Όταν βλέπω σταφίδες, αυτό που σκέφτομαι αυτόματα είναι η αφή τους στην τσεπούλα της σχολικής μου ποδιάς μαζί με λίγα στραγάλια ή αμύγδαλα. Ήταν μια αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς μέσα στο χειμώνα· τότε δεν είχε γαριδάκια ούτε ψεύτικα κρουασάν. Πότε ήταν μαύρες στρουμπουλές, πότε ξανθές σαρκωμένες, πάντα γλυκές με μια αδιόρατη ξινάδα στο τέλος.
Τις σκέφτομαι σαν ματάκια στα ανθρωπόμορφα ψωμιά, στο χριστόψωμο της γιαγιάς, στο σαβόρο που φτιάχνουμε στη Λευκάδα: στρώσεις τηγανισμένα ψάρια να εναλλάσσονται με στρώσεις μαύρης σταφίδας, μοσχοβολιστά από το δεντρολίβανο, το σκόρδο, το τριανταφυλλόξιδο, όλο σκεπασμένο με λάδι, να διαρκεί μήνες πολλούς. Στη Θεσσαλία τις έφαγα μέσα σε τυρόπιτες με πικάντικη φέτα. Στην Κέρκυρα στα τζαλέτια· αλλά και εκείνη η μπομπότα (καλαμποκίσιο κέικ) με πορτοκάλι και πολλές μαύρες σταφίδες…
Διαβάστε τη συνέχεια στον Γαστρονόμο