O καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Princeton, Άγγελος Χανιώτης, μιλάει στο «Κ» από την ερημωμένη πανεπιστημιούπολη της Νέας Αγγλίας για το «τώρα» και το «μετά» των όσων βιώνουμε σήμερα.
Πώς είναι η κατάσταση στην πόλη σας και πώς «γεμίζετε» το 24ωρο της καραντίνας σας;
Βρίσκομαι στο Πρίνστον. Αν και η πολιτεία της Νέας Υερσέης είναι ένα από τα κέντρα της πανδημίας στις ΗΠΑ, η κατάσταση εδώ είναι ήπια. Η πόλη, τυπική πανεπιστημιούπολη, έχει ερημώσει. Το Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών, που είναι η έδρα μου, δεν έχει φοιτητές, αλλά μόνο υπότροφους ερευνητές. Αν και είναι κλειστό, το εβδομαδιαίο μου σεμινάριο συνεχίζεται διαδικτυακά. Αρκετές πηγές για την έρευνα στις αρχαιογνωστικές επιστήμες βρίσκονται στο διαδίκτυο (και ο ίδιος έχω αναρτήσει τις περισσότερες δημοσιεύσεις μου) και έτσι η εργασία συνεχίζεται, αλλά με δυσκολίες. Για πρώτη φορά από το 1998 είμαι για περισσότερες από τρεις εβδομάδες στο σπίτι μου χωρίς διακοπή για ταξίδια και βρήκα την ευκαιρία να προχωρήσω εργασίες για τις οποίες μου αρκεί η προσωπική μου βιβλιοθήκη (επεξεργάζομαι, για παράδειγμα, την ελληνική μετάφραση του βιβλίου μου «Η εποχή των κατακτήσεων: ο ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό»), αλλά και να επιστρέψω σε δύο αγαπημένες μου ασχολίες: τα παζλ και την κηπουρική.
Είχατε ποτέ φανταστεί ότι μια τόσο ισχυρή χώρα όπως οι ΗΠΑ θα αποδεικνυόταν τόσο ανοχύρωτη απέναντι στον ιό;
Βεβαίως. Οι λόγοι είναι πολλοί: η ομοσπονδιακή δομή των ΗΠΑ δεν ευνοεί τον συντονισμό μεταξύ των πολιτειών· υπάρχουν τεράστιες αδυναμίες στις υποδομές λόγω της περιορισμένης κεντρικής χρηματοδότησης. Επιπλέον, την τελευταία εικοσαετία καλλιεργείται η αφελής αντίληψη ότι η χώρα μπορεί να απομονωθεί και να αποτελέσει ασφαλές «νησί» σε έναν ταραγμένο ωκεανό. Τέλος, ο Τραμπ, όπως και μεγάλη μερίδα των Ρεπουμπλικανών, δεν εμπιστεύεται τους επιστήμονες. Οι ΗΠΑ θυμίζουν εκείνες τις ταινίες καταστροφής στις οποίες κάποιοι επιστήμονες προειδοποιούν για την επερχόμενη καταστροφή –έκρηξη ηφαιστείου, σεισμός, πτώση μετεωρίτη, ακραία κλιματικά φαινόμενα–, αλλά οι πολιτικοί τούς αγνοούν. Στις ταινίες το αίσιο τέλος είναι αναμενόμενο. Στην πραγματικότητα, όχι.
Όποιος μελετά το παρελθόν, την αρχαία ιστορία εν προκειμένω, κατανοεί καλύτερα το παρόν;
Όχι. Η ιστορία δεν προσφέρει καλύτερη κατανόηση του παρόντος, απλώς μια πρόσθετη, χρήσιμη οπτική γωνία. Για την κατανόηση του παρόντος χρειαζόμαστε τη συνέργεια πολλών, μάλλον όλων, των επιστημών.
Τι μας διδάσκουν οι πανδημίες της αρχαιότητας γι’ αυτό που ζούμε σήμερα;
Μας προϊδεάζουν για φαινόμενα όπως ανορθολογικές ερμηνείες και συνωμοσιολογίες, πίστη σε προφητείες ή εναπόθεση των ελπίδων στο θείο. Κατά τον λοιμό της Αθήνας του 430 π.Χ., για παράδειγμα, οι άνθρωποι ανέτρεχαν σε παλιούς χρησμούς, όπως γράφει ο Θουκυδίδης. Συνέπεια του λοιμού ήταν η εισαγωγή της λατρείας του Ασκληπιού δέκα χρόνια αργότερα – με ενεργό ρόλο του τραγικού ποιητή Σοφοκλή. Κατά τη μεγάλη πανδημία των ετών 165-180 μ.Χ. («την πανώλη των Αντωνίνων»), διάφορες πόλεις ζήτησαν χρησμούς από το μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο. Ένας από αυτούς απέδωσε την αρρώστια στα μαγικά τεχνάσματα (φάρμακα) κάποιου άγνωστου μάγου και εναπόθεσε τη γιατρειά στην Άρτεμη, που με τις δάδες της θα έλιωνε τα κέρινα ομοιώματα (ένα είδος «βουντού») που χρησιμοποίησε ο μάγος. Μια πανδημία αποτελεί γόνιμο έδαφος για να φυτρώσουν ανοησίες, κομπογιαννιτισμός και θρησκοληψία, όπως δείχνει μια ματιά στο διαδίκτυο. Θα πρέπει να επαινεθεί η υπεύθυνη στάση της εκκλησιαστικής ηγεσίας, που έσωσε ζωές, κρατώντας μια ισορροπία ανάμεσα σε όσα πρεσβεύει ο χριστιανισμός και όσα συμβουλεύει η επιστήμη.
Θα μας αλλάξει, πιστεύετε, αυτή η δοκιμασία; Προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, άραγε;
Οριακές καταστάσεις που μας φέρνουν αντιμέτωπους με τη μαζική απώλεια ζωών και την οικονομική καταστροφή έχουν επιπτώσεις· θα σταθώ στις θετικές. Σε ατομικό επίπεδο αναγκαζόμαστε, τουλάχιστον πρόσκαιρα, να επαναπροσδιορίσουμε τις προτεραιότητές μας και να ζήσουμε πιο συνειδητά. Σε συλλογικό επίπεδο επιδείξαμε πειθαρχία –συνδυασμένη με χιούμορ– στα κάθε άλλο παρά ευχάριστα μέτρα. Από αυτή την πλευρά, η Ελλάδα του 2020 μου θυμίζει κάπως την Ελλάδα των Ολυμπιακών του 2004, την Ελλάδα της συστράτευσης, του εθελοντισμού, της υπευθυνότητας, του σεβασμού. Λίγα χρόνια αργότερα, όλα αυτά είχαν ξεχαστεί στον κυκεώνα της κρίσης. Ελπίζω τα θετικά στοιχεία που ανέδειξε η νέα κρίση να μην ξεχαστούν το ίδιο γρήγορα.
Το συναίσθημα –το οποίο βρίσκεται στον πυρήνα των ενδιαφερόντων σας– στον αρχαίο κόσμο είναι η βάση για την κατανόηση φαινομένων, έχετε πει. Για τον σημερινό άνθρωπο τι είναι, πέρα από τα emoticons στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
Το συναίσθημα είναι διαχρονικό φαινόμενο. Είναι κάτι σαν μηχανισμός άμυνας. Όποιος δεν γνωρίζει τον φόβο θα υποτιμήσει τον κίνδυνο· όποιος δεν γνωρίζει την αγανάκτηση θα παραμένει θύμα αδικιών· όποιος δεν γνωρίζει την αηδία θα εκτεθεί σε βλαπτικές ουσίες· χωρίς αγάπη και στοργή δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή και διαιώνιση του είδους. Αυτό που αλλάζει είναι το αν και πώς προβάλλουμε τα συναισθήματά μας. Σήμερα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούν την ψευδαίσθηση μιας στενής επαφής – που στην πραγματικότητα είναι επιφανειακή. Ο πομπός του μηνύματος αισθάνεται την ανάγκη να πληροφορήσει τον δέκτη για το τι αισθάνεται όχι μόνο λεκτικά, αλλά και με το αντίστοιχο emoticon, για να μην υπάρχει παρερμηνεία. Το διαδίκτυο επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών και ζωντανών εικόνων ανάμεσα σε πολιτισμούς πολύ διαφορετικούς ως προς τη διαχείριση και την έκφραση του συναισθήματος, κι αυτό επιφέρει αλλαγές συμπεριφοράς. Το ότι στη Γερμανία οι νέοι αγκαλιάζονται και φιλιούνται όταν συναντιούνται –κάτι αδιανόητο πριν από 35 χρόνια, όταν σπούδαζα εκεί– είναι αποτέλεσμα τέτοιων επιδράσεων. Φαινόμενα σαν αυτά –και θα μπορούσα να παραθέσω κι άλλα– πρέπει να μελετά ο ιστορικός για να πιάσει τον παλμό μιας εποχής. Αυτό προσπαθώ να κάνω με τη μελέτη του συναισθήματος στην αρχαιότητα.
Πόσο διαφέρουμε οι σημερινοί Έλληνες από τους αρχαίους «προγόνους» μας στην εκδήλωση των συναισθημάτων μας;
Οι «αρχαίοι Έλληνες» είναι μια γενίκευση: άλλοι οι αρχαίοι Έλληνες της εποχής του Ομήρου, όπου ήρωες όπως ο Αχιλλέας δεν είχαν κανένα πρόβλημα να χύνουν κρουνούς δακρύων· άλλοι οι Σπαρτιάτες της Κλασικής Περιόδου που έλεγχαν τα συναισθήματά τους· άλλοι οι Έλληνες μετά τον Αλέξανδρο, που κάτω από την επίδραση της ρητορικής και του θεάτρου απολάμβαναν την έντονη εκδήλωση συναισθημάτων. Έτσι και η εκδήλωση του συναισθήματος από τους σημερινούς Έλληνες διαφέρει και επηρεάζεται από πληθώρα παραγόντων, όπως η παιδεία, το φύλο, η ηλικία, ακόμα και ο τόπος καταγωγής.
Ποια είναι, τελικά, τα πιο διαχρονικά συναισθήματα; Ο έρωτας και ο φόβος του θανάτου;
Διαχρονικά είναι όλα τα συναισθήματα. Αλλά ο έρωτας, ο φόβος –όχι μόνο απέναντι στον θάνατο, αλλά γενικά απέναντι στην απώλεια–, η θλίψη και η χαρά είναι πολύ πιο ορατά στις πηγές μας, σε κείμενα (ερωτική ποίηση, επιτύμβια επιγράμματα, αφιερώσεις στους θεούς κ.λπ.) και εικόνες.
Έχουμε τη σωστή εικόνα για το παρελθόν ή το εξιδανικεύουμε και για ποιους λόγους; Το ερώτημα αφορά την κλασική κυρίως αρχαιότητα, αλλά φτάνει μέχρι την Ελληνική Επανάσταση, με αφορμή την επέτειο των 200 ετών που θα γιορτάσουμε (;) του χρόνου.
Η ατομική εικόνα για το παρελθόν είναι απόρροια παιδείας και ιδεολογίας. Αντίθετα, η εικόνα που έχουμε ως σύνολο, η συλλογική μνήμη, που είναι συστατικό της συλλογικής ταυτότητας, είναι επιλεκτική. Δεν μπορεί να φτάσει το εύρος και το βάθος της εικόνας που πλάθουν οι ιστορικοί. Συνήθως εστιάζει στα θετικά στοιχεία· τα επιτεύγματα, τις νίκες, τους ήρωες. Θυμόμαστε τα έργα του Χρυσού Αιώνα του Περικλή και όχι τον πόνο των δούλων που εργάστηκαν γι’ αυτά, την αθηναϊκή δημοκρατία και όχι τον αποκλεισμό των γυναικών από τον δημόσιο βίο, τη νίκη στη Σαλαμίνα και όχι τον μηδισμό κάποιων ελληνικών πόλεων. Ο Αλέξανδρος είναι ο κατακτητής και οραματιστής και όχι αυτός που μεθυσμένος και οργισμένος σκότωσε τον Κλείτο, τον άνθρωπο που του είχε σώσει τη ζωή. Ως προς αυτό δεν διαφέρουμε από κανέναν άλλο λαό. Και είναι φυσικό να γιορτάζουμε το 1821. Αντίθετα, δεν έχει δημιουργηθεί καμιά επιτροπή για εκδηλώσεις μνήμης για το 1922, παρά το γεγονός ότι η Μικρασιατική Καταστροφή έχει σφραγίσει πολύ περισσότερο τη σημερινή Ελλάδα – τις γεύσεις της, τους ήχους της, τις συνήθειές της, τη λογοτεχνία της, ακόμα και την πολιτική της.
Η ελληνική ταυτότητα πώς ορίζεται σήμερα;
Ταυτότητα είναι η απάντηση που δίνουμε στο ερώτημα «ποιοι είστε;». Και η απάντηση διαφέρει κάπως, ανάλογα με το ποιος κάνει την ερώτηση. Την ελληνική ταυτότητα την ορίζουν μνήμες επιλεκτικές, όπως προανέφερα, και αξίες, που τις ξεχνάμε όταν δεν μας βολεύουν. Στοιχεία της ταυτότητας είναι σίγουρα η αγάπη της ελευθερίας, η αγάπη για την πατρίδα Ελλάδα, που συνδέεται όμως με την εχθρότητα προς το ελληνικό κράτος, η περηφάνια για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, που δεν μας αποτρέπει ωστόσο από την καταστροφή αρχαιοτήτων, όταν ενοχλούν είτε την ιδιωτική μας οικοδομή είτε κάποιο δημόσιο έργο. Αλλά στοιχεία της ταυτότητας είναι και εκείνες οι αξίες για τις οποίες η ελληνική γλώσσα έχει λέξεις σχεδόν αμετάφραστες σε άλλες γλώσσες: το φιλότιμο και τη λεβεντιά.
Ζείτε πολλά χρόνια στο εξωτερικό. Τι μαρτυρά στις συνήθειες, στη συμπεριφορά και στη νοοτροπία σας την ελληνική σας ταυτότητα;
Το ότι δεν απέκτησα ποτέ καμιά άλλη υπηκοότητα, αν και έφυγα οριστικά από την Ελλάδα το 1986· το ότι ξεκινάω την ημέρα μου με ελληνικό καφέ· το ότι διαβάζω πρώτα την ελληνική εφημερίδα· το ότι μαγειρεύω κυρίως τα φαγητά που έκανε η μητέρα μου· το ότι δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να βάλω τις φωνές σε μια συνεδρίαση σχολής.
Πώς βλέπετε τον τρόπο με τον οποίο η Ιστορία διδάσκεται στο ελληνικό σχολείο;
Το πώς διδάσκεται η Ιστορία είναι αποτέλεσμα του πόσος χρόνος διατίθεται για τη διδασκαλία της. Ο χρόνος έχει μειωθεί πολύ από τα δικά μου σχολικά χρόνια και είναι ελάχιστος. Έτσι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των συγγραφέων των σχολικών εγχειριδίων, δεν υπάρχει η δυνατότητα ούτε για επαρκή εξήγηση των πολύπλοκων παραγόντων που ερμηνεύουν το ιστορικό γίγνεσθαι ούτε για συζήτηση πρωτογενών πηγών. Αυτό που μένει είναι η επιλεκτική παρουσίαση των δεδομένων, με μεγάλα κενά, και η απομνημόνευση ονομάτων και γεγονότων. Και είναι κρίμα, γιατί η Ελλάδα, με την πληθώρα των μουσείων και των ιστορικών θέσεων σε κάθε γωνιά της, προσφέρεται ιδανικά για τη διδασκαλία της Ιστορίας. Μέχρι έναν βαθμό τα κενά καλύπτονται με άλλα μέσα, όπως διαδικτυακές πλατφόρμες, παιχνίδια εμπνευσμένα από την ιστορία κ.λπ.
Στην ανασκαφή της Αφροδισιάδας, αρχαίας ελληνικής πόλης της Μικράς Ασίας. Μελετώντας τις επιγραφές της, ο Άγγελος Χανιώτης ανασυνθέτει κομμάτια της ιστορίας της, του τρόπου οργάνωσης της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής των κατοίκων της.
Πριν από λίγα χρόνια, η συμβουλή σας στους νέους συμπατριώτες μας ήταν να φύγουν στο εξωτερικό. Έχει αλλάξει αυτό;
Η συμβουλή δόθηκε σε συγκεκριμένη συγκυρία, το 2017, όταν η κρίση, αλλά και η έλλειψη αξιοκρατίας αφαιρούσαν από νέους με ιδέες, ικανότητες, αφοσίωση στο αντικείμενό τους και θέληση για δημιουργία τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους και να αναπτύξουν το δυναμικό τους. Αν και η κατάσταση βελτιώνεται, συνεχίζω να πιστεύω ότι το να αναζητάς το καλύτερο περιβάλλον για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων σου είναι στοιχειώδες ανθρώπινο δικαίωμα.
Προβλέπετε επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ; Ποια προσωπικότητα της αρχαίας ιστορίας σάς θυμίζει η περίπτωσή του;
Δεν αποτολμώ πρόβλεψη, αν και δεν θα με παραξένευε η επανεκλογή του, ιδίως με αντίπαλο τον Μπάιντεν. Μάλλον τον Νέρωνα μου θυμίζει, με τον συνδυασμό ναρκισσισμού, δημαγωγίας και αδίστακτης συμπεριφοράς.
Τι πιστεύετε ότι θα γράψει η ιστορία στο κεφάλαιο «Η πανδημία του 2020»;
Όσο η πανδημία συνεχίζεται, κάθε πρόβλεψη είναι αβάσιμη. Ξέρω όμως τι θα ήθελα να γράψει, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται: «Η πανδημία του 2020 βοήθησε την πλειονότητα των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κατανοήσουν την ανάγκη για ενίσχυση της συνοχής της και έδωσε το έναυσμα για τη μετεξέλιξή της, λίγα χρόνια αργότερα, στα Ενωμένα Έθνη της Ευρώπης».
Και στο λήμμα με το όνομά σας, σε μια εγκυκλοπαίδεια του μέλλοντος, τι θα θέλατε να αναγράφεται;
«Ως ιστορικός αναζητούσε στην αρχαιότητα ερεθίσματα για την προσέγγιση του παρόντος και γι’ αυτό θεωρούσε τον Καβάφη τον καλύτερο ιστορικό της περιόδου που ονόμασε Μακρά Ελληνιστική Εποχή»… ■