Ηράκλειο: Στο Καφενείο του Αλευρά φάγαμε τους καλύτερους κεφτέδες της ζωής μας

Ηράκλειο: Στο Καφενείο του Αλευρά φάγαμε τους καλύτερους κεφτέδες της ζωής μας

Στα προάστια του Ηρακλείου βρίσκεται ο καφενές των Αλευράδων, που σερβίρει έξοχους μεζέδες με παλιές μικρασιάτικες συνταγές.

3' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπήκαμε με φούρια μέσα στο μαγαζί, γωνία Σερρών και Νεαπόλεως, την ώρα που ένας άλλος πελάτης ήταν όρθιος και κανόνιζε τον λογαριασμό του – τα δικά του ήταν κερασμένα, οπότε έβγαλε να πληρώσει των αλλωνών, αυτών που τους κέρασε τη ρακή. «Ελάτε να καθίσετε εδώ, να είστε άνετα», μας είπε ο καφετζής, ο πελάτης παραμέρισε για να περάσουμε στο μεγάλο τραπέζι, μας χαιρέτησε, χαιρέτησε και τους υπόλοιπους στο μαγαζί, εκείνος έφυγε κι εμείς καθίσαμε στη θέση του. Ο καφετζής πήγε πίσω από το τεζιάκι του κι επέστρεψε με μια μπουκάλα τσικουδιά υπό μάλης. Ράντισε το τραπέζι με δαύτη και με ένα πανί το καθάρισε, ήξερε ότι τον παρατηρούσαμε έκπληκτοι και, δίχως να σηκώσει τα μάτια από την εργασία του, μας είπε ότι «αυτό είναι το καλύτερο απολυμαντικό»  μια αρκούντως ικανοποιητική εξήγηση.

Ηράκλειο: Στο Καφενείο του Αλευρά φάγαμε τους καλύτερους κεφτέδες της ζωής μας-1
Ο κανόνας είναι ότι οι μεζέδες θα βγουν στο τραπέζι διαδοχικά, με κάθε παραγγελία ρακής, σε μικρότερο βέβαια πιάτο. Μπορείς όμως να τους παραγγείλεις και χωριστά, για ένα πλήρες γεύμα.

Βρισκόμαστε σε μια προσφυγική γειτονιά στα νοτιοανατολικά προάστια του Ηρακλείου, κάνα δυο χιλιόμετρα από το κέντρο, σε έναν όχι και τόσο παλιό καφενέ δίχως ταμπέλα, που άνοιξε το 1987 στη θέση ενός μπακάλικου. «Σαράντα μέτρα από δω βρίσκεται το πατρικό μου», λέει ο Παναγιώτης Μαγγανάς, ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου Πεσκέσι στο κέντρο του Ηρακλείου (Βραβείο Γαστρονόμου 2021), ο οποίος μας έφερε στον Αλευρά. «Σε αυτή τη συνοικία πρέπει να υπάρχουν μαζεμένα τα περισσότερα καφενεία του Ηρακλείου», λέει γι’ αυτή την περιοχή στα όρια της πόλης, όπου βρήκαν καταφύγιο οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Εδώ παλιά είχε αμπέλια και λιόδεντρα, μουρνιές και πολλά πεύκα, κι εξόν από τους πρόσφυγες κι αργότερα και τις παράγκες που στήθηκαν για να στεγαστούν οι δεκάδες πλημμυροπαθείς της μεγάλης νεροποντής του Ηρακλείου του 1937, στις εξοχικές Πατέλες κατοικούσαν κι άνθρωποι που είχαν αναπνευστικά προβλήματα. Από όλους τους καφενέδες της περιοχής, ο Παναγιώτης διαλέγει να έρχεται εδώ, γιατί, όπως λέει, «φτιάχνουν φανταστικό σφουγγάτο και καταπληκτικούς κεφτέδες μικρασιάτικους με τη ρίγανη, που είναι τραγανοί απέξω και μαλακοί στο κέντρο και μου θυμίζουν αυτούς που έκανε η γιαγιά και η θεία μου». Τούτο το μαγαζί το άνοιξε ο Αντώνης Παναγιώταρος ή Αλευράς, όπως είναι το οικογενειακό παρατσούκλι, που το κονόμησαν από έναν θείο μυλωνά στη Σμύρνη.

Ηράκλειο: Στο Καφενείο του Αλευρά φάγαμε τους καλύτερους κεφτέδες της ζωής μας-2
Ριγανάτοι, τραγανοί απέξω, μαλακοί στο εσωτερικό, οι κεφτέδες της κυρίας Πόπης ήταν από τους πιο νόστιμους που φάγαμε στην Κρήτη

Ο Αντώνης σέρβιρε μαζί με τη ρακή κι έναν ψιλομεζέ. Τώρα έχει δυο-τρία φαγιά παραπάνω και τα κουμάντα του καφενέ τα κάνει πια ο Κωστής και η γυναίκα του, η Γιάννα, και τους βοηθάνε η κυρα-Πόπη και η Μαρία, η μάνα και η αδερφή του Κωστή αντίστοιχα. Από τα ηχεία παίζει χαμηλά Στράτο Διονυσίου, το Υποκρίνεσαι, κι ώσπου να ζητήσουμε να έρθει η πρώτη ρακή με τα συμπαρομαρτούντα της, μας στέλνουν κέρασμα από το διπλανό τραπέζι μία μερίδα κεφτέδες – είχαν παρακολουθήσει φαίνεται τη στιχομυθία μας με τον Παναγιώτη. Έτσι είναι λοιπόν, όπως τους περιέγραψε ο Παναγιώτης. Δεν έχω φάει καλύτερους κεφτέδες, «γεια στα χέρια σου κυρα-Πόπη», φωνάζουμε στη μαγείρισσα, η οποία επιστρέφει με ένα πιάτο με χοχλιούς και χόντρο και με τη σπεσιαλιτέ τους, το σφουγγάτο, που έμαθε να το φτιάχνει και η Γιάννα με τη συνταγή της γιαγιάς ακριβώς στο ίδιο παμπάλαιο τηγάνι που την έκανε κι εκείνη, γιατί «αλλού δεν γίνεται».

Έχει 1 ολόκληρο κιλό πατάτες μέσα και έτσι όπως στριμώχνεται και παίρνει το σχήμα του τηγανιού, μοιάζει με χρυσό παντεσπάνι. Τσουγκρίζουμε τις ρακές μας και τσιμπολογάμε, απέναντί μας κάθεται κοστουμαρισμένος ένας συνταξιούχος ναυπηγός, απορροφημένος από την εφημερίδα του, πλάι μας μια παρέα οικοδόμοι που μιλάνε δυνατά και πιο πέρα ένας νυν δήμαρχος και ένας πρώην διαιτητής. Επόμενες ρακές και μαζί ένας ντάκος ορφανός (χωρίς ντομάτα) με λαδορίγανη κι ένα πιατάκι με ντόπιο κεφαλοτύρι κατσικίσιο, με σπιρτάδα και τολμηρή νοστιμιά, και μαζί ολίγον μπλε τυρί από την αλλοδαπή. Τη ρακή, λέει, τη φέρνουν από την ενδοχώρα, από την περιοχή Μινώα Πεδιάδας, και για κάθε τι από τα υπόλοιπα έχουν προμηθευτές τους ίδιους τους παραγωγούς – ο ένας τους φέρνει τους χοχλιούς, άλλος τα τυριά, άλλος τα μπαξεβανίσια και ούτω καθεξής. Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, τον δικό μας λογαριασμό δεν τον πληρώσαμε, τον είχε κανονίσει άλλος. Εμείς πληρώσαμε των αλλωνών, εκείνων που τους κεράσαμε τη ρακή. Έτσι είθισται εδώ.

Καφενείο του Αλευρά

Σερρών και Νεαπόλεως, Πατέλες, Ηράκλειο

*Οι τιμές και το μενού των εστιατορίων είναι αυτά που ίσχυαν κατά τη χρονική περίοδο συγγραφής και δημοσίευσης του άρθρου και ενδέχεται να έχουν αλλάξει.

*Τα ρεπορτάζ αγοράς και τα προϊόντα που προτείνουμε στον Γαστρονόμο είναι επιλογές των συντακτών και δεν έχουν εμπορικό σκοπό ούτε αποφέρουν διαφημιστικό έσοδο.

Πηγή: Γαστρονόμος

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT