλους «με γενειάδας μακράς», όπως παρατηρεί και ο Παναγιώτης Σούτσος, «ως οι αρχαίοι φιλόσοφοι διατρέχουν την Ελλάδα και υποκινούσιν έτι την περιέργειαν του κοινού». Αυτή η γλαφυρή περιγραφή του Παναγιώτη Σούτσου αφορά τους περίφημες μαθητές του Σαιν-Σιμόν, Γάλλου διανοουμένου, που έρχονται στην επαναστατημένη Ελλάδα αλλά και στο νεόκοπο ελληνικό κράτος, θεωρώντας ότι πρόκειται για ένα προνομιακό πεδίο για την ανάπτυξη βιομηχανικών πρακτικών και την προώθηση προοδευτικών θεσμών. Ο σαινσιμονισμός είναι ένα ιδεολογικό κίνημα της μετεπαναστατικής Γαλλίας, που πέτυχε να συγκεράσει το βιομηχανικό και επιστημονικό πνεύμα με τα αιτήματα της χειραφέτησης των εργατών και της ανανέωσης των θρησκευτικών και ηθικών κωδίκων.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-1
Ο Όθων και η ακολουθία του στο Ναύπλιο. Λιθογραφία των J. Hochle – E. Wolf (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Όλοι αυτοί οι παράξενοι προφήτες της προόδου έρχονται στο Ναύπλιο του 1833, το οποίο φαίνεται να είναι ένας πολλά υποσχόμενος τόπος, ένας τόπος αχαρτογράφητος, που ζει ακόμα σε παραδοσιακούς ρυθμούς, αλλά παράλληλα αποτελεί πόλο έλξης και δοκιμής νέων ιδεών. Το φθινόπωρο του 1833 φθάνει στο Ναύπλιο ο Γκουστάβ Εϊχτάλ (Gustave d’Eichthal, 1804-1886), σημαντική προσωπικότητα του σαινσιμονικού κινήματος. Ο Εϊχτάλ, μόλις λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Ελλάδα και κατόπιν μεσολάβησης του Ιωάννη Κωλέττη, διορίζεται στο Γραφείο Πολιτικής Οικονομίας του νεοσύστατου βασιλείου. Το Γραφείο θα στελεχωθεί από τον ίδιο τον Εϊχτάλ, τον Γάλλο Ρουζού (Alexandre Roujoux 1809-1852) ‒ γνωστό για τα ρεπουμπλικανικά του αισθήματα και τη συμμετοχή του στην Ιουλιανή Επανάσταση του 1830.

Ακριβώς την ίδια περίοδο, ο Παναγιώτης Σούτσος εκδίδει την εφημερίδα Ήλιος στο Ναύπλιο, μέσω της οποίας αποφασίζει να συστήσει τις ιδέες του σαινσιμονισμού στο ελληνικό κοινό. Πρόκειται για μια εφημερίδα που εκδόθηκε για μικρό διάστημα, αλλά έχει σημασία γιατί μέσα από τις γραμμές της περνούν ιδέες φιλελεύθερες και συχνά ακραία ριζοσπαστικές για την εποχή τους. Έτσι, στα άρθρα της εφημερίδας θα συναντήσουμε θέματα όπως η λατρεία της προόδου, η εμμονή στην εκβιομηχάνιση, η θέση ή η «αποστολή» των γυναικών, οι έμφυλες και οι ταξικές διαιρέσεις, ο ρόλος των εργατών στην κοινωνία, η ένωση της Ευρώπης και, φυσικά, η ίδια η έννοια του «κοινωνισμού».

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-2
Ο Γκουστάβ Εϊχτάλ, οπαδός του σαινσιμονισμού, ο οποίος διορίστηκε στο Γραφείο Πολιτικής Οικονομίας του νεοσύστατου βασιλείου (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι).

Στο πλαίσιο του πολιτικού φιλελευθερισμού αλλά και του αιτήματος του εκσυγχρονισμού για το νεότευκτο ελληνικό βασίλειο, ο Π. Σούτσος αποφασίζει το 1833 να δημοσιεύσει στον Ήλιο μια σειρά άρθρων του Φραγκίσκου Πυλαρινού με τίτλο «Μαθήματα Πολιτικά». Ο Φραγκίσκος Πυλαρινός ήταν μαθητής και φίλος του Α. Κοραή, Κεφαλονίτης στην καταγωγή, αρχικά σπουδαστής φιλοσοφίας στη Γαλλία και μετέπειτα καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επιπλέον, ο Φ. Πυλαρινός είχε εντρυφήσει στις θεωρίες του Σαιν Σιμόν και συμμετείχε στην Ελληνική Εταιρεία του Παρισιού, που είχε ιδρυθεί από φίλους και μαθητές του Κοραή.

Οι ιδέες του σαινσιμονισμού συστήνονται στο ευρύτερο ελληνικό κοινό το 1833, όταν ο Π. Σούτσος αποφασίζει να «φωτίσει» τους πολίτες του Ναυπλίου. Σε αυτό το πλαίσιο της ιδεολογικής ρευστότητας, ο Π. Σούτσος κάνει μια προωθημένη κοινωνική – «ταξική» ανάλυση. Η κοινωνία της προόδου είναι μια κοινωνία που θεμελιώνεται στη συνεργασία την οποία έχουν οι «κλάσεις», δηλαδή οι τάξεις, των εργατών, των γεωργών και των βιοτεχνών: «Πάσα κοινωνία δεν είναι άλλο παρά συντροφιά εργατικών ανθρώπων, βοηθουμένων συναλλήλως αυτοί οι εργατικοί άνθρωποι δύνανται να διαιρεθώσιν εις τρεις κλάσεις, εις γεωργικούς, εις βιομηχανικούς και εις εμπόρους».

Με αφορμή τα πολιτικά μαθήματα του Πυλαρινού, ο Π. Σούτσος εισηγείται στο κοινό του Ήλιου τον όρο του «κοινωνισμού». Είναι γεγονός ότι στα κείμενά του αυτής της περιόδου ανιχνεύεται μια πρώιμη σοσιαλιστική οπτική. Με άλλα λόγια, ο Π. Σούτσος παρουσιάζει στο ελληνικό κοινό τις ιδέες του «ουτοπικού σοσιαλισμού», που είναι επηρεασμένες από την ιδεολογία του Σαιν Σιμόν. Ο κοινωνισμός, απόδοση του όρου «socialisme», σύμφωνα με τον Πυλαρινό αλλά και τον Π. Σούτσο που τον συστήνει στην ελληνική κοινωνία, είναι μια ιδεολογία που αποτελεί μια ευρύτερη στάση ζωής και έχει κυρίως μια ηθική διάσταση. Η συγκρότηση της έννοιας του κοινωνισμού κατασκευάζεται στον αντίποδα του ατομικισμού, σημασιοδοτείται στην πραγματικότητα ως η πρόταξη του συλλογικού έναντι του ατομικού, ως η κοινωνική αλληλεγγύη η οποία θα οδηγήσει στην κοινωνική συνοχή. Ο «παγκόσμιος κοινωνισμός», σύμφωνα με το άρθρο του Πυλαρινού που φιλοξενείται στις σελίδες του Ήλιου, απαρτίζεται από την έλλειψη εγωισμού, από πνεύμα συλλογικότητας, από φιλελεύθερες απόψεις οι οποίες εκφράζονται με παρρησία, αλλά είναι και αποδεσμευμένος από τους περιορισμούς του τόπου ή της εποχής. Πρόκειται για μια ιδέα κοσμοπολίτικη, η οποία στην εγχώρια πρόσληψή της έχει πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-3
Το Ναύπλιο σε χαρακτικό των Bartlett και Floyd, στο Il Mediterraneo Illustrato, Φλωρεντία 1841 (Shutterstock).

Ο Π. Σούτσος προχωράει περισσότερο και συστήνει και μία ακόμα διάσταση της ιδεολογίας του Σαιν Σιμόν: αυτήν του χριστιανικού σοσιαλισμού. Πρόκειται για μια νεο-χριστιανική ηθική διάσταση του κοινωνισμού, η οποία θυμίζει τη στροφή του ίδιου του Σαιν Σιμόν. Αυτή την οδό θα ακολουθήσει και ο Π. Σούτσος και θα την εκφράσει κυρίως στο έργο του Ο Μεσσίας (1839). Πράγματι, ο πρόλογος του εν λόγω δράματος συνιστά ένα κοινωνικοπολιτικό μανιφέστο το οποίο μπορεί εύκολα να συνοψιστεί στην εξής θέση: «η κοινωνική ελευθερία υπάρχει ως απόρροια της χριστιανικής θρησκείας». Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν εγκαταλείπεται το κοινωνικό αίτημα, αλλά έρχεται να συγκεραστεί με το θρησκευτικό στοιχείο. Αυτή φαίνεται να είναι μια επιλογή που, πέρα από την ίδια τη σαινσιμονική θεωρητική-ιδεολογική μεταστροφή/μετακίνηση, υπηρετεί ένα αιτούμενο της εποχής το οποίο επιτάσσει να βρεθεί ένας ρόλος για τη θρησκεία στο νεωτερικό πλαίσιο. Κατ’ ουσίαν, αυτός ο ιδιότυπος χριστιανικός σοσιαλισμός του Π. Σούτσου λειτουργεί ως προάγγελος του ελληνοχριστιανικού ιδεώδους που θα συγκροτηθεί λίγα χρόνια αργότερα από τον Σπ. Ζαμπέλιο.

Ο Π. Σούτσος πιστεύει σε ένα μέλλον ισότητας, δικαιοσύνης και ελευθερίας, σε μια κοινωνία δομημένη στα όρια της αυτοοργάνωσης, η οποία θα επιτευχθεί μέσω της πίστης στον Χριστό. Πρόκειται για μια κοινωνία που δεν χρειάζεται κυβέρνηση, δικαστήρια ή στρατό για να διαμεσολαβεί, αλλά λύνει τις διαφορές της εμπνεόμενη από την κοινωνική αλληλεγγύη που πηγάζει από τη χριστιανική θρησκεία. Αυτό που φαίνεται να εξάπτει τη φαντασία του Π. Σούτσου είναι η ίδια η έννοια της ουτοπίας.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-4
Γυναίκα οπαδός του σαινσιμονισμού (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι).

Οι ιδέες του σαινσιμονισμού φαντάζουν για το Ναύπλιο του 1830 ως μια εξωπραγματική προφητεία. Οι σαινσιμονιστές θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, ενώ η κοινωνική αναπαράσταση που προτείνουν δίνει έμφαση στην επιστήμη, την τεχνική, τη βιομηχανία, την κοινωνική αναδιάρθρωση. Αυτοί οι παράξενοι προφήτες του εκσυγχρονισμού και της παραγωγικότητας, με το τεχνοκρατικό και το κοινωνικό τους σχέδιο, σαγηνεύουν τους γαλλοτραφείς λογίους, και τούτο συμβάλλει στη συγκρότηση ενός νέου φαντασιακού. Με άλλα λόγια, ο σαινσιμονισμός τούς επιτρέπει να οραματιστούν, χωρίς όρια, ένα μέλλον προοδευτικό, για ένα κράτος νέο, «χωρίς παρελθόν» και με όλες τις δυνατότητες ανοιχτές. Για τον Παναγιώτη Σούτσο αλλά και γενικά για τους συγχρόνους του, τα πρώτα χρόνια της ζωής του ελληνικού κράτους βιώνονται ως ρήξη με το παρελθόν. Γνωρίζουν ότι ζουν σε μια σημαντική στιγμή της Ιστορίας και έχουν μάλιστα την πεποίθηση ότι μπορούν και να διαμορφώσουν αυτή την Ιστορία, το μέλλον της κοινωνίας τους.

Μεγάλη Ιδέα

Η σχέση με τον Κωλέττη και οι πολλές χρήσεις του όρου «Μεγάλη Ιδέα».

∆έκα χρόνια αργότερα, ο Π. Σούτσος θα πρωταγωνιστήσει σε άλλη μία κομβική στιγμή της ιδεολογικής συγκρότησης του ελληνικού έθνους, ίσως την πιο καθοριστική στην ιστορία των ιδεών του ελληνικού κράτους: τη Μεγάλη Ιδέα. Η σχέση του Κωλέττη με τους αδελφούς Σούτσους υπήρξε μια σχέση κομβική. Οι διαδρομές τους υπήρξαν εν πολλοίς παράλληλες, αν και με πολλές διακυμάνσεις, και διασταυρώθηκαν συχνά, παρότι όχι πάντοτε αρμονικά, μέχρι και τα χρόνια της οριστικής διαμόρφωσης της ιδεολογίας του μεγαλοϊδεατικού αλυτρωτισμού. Γεγονός είναι σε κάθε περίπτωση ότι, στην πρώτη δεκαετία της ζωής του ελληνικού κράτους, η Μεγάλη Ιδέα ως αντίληψη ήταν ήδη σαφέστατα παρούσα. Έτσι, στον πρόλογο του Λέανδρου του Παναγιώτη Σούτσου, το 1834, συναντάμε μια πρώτη χρήση της έκφρασης «μεγάλη ιδέα», χωρίς βεβαίως τις συνδηλώσεις που θα αποκτήσει το 1844, αλλά πάντως συνδεδεμένη με το λαμπρό μέλλον του έθνους. Συγκεκριμένα, γράφει ο Παναγιώτης Σούτσος το 1834: «Μέχρι τίνος η Ελλάς θέλει μένει οπίσω των πεφωτισμένων εθνών; Η Ελλάς η προορισθείσα να είναι πρόδρομος πάσης μεγάλης ιδέας και παντός γενναίου έργου;».

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-5
Ο Κλωντ-Ανρί Σαιν-Σιμόν. Επιχρωματισμένο χαρακτικό του Gottfried Engelmann (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, Παρίσι).

Όπως είναι γνωστό, ο Κωλέττης θα χρησιμοποιήσει τον όρο «Μεγάλη Ιδέα» στο πλαίσιο της συζήτησης για τους αυτόχθονες και τους ετερόχθονες και προκειμένου να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ανάγκης για εθνική ενότητα. Η ευφυής διατύπωση του Κωλέττη ήταν σαν να επιδίωκε να διακόψει αιφνιδίως τη διένεξη μεταξύ αυτοχθόνων και ετεροχθόνων, προτάσσοντας το όραμα ενός ενιαίου, ομοιογενούς έθνους που είχε μάλιστα ως προορισμό να εκπολιτίσει για λογαριασμό της πεφωτισμένης Ευρώπης την εγγύς Ανατολή, να την «κατακτήσει» αν μη τι άλλο πνευματικά. Η διχαστική διαίρεση στο εσωτερικό του έθνους υποχωρούσε έτσι τρόπον τινά μπροστά στη νοερή ενότητά του. Η εθνική ενότητα αφορούσε εν προκειμένω μια ενότητα αισθήματος, ενότητα ιστορική, πολιτισμική και ιδεολογική, που φιλοδοξούσε βεβαίως –αν διαβάσουμε το σχετικό απόσπασμα με το βλέμμα στο μέλλον– να καταστεί και ενότητα πολιτική, εδαφική.

Εννέα χρόνια μετά, και λίγους μήνες πριν από την αγόρευση του Κωλέττη, δημοσιεύεται ο Πρωθυπουργός του Αλεξάνδρου Σούτσου (1843). Εδώ βρίσκουμε με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια διατυπωμένη τη Μεγάλη Ιδέα. Το ποίημα του Αλεξάνδρου Σούτσου έχει σαφείς επεκτατικές αναφορές και εισάγει ενεργά το Βυζάντιο ως ιστορικό σημείο αναφοράς στον δημόσιο λόγο: «Κι αν εις το Γένος ήρχετο ιδέα τις μεγάλη/ Τα νεκρωμένα μέλη του εις κίνησιν να βάλη/ Κ’ εζήτει την προγονικήν αυτού κληρονομίαν,/ Των Κομνηνών προπάππων του την Αυτοκρατορίαν,/ Τις τολμητίας έμελλεν αντίστασιν να δείξη,/ Την πάνδημον εντός κ’ εκτός φωνήν αυτήν να πνίξη;».

Σύμφωνα με τον Κ. Θ. ∆ημαρά, ο Παναγιώτης Σούτσος είχε συνεργαστεί με τον Κωλέττη πριν από τη σύνταξη του περίφημου λόγου του, στοιχείο που οδηγεί ορισμένους στο συμπέρασμα ότι ο Κωλέττης απλώς αναπαρήγαγε τη φράση των Σούτσων. Μάλιστα, ο Κ. Θ. ∆ημαράς αναφέρει ότι ο όρος «Μεγάλη Ιδέα» απαντάται πολλές φορές σε κείμενο του Μπαλζάκ που εκδόθηκε το 1842-1843 και το οποίο πιθανότατα γνώριζαν τόσο ο Κωλέττης όσο και οι Σούτσοι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η επισήμανση του ∆ημαρά ότι ο Μπαλζάκ αναφέρει τον όρο «Μεγάλη Ιδέα» εννοώντας τον σαινσιμονισμό.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-6
Προσωπογραφία του Ιωάννη Κωλέττη. Ελαιογραφία σε μουσαμά (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Μέσα από αυτό το πρίσμα, ο Α. Σούτσος αποδεικνύεται πιο «μεγαλοϊδεατικός» από τον θεωρούμενο εισηγητή της Μεγάλης Ιδέας και πιο προφητικός για την εξέλιξη του όρου. Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι δύο χρήσεις του όρου, με διαφορά λίγων μηνών, δίνουν το βασικό δίπολο της έννοιας «Μεγάλη Ιδέα», τόσο την επεκτατική όσο και την εκπολιτιστική διάσταση. Με άλλα λόγια, αυτές οι πρώτες χρήσεις του όρου λειτουργούν με τρόπο αλληλοσυμπληρούμενο, αφού η μία συνιστά την έτερη όψη της άλλης. Ασφαλώς, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για τη συμβολή των Σούτσων στην πατρότητα της διατύπωσης, για το αν είχαν συνεργαστεί με τον Κωλέττη ή αν ο Π. Σούτσος υπήρξε ο λογογράφος της ίδιας της αγόρευσης του Κωλέττη· εντούτοις, η ύπαρξη αυτών των πρώιμων χρήσεων της έκφρασης και βεβαίως η σχέση των Σούτσων με τον Κωλέττη είναι γεγονότα αναντίρρητα. Σε κάθε περίπτωση, στις 14 Ιανουαρίου 1844, σε μια κρίσιμη στιγμή διάσπασης του έθνους, διατυπώθηκε από τον Κωλέττη μια ιδέα ήδη γνωστή και εμπεδωμένη στην ελληνική κοινωνία, η οποία βρήκε την ιδανική ανταπόκριση. Ο Παναγιώτης, σταδιακά από το τέλος της πρώτης δεκαετίας της ζωής του ελληνικού κράτους, θα εισηγηθεί, θα υποστηρίξει και θα συμβάλει με τα κείμενά του στην καθιέρωση της ιδέας του αλυτρωτικού εθνικισμού.

Ο Κωλέττης κατάφερε μέσω του λόγου του να «αφυπνίσει» το κοινό, που βυθιζόταν μέσα στη διένεξη αυτοχθόνων-ετεροχθόνων. Ο λόγος του πέτυχε να στρέψει την προσοχή από τη μικρή κλίμακα στη μεγάλη. Οι έννοιες της ενότητας, του προορισμού, της μετάδοσης του πολιτισμού στην Ανατολή άγγιξαν ευαίσθητες χορδές, ανακάλεσαν το μεγάλο όραμα και υπενθύμισαν στη σπαρασσόμενη εθνοσυνέλευση όλα αυτά που ένωναν τους Έλληνες. Ωστόσο, ο λόγος του Κωλέττη εστίαζε την προσοχή σε ένα σημείο γύρω από το οποίο αρθρωνόταν ολόκληρη η επιχειρηματολογία του, και αυτό ήταν η ανάγκη απελευθέρωσης «όλων των ορθόδοξων Χριστιανών», όπου και αν αυτοί ευρίσκονταν, διότι, όπως διατεινόταν ο ίδιος, «πας ο εις Χριστόν πιστεύων Έλλην εστί». Με άλλα λόγια, το αίτημα της εδαφικής επέκτασης ήταν κεντρικό στην αγόρευση του Κωλέττη και λειτουργούσε συσπειρωτικά για τους παραλήπτες του. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να εικάσουμε ότι οι επευφημίες που περιγράφει ο συντάκτης της εφημερίδας Αιών ότι ξέσπασαν στην αίθουσα μετά το τέλος της ομιλίας του Κωλέττη, πιστοποιούν το γεγονός ότι η ρητή διατύπωση του αιτήματος για μια ηγεμονική, ελληνική, χριστιανική αυτοκρατορία είχε πετύχει τον στόχο της. Λίγες ημέρες μετά, ο Αλέξανδρος Σούτσος, συμπορευόμενος για άλλη μία φορά με τον Κωλέττη, θα αναφερθεί με ενθουσιασμό στην αγόρευση του τελευταίου, επισημαίνοντας παράλληλα ότι το μήνυμα θα όφειλε να είναι απολύτως σαφές για όλους τους Έλληνες: «Εύγε, γηραιέ Κωλέττη! Εύγε, Ηπειρώτη Πύρρε!/ Εις την γην αυτήν ιδέας ελευθέρας και συ σπείρε!».

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-7
Προσωπογραφία του Ονορέ ντε Μπαλζάκ. Ελαιογραφία του Louis Boulanger (1836, Musée des Beaux-Arts de Tours).

Κατά την πρώτη δεκαετία του ελληνικού έθνους, στον δημόσιο λόγο το όραμα για το εθνικό μέλλον έχει και μια εκσυγχρονιστική διάσταση. Περιλαμβάνει πολιτικά δικαιώματα, περιορισμό των αυθαιρεσιών της εξουσίας, κοινοβουλευτικό έλεγχο, πολιτική συμμετοχή, θεώρηση του έθνους ως κοινότητας πολιτών και πάνω από όλα σύνταγμα. Με άλλα λόγια, αιτήματα τα οποία συνιστούν επιβιώσεις του πολιτικού φιλελευθερισμού των Φώτων. Ωστόσο, η πραγματικότητα του κράτους και η εγκαθίδρυση της απόλυτης μοναρχίας αλλάζουν το ιδεολογικό κλίμα και τα αιτήματα του πολιτικού φιλελευθερισμού σταδιακά περνούν σε δεύτερη μοίρα. Στην πραγματικότητα, το μοναδικό αίτημα από την παράδοση του πολιτικού φιλελευθερισμού που τελικά επιβιώνει στο πλαίσιο του ελληνικού βασιλείου είναι το αίτημα του συντάγματος, ένα αίτημα το οποίο, μόλις υλοποιείται, δίνει τη θέση του στο όραμα της Μεγάλης Ιδέας και στη συνέχεια της ελληνικής αυτοκρατορίας.

Ελληνική αυτοκρατορία

Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και ο αλυτρωτικός εθνικισμός.

Το κλίμα τη δεκαετία του 1850 είναι βαρύ στο νεοσύστατο κράτος. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, όπως οι αυτόχθονες, η Εκκλησία, οι αγροτικοί πληθυσμοί, αισθάνεται ένα διαρκές αίσθημα αποκλεισμού. Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η οικονομική κατάσταση του κρατιδίου, το νέο θεσμικό πλαίσιο, ο Φαλμεράιερ με την αμφισβήτηση της καταγωγής των Νεοελλήνων αλλά και η επαμφοτερίζουσα στάση του ίδιου του Όθωνα, ο οποίος μετά την ενηλικίωσή του συμμερίζεται και συμμετέχει προσωπικά στο παιχνίδι του μεγαλομανούς αλυτρωτισμού, με αποτέλεσμα να ενυπάρχει στην ελληνική κοινωνία μια βαθιά, εσωτερική, υπόκωφη σύγκρουση της πραγματικότητας του κρατιδίου με την προσδοκία που είχε καλλιεργηθεί γι’ αυτό.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-8
O Όθων ανάμεσα στους θρόνους της Ελλάδας και του Βυζαντίου. Λιθογραφία του Honoré Daumier που σατιρίζει την επίδραση που είχε η Μεγάλη Ιδέα στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα (Alamy/Visualhellas.gr).

Ένα ακόμα γεγονός το οποίο θα συμβάλει στην αποκρυστάλλωση του αλυτρωτικού εθνικισμού είναι ο Κριμαϊκός Πόλεμος. Αυτό συμβαίνει διότι η συγκυρία του Κριμαϊκού Πολέμου φαντάζει ως μοναδική ευκαιρία υλοποίησης της Μεγάλης Ιδέας και ως πραγματική ευκαιρία διεύρυνσης των συνόρων. Η συνθήκη που γεννά ο Κριμαϊκός Πόλεμος φέρνει στην επιφάνεια δύο έννοιες κομβικές για την εθνική ιδέα: τη ρωσική προσδοκία και την έννοια της ελληνικής αυτοκρατορίας. Οι έννοιες αυτές υιοθετούνται από ένα τμήμα της λογιοσύνης, όπως και από τον Π. Σούτσο, αλλά γίνονται δεκτές με ενθουσιασμό από την πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, γιατί ανασυστήνουν μέσα στο νέο πλαίσιο κάτι γνωστό και οικείο: τον προνεωτερικό μύθο της ανασύστασης μιας χριστιανικής αυτοκρατορίας με τη συνδρομή του ξανθού γένους. Οι δυνατότητες που εμφανίζονται με τον Κριμαϊκό Πόλεμο δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα. Το κλίμα αυτό θα ενισχυθεί από τη Φιλορθόδοξο Εταιρεία αλλά και από φαινόμενα θρησκευτικού μεσσιανισμού (Παπουλάκος), αγαθαγγελισμού, αλλά και από τις εκδηλώσεις μισαλλοδοξίας (Θ. Καΐρης) που κορυφώνονται κατά τη συγκεκριμένη περίοδο.

Στο κύριο άρθρο του φύλλου της 14ης Νοεμβρίου 1853 με τίτλο «Ο καιρός της Ελληνεγερσίας», ο Παναγιώτης Σούτσος προτρέπει τους Ευρωπαίους να εγκαταστήσουν κυβέρνηση στην Κωνσταντινούπολη υπό την ονομασία «βασιλεία» ή «αυτοκρατορία». Η κυβέρνηση αυτή θα είναι ελληνική, επειδή, όπως υποστηρίζει, ιδρύεται σε χώρα ελληνική, διατάσσει και κυβερνά με την ελληνική γλώσσα, ενώ τα άλλα έθνη ούτε γλώσσα έχουν, ούτε χώρα, ούτε πληθυσμό ίσο προς τους Έλληνες. Καλεί επίσης σε πολεμικό προσκλητήριο τους ελεύθερους Έλληνες, τους Επτανήσιους, τους Θεσσαλούς, τους Ηπειρώτες, τους Μακεδόνες, τους Θράκες, τους Σέρβους, τους Βούλγαρους, τους Μαυροβούνιους, τους Τραπεζούντιους, τους Ίωνες, τους Κρήτες, τους Κυπρίους, τους Ροδίους, τους Σαμίους και τους Χίους.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-9
Χρωμολιθογραφία λαϊκού καλλιτέχνη που απεικονίζει τον Όθωνα και την Αμαλία να ζητούν από τους στρατηγούς τους να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του έθνους (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Ο όρος «ελληνική Αυτοκρατορία» υιοθετείται και από τον Όθωνα, ο οποίος φιλοδοξεί να μετασχηματίσει το μικρό βασίλειο σε αυτοκρατορία. Ο Όθωνας μπαίνει με θέρμη στο αλυτρωτικό παιχνίδι και θεωρεί εύλογη τη μετονομασία του από βασιλιά σε αυτοκράτορα και το ελληνικό βασίλειο σε αυτοκρατορία· ωστόσο, αυτή η αντίληψη δεν είναι μια σκέψη ενός, κάποιου αλαζόνα και αιθεροβάμονα βασιλιά, αλλά μάλλον η συλλογική φαντασιακή σύλληψη η οποία σχηματοποιείται σε κυρίαρχή ιδεολογία, διότι μεταφράζει τις επιθυμίες των μαζών σε ιδέες, αξίες και συγκεκριμένες κατευθύνσεις δράσης. .

Στο κύριο άρθρο του Αιώνα της 28ης Ιουλίου 1853 με τίτλο «Η ∆ύσις της Τουρκικής Αυτοκρατορίας και η Ανατολή της Ελληνικής», ο Παναγιώτης Σούτσος διατείνεται ότι η ανάσταση της Ελληνικής Αυτοκρατορίας είναι το μόνο εκτελεστό και το μόνο δίκαιο έργο μετά τη διάλυση του οθωμανικού κράτους. Για να τεκμηριώσει την παραπάνω μεγαλόστομη διακήρυξη, υποστηρίζει ότι οι Έλληνες καλύπτουν τα εννέα δέκατα της έκτασης που κάλυπτε η παλαιά Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αποτελούν τους νόμιμους κληρονόμους της Αυτοκρατορίας των Παλαιολόγων. Έχουν γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στη διοίκηση, στη νομοθεσία και στη θρησκευτική πράξη. Επίσης, τονίζει εμφατικά την εκπαιδευτική και οικονομική ανωτερότητα των Ελλήνων έναντι των άλλων σύνοικων λαών, και κυρίως των Οθωμανών.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-10
Σκηνή από τον Κριμαϊκό Πόλεμο. Ελαιογραφία του Franz Roubaud. Πρόκειται για σκηνή από την ορκωμοσία του ελληνικού τάγματος που είχε μεταβεί στη Σεβαστούπολη το 1854, για να ενισχύσει τους πολιορκημένους από τις αγγλογαλλικές δυνάμεις Ρώσους (Μουσείο Μπενάκη ΓΕ 8994).

Η συμπλήρωση τετρακοσίων χρόνων από την Άλωση, το 1853, απογειώνει το όλο κλίμα. Οι υπερβολές που θα επικρατήσουν κυρίως στο λεκτικό επίπεδο λειτουργούν και ως μέσο εκτόνωσης. Η συμπλήρωση τεσσάρων αιώνων από την 29η Μαΐου 1453 δίνει την ευκαιρία στον Παναγιώτη Σούτσο να διακηρύξει από τις στήλες της εφημερίδας Αιών ότι έφθασε η ημέρα, η «προαγγελλομένη εν ταις Γραφαίς και εν ταις Προφητείαις, και τοσούτον επιποθουμένη παρά των προπατόρων ημών». Με άλλα λόγια, θεωρεί ότι έφτασε η μέρα η οποία θα εκπληρώσει ολόκληρη τη χριστιανική χρησμολογία των υστεροβυζαντινών και μεταβυζαντινών προφητειών. Στο ίδιο άρθρο, ο Παναγιώτης Σούτσος αναφέρει ότι η Ελληνική Αυτοκρατορία που θα δημιουργούνταν ήταν αναγκαίο να αναπληρώσει την Οθωμανική, διότι το «ελληνικό Γένος» στην Ευρωπαϊκή Τουρκία ήταν πολυαριθμότερο από τους Σέρβους, τους ∆άκες και τους Βουλγάρους. Το έθνος αυτό είχε «χώρα, γλώσσα, βουλάς, δικαστήρια και ναυτικό». Τέλος, θα ήταν δυνατό να διατηρήσει την ευρωπαϊκή ισορροπία, λόγω της δογματικής ταύτισης με τη Ρωσία και της θεσμικής και πολιτισμικής εγγύτητας με τη ∆ύση. Ευνόητο για τον Παναγιώτη Σούτσο ήταν ότι, στην εν λόγω Αυτοκρατορία, την πολιτική εξουσία θα είχαν οι Έλληνες και ο «Αυτοκράτωρ Χριστιανός […] κατά την ελληνική φωνή» θα θέσπιζε νόμους και ψηφίσματα. Σε αυτόν τον αγώνα, λοιπόν, που περιλάμβανε τη γενική απελευθέρωσή τους και την επίλυση του Ανατολικού Ζητήματος, οι βαλκανικοί και οι ανατολικοί λαοί θα έδιναν την πρωτοκαθεδρία στους Έλληνες. Με την έναρξη του πολέμου, η Ελληνική Αυτοκρατορία, σύμφωνα με τον Π. Σούτσο, ορίζεται γεωγραφικά με σαφήνεια: ανάμεσα στον Αίμο και το ακρωτήριο Ταίναρο στην Ευρώπη και από την Τραπεζούντα έως την Κύπρο στην Ασία. Το Ελληνικό Γένος χωρίζεται σε τρία τμήματα, Ελλάδα, Επτάνησα και τουρκική Ελλάδα, προαναγγέλλοντας με έναν τρόπο και το ιδεολόγημα του ελληνοθωμανισμού, της ηγεμονικής δηλαδή θέσης των Ελλήνων σε μια Ελληνοθωμανική Αυτοκρατορία.

Συνεχίζοντας τον χρησμό, ο Σούτσος προφητεύει τα παρακάτω: Το ελληνικό κράτος, «το εκτρωματικόν αυτό και ραχητικόν», που έχει μεγάλο κεφάλι και σώμα ενός ποδιού, σε λίγο θα γίνει Ηρακλής πελώριος. Σύντομα θα προστεθούν τα Επτάνησα που ανθίστανται υπερήφανα στον Άγγλο τύραννο της θάλασσας, αλλά και οι Ηπειρώτες απόγονοι του Πύρρου και του «κακού δαίμονα» των Οθωμανών Γεωργίου Καστριώτη, οι Θεσσαλοί, συντοπίτες του Ρήγα Φεραίου, οι Μακεδόνες, που έφτασαν μέχρι τη Βαβυλώνα, οι Θράκες του Ορφέα, οι Ίωνες του Ομήρου και οι Κρήτες του Μίνωα. Με άλλα λόγια, κατασκευάζει ένα εξαιρετικό μωσαϊκό ηρώων του παρόντος, της Επανάστασης, του Βυζαντίου, της αρχαιότητας, ακόμα και μυθικών, που τείνει να συμπεριλάβει τα πάντα. Έτσι, το ελληνικό κράτος σύντομα θα εκτείνεται από το Ταίναρο έως τον Αίμο, έχοντας για προπύργια την Κρήτη απέναντι στην Αίγυπτο, την Κύπρο απέναντι στη Συρία, τη Ρόδο και τη Χίο απέναντι στην Ασία.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-11
Προσωπογραφία του Θεόφιλου Καΐρη. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Πολυχρόνη Λεμπέση (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, τίποτα δεν θα είναι ίδιο για την ελληνική εθνική ιδεολογία. Ο σκεπτικισμός προς τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, που ήδη έχει διαφανεί τις δύο πρώτες δεκαετίες, θα επιβεβαιωθεί και θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη εσωστρέφεια. Ο Κριμαϊκός πόλεμος δίνει το έναυσμα να συγκροτηθεί μια αντίσταση στον πολιτισμικό ηγεμονισμό της ∆ύσης και κυρίως οδηγεί σε αναδίπλωση στην εθνική ιδιαιτερότητα. Η απομυθοποίηση της Ευρώπης και η εύλογη ταύτιση με τη Ρωσία θα οδηγήσουν στην αποδόμηση μιας ολόκληρης αντίληψης εκδυτικισμού η οποία έβαζε εμπόδια στο όραμα της ηγεμονικής θέσης της Ελλάδας σε μια ανατολική-χριστιανική αυτοκρατορία. Μάλιστα, λίγες ημέρες πριν από την επανάσταση στην Ηπειροθεσσαλία, ως αρθρογράφος του Αιώνα, ο Παναγιώτης Σούτσος, ο πρώην οπαδός του γαλλικού κόμματος και συνεργάτης του Κωλέττη, έγραφε: «Ρωσσισμός και ελληνισμός λογίζονται εν και το αυτό, εν πνεύμα και εν σώμα. Εντεύθεν οι κατήγοροι των Ρώσων εισί και κατήγοροι και διώκται της Ορθοδοξίας και των Ελλήνων».

Η Νέα Σχολή του γραφομένου λόγου

Προτείνοντας την ανάσταση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και την αποκάθαρση της γλώσσας και του έθνους από οτιδήποτε ξένο.

Ο Παναγιώτης Σούτσος, μαθητής του Κοραή, θα δώσει το 1853 το τελειωτικό χτύπημα στον δάσκαλό του με το πιο αιρετικό του έργο, την περίφημη Νέα Σχολή του γραφομένου λόγου, ή ανάστασιν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης εννοούμενης υπό πάντων, το οποίο θα καταδικάσει την επιρροή του Κοραή αλλά και εν γένει της ευρωπαϊκής διανόησης στη γλώσσα του ελληνικού έθνους και θα κηρύξει την επιστροφή στην αρχαία ελληνική διάλεκτο. Πρόκειται για μια επιλογή ακραία, η οποία θα προκαλέσει οργισμένες αντιδράσεις από τους συγχρόνους του: «Σκαπανείς ημείς αυθάδεις, καταρρίπτομεν σήμερον το Φραγκικόν τούτο και πτωχόν οικοδόμημα [του Κοραή] και ανεγείρομεν από του μνήματος την Ελληνικήν γλώσσαν των προγόνων».

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-12
Γελοιογραφία που απεικονίζει τη Ρωσία ως αρκούδα να προσπαθεί να προσεταιριστεί την Ελλάδα την περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου, με δέλεαρ την Κωνσταντινούπολη (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη – Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα).

Οι εξελίξεις στη δεκαετία του 1850 είναι σημαντικές, τόσο στο πολιτικό πεδίο με την έναρξη των ρωσο-τουρκικών εχθροπραξιών, που παρουσιάζονται ως η πρώτη μεγάλη ευκαιρία της Μεγάλης Ιδέας, όσο και στο ιδεολογικό πεδίο, αφού έχουν ήδη δρομολογηθεί τόσο ο «ελληνοχριστιανισμός» του Ζαμπέλιου όσο και η πρώτη μορφή της Ιστορίας του Κ. Παπαρρηγόπουλου. Σε αυτή τη στιγμή έρχεται ο Π. Σούτσος να εκδώσει το γλωσσικό και ιδεολογικό μανιφέστο του, το οποίο θα προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις, επισείοντας την οργή του καθηγητή του πανεπιστημίου Κ. Ασώπιου, ο οποίος, σε απάντηση στο έργο του Σούτσου, εκδίδει ένα ιδιαίτερα δηκτικό προσωπικό και επικριτικό κείμενο με τον χαρακτηριστικό τίτλο Τα Σούτσεια.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-13

Μέσω του συγκεκριμένου έργου, ο Π. Σούτσος προτείνει την ανάσταση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, προωθώντας ένα πρόγραμμα που θα έχει ως βάση απλούστερες μορφές της αρχαίας ελληνικής (Ηρόδοτος, Ξενοφώντας), ώστε να εξοικειωθούν σταδιακά με αυτήν οι Νεοέλληνες, με απώτερο στόχο την υιοθέτηση της αττικής διαλέκτου. Η γλώσσα δεν έρχεται τυχαία στο προσκήνιο και η διαμάχη δεν αφορά μόνο το γλωσσικό ζήτημα. Η αναγωγή της γλωσσικής διαφοράς σε διαφοροποιητικό στοιχείο μεταξύ των ανθρώπων οφείλεται εν πολλοίς σε μια επιλεκτική ερμηνεία του γερμανικού ρομαντισμού του 19ου αιώνα. Ομολογουμένως, πριν από την εποχή της σύμπλευσης του εθνικισμού με τον Ρομαντισμό, η γλώσσα γινόταν αντιληπτή από τους ομιλούντες αυτήν ως ένα φυσικό γεγονός, όχι ως πολιτισμική κληρονομιά.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-14

Ο Π. Σούτσος αναλαμβάνει να ηγηθεί της μερίδας των λογίων που επιθυμούν την αποκάθαρση της γλώσσας, και κατ’ επέκταση του έθνους, από οτιδήποτε ξένο. Το εθνικό-γλωσσικό σχέδιο του Σούτσου έχει την έπαρση και την αφέλεια του λογίου, ο οποίος πιστεύει ότι μπορεί να κηρύξει την έναρξη της κατασκευής μιας γλώσσας και κατ’ επέκταση να προσδώσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σε ένα έθνος με μία φράση: «Α΄. Η γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων και ημών των νεωτέρων έσεται μία και η αυτή. Η Γραμματική εκείνων και ημών έσεται μία και η αυτή».

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-15

Είναι ασφαλώς ξεκάθαρο ότι η διαμάχη δεν είναι τόσο γλωσσική, όσο κυρίως ιδεολογική. Επιπλέον, οφείλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι η διαμάχη δεν είναι ανάμεσα στη δημοτική και στην καθαρεύουσα, αλλά ανάμεσα σε δύο εκδοχές της ίδιας της καθαρεύουσας. Αυτό καταδεικνύει και την αυτονόητη σημασία, για όλους τους λόγιους, της ύπαρξης μιας γλώσσας που να επιδεικνύει την σύνδεση των Νεοελλήνων με τους προγόνους τους. Η διαμάχη λοιπόν αφορά τη διένεξη αναμεσά σε μια αυστηρή αρχαΐζουσα και στην καθαρεύουσα. Ωστόσο, οι διαφορές είναι μεγάλες. Το αίτημα του Π. Σούτσου για αποκάθαρση της γλώσσας αντικατοπτρίζει το αίτημα μιας μερίδας λογίων για αποκάθαρση του έθνους από το ξένο το οποίο στην παρούσα συνθήκη σημαίνει το δυτικό. Βρισκόμαστε στην στιγμή που πλέον αποκρυσταλλώνεται η βαθμιαία αποδέσμευση από την ∆ύση η οποία έχει ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του 1830. Η γλώσσα είναι μονάχα μία παράμετρος του ελληνικού εθνικισμού και μάλλον λειτουργεί ως παράδειγμα αποκάθαρσης ολόκληρης της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας από τα δυτικά-ξένα στοιχεία. Ο κατά Σούτσο ελληνικός εθνικισμός οφείλει να έχει ως προμετωπίδα την αττική διάλεκτο, η οποία και θα υπενθυμίζει την αδιάλειπτη ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους στον χρόνο και στον χώρο.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-16

Παράλληλα με τα ιδεολογικά ζητήματα που διακυβεύονται με τη διένεξη που πυροδότησε η Νέα Σχολή του Π. Σούτσου, υπάρχουν και ζητήματα «συντεχνιακά». Με άλλα λόγια, αποκάθαρση της γλώσσας από τα ξένα στοιχεία σημαίνει αποκάθαρση από την επτανησιακή παράδοση, και στην πραγματικότητα αποκάθαρση από τον Σολωμό. Φαίνεται να ανακύπτει η ανάγκη να εξουδετερωθεί η τακτική συμμαχία που ενώνει τον κοραϊσμό με τον σολωμισμό. Όπως πίστευε ο ίδιος ο Α. Σούτσος, η περίοδος «Καποδίστρια» έφερε στην εξουσία την «κερκυραϊκήν φυλήν των τυράννων» και κατ’ επέκταση την ανταγωνιστική επτανησιακή παράδοση στο επίπεδο των γραμμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο ανταγωνισμού δύο μορφωμένων ελίτ για την πρωτοκαθεδρία της εθνικής διανόησης. Οι Σούτσοι σε όλη την πορεία τους θα έχουν πάντοτε ως στόχο την ανάδειξή τους σε εθνικούς ποιητές. Το νεότευκτο έθνος χρειάζεται τα σύμβολά του, ο εθνικός ποιητής ο οποίος στο πρόσωπό του θα συμβολίζονται όλα τα ενοποιητικά στοιχεία της νέας συλλογικότητας συνιστά προτεραιότητα. Σε αυτή την άτυπη αναμέτρηση για τον εθνικό ποιητή, οι Σούτσοι θα λάβουν μέρος αλλά θα ηττηθούν από έναν γνήσιο ποιητή, όπως ο Σολωμός.

Εθνική ιδεολογία

Ένα έργο που προαναγγέλλει αλλά και εμπεριέχει όλα τα βασικά σχήματα του ελληνικού εθνικισμού όπως αυτός έμελλε να κυριαρχήσει.

Το παράδειγμα του Παναγιώτη Σούτσου και η καταγραφή της πορείας των αντιλήψεών του λειτουργεί ως αντανάκλαση της ιστορικής διαδρομής των ιδεών του ελληνικού εθνικισμού. Αυτό που καθιστά «προκλητική» την περίπτωσή του είναι η ευκολία με την οποία κινείται και μετατοπίζεται στον χώρο των ιδεών. Έτσι, ο Παναγιώτης Σούτσος θα πορευτεί ανάμεσα στον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό, τη διαφωτιστική παράδοση, τον «χριστιανικό σοσιαλισμό» για να καταλήξει τελικά στον συντηρητισμό, τον αλυτρωτικό εθνικισμό και την αρχαιοπληξία. Το καταληκτικό ιδεολογικό σχήμα του, ωστόσο, όσο συντηρητικό και αν προβάλλει, διατηρεί στο εσωτερικό του στοιχεία από όλη αυτή τη μακρά περιδιάβαση στον χώρο των ιδεών. Στην πραγματικότητα, ο εθνικισμός του Παναγιώτη Σούτσου συνιστά μια χοάνη η οποία εμπεριέχει επιβιώσεις από όλες τις προηγούμενες ιδεολογικές φάσεις του ελληνικού εθνικισμού, παρόλο που μετατοπίζεται διαρκώς και σταθερά προς έναν «κλειστό», συντηρητικό, αλυτρωτικό εθνικισμό. Ανάλογη είναι συνολικά η πορεία των ιδεών του ελληνικού εθνικισμού.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-17
Ο καθηγητής Πανεπιστημίου Κωνσταντίνος Ασώπιος [πηγή: Τρύφωνος Ε. Ευαγγελίδου, Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος (1832-1862): Κατά τας νεωτάτας πηγάς ξένων τε και ημετέρων ιστορικών, εκδότης Αριστείδης Γ. Γαλανός, Εν Αθήναις 1894].

Ο Παναγιώτης Σούτσος, με το έργο του ιδωμένο συνολικά, διαμορφώνει, προαναγγέλλει αλλά και εμπεριέχει όλα τα βασικά σχήματα του ελληνικού εθνικισμού όπως αυτός έμελλε τελικά κυριαρχήσει. Όλα όσα θα αποκρυσταλλώσει στο έργο του ο Παπαρρηγόπουλος αλλά και ο Ζαμπέλιος, οι κατά Κ. Θ. ∆ημαρά σπουδαιότεροι εκπρόσωποι του ελληνικού εθνικισμού του 19ου αιώνα, ανιχνεύονται πρώιμα και πρωτόλεια στον Παναγιώτη Σούτσο. Ωστόσο, το πιο σημαντικό είναι ότι το έργο του συνιστά μια καταγραφή των παλινδρομήσεων και των μετατοπίσεων του ελληνικού εθνικισμού. Αν η ιστορία γραφόταν με «αν», θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μέσα από το γραπτό αποτύπωμα των αδελφών Σούτσων παρακολουθούμε όλες τις διαδρομές που θα μπορούσε να είχε πάρει ο ελληνικός εθνικισμός, αλλά τελικά δεν το έκανε.

Οι μετατοπίσεις που συμβαίνουν καθ’ όλη αυτή τη χρονική περίοδο δεν ξενίζουν και φαντάζουν απολύτως φυσιολογικές, διότι βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι αλλαγές αποτελούν τον κανόνα, όχι την εξαίρεση. Βρισκόμαστε στο μεταβατικό σημείο κατά το οποία οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι ο κόσμος τους δύναται να αλλάξει, και αυτό είναι ίσως η επαναστατικότερη αλλαγή που συνέβη κατά την περίοδο του Αγώνα αλλά και των πρώτων χρόνων της ζωής του νεοελληνικού κράτους. Κοντολογίς, στην αντίληψη των ανθρώπων έχει πλέον εγκατασταθεί, για πρώτη φορά, η καθ’ όλα νεωτερική ιδέα της εξέλιξης. Η στιγμή του Παναγιώτη Σούτσου είναι κατά τούτο η στιγμή μιας μεγάλης αλλαγής στην ιστορία των ιδεών· είναι μια στιγμή της μεταβολής στις νοοτροπίες των ανθρώπων. Για πρώτη φορά, το ελληνικό έθνος καλείται να σκεφτεί την ταυτότητά του και να συγκροτήσει ένα συγκολλητικό αφήγημα, κάτω από το πέπλο του οποίου θα αμβλυνθούν οι αντινομίες του.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-18
Ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη – Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα).

Για τον Παναγιώτη Σούτσο, η ποίηση οφείλει να υπηρετεί το έθνος και να συμβάλλει στη βελτίωση της κοινωνίας. Η ευθύνη του ποιητή είναι η διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Αυτή είναι η αντίληψή τους περί του ρόλου του ποιητή και είναι σαφές ότι, όταν ο Παναγιώτης Σούτσος μιλάει για ποιητή, εννοεί τον «εθνικό ποιητή». Στον νοητικό κόσμο του Παναγιώτη Σούτσου, δεν νοείται άλλο είδος ποίησης πλην της εθνικής, και αυτό το είδος αισθάνεται ότι υπηρετεί και ο ίδιος. Αυτό που φαίνεται να προσπερνά η σύγχρονη κριτική είναι ότι, με τους όρους της εποχής τους, οι Σούτσοι είναι σημαντικοί ποιητές και με μεγάλη απήχηση. Τα ποιήματά τους διαβάζονται, οι σατιρικοί στίχοι του Α. Σούτσου τοιχοκολλώνται και απομνημονεύονται από την κοινωνία του Ναυπλίου. Καθημερινά παίρνουν θέση σε οτιδήποτε συμβαίνει στο ελληνικό βασίλειο και με το έργο τους συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου, επιχειρώντας να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν τη συνείδηση της κοινής γνώμης

Το παράδειγμα του Π. Σούτσου είναι μια τυπική περίπτωση Φαναριώτη διανοουμένου, ο οποίος έζησε και εργάστηκε εντός του ελληνικού βασιλείου. Τόσο ο Παναγιώτης όσο και ο Αλέξανδρος Σούτσος, οι οποίοι συνιστούν δύο σχεδόν ξεχασμένους λόγιους του 19ου αιώνα, είναι μια ενδεικτική περίπτωση εθνικών διανοουμένων που έδωσαν τη δική τους εκδοχή στην έννοια «ελληνικό έθνος». Η πορεία των ιδεών του Παναγιώτη προς τον συντηρητισμό φαντάζει προδιαγεγραμμένη. Το έργο του ανοίγει τον δρόμο στον Παπαρρηγόπουλο και στον Ζαμπέλιο. Εντούτοις, πριν από αυτή την κατάληξη, αυτοί οι δύο τυπικοί λόγιοι της εποχής τους έχουν περάσει μια περίοδο κατά την οποία αναρωτιούνται, αμφισβητούν, στοχάζονται και δοκιμάζουν απόψεις.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-19
Χάρτης της Ελλάδας το 1844 από έκδοση του Henry Schenck Tanner (Photo by Buyenlarge/Getty Images).

Ο Παναγιώτης Σούτσος έζησε σε μια στιγμή της ιστορίας όπου τίποτα δεν ήταν προδιαγεγραμμένο: εισηγήθηκε ιδέες που έχασαν, έθεσε διλήμματα που δίχασαν, διάνοιξε προοπτικές που έμειναν δυνατότητες, υποστήριξε θέσεις που μετά αναίρεσε. Οι βεβαιότητες της εθνικής ιδεολογίες συγκροτήθηκαν μετά από μάχη που δόθηκε στο πεδίο των ιδεών· η έκβαση της μάχης δεν αναιρεί τη σημασία τους. Μολονότι, αυτές οι εναλλακτικές προοπτικές σαρώθηκαν από το κύμα της εθνικής ιδεολογίες που επικράτησε, έχει σημασία να γνωρίζουμε ότι υπήρχαν ρωγμές σε αυτό το σχήμα που σήμερα φαντάζει τόσο βέβαιο και ακλόνητο· και ακόμα και αν αυτές οι προοπτικές σήμερα έχουν «ξεχαστεί» δεν είναι εντελώς απούσες γιατί υπήρξαν και έχουν αφήσει το ίχνος τους. Οι επιβιώσεις αυτών των ιδεών προειδοποιούν ότι οι ιδεολογικές διαδρομές δεν είναι προδιαγεγραμμένες. Μαζί τους και η τύχη των κοινωνιών.

Παναγιώτης Σούτσος – Από τον ουτοπικό σοσιαλισμό στον αλυτρωτικό εθνικισμό-20
Σατιρικό σκίτσο του Honoré Daumier που αναφέρεται στην περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου και απεικονίζει τον Όθωνα να τρέχει να συνταχθεί με τη ρωσική πλευρά, φωνάζοντας προς τους Άγγλους και τους Γάλλους: «Δεν σε χρειάζομαι πια, τώρα είμαι αυτοκράτορας του Βυζαντίου!» (Photo by Heritage Art/Heritage Images via Getty Images).
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT